Further tags

Πρόκειται για λεξιπλασίες που σχηματίζονται με σύγκραση των ονομάτων δύο πολιτικών, ώστε να σχηματίσουν ένα όνομα. Συνήθως στις παρόμοιες λεξιπλασίες υπονοείται ότι ενώ οι δύο πολιτικοί επαγγέλλονται ή γενικώς θα έπρεπε να είναι διαφορετικοί και εναλλακτικοί, στην ουσία μοιάζουν υπερβολικά, ως μη έδει.

Για τον λόγο αυτό οι λεξιπλασίες αυτές με ισχυρή σύγκραση πρέπει να διακρίνονται από τις λεξιπλασίες τ. τσιπραλαβάνοι, όπου έχουμε ασθενή σύγκραση, σχεδόν παράθεση, (και όπου εκεί το νόημα είναι να θιγεί ότι ο αντίπαλος δεν είναι μόνος του, αλλά έχει και παρέα κάποιον εξίσου κατακριτέο με αυτόν, οπότε εκεί συνήθως δεν συμπαρατίθενται δύο ονόματα από τελείως διαφορετικούς ιδεολογικούς χώρους). Τα όρια βεβαίως μεταξύ των δύο διαφορετικών τύπων λεξιπλασιών δεν είναι στεγανά, αλλά υπάρχουν και γκρίζες ζώνες, όπως οι/ο Πουτβέντεφ (Πούτιν + Μεντβέντεφ). Το χαρακτηριστικό με τους Μερκοζί είναι ότι μπορεί να τεθούν είτε σε ενικό σαν να πρόκειται για μία υπόσταση, είτε και στον πληθυντικό, όπως οι Τσιπραλαβάνοι.

Ιδεολογικές χρήσεις των λεξιπλασιών αυτών:

α) Θίγεται το γεγονός ότι στις δημοκρατίες της εποχής μας (μετανεωτερικότητα ή ύστερη νεωτερικότητα, ή όψιμη μετανεωτερικότητα ανάλογα με τα γούστα), τα κόμματα εξουσίας όποια πρόθεση και να έχουν, ντε φάκτο ακολουθούν πολύ παρόμοια πολιτική λόγω της επιβεβλημένης παγκοσμιοποιημένης μονοτροπίας σε ολόκληρο τον πλανήτη, λόγω της υπερίσχυσης της οικονομίας έναντι της πολιτικής, λόγω της ένταξης σε διεθνείς οργανισμούς ειδικά αν υπάρχει κοινό νόμισμα και ταλιμπάν. Ο Γάλλος φιλόσοφος Alain Badiou έχει ονομάσει τις σύγχρονες δημοκρατίες θέατρο, όπου το ίδιο έργο παίζεται εναλλάξ από δύο διαφορετικούς θιάσους, τους δεξιούς που το παίζουν ως Théâtre de Boulevard και τους σοσιαλιστές που το παίζουν ως επαρχιακός θίασος, με μοναδική εξαίρεση (πάντα κατά τον Badiou) τον Γιώργο Παπανδρέου, που το έπαιξε ως μπρεχτικό θέατρο αποστασιοποίησης, με απλά λόγια λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα. Η παράσταση έχει δύο πράξεις, την περίοδο χάριτος , όπου δίνουμε στον ηθοποιό την προσωρινή δυνατότητα να μην κάνει πράξη τις προεκλογικές του επαγγελίες χωρίς να δυσανασχετούμε, καθώς η αλλαγή θιάσου έχει φέρει κάποιο ενδιαφέρον στην παράσταση, και την φθορά της εξουσίας, όπου επέρχεται μονοτονία από την επαναλαμβανόμενη μη τήρηση των επαγγελιών, και οι θεατές σφυρίζουν την παράσταση, περιμένοντας πρόσκαιρη ανανέωση ενδιαφέροντος με τον επόμενο θίασο που δεν θα τηρήσει τις επαγγελίες του. Οι συγκλίσεις αυτές έχουν οδηγήσει σε λεξιπλασίες όπως Παπαμανλής, Καρανδρέου κ.τ.ό., για να περιγραφούν οι «δημοκρατίες» («ελευθέριες ολιγαρχίες» κατά την αριστοτελική ορολογία) που έχουμε μάθει όλοι καλά ιδίως τον τελευταίο καιρό.

β) Έχω την εντύπωση ότι συχνά οι λεξιπλασίες αυτές πλήττουν κυρίως αυτόν που επαγγέλλεται την διαφοροποίηση, και συνήθως τον «πατριώτη» ή «εθνικιστή» (ανάλογα με τα γούστα), τον υποσχόμενο την εθνική διαφορά από την παγκοσμιοποιημένη μονοτροπία. Λ.χ. η λεξιπλασία Παπαράς πλήττει κυρίως τον Σαμαρά (που δεν έχει παίξει ακόμα το ρολάκι του), όπως το σερβικό Toris πλήττει κυρίως τον εθνικιστή Τόμα Νίκολιτς, όπως (για άλλους λόγους) και το τι Πλαστήρας τι Παπάγος έπληττε τον Πλαστήρα. Οπότε ορισμένες από αυτές τις λεξιπλασίες δεν είναι απολύτως ουδέτερες μεταξύ των δύο, αλλά μάλλον αποσκοπούν να εξοντώσουν τον «υπερήφανο εθνικά»- «ανθενωτικό» πολιτικό, εντάσσοντάς τον στο ίδιο πακέτο με τον αντίπαλό του, ή απλά τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης που δεν έχει ακόμη καταλάβει την εξουσία.

γ) Όταν οι λεξιπλασίες ενώνουν πολιτικούς διαφορετικών εθνικοτήτων, τότε θίγονται συγκεκριμένες διεθνείς τάσεις, λ.χ. οι Μερκοζί εναντίον των Ρομπαρόζο ή των Παπασκόνι. Και πάλι όμως, υπάρχει συχνά το στοιχείο του «ως μη όφειλε», λ.χ. είναι ξεφτίλα για τον Σαρκοζίξ να συναιρείται με την Μέρκελ, αντίθετα προς όποια επίδίωξή του για εθνικά υπερήφανη γαλλική πολιτική.

δ) Συναφώς, ορισμένες φορές θίγεται η υποτέλεια του ενός πολιτικού στον άλλο παρά τις διακηρύξεις του για ανεξαρτησία και αυτονομία. Λ.χ. ο Σαρκοζί που υπακούει στην Μέρκελ είναι Μερκοζί, ενώ ο Μεντβέντεφ που αποτελεί αχυράνθρωπο του Πούτιν είναι Πουτβέντεφ. Οπότε, παρά το γεγονός ότι οι λεξιπλασίες ενίοτε ομοιάζουν με τους τσιπραλαβάνους περιγράφοντας πολιτικούς του ίδιου χώρου, κατά βάθος η έμφαση είναι και πάλι στο «ως μη έδει».

Τέλος, να πούμε ότι οι παρόμοιες λεξιπλασίες κατασκευάζονται και αναπαράγονται ταχύτατα είτε από δημοσιοκάφρους, είτε από χρήστες των διαδιχτυών και στην εμπέδωσή τους παίζουν καταλυτικό ρόλο τα τερτίπια του φωτομάγαζου, που επιτρέπει και εικόνα της κωμικής σύμφυρσης των δυο φατσών.

Μη εξαντλητική λίστα:

- Καρανδρέου (= Κώστας Καραμανλής + Γιώργος Παπανδρέου)
- Καραπαπάρας (= Καρατζαφέρης + Παπανδρέου + Σαμαράς)
- Μερκοζί (= Μέρκελ + Σαρκοζί)
- Παπαμανλής (= Παπανδρέου + Καραμανλής)
-Παπαράς (=Παπανδρέου + Σαμαράς)
- Παπασκόνι (=Παπανδρέου + Μπερλουσκόνι)
- Πουτβέντεφ (=Πούτιν + Μεντβέντεφ)
- Ρομπαρόζο (=Ρομπάι + Μπαρόζο)
- Σαμανδρέου- Σαμαρανδρέου
- Τόρις (=Τόμα Νίκολιτς + Μπόρις Τάντιτς)

  1. Οι ΜΕΡΚΟΖΙ με Νέα “ΙΕΡΑ ΣΥΜΜΑΧΙΑ” ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ και ΔΙΑΤΑΖΟΥΝ… (Εδώ).

  2. Έρριξαν τους Παπασκόνι με πραξικόπημα! (Εδώ)

  3. Πρώτο γαλλογερμανικό «όχι» στους Ρομπαρόζο. (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφανούς ετυμολογίας λαϊκό λογοπαίγνιο στα χρόνια της (τότε στρατιωτικής) γερμανικής κατοχής 1941-1944, με το οποίο περιγράφονταν απαξιωτικά οι ταγματασφαλίτες, δλδ οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Επρόκειτο για ένοπλα σώματα δωσιλόγων που συγκροτήθηκαν το 1943 από τον δοτό πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη (πατέρα κατοπινού πρωθυπουργού), και που έφεραν την επίσημη ονομασία Τάγματα Ευζώνων. Από το επώνυμο του ιδρυτή τους, τα μέλη των Τ.Α. ονομάστηκαν και Ράλληδες.

Οι εξοπλισμένοι από τους Γερμανούς ταγματαλήτες φορούσαν ευζωνική στολή, και ωσεκτουτού ονομάστηκαν από τον λαό γερμανοντυμένοι ή γερμανοτσολιάδες (ένας ενδιαφέρων συνειρμός είναι ότι η λέξη τσολιάς προέρχεται από το τσόλι = κουρέλι / χυδαίο άτομο χαμηλού επιπέδου, το οποίο στα γερμανικά μεταφράζεται lumpen). Σήμερα η λέξη επιζεί ως β' συνθετικό στον όρο αμερικανοτσολιάς. Βλ. το νέτι, καθώς και τα Άπαντα Δημητρίου Πανούση, αοιδού/διασκεδαστού.

Η Λαϊκή Μούσα περιποιήθηκε δεόντως αυτά τα λουλούδια, τα οποία προέβαιναν σε παντοειδείς ωμότητες κατά του λαού και των αγωνιστών της Αντίστασης και τα οποία είχαν δώσει όρκο υπακοής (jawohl) στον Γερμανό Καγκελάριο και τους επιτελείς του:

Εν-δυό, εν-δυό, φουστανέλα, τσαρούχ' φούντα, φέσ'
εφτούνα τα ρούχα με καίνε, κι αδίκως μου τα 'χουν φορέσ'
Άϊν-τσβάι, άϊν-τσβάι, τσολιά να με λεν δε μ' αρέσ'
εγώ Γερμανός είμαι τώρα, καμάρ' των ταγμάτων Ες-Ες.
Εγώ ειμ' εγώ, και δεν αργώ
Ρωμιούς να σφάξω μάνι-μάνι
με λεν λεφούσ', και στο γιουρούσ'
τρεις τραυματίες έχω ξεκάνει.

Εννοείται ότι υπήρχε έντονη ώσμωση μεταξύ των ταγματαλητών και των μελών άλλων δωσιλογικών οργανώσεων όπως η «Χ» (καμαρώστε τους) ή οι μπουραντάδες (στελέχη του Μηχανοκίνητου της Αστυνομίας Πόλεων, από το επώνυμο του διοικητή τους).

Οι -πάμπολλοι- ταγματαλήτες που δεν πέρασαν από λαϊκή/αντάρτικη αξιολόγηση μετά την αποχώρηση των Γερμανών, αξιοποιήθηκαν καταλλήλως από τους ενσκήψαντες Άγγλους, ενώ πολλοί εξ αυτών έκαναν καριέρα είτε στον τότε αναπτυσσόμενο τομέα του τουρισμού εξυπηρετώντας παραθεριστές σε θέρετρα του Αιγαίου , είτε στον επανασυσταθέντα Ελληνικό Στρατό (πρόχειρο παράδειγμα ο τρισμέγιστος αστήρ της Εθνοσωτηρίου, Γεώργιος Παπαδόπουλος και άλλα κατοικίδια-φύλακες).

Μετά την συνταξιοδότηση των τελευταίων, πολλοί απόγονοι επιφανών ταγματαλητών σταδιοδρόμησαν επαγγελματικώς με μεγάλη επιτυχία.

Ο όρος «ταγματασφαλίτης» γνώρισε μέρες δόξας στα φοιτητικά αμφιθέατρα του '70-'80, χαρακτηρίζοντας, για μυστηριώδεις λόγους,μέλη συγκεκριμένης πολιτικής παράταξης, η οποία εν τούτοις, όταν οι αυθεντικοί ταγματαλήτες μετείχαν στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, βρισκόταν στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Το αρχαιοπρεπές έτυμο «αλήτης» (αρχική σημασία: περιπλανώμενος) χρησιμοποιείται σήμερα για να περιγράψει κρατικούς υπαλλήλους που περιφέρονται ασκόπως σε διαδηλώσεις είτε με φόρμα εργασίας, είτε με πολιτική περιβολή. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, μεγάλο ποσοστό των εν λόγω υπαλλήλων φέρεται να διατηρεί στενές σχέσεις με ονειροπόλους νοσταλγούς της δράσης των λημματογραφούμενων ευζώνων. Πιθανότατα πρόκειται για παντελώς αδικαιολόγητη, αήθη και συκοφαντική επίθεση.

Αυτά λεξικογραφικώς, ήτοι συνοπτικώς και με απόλυτη ψυχραιμία.

Πάσα του Khan (ΔΠ) μετά από σέντρα του Vrastaman.

Είμαι του ΕΛΑΣ αντάρτης και στα όρη κατοικώ
και για την ελευτεριά μας και τον θάνατο αψηφώ

Το ντουφέκι μου στον ώμο, το σπαθί μου στο πλευρό
απ' τα όρη κατεβαίνω, τους φασίστες κυνηγώ

Δεν φοβάμαι την κρεμάλα, δεν φοβάμαι το σκοινί
και στο πέρασμά μου τρέμουν Ράλληδες και Γερμανοί

Ράλληδες ταγματαλήτες, μπουραντάδες, Γερμανοί ( ή «και της Χ»)
τα κεφάλια σας θα πέσουν απ' τ' αντάρτικο σπαθί.

Μάνα μου γλυκιά μου Ελλάδα ο αντάρτης του ΕΛΑΣ
θα σ' ανάψει τη λαμπάδα της τιμής, της λευτεριάς.

«Κνίτες, αλήτες, ταγματασφαλίτες». Καταγεγραμμένο στο πόνημα του Φιλ. Φ. Φιλίππου «Οι Κνίτες», εκδ. Πυξίδα, 1983.

«Αλήτες είναι τα ΜΑΤ κι οι ασφαλίτες». Από τους δρόμους της Αθήνας.

[...]στο βιβλίο του «Ο Αγών μου», αναφερόμενος στον τρόπο που σκεφτόταν να επιβάλλει την κυριαρχία του στις κατεχόμενες χώρες, γράφει: «[...]ο νικητής, αν είναι έξυπνος, θα εμπιστευτεί σε πρόσωπα της εθνικότητας του ηττημένου λαού, που δεν έχουν ούτε χαρακτήρα, ούτε τιμή, τον ρόλο του δεσμοφύλακα, διότι γνωρίζει οτι τα πρόσωπα αυτά θα τον βοηθήσουν στο έργο της ολοκληρωτικής υποδούλωσης των συμπατριωτών τους κατά ένα τρόπο πολύ σκληρότερο και πιό ανοικτίρμονα, από εκείνον που θα μεταχειρίζονταν ένα οποιοδήποτε ξένο κτήνος [...]»

(Ν. Καρκάνη «Οι δοσίλογοι της Κατοχής», εκδ. Σύγχρονη Εποχή)

Η φράση που ακολουθεί μάλλον δεν έχει θέση σε ένα επιστημονικό σύγγραμμα όπως το σλανγκρ, εφόσον δεν υποστηρίζεται από συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία. Την απηύθυνε, με αυτάρεσκο ύφος, δημόσιος υπάλληλος σε συναδέλφους του, εν ώρα υπηρεσίας στο κέντρο της Αθήνας, και την μετέφερε στον λημματογράφο αυτήκοος μάρτυρας της απολύτου εμπιστοσύνης του. Η φράση καταγράφεται για το γαμώτο και για να επισημανθεί η ιστορική συνέχεια κάποιων καταστάσεων.

«Χα-χα, είμαστε Βέρμαχτ ρε μαλάκες !».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Υποκοριστικό» της λέξεως πρετζόνι, που προφανώς σχηματίζεται από την λέξη πρεζόνι μαζί με το «τζ» από την αγγλικάνικη ομόλογη της λέξη junkie.

Συνώνυμη με τις: πρέζονας, ζακιπρέ, ζέο, ζάκι.

Σε αντίθεση με τις προαναφερθείσες λέξεις που χρησιμοποιούνται, ως επί το πλείστον, για άτομα που κάνουν χρήση πρέζας (βλέπε και ζαμπόν, ζουζού, κ.τ.λ.) η συγκεκριμένη χρησιμοποιείται κυρίως για να κοροϊδέψει ή να ειρωνευτεί κάποιον (πως αυτά που λέει δλδ είναι αποτέλεσμα χρήσης ουσιών) όταν αυτός είτε είναι μπουρδολόγος- παπαρολόγος με την καλή έννοια, είτε το μυαλό του (λέμε τώρα) έχει πνεύσει τα λοίσθια, με αποτέλεσμα αυτά που λέει να σε κάνουν να μην την παλεύεις, να βαράς ενέσεις.

(συζήτηση μεταξύ σλάνγκου κ «φιλομπαμπανιώτη»)
-…..αφού το έγραψε και ο Μπαμπινιώτης σε λέω. Είναι σίγουρο ρε…
- Εεε άμα το ’πε κι ο Μπάμπης αλλάζει το πράγμα… Δεν μας χέζεις ρε Τζόνι λέω 'γω; Άντε κόψε τα ληγμένα να ησυχάσουμε όλοι μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην συνέχεια της συζήτησης που άνοιξε με τα λήμματα πληθυντικός της απαξιώσεως και σχήμα ενικού αριθμού θα ήθελα να καταθέσω άλλο ένα παρόμοιο γαμοσλανγκοτέτοιο φαινόμενο. Πρόκειται για λεξιπλασίες που κατασκευάζονται ως εξής: Παίρνεις από έναν χώρο ιδεολογικό, πολιτικό ή άλλο, δύο κορυφαίους εκπροσώπους του, ενώνεις τα επώνυμά τους και τα βάζεις σε πληθυντικό αριθμό απαξίωσης. Tip: Βοηθάει αν το ένα από τα δύο επώνυμα μπορεί να κάνει κατάληξη πληθυντικού σε -ηδες, -αδες .

Ποια είναι η ρητορική στρατηγική των παρόμοιων λεξιπλασιών; Την αντιλαμβάνομαι ως εξής: Ένας ιδεολόγος ή πολιτικός κ.τ.ό. όταν καταθέτει μία πρόταση δύο τινά (μάλλον αλληλοαποκλειόμενα) μπορεί να επικαλεστεί για να τον προσέξουν: α) την πρωτοτυπία της θέσης του, ότι είναι ο μόνος που την σκέφτηκε, β) την κοινωνική δυναμική της, δηλαδή ότι πίσω από αυτήν υπάρχει (ή μπορεί να υπάρξει) ένα μεγάλο πλήθος που την υποστηρίζει και το οποίο αυτός αντιπροσωπεύει.

Όταν, λοιπόν, εσύ φτιάχνεις μια λεξιπλασία διαλέγοντας δύο μόνο εκπροσώπους ενός χώρου του αφαιρείς και τα δύο:

α) Όπως ακριβώς και στον πληθυντικό απαξιώσεως, υπονοείς ότι ο αντίπαλος δεν είναι πρωτότυπος αλλά ανήκει σε μια τάση, που τους ξέρουμε καλά αυτούς. Υπάρχει εδώ μία ιδιαίτερη μορφή argumenti ad hominem, που θα το ονόμαζα argumentum ad pluralitatem. Δηλαδή υπονοείς ότι ο αντίπαλος ανήκει σε έναν τύπο ανθρώπων, οι οποίοι σκέφτονται αλλά και πράττουν, συμπεριφέρονται όπως αυτός, οπότε δεν εκπλήσσει, δεν ξενίζει κανέναν ότι αυτός τώρα το λέει αυτό, αφού έτσι κάνουν οι του σιναφιού του.

β) Ταυτόχρονα, όμως, πετυχαίνεις να του αφαιρέσεις και το αντίθετο πλεονέκτημα. Καθώς η δυάδα είναι η ελάχιστη πολλαπλότητα, με την αναφορά μόνο δύο ατόμων, δεν μπορεί ακριβώς να σχηματιστεί είδος, ιδέα, τύπος. (Συναφές αν και διαφορετικό είναι και το θέμα του τρίτου ανθρώπου που έθιξαν στην αρχαιότητα οι Πλατωνοαριστοτέληδες). Η δυάδα είναι ένας γουαναμπής χώρος που δεν φτάνει όμως για να τον απαρτίσει. Οπότε του αφαιρείς και την δυνατότητα να επικαλεστεί την αντιπροσώπευση ενός πλήθους, όπως θα μπορούσε να γίνει αν ετίθετο ένας απλός πληθυντικός ή ενικός αντί πληθυντικού. Θα διέκρινα περαιτέρω δύο ιδεολογικές χρήσεις: i) Αν ο χρησιμοποιών την λεξιπλασία στρέφεται εναντίον κυρίαρχου λόγου, τότε θέλει να πει πως δυο-τρία άτομα συνιστούν μια ολιγομελή ελίτ που επιβάλλει την θέλησή της στον πολυπληθή λαό. ii) Αν στρέφεται ενάντιον εναλλακτικού λόγου, τότε θέλει να πει πως πρόκειται για δυο- τρεις γραφικούς, που ναι μεν ξέρουμε τα χούγια τους, αλλά δεν έχουν χώρο από πίσω τους. (Τα παραπάνω βέβαια αποτελούν μια παραπάνω ερμηνευτική απόπειρα που ισχύουν σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις της χρήσης των λεξιπλασιών, ενώ για πολλές άλλες χρήσεις ισχύει απλώς ό,τι ακριβώς και στον πληθυντικό απαξίωσης).

Τέλος, οι λεξιπλασίες αυτές δεν πρέπει να συγχέονται με τις δημοσιοκαφρικές κράσεις, τ. Μερκοζί, Παπασκόνι κ.τ.ό. Η διαφορά είναι ότι στους Τσιπραλαβάνους έχουμε οιονεί παράθεση ολόκληρου του επωνύμου για να συμπαραθέσουμε κάποιους που σχηματίζουν ασθενή ημιτελή ομάδα. Ενώ στους Μερκοζί έχουμε ισχυρή κράση, για να θίξουμε το αντίθετο, ότι δηλαδή δύο που δεν όφειλαν να συμπαρατίθενται, ωστόσο, ως μη έδει, συμφύρονται σε μία πραγματικότητα (είτε συγκεχυμένη είτε υπερβολικά σαφή). Βεβαίως, και στην περίπτωση των Τσιπραλαβάνων μπορεί να ενωθούν δύο άτομα που δεν έχουν ακριβώς τις ίδιες απόψεις, οπότε ο χρήστης προβαίνει και σε ερμηνευτικό εγχείρημα ότι δηλαδή οι δύο αυτοί παρά τις όποιες διαφορές τους το ίδιο κάνουν.

Ιδού ένα μικρό δείγμα τέτοιων λεξιπλασιών, που λέγονται ασφαλώς με επιτονισμό αηδίας:

- Γιανναροζουράρηδες
- Δραγωνορεπούσηδες- Ρεπουσοδραγώνες
- Λιακοβερέμηδες
- Μουμπαρακοκαντάφηδες
- Πλευροβορίδηδες
- Τσιπραλαβάνοι
- Φουκωντεριντάδες

  1. α) Tha ithela na pane i tsipralavani eki gia ligo na mathoun ti simeni aravas ke mousoulmanos. (Εδώ).

β) Όχι. Εκνευρισμένοι είναι μονίμως οι διάφοροι Τσιπραλαβάνοι. Ξέρεις, εκείνοι που μονίμως νομίζουν ότι επειδή θέλουν κάτι, γίνεται. Όπως τα παιδάκια που φωνάζουν οργίλα στη μαμά τους: «Δεν θέλω φασολάδα. Θέλω πίτσα. Θέλω, θέλω, θέλω!» Και χτυπούν το πόδι κάτω. (Εδώ).

γ) Που είναι οι Τσιπραλαβανοι να στηρίξουν το απάνθρωπο αυτό καθεστώς επειδή είναι αντιδυτικο (όπως και όλα τα απάνθρωπα καθεστώτα) και να μας πουν πως πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα τους; (Εδώ).

  1. α) Οι Δραγωνορεπουσηδες πολλαπλασιαζονται σαν τον μεταστατικο καρκινο. Επειση αισθανονται ανθρωπακια (φοβισμενα) με ελλειπη συνειδηση, βοηθουντων και των χρηματοδοτησεων, θελουν να μας μετατρεψουν ολους, και τα παιδια μας. (Εδώ).

β) που τον εχεις πεισει οτι η κουλτουρα του και η ιστορια του ειναι ανυπαρκτες η αναξιες λογου (οι γνωστοι ανθελληνες «διαννοουμενοι», ΜΚΟ, Δραγωνορεπουσηδες και ολο το συναφι τους) (Εδώ).

γ) αχαριστοι ποιο ΑφιονΚαραχισαρ οι ΡεπουσοΔραγωνες σας εφεραν
στην Αθηνα και ακομη ουτε ενα αγαλμα;Μαυσωλειο Κεμαλ επειγοντως να πλαισιωθει με Μνημειο Γνωστων Γενιτσαρων μαθετε να τιματε την ιστορια σας επιτελους (Εδώ).

  1. Άντε μετά να μην πάει το μυαλό στον τρόπο που γιόρταζαν την 4η Αυγούστου οι Πλευροβορίδηδες. (Εδώ).

  2. η χωρα ειναι πραγματικα σε αδιεξοδο με τους ΜουμπαρακοΚανταφηδες που μας κυβερνουν. Αποφασιζουν εν κρυπτω, υποσχονται αλλα και κανουν αλλα .(Εδώ).

Ο Αλαβάνος ως μητρικός καθρέφτης του Τσίπρα. (από Khan, 13/12/11)Σαμαραχόι (από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελεί must (για να γίνει απολύτως κατανοητός ο χαρακτηρισμός Χανιόλα) να ακουστεί ενδελεχώς αυτό το ιδιαίτερα εύστοχο τραγούδι: Χανιόλες ΟΨ, που διακρίνεται για την ενάργεια, την ακρίβεια και τη γλαφυρότητά του ως προς την περιγραφή του λήμματος!

- Άκουσες το τραγούδι των Ο.Ψ. για τις Χανιόλες;
- Έλα μωρέ υπερβάλλει! Δεν ετοιμαζόμαστε για να βγούμε στο My Cafe 10 ώρες, μόνο εννιά!

(από Galadriel, 07/03/09)θα έχουμε και ρακή! (από MXΣ, 29/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε όλους μας έχουν πει ότι δεν είναι ευγενικό να αποκαλούμε κάποιον «χοντρό», ακόμα και αν είναι τόφαλος. Αντί γι' αυτό, η politically correct λέξη είναι «εύσωμος». Έρχεται όμως ο ανώνυμος σλανγκιστής και συνδυάζει αυτές τις δύο λέξεις, διαβρώνοντας έτσι εκ των έσω τις κοινωνικές συμβάσεις.
Εύχοντρος λοιπόν ίσον εύσωμος + χοντρός.

  1. - Σου άρεσε το έργο;
    - Καλό ήταν, αλλά είχα στην μπροστινή σειρά έναν κρυπτόφαλο και έβλεπα τα μισά!
    - Α, εκείνον τον εύχοντρο λες; Πίκρα!!

  2. - Μπύρα θες;
    - Άσε καλύτερα, γιατί τον τελευταίο καιρό έχω γίνει λίγο εύχοντρος...

Μετά από παραγγελία του jesus του Γαλάτη! ;) (από Cunning Linguist, 29/03/09)Η συνέχεια του προηγούμενου, με το παράπονο να συνεχίζεται... (από Cunning Linguist, 29/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για νεόκοπο μηδιακό και βλογιοκομμένο λολοπαίγνιο στον Συριζαίικο νεογλωττισμό οι θεσμοί, τση πάλαι ποτέ δηλαδής τρόϊκα που δολοφόνησε με βαρουφαλλικό οξύ ενώπιον του άναυδου Γέροντος Νταϊσεμπλουσίου ο στιβαρός εθνικός μας σηκωγιακάς με το βαρουφανταιζί υποκάμισο, ο Γιάνης ο Βαρουφάκης.

Η Τρόϊκα απέθανε, ζήτω η θεσμόϊκα!

Βλ. και θεσμοτρόικα.

1.
θα πηγαινοέρχονται οι σαχλαμάρες Βαρουφάκη, θα γελάει ο πλανήτης, ώσπου ... Σε ένα μήνα περίπου θα έλθει από τη θεσμόικα η λίστα των μέτρων και μεταρρυθμίσεων, λεπτομερής και κοστολογημένη. Το γνωστό τηλεφωνάκι της Άνγκελα στον Αλέξη «take it or leave it». Ο Αλέξης θα υψώσει το ανάστημά του και με ένα εθνικώς υπερήφανο «wrap it up, I'll take it» θα μας έχει σώσει.

2.
Θυμίζω πως οι Σαμαράς-Βενιζέλος, στα αντιμνημονιακά ντουζένια τους κατέθεσαν προϋπολογισμό χωρίς τη συμφωνία της θεσμόικας.

3.
Το κείμενο της 20/2 είναι πολύ αυστηρότερο από το απορριφθέν της 11/2 - για όλους, εκτός από τα χάπατα που θεωρούν πως τέλειωσαν τα μνημόνια και η τρόικα, αυτοί δε χαίρονται που ως και η θεματοφυλακή του ΤΧΣ έφυγε με εξευτελιστικούς όρους για τη χώρα αρκεί να έχουν να μιλούν για θεσμόικα!

4.
Ρε παιδια, μονο εμενα μου φαινεται τρελα γελοια η φραση «με τους θεσμους»; «Θα συννενοηθουμε με τους <<θεσμους>>», «θα τεθει υπο την εγκριση <<των θεσμων>>». Ονομαστε το θεσμόικα να τελειωνουμε...

5.
Όχι, δεν έχουμε πλέον τρόικα, έχουμε θεσμούς, και δεν υπάρχει πια Μνημόνιο, υπάρχει γέφυρα. Οπότε οι χιουμορίστες του Διαδικτύου, σε μια λογοπλαστική έξαρση, εισήγαγαν δύο νέες σύνθετες λέξεις που προέκυψαν από τη συνένωση του «παλιού» με το «νέο»: Θεσμόικα και Γεφυρόνιο.

If its looks lite a Troika, walks like a Troika and talks like a Troika, its a Thesmoika! (από σφυρίζων, 10/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολιτικό μπινελίκι κατά των Συριζαίων από υποστηρικτές της αμφιλεγόμενης «θεωρίας των δύο άκρων» που τσουβαλιάζει την άκρα Αριστερά και την άκρα Δεξιά ως ταυτόσημες εκφράσεις του ολοκληρωτισμού και της βίας, με διαφορετικό όμως πρόσημο.

Όπως πληροφορούμεθα από τον Χάνκοντα, παλαιότερα χρησιμοποιείτο το αριστεροχουντισμός στο πλαίσιο ενός παρόμοιου ντίσκουρς (βλ. μύδι με την πρώτη εκτέλεση του Σαββοπούλειου «Πολιτευτή»).

Για περισσότερες πολιτικές και κομματικές σπερματολογίες, βλ: αγκύλωση στο δεξί, αναρχοσταλίνα, ανθελληνάρας, αντίφας, απλός στρατιώτης, άπλυτος, αριστεράντζα, αριστεριάρης, αριστερίλα, αριστεριτζής, αριστεροειδές, αριστερός της δεξιάς τσέπης, αριστερόσκυλο, αριστερούλης, αριστερούργημα, αριστεροχαρούμενος, αρσενοκνίτης, αρχειομαρξιστές, αθεοαναρχοκουμμουνιστοσυμμορίται, αυγά, αυριανοτομπριστής, βενιζελόμουτρο, ελλημπάν, Ελληνάρας, εθνίκια, φασισταριό, φασιστόμουτρο, φίλοι αδολφικοί, αδολφάτο, φυτό, γερμανοτσολιάς, γκεμπελίσκος, γκρηνιάρης, γκρουπόσκυλο, γνωστός άγνωστος, ΘΑΣΟΚ, θολοφασίστας, θολοπατριώτης, θολοεθνίκι, θολοκουλτουριάρης, ισλαμοσταλίνας, καλύτερα παπάκι, παρά τον Μητσοτάκη!, Καμένοι Έλληνες, καταδικασμένος στην συνείδηση του λαού, κνάιτ, ΚΝΑΤ, κνιτόμπατσο(ς), κομματατζής, κομμούνι, κουκούλια, κουκουλοφλώρος, κουριάδα, κούτβηδες, λαϊφστάλιν, λικβινταριστές, λίτης, λουμπεναριό, μαντρόσκυλο, μαύρος, μικροαστούλης, μηκυό, μιμίκος, μΠΑτΣΟΚ, μπάχαλο, μπάχαλος, μπουκαλάκιας, ναζιάρης, ναζός, Νέα Δημοπρασία, νεοφιλελέρα, νεοφιλελές, ογδόντα οχτώ, οπορτούνα, πάντως αριστερός δεν είναι!, πλευρίτιδα, ραντεβού στα γουναράδικα, ΣφΥΡΙΖΑ, σκινάς, σκυλοβούλιο, σταλίνας, σταλινόμουτρο, σταλινοτσολιάς, συγγρού, συλλαλητήριος, ταγάρω, το πολύ το Κάπα Κάπα κάνει το παιδί μαλάκα, τσιπραλαβάνοι, τσολάκογλου, Τζέφρι, χουντάλας, χουντικό γυαλί, χουντόσκυλομ χρησοί αβγύ, χρυσά αυγά, χρυσαύγουλο, Ψεκασμένοι Έλληνες, ψηφοφθόροι, και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις

Αποποίηση ευθύνης: το λήμμαν αυτούνο δεν αναρτήθηκε με γνωματζήδικη διάθεση ούτε για να προκαλέσει. Δίνει σχεδόν 3.000γουγλοχτυπήματα και ωσεκτουτού θαρρώ πως είναι λεξικογραφικά καταχωρίσιμο.

1. «Συριζαυγίτες»: Τραμπούκοι με άλλοθι [...] αποφάσισαν να καταλάβουν τις Σχολές και να εμποδίσουν (για μια ακόμη φορά) την ψηφοφορία για πανεπιστημιακά συμβούλια [...] στέκονται μπρος στις εισόδους των χώρων εκλογής και θα πρέπει να βιαιοπραγήσουν, παραμερίζοντάς τους, εκείνοι που θέλουν να μπουν να ψηφίσουν! Ιδού, λοιπόν, μια κρίσιμη διαφορά των δύο «άκρων». Οι Χρυσαυγίτες σε δέρνουν κατευθείαν, ενώ στην ΕΑΑΚ ζητούν να τους δώσεις άλλοθι για να σε δείρουν.
(Πέτρος Μαρτινίδης, καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ)

2.
Όσον αφορά στη θεωρία της σύγκλισης των άκρων -την οποία μάλιστα συχνά φιλοξενεί στις στήλες της η Καθημερινή- και τους ευφάνταστους νεολογισμούς σας περί συριζαυγιτών (και ας ξεκαθαρίσουμε εδώ πως η ΕΑΑΚ δεν ασπάζεται τις διαχειριστικές λογικές που προβάλλει η αριστερά του Σύριζα, αλλά αποτελεί κομμάτι της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στα πανεπιστήμια), θ’ αναρωτιόταν κανείς μήπως το αφηρημένο φιλοσοφικό σχήμα της μη διαφοράς ανάμεσα σε δύο ακραίους πόλους είναι ο μόνος τρόπος να χάσουν την σημασία τους οι ξεκάθαρες διαφορές μεταξύ των αξιών που φέρουν, στην προκειμένη περίπτωση ο νεοφασισμός και η επαναστατική αριστερά.
(Απάντηση ΕΑΑΚ στον Πέτρο Μαρτινίδη)

3.
Το μέσο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι παλαβός συριζαυγίτης του φαιοκόκκινου μετώπου. Εγώ που σας τα λέω αυτά τώρα είμαι φιλελεύθερος, για να ξέρετε.

4.
Αν ήτανε αιγύπτιος, σήμερα ο Μ. θα οδηγούσε στρατιωτικό τάνκ, βάσει της λογικής «τι θέλει ο λαός; Τάνκς; Τρέχω να πάρω δίπλωμα οδήγησης…» Με άλλα λόγια: «Λογικής λαού πεσούσης, πας συριζαυγίτης ανδρεύεται!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για σύμφυρση του μουνιού με το μανάρι. Μουνάρι είναι η ευσύνοπτη και γι' αυτό αναλώσιμη μουνίτσα, το μουναρδέλι. Όχι όμως με την παιγνιώδη και τσαχπινογαργαλιάρικη διάθεση που μεταδίδουν οι παραπάνω όροι.

Η λέξη «μουνάρι» με τη λαϊκότητά της ενέχει σοβαρότητα και περιγράφει το μουνί ως διακύβευμα: απηχεί το πώς γίνεται αντιληπτή μια ευγαμήσιμη γκόμενα στα μάτια ενός Α.Ε.Λ.Π.Α. - ως φορέας του αιδοίου, αντικείμενου πόθου αλλά και μίσους.

Επειδή ακριβώς είναι μάλλον ιδιόλεκτος των μη εκλεκτικών ως προς το μουνί, γραμματικά ο όρος είναι σχεδόν ελλειπτικός, απαντά κυρίως στον πληθυντικό: τα μουνάρια.

- Έρχομαι Θεσσαλόνικη...
- Καυλώς να 'ρθεις....
- Να σε δώ, να τα πούμε....
- Να σαι καυλά...
- Θα παίξουνε τίποτα μουνάρια;
- Κρατήθηκες λιγάκι πάντως, στο αναγνωρίζω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη: τσουλί + ξεμπούρδελο.

Τέτοιο τσούρδελο που είναι δεν μου κάνει εντύπωση που πηδιέται μόνο με λεφτάδες και φοράει φούστα μέχρι τον αφαλό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified