Further tags

Ανδρας μειωμένης αντίληψης και σοβαρότητας, πασών των ηλικιών...
Συναντάται παντού, ενθουσιάζεται με τα πάντα, άλλα ακούει άλλα καταλαβαίνει, δεν προσέχει ποτέ αυτόν πού μιλάει, διακόπτει συνεχώς με άσχετα.....
Γενικώς καί μονίμως, εκτός τόπου, χρόνου, κλίματος, συζήτησης, κατάστασης κλπ.....
Λίγο να μήν είσαι στή μέρα σου, σε αποτέλειωσε! Μακριά όλοι!.....

Νομίζω οτι κάθε παράδειγμα περιττεύει.....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ασχολείται με το μπόντι μπίλντινγκ. Όχι βέβαια ο καθένας, αλλά ο φουσκωτός που σηκώνει όλον τον πάγκο, παίρνει πρωτείνες, αμινοξέα, κρεατίνες, στεροειδή, αναβολικά κτλ... Χαριστικά (επειδή είναι καλά παιδιά) λέγεται και για αυτούς που εξασκούν το άθλημα σε πιο ήπια μορφή. Όσο δε για αυτούς που κάνουν μπόντι μπίλντινγκ αλλά ανήκουν στην κατηγορία φτερού, μόνο γέλιο μπορεί να προκαλέσει ένας τέτοιος (αυτό)χαρακτηρισμός τους...

Συνώνυμα: μποντέος, σφίχτης, σφίχτερμαν, πρησμένος, σβάρτσος.

  1. - Ρε, σ' αυτό το γυμναστήριο που ήρθαμε όλοι είναι μποντιμπιλντεράδες... Πάρε τον άλλον, διακόσια κιλά πάγκο σηκώνει...
    - Μαλακία κάναμε ε; Καλά, γάμα το γυμναστήριο και πάμε σπίτι μου να πιούμε καμιά μπύρα, να παραγγείλουμε και καμιά πίτσα... Αφού εμείς μόνο για μπυροκοιλιακούς είμαστε!

  2. - Τι γίνεται αγόρι μου, ούτε τα πεντάκιλα δεν σηκώνεις στους δικέφαλους; Τι μποντιμπιλντεράς είσαι συ;
    - Δεν μπορώ...
    - Σφίξου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι οπαδοί της Χρυσής Αυγής. Λογοπαίγνιο με τις λέξεις αυγή - αυγά και συγκεκριμένα με τα Χρυσά Αυγά (βιολογικά, με Ω-3 κλπ κλπ). Η έκφραση έχει στόχο αυτά τα χρυσά παιδιά, τους νεοσσούς του εθνικού μας πνεύματος. Μάλλον προήλθε από αυτούς που παραποιούσαν το σύνθημα των χρυσαυγιτών όποτε το έβρισκαν γραμμένο σε τοίχους, αντικαθιστώντας (εύκολα) το Η με το Α.

- Τί ήταν αυτές οι φωνές ρε μαλάκα;
- Ε, μάλλον χρυσά αυγά περνούσανε απ' έξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στον μάστορα με τον οποίο κλείνεις επιτέλους το πολυπόθητο ραντεβού π.χ. για τα υδραυλικά, αλλά η συνέπεια δεν τον χαρακτηρίζει και σε «κρεμάει».

- Νίκο γιατί δεν ήρθες χθες;
- Άσε είχα ραντεβού με έναν κρεμάστορα ηλεκτρολόγο.

Καμία σχέση με το μέταλ συγκρότημα Cremaster (από protnet, 23/09/10)Καμία σχέση με την τριλογία ταινιών Cremaster του Matthew Barney (από protnet, 23/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπασαρχίδης, μαλάκας.

- Πουτσοκαλλιγέρης τ' όνομά μου.

- Δες τον πουτσοκαλλιγέρη τι μαλακίες κάνει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο με εξογκώματα στο κεφάλι που κάνει μαλακίες.

Δες το καρούμπαλο τι μαλακίες κάνει πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλάκας, σπασαρχίδης, πουτσοκαλλιγέρης.
Πέος με εξόγκωμα.

- Μού 'χει σπάσει τ' αρχίδια, το πουτσοκαρούμπαλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτοετής σε στρατιωτική σχολή που τρέχει γύρω-γύρω για τιμωρία.

- Έχει πεθάνει στο τρέξιμο ο ψάρακας.
- Εμ, άμα κάνεις τον μάγκα, μετά κάνεις το πρωτοετόνιο. Θα στρώσει...

(από jesus, 09/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάχος (με τη σημασία του αμόρφωτου επαρχιώτη) ο οποίος παράγει γαλακτοκομικά προϊόντα και δη τυριά. Χρησιμοποιείται ως υποτιμητικός χαρακτηρισμός, με σημασία απαξιωτικότερη από το κοινό βλάχος.

Βλέπε και μουρτζόβλαχος, μπαστουνόβλαχος, τυρόγαλο.

- Σε έναν μήνα γίνομαι κουμπάρα... Από αύριο αρχίζω δίαιτα!
- Δεν κατάλαβα δηλαδή, για πασαρέλα θα πας εκεί ή για να παντρέψεις τα παιδιά;
- Ε, πρέπει να είμαι όμορφη, αφού όλοι θα έρθουν να χαιρετήσουν την κουμπάρα... Θα τους γνωρίσω όλους δηλαδή... - Σιγά μωρέ τους βλάχους που θα γνωρίσεις στο χωριό που θα πας!
- Μμμ, σιγά τον πρωτευουσιάνο!
- Και βέβαια είμαι πρωτευουσιάνος, δεν είμαι τυρόβλαχος εγώ! Για συμμαζέψου μικρή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλλίζουσα εκδοχή του αξιαγάμητος/-η. Ηπιότερη διατύπωση που χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες μιας κάποιας ηλικίας ή/και παντρεμένες κλπ. Περιέχει ισχυρή δόση συγκατάβασης.

- Τι έγινε, Μαράκι; Βγήκατε με τον έτσι; Πώς ήταν;
- Να σου πω, χρυσό μου... Κρεβατάμπλ, απολύτως κρεβατάμπλ... Αλλά, βρε, δεν έχει μία... Κι εγώ, ξέρεις, κυττάζω πια να αποκατασταθώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified