Further tags

  1. Αυτός που κοιτάει πολλές, αλλά δεν παίρνει τελικά καμία. Χρησιμοποιείται κυρίως για ειρωνεία.

  2. Με κυριολεκτική σημασία είναι αυτός που πηγαίνει με πουτάνες ή πάει σε μπουρδέλα και στριπτιτζάδικα.

  1. - Ωχ μαλάκα, κοίτα αυτή την γκόμενα ρε. - Άντε, όρμα!!! - Μπα... Βαριέμαι! - Α ρε πουτανιάρη...

  2. - Μαλάκα, ο Γιώργος πάει συνέχεια σε μπουρδέλα. - Α, τον πουτανιάρη!

Βλέπε και μπουρδελιάρης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο μικροτσούτσουνος, αυτός που η μαλαπέρδα του κυμαίνεται από 7-12 πόντους.
  2. Χρησιμοποιείται και ως δηλωτικό εξυπνάδας, ευφυΐας και μόρφωσης.
  1. Μαρία: - Ρε δεν κάνει καλό κρεβάτι. Την έχει μικρή!
    Δήμητρα: - Εγώ στο είπα! Είναι μπάμιας ο τύπος.

  2. Βαγγέλης: - Ρε Δημητρό, πόσο κάνει 48 x 2 ;
    Δημητρός: - 78.
    Βαγγέλης: - 96 κάνει! Μα καλά είσαι μπάμιας;;

Μυδασίστ: Πάτσης. (από Khan, 13/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι σύνθετη λέξη και χαρακτηρίζει γυναίκες ή πούστηδες. Χαρακτηρίζει δηλαδή μία γυναίκα:
1. που της αρέσει το σεξ
2. πάει με όλους σαν πόρνη
3. έχει διεστραμμένες φαντασιώσεις που τις κάνει συνήθως πράξη
4. που της αρέσουν οι μαλάκες και η μαλακία
5. που γλείφει πούτσους με απίστευτη τέχνη και ομορφιά.

- Μαλάκα και γαμώ η γκόμενα!
- Μη την βλέπεις έτσι! Είναι σεξοπορνοδιαστροφική μαλακοπουτσογλείφτρα. Έχει πάει με τη μισή Αθήνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος έχει μεγάλη ιδέα για το πουλί του.

- Μανταμίτσα, ένα πράμα θα σου πει ο Πίπης, και βάλ' το καλά στο μυαλό σου: δεν υπήρξε γυναίκα που πήγε με τον Πίπη και δεν γούσταρε τρελά.
- Άσε μας βρε Πίπη, ψωλοπερήφανε.
- Άαα, κοίταξε να δεις, η μετριοφροσύνη είναι για τους μ έ τ ρ ι ο υ ς ... Με εννοείς;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική γκόμενα, ντύνεται και συμπεριφέρεται ψιλοχύμα, μέχρι να τα βαρεθεί όλα αυτά και να γίνει κυριλέ. Κατά πάσα βεβαιότητα ψηφίζει Συνασπισμό και διαχωρίζει τη στάση της από το πιο μπιχλοχύμα, τύπου ΕΑΑΚ.

Σωστό αλτέρνι η Φαίδρα, αλλά ώρες-ώρες το παρακάνει με τα χαϊμαλιά.

(από Παπαρίων, 25/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που συνέχεια λέει και περηφανεύεται για κάτι αλλά ποτέ δεν το αποδεικνύει.
Καικαλάς = υποκριτής = ψευτόμαγκας.
Από το και καλά.

Ο καικαλάς ο Κώστας πάλι μίλαγε για το όταν πλάκωνε τον αδερφό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

All Cops Are Bastards. Χρησιμοποιείται και από οργανώσεις κατά των αστυνομικών, αλλά και σε graffiti.

Ρε φίλε το είδες το A.C.A.B. που έγραψαν οι Χρυσαυγιώτες στον τοίχο του σχολείου;

Δες και Μ.Γ.Δ..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που σαβουριάζει ό,τι φαγητό βρει μπροστά του, ιδίως τα βρώμικα, π.χ. σουβλάκια και πίτσες.

- Ρε μαλάκα, τον είδες τον Βαγγελάκη πόσο πάχυνε;
- Λογικό είναι ρε φίλε, αφού είναι του πούτσου φασφουντάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι Αρειανοί. Δίοικηση, παίκτες, οπαδοί και οποιοσδήποτε έχει ή είχε ποτέ σχέση με τον Άρη Θεσσαλονίκης. Τον χαρακτηρισμό έδωσαν αρχικά οι Παοκτσήδες, αλλά έχουν πλέον υιοθετήσει και οπαδοί άλλων ομάδων.

Συνώνυμα (σχεδόν): βρωμοσκούληκα, κάμπιες.

  1. Παοκτσήδικο σύνθημα, γενικής εφαρμογής.

Σκουλήκια βρωμερά
που ζείτε μεσ' στο χώμα
τη πούτσα μας θα πάρετε
μία φορά ακόμα

  1. Επίσης Παοκτσήδικο, αναφέρεται ειδικά σε μια υπόθεση όπου η απώλεια των δελτίων των ποδοσφαιριστών του Άρη οδήγησε σε μηδενισμό και υποβιβασμό.

Δεν ξέρετε πού είναι τα δελτία
πουτάνας γιοι, σκουλήκια αρειανοί
θα πάτε για καλύτερη πορεία
εκεί στη Βήτα Εθνική

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεσβία. Προφανώς προέρχεται από τον αντίστοιχο χαρακτηρισμό για την φυσική θέση του ανδρικού μορίου στο παντελόνι. Ωσεκτουτού, παραπέμπει κυρίως στις αντρογυναίκες λεσβίες και όχι σε αυτές που παίζουν στις τσόντες. Απαντά επίσης και ως δεξιοκάβαλη, χωρίς να υπάρχει διάκριση/διαστρωμάτωση ανάμεσα στους δύο όρους.

- Πάρε μια αριστεροκάβαλη, ρε!
- Πού πα ρε Σουγκλάκο;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified