Further tags

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους ταξιτζήδες.
Αφορά αυτούς που χρεώνουν ό,τι θέλουν, σε αφήνουν όπου τους βολεύει, παίρνουν διπλό και τριπλό δρομολόγιο και γενικά είναι αγενείς και απότομοι.

Έψαχνα μια ώρα για να βρω ένα ταξί να με πάει στον σταθμό. Αγανάκτησα με τους κιτρινιάρηδες! Ο ένας δεν τον βόλευε το δρομολόγιο, ο άλλος ήταν άδειος και δεν σταμάταγε, τελικά μπήκα σε έναν που είχε ήδη πελάτη και με άφησε 2 τετράγωνα πιο μακριά από το σταθμό... Άσε, πίκρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έμπειρος, αυτός που είναι πολύ καλός σε αυτό που κάνει. Δεν έχει να κάνει μόνο με τεχνικές ικανότητες, αλλά επεκτείνεται σε όλους τους τομείς.

- Καλά ο Νίκος είναι και πολύ μεγάλος κατακτητής! Κάθε μήνα και με άλλη είναι! Πώς του κάθονται όλες αυτές; - Ε, είναι πολύ έμπειρος στο κρεββάτι και μάστορας στο στοματικό σεξ! Ποια να του αντισταθεί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η τεχνητή λίμνη στην ομώνυμη περιοχή που δημιουργήθηκε για τη συγκέντρωση και διανομή πόσιμου νερού.

Συντάσσεται μαζί το ρήμα πίνω και δείχνει τον φοβερά διψασμένο άνθρωπο που πίνει πολύ νερό.

Γύρισε ο Σταύρος που είχε βγει για τρέξιμο και μου άδειασε όλα τα μπουκάλια με κρύο νερό που είχα στο ψυγείο! Τον Μαραθώνα πίνει αυτό το παιδί!

Βλ. και νεροφίδα.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που πίνει μεγάλες ποσότητες νερού.

Βρε νεροφίδα, τα άδειασες και τα 4 μπουκάλια με το νερό που είχα στο ψυγείο; Άσε ένα και για κάποιον άλλο!

Got a better definition? Add it!

Published

Η πολύ όμορφη, η εντυπωσιακή μελαχρινή γυναίκα.

Χτες στο πάρτι του Γιώργου, γνώρισα την ξαδέρφη του, ένα μελανούρι να το δεις να ζαλιστείς!

(από joe909, 19/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ μεγάλος σε ηλικία άνθρωπος.

Ειρωνικά και για ποδοσφαιριστές που παρά τα χρόνια τους παίζουν ακόμα μπάλα.

Τράκαρα προχτές με έναν μαθουσάλα που παραβίασε ενα STOP και κόντεψε να πάθει έμφργμα ο παππούς! Μα πώς τους αφήνουν και οδηγούν σε τέτοια ηλικία;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλθακός άνθρωπος, αυτός που δεν τυγχάνει ιδιαίτερης εκτίμησης από τους άλλους.

Συνήθως εννοούμε και τον αγύμναστο, με πλαδαρό σώμα.

-Κοίτα ρε φίλε αυτή τη δίμετρη κοπέλα τι χαλβά συνοδό έχει! Πώς γίνεται αυτό; -Αν είχες και συ μια SLK cabrio θα έβλεπες πώς γίνονται αυτά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοούμε κάτι που τελικά δεν άξιζε τα λεφτά του και μετανιώσαμε για το χρόνο και το χρήμα που του αφιερώσαμε.

- Πήγα με την Ελένη στο σινεμά να δούμε μια ελληνική ταινία, και ήταν μια πατάτα τελικά. Τσάμπα τα λεφτά που πληρώσαμε. Φύγαμε στη μισή ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φόρος τιμής στον πιο πλούσιο Έλληνα που γνώρισε ποτέ η χώρα, και είναι πια συνώνυμο του υπερβολικά μεγάλου πλούτου και της χλιδής.

Ποιος νομίζει ότι είναι; Κερδισε μερικά λεφτά στο καζίνο και το παίζει Ωνάσης! Αγόρασε ενα πανάκριβο αμάξι και καπνίζει πούρο, αλλα πάλι με ενοίκιο μένει...

(από GATZMAN, 08/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλασικός τύπος που παρατηρούμε όλοι στα προποτζίδικα που κάθεται με τις ώρες και πάιζει ΚΙΝΟ.

-Ρε μαλάκα πόσες ώρες έπεζες ΚΙΝΟ χτες;
-Πέντε.
-Πωπω ρε μαλάκα kinέζος κατήντησες!

Got a better definition? Add it!

Published