Further tags

Όταν κάποιος -α δε λέει να παντρευτεί παρά το πέρασμα μίας πλειάδας Μαΐων από πάνω του / της, μπορεί να:

  • μην του / της έχει γίνει ακόμα το ανάλογο κλικ
  • έχει θέσει ψηλά τον πήχη για τις προδιαγραφές του / της συντρόφου
  • νιώθει πως εγκλωβίζεται σε ένα γάμο και να θέλει να ζει σαν ελεύθερο πουλί. Οπότε προκειμένου να προσφέρει στο σύντροφο του απλόχερα τις περικοκλάδες ως αποδημητικό πτηνό, προτιμά να μείνει ανύπαντρος
  • θεωρεί πως η καριέρα του περιορίζεται από ένα γάμο
  • μη θέλει να αναλάβει τέτοιες ευθύνες
  • μη νιώθει κατάλληλος για τέτοιο ρόλο
  • έχει συνηθίσει έτσι κλπ

Τότε μοιραία δέχεται πίεση από τους γονείς του προκειμένου να παντρευτεί και να μη μείνει στο ράφι. Η πίεση μπορεί να αυξηθεί όταν αυτός -ή ζει με τους γονείς του / της, όταν δεν έχει αδέρφια κι όσο οι γονείς μεγαλώνουν. Οι γονείς μπορεί να μηχανευτούν διάφορες μεθόδους για να τον / την παρακινήσουν, μεθόδους που προμοτάρουν τα καλά του γάμου και που μποϊκοτάρουν τα αρνητικά του μπάκουρου βίου.

Όταν όμως αυτός -ή τύχει και αντιληφθεί (σωστά ή λαθεμένα) πως πίσω από τα τεχνάσματα, το κύριο κίνητρο πίεσης έχει να κάνει με το γεγονός πως οι γονείς του ζηλεύουν που δεν έχουν ένα... δύο, χ εγγονάκια να ασχολούνται μαζί τους (όπως έχουν άλλοι κατά πολύ μικρότεροι τους), τότε αυτός αρχίζει να νομίζει (σωστά ή λαθεμένα), πως οι γονείς του / της, τον / την βλέπουν ως εγγονομηχανή (μηχανή που συμβάλλει στην παραγωγή εγγονών).

  1. - Άσε, πάλι χθες μου πρήξαν το κεφάλι για να παντρευτώ. Λένε πως είμαι τόσο χρονών γαϊδάρα και πως πρέπει επιτέλους να κάνω τη δική μου οικογένεια, να κάνω παιδιά κλπ κλπ...
    - Και τι τους είπες;
    - Τους είπα πως δε μ' απασχολεί προς το παρόν, πως έχω άλλες προτεραιότητες, πως δε γουστάρω σκλαβιά κλπ κλπ.
    - Ναι συνέχισαν το γνωστό τροπάρι, ε;
    - Ναι... Άστα, έχω αρχίσει να πιστεύω πως ο πραγματικός λόγος που με πρήζουν είναι... τα εγγονάκια. Με ρώτησαν όμως αν εγώ επιθυμώ να γίνω εγγονομηχανή;

  2. - Είσαι τόσο χρονών μαντράχαλος και είσαι ακόμα ανύπανδρος. Πότε θα παντρευτείς;
    - Ωχ....τα ίδια Παντελάκη τα ίδια Παντελή μου, άνοιξε το σλιπάκι μου και πιάσε το...
    - Τι λες ρες; Πώς μιλάς έτσι; Δε ντρέπεσαι;
    - Όχι.
    - Εγώ πάντως ντρέπομαι όταν μας ρωτάει η κάθε μια περμαθούλα αν παντρεύτηκες και δεν ξέρουμε τι να της απαντήσουμε. Μα να 'χουν όλοι οι γνωστοί μας εγγόνια και εμείς να μην έχουμε; Για πότε δηλαδή το βλέπεις πως θα μας χαρίσεις αυτή τη χαρά; Φύγαν τα χρόνια μας.
    - Τι να πω; Πάρτε παράταση. Η εγγονομηχανή μου πάντως έχει εγγύηση εφόρου ζωής.
    - Της δικής σου ζωής όμως. Όχι της δικής μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πεοχειλουδάκι αποκαλείται το χρόνιο πρήξιμο στα χείλη κυρίως γυναικών αμφίβολου γούστου, λουγκρών και τραβελίων που επιδίδονται ομού στην παροχή υπηρεσιών πεολειχίας.

Αντίθετα από την επικρατούσα γνώμη, το φαινόμενο δεν οφείλεται στα συχνά τσιμπούκια per se, αλλά στον ματαιόδοξο πόθο για χυμώδη και φιλήδονα χείλη που αναγκάζει πολλούς να καταφεύγουν στο νυστέρι πλαστικού χειρούργου. Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν πάντα κωμικοτραγικό: το χείλος μετατρέπεται σε πεοχειλουδάκι, ήτοι αφύσικα παραμορφωμένο οίδημα που θυμίζει περισσότερο κώλο μαϊμούς παρά ανθρώπινο στόμα.

Η λέξη ετυμολογείται εκ των πέος και χείλος, καθώς τέτοια χείλη είναι μεταφορικά τε και κυριολεκτικά της πούτσας. Η συνειρμική παραπομπή στην Τζένη Χειλουδάκη είναι απόλυτα συμπτωματική.

Σκηνή από το ιατρείο του πλαστικού ιατρού κ. Πουστάνου

- Καλημέρα σας κύριε Βαγγέλη, τι θα επιθυμούσατε σήμερα; Η μυτόγκα σας είναι σκέτο κομψοτέχνημα, μήπως θα σάς ενδιέφερε μια ρινοπλαστική;

- Αχ γιατρέ μου, δεν ξέρω πώς να σας το πω...

- Ελεύθερα αγόρι μου, πες το με δικά σου λόγια...

- Θυμάστε τον Περικλή που του αφαιρέσατε τα βυζάκια πέρσι; Να λοιπόν, όλο με πρήζει ότι το τσουλάκι το Λίλιαν έχει λέει χειλάκια σαν την Αντζελίνα Ζολί. Γκρρρ... λες κει εμείς σε πηγάδι κατουρήσαμε... αχ κ. Πουστάνο μου, τι μπορούμε να κάνουμε;

- Όλα τα 'χει ο μπαξές! Θες εμφύτευση λίπους, δέρματος, κολλαγόνου, σιλικόνης, υαλουρονικού οξέος; Να αρχίσουμε με ένα botoxάκι στα χείλη και μια γενική αποτρίχωση ;

- Γιατρέ μου κάνε ότι νομίζεις, μόνο πεοχειλουδάκι μη με κάνεις και γελάει με την κατάντια μου αυτό το τσόλι το Λίλιαν!

Το ψάρι χειλού (από GATZMAN, 16/12/08)The horror! The horror! (από Vrastaman, 16/12/08)Χάσαμε και την Meg (από Vrastaman, 16/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέα κοπέλα αμφιβόλου ηθικής, η οποία χρησιμοποιείται συχνά ως θήκη για την ψωλή του κάθε μαλάκα. Αλλιώς το τσουλάκι, η ψώλα κ.λπ.

- Ρε 'συ, τι ψωλοθήκαρο που είναι η Μαριάννα ρε...
- Τι να πεις, προσωπικά ξέρω 10 άτομα που την έχουν πάρει. Χώσου και εσύ να πηδήξεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποείται για γυναίκες οι οποίες έχουν πάει με διψήφιο ή ακόμα και τριψήφιο αριθμό αντρών.

Ρε φιλαράκι, μην την βλέπεις σοβαρά αυτή την ψώλα. Την έχουν πάρει και οι πέτρες. Μόνο για κανέναν κρύο είναι...

Βλ. και σχετικό λήμμα ψωλοθήκαρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για γυναίκα η οποία έχει συνευρεθεί σεξουαλικά με πολύ μεγάλο αριθμό αντρών. Συνώνυμο με το την έχουν πάρει και οι πέτρες. Η προέλευση του συγκεκριμένου χαρακτηρισμού είναι από το γνωστό αναλογικό κοντέρ που χρησιμοποιείται στα αυτοκίνητα και τα λοιπά τροχοφόρα για την μέτρηση των χιλιομέτρων που έχουν διανύσει και το οποίο όταν συμπληρώσει πολλά χιλιόμετρα γυρίζει ή αλλιώς μηδενίζει.

Καλός μαλάκας ο Σούλης. Πού την βρήκε ρε συ αυτή και την παντρεύτηκε; Μου είπε ένα φιλαράκι ότι έχει γυρίσει το κοντέρ, την έχουν πάρει όλοι στην Πάτρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του τα ζώα μου αργά σε πιο βλάχικη έκδοση.

Ρε Στράτο, αργά τα ζα είσαι, θες μία ώρα να αλλάξεις ένα λάστιχο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει το ίδιο νόημα με το δουλειά δεν είχε ο διάολος, έδερνε / γαμούσε τα παιδιά του. Χρησιμοποιείται για κάποιον ο οποίος δεν έχει τίποτα σημαντικό να ασχοληθεί και κάνει μαλακίες. Με τον όρο καλαμπαλίκια εννοούνται οι όρχεις.

- Ρε συ το έχεις κάψει τελείως. Είναι δυνατόν να είσαι 22 χρονών παιδί και να φτιάχνεις παζλ;
- Γιατί ρε, είναι ωραία ασχολία.
- Καλά, δουλειά δεν είχε ο διάολος και ζύγιζε τα καλαμπαλίκια του.

(από Vrastaman, 17/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως χαρακτηρισμός για εύρωστους και δυνατούς νέους άντρες, δεδομένης της δυσκολίας να ακολουθηθεί ο ρυθμός βαδίσματος του γαϊδάρου από τον άνθρωπο, πόσο μάλλον να την γαμήσει κιόλας κάποιος κατά τη διάρκεια της διαδρομής και ενώ την ακολουθεί.

- Δυνατό παιδί ο Γουίλι.
- Ναι ρε, αυτός γαμάει γαϊδάρα στον ανήφορο.

(από Vrastaman, 17/12/08)

Βλ. και σχετικό λήμμα γκαστρώνω γαϊδούρα στον ανήφορο, γαμάω γάιδαρο στην ανηφόρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντμηση του μαλάκας για την χρήση του ως φιλική προσφώνηση, ή για να αποσπάσει την προσοχή, έτσι ώστε να ξεκινήσει μία συζήτηση. Χρησιμοποιείται επίσης ως επιφώνημα θαυμασμού ή και έκπληξης.

- Ε μαλά, τι ώρα είναι;

- Μαλά, τι έκανε ρε το παλληκάρι;

- Μαλά, έχασες χθες που δεν ήρθες, περάσαμε γαμάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος που αντέχει σε ακραίες συνθήκες, σκληραγωγημένος άνθρωπος, που δε μασάει.
(επειδή οι κατσαρίδες έχουν πολύ ανθεκτικό σύστημα άμυνας)

  1. - Ρε φίλε είναι Νοέμβρης μήνας και ο Νίκος κυκλοφορεί ακόμα με κοντομάνικο. Δε φοβάται μην κρυώσει;
    - Μπα μην τον φοβάσαι, αυτός δεν παθαίνει τίποτα, είναι κατσαρίδα.

  2. - Τελικά το αποφάσισα, θα πάω να υπηρετήσω στις Ειδικές Δυνάμεις.
    - Μπράβο ρε, εσύ δεν μασάς, είσαι κατσαρίδα!

Λέανδρος, Χωματερή (από patsis, 29/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified