Selected tags

Further tags

Στην τραπεζική σλάγκ, αντώνης αποκαλείται ο κάτοχος επιπρόσθετης πιστωτικής κάρτας που εκδίδεται σε υφιστάμενο λογαριασμό κάποιου. Εκ του αγγλικού add-on cardholder.

- Τι έπαθες βρε Μήτσο και τραβάς τα ελάχιστα εναπομείναντα μαλλιά σου;
- Είχα την φαεινή ιδέα να κάνω την Ούρσουλα αντώνη. Αφού με φέσωσε κανονικά, την έκανε για Κίεβο και τώρα κοιμάμαι στα σανίδια.
- Οι μαλακίες πληρώνονται, γιατρέ μου...

Αντωνία εν δράσει (από Vrastaman, 27/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οριστική και αμετάκλητη άρνηση εξόφλησης χρέους. Σε ευρύτατη χρήση στα Χανιά.

Ο Πιστολάκης ήταν χρηματοδότης και μεγολοπαράγοντας του Κόμματος των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου. Οι κρητικοί που κατέβαιναν από τα χωριά για να συμμετάσχουν στις γιγαντιαίες συγκεντώσεις του κόμματος στα Χανιά δικαιούντο και ένα γεύμα σε συγκεκριμένο εστιατόριο στην πλατεία της Αγοράς που το πλήρωνε το γραφείο του Πιστολάκη στα Χανιά. Οι δε ερίτιμοι πελάτες μετά το γεύμα έλεγαν στον εστιάτορα: Μανόλης Δασκαλάκης από το Μπρόσνερο (π.χ.), να πας να πληρωθείς από του Πιστολάκη το γραφείο. Με τον καιρό όμως κατέληξε να γίνει ρήση των κακοπληρωτών, με την έννοια ότι οριστικά και αμετάκλητα ο οφειλέτης δεν πρόκειται να πληρώσει.

Ο γιος του παλαιού κομματάρχη Πιστολάκη στη δεκαετία του 1970, ήδη σε προχωρημένη ηλικία, κοντός και χοντρός , κυκλοφορούσε τα καλοκαίρια στα Χανιά με μια λευκή ντεκαποτάμπλ κουρσάρα με οδηγό, φορώντας λευκό κοστούμι και καπέλο Παναμά. Ήταν μια σκέτη αναχρονιστική καρικατούρα αποικιοκράτη.

- Κύριε Μανόλη σας έχω τηλεφωνήσει επανειλημμένως για κείνη την οφειλή σας.
- Ναι το θυμάμαι!
- Πότε θα την εξοφλήσετε;
- Να πας να πληρωθείς από του Πιστολάκη το γραφείο!...

Δεε, πρόκειται!... (από nikolaosvlas, 21/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη της αργκό. Το χρήμα, τα λεφτά. Προέρχεται από τα γνωστά 30 αργύρια.

Όταν βγήκαν οι λάμες ο αργύρης ήρθε με τη μια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γρήγορο και εύκολο κέρδος προερχόμενο είτε από προχειροδουλειά, είτε από αρπαγή / κλοπή.

Η πρώτη περίπτωση αρπαχτής περιλαμβάνει το φτωχομπινεδιάρικο και ευκαιριακό γδάρσιμο εύκολης λείας (πχ αισχροκέρδεια από ταρίφες σε ανυποψίαστους τουρίστες). Ανεμομαζώματα, δηλαδή, διαβολοσκορπίσματα.

Στη δεύτερη (και πιο σοβαρή) εκδοχή της, η αρπαχτή επιτυγχάνεται χάρη στην άλωση των νόμων και θεσμών μέσω προσωπικών σχέσεων και διαπλοκών. Πρόκειται για οικονομικές αλλαξοκωλιές όπου η αρπαχτή διαπράττεται από δύο ή περισσότερους συνεργούς και πάντα σε βάρος του κερασφόρου φορολογούμενου πολίτη. Πρόσφατες περιπτώσεις περιλαμβάνουν τα Ολυμπιακά έργα και την υπόθεση Μονής Βατοπεδίου.

Δεν έχουν τα κότσια να κάνουν μια μήνυση στην μαμά-SIEMENS για τις αρπαχτές της. Τώρα θα μου πείτε ποιοι να κάμουν την μήνυση; Αυτοί που συμμετείχαν στην αρπαχτή ως μικροί άρπαγες;; (Από blog)

Βλ. και σχετικό λήμμα μίζα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασανσέρ αποκαλούνται:

  • Τα χαρτιά με μεγάλες ανοδικές και καθοδικές διακυμάνσεις, συχνά ικανά να συμπαρασύρουν δια της πορείας τους και την υπόλοιπη αγορά,

... και ωσεκτουτού...

1.
Σαν περίεργα δεν φαίνονται όλα αυτά για τη μετοχή-«ασανσέρ»;

2.
«Ασανσέρ» οι τραπεζικές μετοχές ενόψει των stress tests της ΕΚΤ

2.
Χ.Α: Κέρδη 0,89% σε συνεδρίαση... ασανσέρ

  1. Ινσέψιο: ασανσέρ η μετοχή της Kleeman.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύστερα από την εισβολή των τροϊκανών, ασημικά είναι η περιουσία του Δημοσίου που καλείται να εκποιηθεί (κατ' άλλους να «αξιοποιηθεί», στην καλύτερη των περιπτώσεων, αν τα καταφέρουμε), προκειμένου να καλυφθεί μέρος του δημοσίου χρέους. Η μεταφορά είναι προφ από το ζευγάρι ή οικογένεια που, σε δύσκολες στιγμές, όταν δεν έχει τι άλλο να δώσει, εκποιεί τα οικογενειακά ασημικά, προικιά κ.τ.λ. για να σωθεί. Τα ασημικά, όταν μιλάμε για μια χώρα βέβαια, είναι γαίες, ακίνητη περιουσία, κρατικές υπηρεσίες και επιχειρήσεις, πακέτα μετοχών και πολλά άλλα. Το κάψαμε το λίπος πατριώτη!

  1. «Ασημικά» αξίας 50 δις ευρώ πουλά η κυβέρνηση. (Δες).

  2. Η συνταγή του ΔΝΤ: Σε δανείζω, δεν πληρώνεις, πουλάς κοψοχρονιάς και αγοράζω τα ασημικά.. (Δες).

  3. Μου 'φαγες όλα τα δαχτυλίδια (γιατί τ' ασηµικά δεν έφτασαν) (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσιγκούνης του κερατά, αρχισπάγκος.

- Ο Ιορδάνης έχει καβούρια στις τσέπες. Όλα τα μετράει. Να φανταστείς, φώναξε ηλεκτρολόγο να βγάλει τα λαμπάκια από τον ηλεκτρικό πίνακα, για να ελαττώσει την κατανάλωση.
- Καλά, τόσο αυγοζύγης είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποδηλώνει ότι κάποιος είναι τόσο άφραγκος που, ψάχνοντας όλο και πιο βαθιά στην τσέπη του να βρει λεφτά, καταλήγει να πιάσει τελικά την κάλτσα του.

– Τι λέει, θα κυκλοφορήσουμε απόψε;
– Μπα δεν παίζει μία, βάζω το χέρι στην τσέπη και πιάνω την κάλτσα!...

(από nick, 05/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καθαρά τραπεζική αργκό, εκ του γαλλικού valeur που σημαίνει αξία, από τότε που οι Γάλλοι επηρέαζαν μεγάλο τμήμα της οικονομικής, πνευματικής αλλά και καθημερινής (βλ. ορολογία αυτοκινήτου) ζωής στην Ελλάδα.

Καθόλου βρώμικη λέξη ή λέξη της πιάτσας, αναφέρεται αυτούσια σε πλείστα έγγραφα, τραπεζικά αλλά και νομοθετικά· θεωρώ ωστόσο ότι η παρασπονδία της καταχώρησής της συγχωρείται από την μη εκτεταμένη χρήση ελληνικού αντίστοιχου όρου, την ιδιομορφία της ίδιας της έννοιας αλλά και το γεγονός ότι αφορά όλους (μα όλους) τους πελάτες τραπεζών.

Βαλέρ είναι η ημερομηνία αξίας μιας συγκεκριμένης καταχώρησης σε έναν λογαριασμό, η οποία συχνά διαφέρει από την πραγματική ημερομηνία της πράξης. Αξία εδώ σημαίνει την παραγωγή αποτελεσμάτων - πριν από την επέλευση αυτής της ημερομηνίας το καταχωρηθέν ποσό εμφανίζεται μόνο λογιστικά, σαν φάντασμα, χωρίς να επηρεάζει κατ’ ουσίαν τον λογαριασμό. Με νομικούς όρους, άλλες φορές παραμένει υπό αίρεση (δηλαδή με την προϋπόθεση ότι θα συμβεί ή δεν θα συμβεί ένα γεγονός) και μετά είτε «επικυρώνεται» είτε ανατρέπεται («αντιλογίζεται») και άλλες φορές παραμένει υπό προθεσμία (ως δικαίωμα ή υποχρέωση που περιμένει να «ωριμάσει»).

Πάμε κατευθείαν σε παραδείγματα για να μην χαθούμε:

  • Σύμφωνα με τα μέχρι πρότινος ισχύοντα, αν καταθέσω σήμερα μετρητά στον λογαριασμό μου, αυτά θα αρχίσουν να τοκίζονται από αύριο. Από αύριο, επίσης, θα μπορώ να τα αναλάβω (να τα «σηκώσω»). Μέχρι αύριο θα φαίνονται στο υπόλοιπο αλλά όχι στα «διαθέσιμα» του λογαριασμού. Εδώ έχουμε βαλέρ επομένης (ενν. εργάσιμης ημέρας).
  • Αν καταθέσω προς είσπραξη μια επιταγή που μου έδωσε κάποιος (π.χ. ένας πελάτης μου) σήμερα στην τράπεζα που γράφει πάνω η επιταγή, θα συμβεί το ίδιο με το προηγούμενο παράδειγμα (εκτός κι αν είναι πέτσινη). Αν την καταθέσω σε άλλη τράπεζα, όπως έχω την επιλογή χάρη στο σύστημα ΔΙΑΣ, η βαλέρ θα είναι δύο ημερών (εκτός από επιταγές μερικών συνεταιριστικών τραπεζών και επιταγές εξωτερικού).
  • Αν καταθέσω χρήματα στον λογαριασμό της πιστωτικής κάρτας ή δανείου, η βαλέρ κανονικά θα πρέπει να είναι επομένης το αργότερο. Αυτό σημαίνει ότι και με την τσίμπλα στο μάτι να πάω στο κατάστημα για να πληρώσω, τους τόκους εκείνης της ημέρας μάλλον θα τους χρεωθώ.

Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση, η βάση της πρακτικής αυτής είναι δίκαιη και εύλογη - οι δόλιες καταχρήσεις της είναι που λειτουργούν σε βάρος των πελατών. Πιο συγκεκριμένα:

Στην περίπτωση της κατάθεσης μετρητών η αξία τους γίνεται μετρήσιμο μέγεθος για την τράπεζα κατά το κλείσιμο του ταμείου. Πολύ σχηματικά, κατά τις πέντε το απόγευμα, η Διεύθυνση Λογιστικού θα πει στα μεγάλα κεφάλια «μάγκες τόσες καταθέσεις έχουμε αυτήν τη στιγμή». Τότε μόνο μπορεί η τράπεζα να διαχειριστεί (εκμεταλλευτεί) τα ποσά αυτά. Για τις επενδυτικές ενέργειες της τράπεζας η μέρα έχει, θεωρητικά, χαθεί ως προς τα χρήματα που βάλαμε το πρωί - την άλλη μέρα θα μπορέσει να τα τοποθετήσει όπου επιλέξει. Εδώ έχουμε την προθεσμία που λέγαμε. Να σημειωθεί ότι εδώ έγκειται η δεύτερη μετάφραση του όρου: τοκοφόρος ημερομηνία.

Αλλά και στην περίπτωση της επιταγής υπάρχει λογική, μόνο όμως στο σκέλος της κατάθεσης π.χ. μιας επιταγής Eurobank σε λογαριασμό Alpha. Η πρώτη τράπεζα δεν μπορεί να ξέρει νωρίτερα από μεθαύριο για το αν μια επιταγή έχει αντίκρυσμα, καθώς τόσο κάνει το σύστημα ΔΙΑΣ να απαντήσει, επομένως ούτε να δώσει τα λεφτά μπορεί (εκτός αν τα δανείσει, άλλο εκείνο) ούτε να τοκίσει, αφού περιμένει να δει αν θα πληρωθεί ή όχι. Πολλοί καημένοι τραπεζικοί έχουν πληρώσει είτε από την τσέπη τους είτε με πειθαρχικά και απολύσεις επιταγές που από ευπιστία ή απροσεξία κατέθεσαν με βαλέρ συντομότερη απ’ ό,τι έπρεπε, μόνο για ν’ αποδειχθεί ότι η φάση ήταν στημένη: επέστρεψε απλήρωτη και ο κομιστής είχε ήδη σηκώσει το ποσό και εξαφανιστεί. Εδώ κολλάει και η έννοια της αίρεσης.

Βαλέρ υπάρχει σε πολλές συναλλαγές, π.χ. με συναλλάγματα κλπ. Μια ενδιαφέρουσα χρήση της λέξης είναι για την ημερομηνία κατά την οποία αποκτά επίπτωση μια μη χρηματική μεταβολή, εκτός λογαριασμών κλπ. Βαλέρ είναι η (συνήθως πλασματική) ημερομηνία ενός βαθμού στην επετηρίδα των τραπεζικών υπαλλήλων. Αν για παράδειγμα πάρω το πτυχίο μου τον Ιούνιο, τα βαθμολογικά και μισθολογικά οφέλη μπορεί να ξεκινήσουν αναδρομικά από την αρχή του έτους. Τότε λέμε ότι «έγινα λογιστής Β’ με βαλέρ Ιανουαρίου».

Ελληνοποιημένα παράγωγα: βαλεριακός (επίθ.), βαλεριακά (επίρ.).

Συγγνώμη για το μέγεθος, ελπίζω να ήμουν κατατοπιστικός. Διαβάστε επίσης: πληροφορίες ενός insider, έγγραφο της ΤτΕ, συνοπτική πληροφόρηση της www.dolceta.eu.

  1. Από εδώ:

Μόλις σήμερα παρατήρησα πως η Τράπεζα **** δεν έχει βαλερ στις καταθέσεις... ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΣΤΑΜΑΤΗΣΑΝ!

  1. Από εδώ:

- H valeur έχει να κάνει με το από πότε τοκοφορεί το ποσό που έβαλες, το λεγόμενο βαλεριακό υπόλοιπο ότι το διαθέσιμο. Συνήθης πρακτική είναι και στην κατάθεση και στην ανάληψη να έχουν valeur την επόμενη εργάσιμη. Αν το σύστημά τους έχει μπερδέψει το βαλεριακό με το διαθέσιμο, τότε απλά είναι για τα μπάζα, αλλά και έτσι να είναι δεν θα δει το σύστημά τους ότι υπάρχει υπόλοιπο την επόμενη μέρα για να τραβήξει το υπόλοιπο ; Τσέκαρέ το όμως, σίγουρα δουλεύουν έτσι ;
- Η ***** όντως έχει αυτό το κακό. Αν κάνεις κατάθεση χρημάτων, αυτά είναι διαθέσιμα την επόμενη ημέρα (όχι απαραίτητα εργάσιμη). Έχει δηλαδή 24ωρο βαλέρ κατά το οποίο τα χρήματα δεν είναι διαθέσιμα αλλά λογίζονται μόνο ως λογιστικό (και όχι διαθέσιμο) υπόλοιπο. Στη μόνη περίπτωση που είναι άμεσα διαθέσιμα τα χρήματα είναι αν γίνει μεταφορά από τρίτο στην ίδια τράπεζα.

  1. Από εδώ:

Την ερχόμενη Τρίτη θα πληρωθούν μέρος των οφειλομένων οι εργαζόμενοι στον Καλλιτεχνικό Οργανισμό του Δήμου Βόλου. Τελικά δεν πληρώθηκαν χθες επειδή το ποσό των 150.000 ευρώ κρατήθηκε για δύο ημέρες, «βαλέρ», από την τράπεζα.

Σ.σ.: Τα ονόματα των τραπεζών έχουν λογοκριθεί γιατί με τον ν. 3862/2010 τα δεδομένα άλλαξαν και οι τράπεζες, θέλουν δεν θέλουν, ήδη συμμορφώνονται (λέμε τώρα), κάνοντας επίφοβη για το σάιτ την ανάρτηση παλαιών πληροφοριών. Καμία σχέση δεν έχει ότι διαθέτουν στρατιές δικηγόρων. Όποιος επιθυμεί περαιτέρω πληροφορίες επισκέπτεται τις παραπομπές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαιός λιμανίσιος όρος για το άχρηστο, χαμηλών επιδόσεων και κακής ποιότητας αντικείμενο αλλά και τον αναξιόπιστο, κάλπικο και απατεώνα άνθρωπο. Τελευταίως χρησιμοποιείται ιδίως για auto-moto και gadget με την έννοια της μπαγκατέλας.

Από το ιταλικό valuta που σημαίνει νόμισμα αλλά και τον διεθνή όρο για την αντιστοιχία της τιμής ενός νομίσματος σε ένα άλλο νόμισμα. Προέρχεται πιθανώς από τα διάφορα πληθωριστικά χαρτονομίσματα, ημεδαπά ή αλλοδαπά που δεν είχαν καμιά άλλη αξία εκτός ως κωλόχαρτο. Υπάρχει και η Ιταλική έκφραση «valuta senza valore» = αξία άνευ αντικρίσματος.

  1. Από βλόγιον με θέμα «Για ποιό αυτοκίνητο θα προδίδατε τα πιστεύω σας»: «…Έλα ρε, το 206 ήταν μια χαρά. Πρωτοπόρησε για την εποχή του. Ανοιχτό είναι ωραίο. Το κακό με το μεγκάν είναι, ότι είναι ΚΑΙ άσχημο από οπου και να το δεις. Ανοιχτό ή κλειστό. Και το συγχωρείς σε αμάξια που είναι καλά στο δρόμοαλλά το μεγκάν είναι και βαλούτα….»

  2. Ακόμα κυκλοφοράς μ' αυτήν την βαλούτα τον Χαμήλ Μπατάρ; Πάρε ρε ματζίρη κάνα κουνιστό με μπιρμπιλόνια και κάμερα σαν κι εμένα! Να, κοίτα το πουλάκι!

  3. — Δεν θέλω νταραβέρια πια με τον Μπάμπη, ρε φίλος. Μ' έριξε στο ζύγι και μου έδωσε μάπα πράμα, σκέτο κατιμά...
    — Εγώ σου το 'πα ότι είναι βαλούτα το άτομο, αλλά δεν μ' ακούς καρντασάκι μου
    Τι είπες;

γιατί τα διακοσόευρα δεν είναι πετσετάκια? (από MXΣ, 27/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified