Selected tags

Further tags

Καλώς ήλθατε στο βασίλειο της Παραοικονομίας.

Μαύρα χρήματα είναι εκείνα για τα οποία ο εισπράξας δεν εξέδωσε νόμιμη απόδειξη. Τα παντελόνιασε χωρίς αυτά να καταγραφούν πουθενά. Δεν θα συνυπολογιστούν στο συνολικό ετήσιο εισόδημά του, και ουδέποτε θα φορολογηθεί με βάση αυτά.

Συνηθέστατη πρακτική σε ελεύθερους επαγγελματίες (δικηγόρους, γιατρούς), στους απασχολούμενους στον ευρύτερο κλάδο της οικοδομής (ελαιοχρωματιστές, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι), σε εισοδηματίες που νοικιάζουν διαμερίσματα κλπ. Όλοι τους μαζί συνιστούν την κάστα των φοροφυγάδων (επί το αντζελικότερον, φοροδιαφυγάδων).

Τα μαύρα χρήματα δεν ταυτίζονται με τα βρώμικα χρήματα, τα οποία προέρχονται από 100% παράνομες πηγές (ναρκωτικά, πορνεία, λαθρεμπόριο όπλων). Τα βρώμικα μπορούν να ξεπλυθούν δια του στησίματος πλυντηρίων, δλδ καθ' όλα νόμιμων επιχειρήσεων-βιτρίνα. Για πάρα πολλά νυχτερινά μαγαζιά / διασκεδάδικα, αλλά και για άλλου τύπου επιχειρήσεις, π.χ. γυμναστήρια, ο κόσμος το 'χει τούμπανο κι αυτοί κρυφό καμάρι, οτι αφ' εαυτά δεν φέρνουν κέρδη αλλά λειτουργούν ως βιτρίνα για ύποπτες δραστηριότητες.

Ειδικότερη περίπτωση μαύρων χρημάτων είναι εκείνη κατά την οποία ο εργοδότης δεν κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές σε αυτόν που απασχολεί, δλδ δεν του κολλάει ένσημα. Αυτό συνιστά και απάτη εις βάρος των αγαπημένων μας ασφαλιστικών ταμείων (mainly ΙΚΑ), για τα οποία όλο μας ζαλίζουν τ' αρχίδια οι Κασσάνδρες ότι θα καταρρεύσουν, αλλά τελικά ποτέ δεν καταρρέουν.

Όσοι εργάζονται και παίρνουν τα λεφτά στο χέρι, χωρίς να τους κολλάει ο αφεντικός ένσημα, είναι οι λεγόμενοι μαύροι. Η ίδια η ανασφάλιστη εργασία που προσφέρουν είναι η μαύρη εργασία, επί το σλανγκικότερον μαυρίλα.

Κατά κανόνα οι μαύρες (ανασφάλιστες) δουλειές είναι και μαύρες με την έννοια του ότι δεν πληρώνουν καλά, σου βγαίνει ο πάτος για τρεις κι εξήντα, ούτε κουβέντα εννοείται για προοπτικές ανέλιξης, χώρια τους όποιους κινδύνους για τη σωματική ακεραιότητα του εργαζόμενου (βλ. εδώ μεταξύ άλλων).

  1. Φίλος μαιευτήρας σε γκλαμουριάρικο μαιευτήριο των Βου Που, μου έλεγε πρόσφατα πως πλήρωσε 60 χιλιάρικα εφορία και πως με τα δικά του χρήματα θα σπουδάζουν τα δικά μου παιδιά αύριο. Μου ήρθε να του πω: «βρε παπάρα, με αυτά που βγάζεις θα έπρεπε να πληρώνεις τουλάχιστον τα διπλάσια, κι όλοι ξέρουμε πως το ένα ευρώπουλο στα δύο που βγάζετε εσείς οι κωλογιατροί είναι μαύρο, στην ξεφτίλα». Αλλά συγκρατήθηκα. Δυστυχώς.

  2. Οι εργαζόμενοι οδηγοί δικύκλου (ντελιβεράδες, κούριερ, εξωτερικοί), αλλά και υπάλληλοι-χαμάληδες σε γνωστά βιβλιοχαρτοπωλεία του κέντρου, είναι κλασικές περιπτώσεις μαυρίλας, μαύρης εργασίας και με τις δύο έννοιες. Είναι οι σύγχρονοι σκλάβοι, στους οποίους το κουπί της γαλέρας έχει απλά αντικατασταθεί από το τιμόνι μια πάπιας 100 κυβικών εκατοστών. Σιγά σιγά ωστόσο τα πράγματα αλλάζουν.... (Βλ. εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ευφυείς και πολυμήχανοι κομίστες (δημιουργοί κόμιξ) θέλοντας να δείξουν τα αμύθητα πλούτη των πρωταγωνιστών δημιούργησαν μια νέα μονάδα μέτρησης των χρημάτων , το ’’φανταστικομμύριο’’.

Αυτή η λέξη λοιπόν θέλει να τονίσει την υπερβολή, ότι δηλαδή το ποσό είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορεί να μετρηθεί με συμβατικές μονάδες μέτρησης χρημάτων, αλλά και την απουσία ρεαλισμού, αφού δεν υπάρχει τέτοια μονάδα μέτρησης. Παράλληλα τονίζει την πλεονεξία – απληστία των πρωταγωνιστών που, όσα χρήματα και να έχουν, ποτέ δεν είναι αρκετά.

Να τονιστεί ότι στα κόμιξ και γενικότερα σε κωμικά αναγνώσματα ή θεάματα η υπερβολή είναι αυτή που προκαλεί τον γέλωτα.

Κύριοι χαρακτήρες που χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη έκφραση είναι ο Σκρούτζ και ο Ρόμπαξ.

Σκρούτζ : Χαχα. Πήγες να μου την φέρεις Ρόμπαξ αλλά την πάτησες. Η Παπιοκόλα που έβαλα στην αγορά μου απέφερε ένα φανταστικομμύριο.
Ρόμπαξ: Σκρουντ! Θα φάω το καπέλο μου!!!

(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)

Βλ. και Μικυμάου, μικιμάου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην επιχειρηματική αργκό, ντηλάκιας *αποκαλείται ο *κατά συρροή επιχειρηματίας.

Ο ντηλάκιας έχει την οξυδέρκεια να εξαγοράζει υποτιμημένες μπίζνες (πάντα με κεφάλαια τρίτων) και να υλοποιεί συμφωνίες και πράξεις που θα τις «αναπτύξουν» και τους προσδώσουν «χρηματοοικονομική αξία», όπως αναδιάρθρωση και εξορθολογισμό κόστους (σ.ς.: απολύσεις), εισαγωγή ή διαγραφή από το χρηματιστήριο, συγχώνευση με άλλες εταιρίες, απόσχιση δραστηριοτήτων σε νέες spinoff εταιρίες, αλλαγή φορολογικής έδρας, κλπ.

Ο ντηλάκιας διαφέρει από τους παλαιάς κοπής Έλληνες επιχειρηματίες:

  • Δεν ενδιαφέρεται να αναπτύσσει οργανικά και σε βάθος χρόνου βιώσιμες επιχειρήσεις: η καύλα του έγκειται στο να μοσχοπουλήσει την εταιρία σε όσο το δυνατό συντομότερο χρόνο ώστε να αδράξει την επόμενη ευκαιρία,
  • Αντίθετα με τον (ευρισκόμενο στον πάτο της διατροφικής αλυσίδας) κλασικό κομπιναδόρο, ο ντηλάκιας διαθέτει στοιχειώδη οικονομική παιδεία, κατέχει τα εργαλεία της επενδυτικής τραπεζικής, γνωρίζει καλά την εγχώρια και διεθνή νομοθεσία και δεν είναι εκ προοιμίου λαμόγιο.

Εκ το αγγλικού deal («συμφωνία») < Ο.Ε. dælan («να μοιράζεις» πχ. την τράπουλα). Ειρήσθω εν παρόδω, η πρώτη επιχειρηματική εφαρμογή του όρου καταγράφεται το 1837 ως σλάνγκ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα εγχώριου ντηλάκια είναι ο Δημήτρης Κοντομηνάς, ο οποίος «ανέπτυξε» και μοσχοπούλησε πλειάδα εταιριών, όπως:

  • τις Ιντεραμέρικαν και Ευρωκλινική Αθηνών στην Eureko,
  • την Interbank στην Eurobank,
  • την NovaBank στην Πορτογαλική BCP,
  • το κανάλι Alpha TV στην Γερμανική RTL,

    και πάει λέγοντας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον μέγα μιζερομίζερο τσιφούτη Ebenezer Scroodge του Ντίκενς (Ένα Χριστουγεννιάτικο Παραμύθι) και κυρίως αργότερα από τον Σκρουτζ Μακ Ντακ του Ντίσνεϋ, μας έμεινε να αποκαλούμε Σκρουτζ κάθε τσιγκούνη και σφιχτό με τα λεφτά άνθρωπο.

Σκρουτζιές, λοιπόν, είναι οι μικρο-λογαριασμοί, οι λογαριασμοί επιπέδου κουμπαρά και όχι οι μεγάλοι οικονομικοί υπολογισμοί (εφορεία, δάνεια και τέτοια). Σκρουτζιές κάνουμε όταν βάζουμε κάτω τα μικρο-οικονομικά μας, π.χ. τα έσοδα του μήνα που θα γίνουν έξοδα, τα μικροχρέη του ενός προς τον άλλον, του καθενός μας προς ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, κοινόχρηστα κλπκλπ, οι λογαριασμοί δηλαδή που κάνουν τους καλούς φίλους / συνεργάτες / ζευγάρι / αδέλφια / συγκατοίκους κλπ και που, αν δεν γίνουν σωστά ή στην ώρα τους, αποτελούν μέγα θέμα για καυγά και γκρίνια.

Μωρό μου πληρώθηκα σήμερα, έλα να κάνουμε σκρουτζιές να δούμε τι έχουμε και τι θα μας μείνει...

(από Dirty Talking, 21/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης, o τσιφούτης. Αυτός που κοιτά να κάνει τα πάντα με τον πιο ανέξοδο τρόπο. Αρέσκεται σε παντός είδους τράκες. Αγαπημένη μάρκα τσιγάρων, τα Τρακαστράτος. Η λέξη έγινε γνωστή από διαφήμιση μεγάλου καταστήματος με είδη ένδυσης. Χρησιμοποιείται μόνο για άντρες, για τις γυναίκες υπάρχει το τζάμπαγουμαν.

Βγαίνει από τις λέξεις τζάμπα + -μαν.

  1. -Ρε φίλε, με πετάς μέχρι τη Πετρούπολη;
    -Αϊ φτυσ' τα μπούτια σου ρε τζάμπαμαν! Να πάρεις το αργοφορείο.

  2. -Τακούληηηη; Θα με κεράσεις τσιγαράκιιι;(με ναζιάρικη φωνή)
    -Μα ναι! Πώς;! (το σκέφτεται καλύτερα,πιό αντρικά)..Δε μας χέζεις μωρή πατόζα λέω 'γω;! Παλιο-τζάμπαγούμαν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως κλωστές χαρακτηρίζονται οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο στον κλάδο των κλωστοϋφαντουργιών.

Μην ασχολείσαι με τις κλωστές, έχει ψοφήσει ο κλάδος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως ταλιροφονιάς χαρακτηρίζεται ο ταξιτζής. Ο χαρακτηρισμός δημιουργήθηκε επειδή οι ταξιτζήδες στρογγυλοποιούσαν το ποσό που έγραφε το ταξίμετρο προς τα επάνω κατά 5 δρχ. Αν έγραφε π.χ. 495 δρχ σου έλεγαν 500 δρχ!!!

Άντε ρε ταλιροφονιά θα ξεκινήσεις; Πράσινο άναψε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολόχρονη κλασική ατάκα που έλεγε σε εϊτίλα διαφήμιση ο Λαλάκης ο Εισαγόμενος, κατά κόσμον Ν. Παπαναστασίου.

Η διαφήμιση είχε ως εξής: Ο Λαλάκης εμφανίζεται ως ο απόλυτα τρέντι της τότε εποχής, κι αρχίζει να απαριθμεί ένα ένα τα ρούχα του με δομή πρότασης: «-άκι; Εισαγόμενο!». Λ.χ. «Μπλουζάκι; Εισαγόμενο!». (Εννοείται «εισαγόμενο απ' το εξωτερικό»). Καμαρώνοντας. Στο τέλος η διαφήμιση τον δείχνει να πηγαίνει σε Υπηρεσία για Απόρους ή σε Ταμείο Ανεργίας. Το κοινωνικό μήνυμα της διαφήμισης ήταν ότι αν λόγω τρεντοσύνης δεν στηρίξουμε τα εγχώρια προϊόντα θα καταλήξουμε άποροι κι άνεργοι. Αντιθέτως, ο επιμένων ΕλληΝΙΚΑ!

Μέσα σ' όλα αυτά έλεγε με αμίμητο ύφος (βλ. μήδι):

- Τσιγάρο; Εισαγωγής! Παφ και τάληρο! Σκέτο Τέξας!

Και ταυτοχρόνως το τίναζε. Ως τάληρο εννοείτο το πεντοχίλιαρο, που εκείνη την εποχή ήταν μια ολόκληρη περιουσία. Να θυμήσω μόνο την ιστορική ατάκα που είχε πετάξει ένα καθίζημα στην εκπομπή του Λεβέντη: «Για να ρίξεις έναν πούτσο θες τρία χιλιάρικα!». Πεντοχίλιαρο = 15 Ευρώ, τίποτα δηλαδή σήμερα, σνιφ σνιφ.

Συμπερασμάτουσλυ, το λέμε όταν ένα προϊόν ή μια δραστηριότητα (κυρίως περιοδικά επαναλαμβανόμενη δραστηριότητα, όπως το τίναγμα ενός τσιγάρου) είναι πολύ ακριβή, και κάθε φορά που την κάνεις σου φεύγει κι ένα σεβαστό ποσό. Εννοείται ευκώλως, ότι στο παφ μπορεί να λανθάνει σεξουαλικό υπονοούμενο. Και συνήθως η έμφαση πέφτει στο τάληρο, που χάνουμε, αλλά μπορεί να πέσει και στο παφ...

Επίσης το τάληρο μπορεί να αντικατασταθεί από κάτι πιο επίκαιρο.

Στο Δημόσιο Πρόχειρο υπό Bubis.

-Τι θα γίνει με αυτά τα πρόστιμα για το κάπνισμα σε εσωτερικούς χώρους; Παφ και τάληρο το έχουμε καταντήσει!

- Πολύ φορτόγκας αυτός ο Αρίστος! Κάθε τσιμπούκι που κάνει η Καυλάουρα της δίνει και ένα δώρο! Παφ και μονόπετρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται συντετμημένα το εκατομμύριο, κυρίως όταν αναφερόμαστε σε χρηματικά ποσά.

Το χρησιμοποιούσε ο Ακάλυπτος στο σίριαλ «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή», όπως π.χ. στη φράση «Κτηνίατρε-οδοντίατρε, ο φίλος σου χρειάζεται επειγόντως 9 μύρια», εννοώντας 9 εκατομμύρια δραχμές. Ωστόσο, το λήμμα βρίσκει την εφαρμογή του και στη σημερινή εποχή του ευρώ.

Ο Παναθηναϊκός έδωσε 21 μύρια για ν' αποκτήσει τον Σισέ –άραγε πόσα από αυτά θα πάρει πίσω;

Ο ζορίκλας τυπάς Σισέ. Αν το πληκτρολόγιο είναι στα ελληνικά, γράφεται Ψισσέ. (από allivegp, 24/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΟΧΗ σε αυτά.

Κυριολεκτικά: γράμματα ψιλά δηλαδή λεπτά ή μικρά τόσο που σχεδόν δεν είναι ορατά από ανθρώπινο μάτι. Τα παλιά χρόνια που όλα τα κείμενα ήταν χειρόγραφα, ο συγγράφων συνέγραφε τα ψιλά γράμματα με τη χρήση μεγεθυντικού φακού. Θεωρούνται δευτερευούσης σημασίας αλλά…
Μεταφορικά: «Το πέρασα στα ψιλά (ενν. γράμματα)» σημαίνει: δεν του έδωσα σημασία, το προσπέρασα.

Απαντώνται: (ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΙΠΑΜΕ… ΔΙΑΒΑΖΕ)
Σε συμβόλαια, τραπεζικά κυρίως, στα οποία αναγράφονται με ψιλά γράμματα όροι φαινομενικά δευτερεύοντες και τυπικοί, αλλά ουσιαστικά τόσο δεσμευτικοί για τον υπογράφοντα που, αν τους διάβαζε (αν δεν βαριόταν ή αν τον άφηναν), θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να υπογράψει το συμβόλαιο.

Σε τηλεοπτικά σποτάκια χρηματοδοτικών κυρίως προγραμμάτων. Εμφανίζονται στο κάτω μέρος της οθόνης σε μέγεθος και ανάλυση τέτοια που να είναι δυσανάγνωστα από τον τηλεθεατή. Μετεξέλιξη των τηλεοπτικών ψιλών γραμμάτων είναι τα κυλιόμενα, κανονικού μεγέθους, γράμματα με υψηλό όμως ρυθμό κίνησης (ταχύτητα) ώστε και πάλι να επιτυγχάνεται ο ίδιος σκοπός. Να αναφέρονται μεν, να μη διαβάζονται δε.

Σε ιστοσελίδες κερδοσκοπικές ή φαινομενικά αφιλοκερδείς (τίποτα στη ζωή δεν είναι αφιλοκερδές) που έχουν την νομική υποχρέωση να πληροφορούν και να προειδοποιούν τον επισκέπτη για τους όρους χρήσης της σελίδας και για την νομή και κατοχή των πνευματικών δικαιωμάτων που παρέχει ο χρήστης στον κάτοχο του διαδικτυακού τόπου. Τα ψιλά γράμματα, στην διαδικτυακή ηλεκτρονική τους εκδοχή, είναι επίσης ηλεκτρονικά συμβόλαια που βρίσκονται (αν βρίσκονται) σε συνδέσεις υψηλού επιπέδου (όχι δηλαδή σε εμφανές σημείο), είναι δε μακρόσυρτα και μακροσκελή κείμενα τα οποία αρχίζουν με γενικότητες, ίσως να οδηγούν και σε άλλες υπο-συνδέσεις, δείχνουν κουραστικές και περιττές, αλλά σε κάποια σημεία ορίζουν τον τρόπο που διαχειρίζεται ή και παραχωρείται η πνευματική ιδιοκτησία των ψηφιακών δεδομένων (φωτογραφίες, κείμενα, ήχοι, βίντεο κλπ).

Προβλήματα που προκύπτουν: (ενδεικτικές αναφορές)
Στα έντυπα συμβόλαια ο υπογράφον μπορεί, αν εν αγνοία του παραβιάσει κάποιον από τους όρους του συμβολαίου, να βρεθεί αντιμέτωπος με καταστάσεις που δεν είχε εξ αρχής υπολογίσει.

Το θύμα των τηλεοπτικών «ψιλών γραμμάτων» ταλαιπωρείται επισκεπτόμενο τα εν σποτακίου διαφημιζόμενα καταστήματα, έχοντας στο μυαλό του άλλους όρους από αυτούς που πραγματικά ισχύουν.

Στη διαδικτυακή τέλος τεχνολογία, ο χρήστης μπορεί να παραχωρήσει πληροφορίες (έγγραφα, κείμενα κλπ) τα οποία να γίνουν αντικείμενο κερδοσκοπικής εκμετάλλευσης, κάτι που αρχικά δεν είχε υπολογίσει, καθώς και στη χειρότερη περίπτωση προσωπικά στοιχεία-πληροφορίες (ΑΦΜ, ΑΑΤ, Αρ. Πιστωτικών καρτών κλπ).

Ποιοι την πατάνε: Σχεδόν όλοι. Ο x λόγω αγραμματοσύνης, ο ψ λόγω βαρεμάρας, ο z λόγω υπερβολικής σιγουριάς. Το βέβαιο είναι ότι όλοι είναι εν δυνάμει θύματα των ψιλών γραμμάτων και ειδικότερα στα διαδικτυακά ψιλά γράμματα την πατάνε σχεδόν όλοι. Αλήθεια ποιος έχει διαβάσει (facebook, slang.gr, ….) και ακόμη περισσότερο ποιος σκέφτηκε ποτέ μέχρι που μπορεί να πάει η βαλίτσα; Όλοι λίγο πολύ, άλλος λόγω αμορφωσιάς, άλλος λόγω απολύτου εξειδικευμένης μορφώσεως, έχουμε περιορισμένη δυνατότητα αντίληψης του Αριστοτελικού «όλον», το οποίο όλον βρίσκεται στο διαδίκτυο. Σε όλες τις μορφές του, τις καλύτερες και τις χειρότερες.

Συμβολή του συντάκτη: ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

  1. - Έχει πιτυρίδα το ξέρεις;
    - Έλα μωρέ τώρα, ψιλά γράμματα.

  2. - Καλά ρε, δεν είδες ότι δεν είχες νερό στο ψυγείο;
    - Δεν το έλεγξα. Το πέρασα στα ψιλά.
    - Ε! τότε καλά να πάθεις. Τώρα πλερό...

Απαραίτητο παρελκόμενο (από Stravon, 06/09/09)ψιλα γράμματα μεν... (από BuBis, 07/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified