Further tags

Μεγάλη κατηγορία γυναικών που αποτελούν την επιτομή του reverse psychology. Δηλαδή: Όσο τους συμπεριφέρεσαι με το γάντι, αγάπες, λουλούδια, κοπλιμέντα, τηλεφωνάκια, μηνυματάκια και τα συναφή, τόσο αυτές δεν θέλουν ούτε να σε δούν, είναι σαν να βαράς πάνω σε τοίχο, τον κώλο σου κάτω να χτυπάς δεν θα σου κάτσουν ποτέ. Απεναντίας, αν τις γράψεις τελείως, τις στήσεις κατ' επανάληψιν, τους μιλάς άσχημα και προσβλητικά μπροστά σε τρίτους, τους φάς και τίποτε δανεικά κι αγύριστα, τους πείς οτι είναι σαβούρα, μπαζόλα, πατσόλα κτλ, τότε είναι που σε θέλουν, τα δίνουν όλα, ανέχονται τα πάντα. Με άλλα λόγια είναι γραμματόσημα, όσο πιο πολύ τις φτύνεις τόσο πιο πολύ κολλάνε. Το γιατί; Όπως είπε και ο μέγας Στράτος Διονυσίου «Της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος...»

Εναλλακτικό (προτεινόμενο) ταυτόσημο λήμμα: χαλί, το (Όσο πιο πολύ τις πατάς τόσο καλύτερα στρώνουν)

- Τι έγινε με το Μαράκι ρε κολλητέ; Τόσους μήνες το παλεύεις ακόμα να τη ρίξεις;
- Άσε ρε φίλε, τι έξω για κινέζικο την έβγαλα, τι στα μπουζούκια την πήγα, τι μηνύματα της στέλνω να της πω πόσο κούκλα είναι, και τίποτα, είναι ακόμα με το μαλάκα το Σωτήρη τον καλουπατζή που της τα τρώει και τη βαράει.
- Καλά είναι και πολύ γραμματόσημο η γκόμενα...

(από Galadriel, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για άτομο το οποίο είναι κομμάτια από την αϋπνία και την κούραση, παίρνοντας έτσι το χαρακτηριστικό χρώμα του αυγολέμονου. Λέγεται και απλά κομμένος. Συνηθισμένη κατάσταση για πρωτοετείς φοιτητές που έχουν κάνει τη μέρα νύχτα και πάνε σερί στη σχολή.

- Πώς είσαι έτσι ρε μαλά, σαν κομμένο αυγολέμονο.
- Άσε το πήγα σερί για να προλάβω να βγάλω όλη την ύλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες από κατσαβιδάκιες, με ένα και μόνο κοινό στοιχείο: το βίδωμα με το κατσαβίδι τους.

Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες

Ο μαστροχαλαστής κατσαβιδάκιας αγαπάει να πειράζει κάθε είδους εξοπλισμό, ξεκοιλιάζοντάς τον και παίζοντας με τα σωθικά του. Συνήθως δεν έχει σχετικές σπουδές ή θεωρητικό υπόβαθρο και προσεγγίζει κάθε «τεχνική βελτιώση» εμπυροτεχνικά.

Υπάρχουν μύριες υποκουλτούρες: μηχανόβιοι auto-moto κατσαβιδάκιες, *σχιζο-hardwareάδες *κατσαβιδάκιες με αλυσοπρίονα, ***ΑV** *κατσαβιδάκιες που μπορούν να κάνουν παπάδες με το στερεοφωνικό σου σύστημα.

Όλες οι υποκατηγορίες περιλαμβάνουν τόσο επαγγελματίες όσο και ερασιτέχνες. Στη τελική, όλα εξαρτώνται από το εάν το χέρι του κατσαβιδάκια πιάνει ή όχι.

Να σημειωθεί ότι η γκόμενα ενός κατσαβιδάκια αποκαλείται κατσαβιδού, και σύμφωνα με μια μελέτη είναι η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου (βλ. παράδειγμα).

Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες

Πρόκειται για θρασύδειλους εγκληματίες οι οποίοι, οπλισμένοι με ένα κατσαβίδι, ληστεύουν και βιάζουν (κυρίως γριούλες και ανήλικα) κατά συρροή. Σιχαίνομαι και να γράφω για αυτά τα αποβράσματα (βλ. παράδειγμα).

Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες

Είναι γνωστό ότι ο Φίνος είχε ως παρατσούκλι το «κατσαβιδάκιας», επειδή κουβάλαγε πάντα μαζί του αυτό το εργαλείο, σήμα κατατεθέν. Από το 1935 που ξεκίνησε την καριέρα του, ασχολείτο συχνά με την επιδιόρθωση, τις τεχνικές βελτιώσεις, αλλά και τις επινοήσεις σε επίπεδο κινηματογραφικού εξοπλισμού. (Από ιστιοσελίδα)

> ΞΕΡΕΙΣ ΚΑΝΕΙΣ ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ DISABLE TO ABS ΣΤΟ SANTA FE;
> Αν είσαι μανιαμούνιας και κατσαβιδάκιας βρες τη γραμμή που ταίζει το ABS , βάλε ένα διακοπτάκι και κόβε την παροχή όποτε θες εσύ από την καμπίνα του αυτοκινήτου (από forum)

- ΔΕΝ είναι το κατσαβίδι προέκταση του σώματος και του μυαλού του κατσαβιδάκια. Το αντίθετο ακριβώς! Το σώμα του και το μυαλό του, το είναι και το μη είναι του, αποτελούν απλή (και αμελητέα θα έλεγα) προέκταση του κατσαβιδιού του. ΕΧΕΙ μυαλό κατσαβίδι. Ψυχολογία πένσας, συμπεριφορά τανάλιας και λογική μπλακεντέκερ. (από ιστιοσελίδα)

- ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑ και την κατσαβιδού. Την γκόμενα του κατσαβιδάκια. Μου φάνηκε η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου. Χωμένη μες στα γρανάζια, το μόνο που πρέπει να την απασχολεί είναι τι μάρκα λάδι να βάλει στη μηχανή και πώς, με γράσο, να περιποιηθεί τα πιστόνια και τις βαλβίδες της, από δω και από κει. Τι συζητάει ο κατσαβιδάκιας με την κατσαβιδού; Τίποτα! Ο κατσαβιδάκιας μιλάει και η κατσαβιδού τον ακούει με ανοιχτό το στόμα. Τον θαυμάζει απεριόριστα. Η καλύτερή της είναι όταν ξαπλώνουν με το τρόλεϊ ανάσκελα, κάτω απ' το αμάξι και σφίγγουν τα μπουζιά. Μόνο εκεί μπορεί να κάνει έρωτα μαζί του και να 'ρθει σε πολλαπλούς οργασμούς, με τελική 0-100 σε 0,5''. ΔΥΣΚΟΛΑ βρίσκει γκόμενα ο κατσαβιδάκιας. Αλλά άμα τη βρει, μένει μαζί της μια ζωή. (από ιστιοσελίδα)

Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες

- Άλλες δύο απόπειρες βιασμού διαπιστώθηκε ότι είχε διαπράξει ο «κατσαβιδάκιας» ο 28χρονος που συνελήφθη την περασμένη εβδομάδα για το βιασμό της 35χρονης μητέρας και της 12χρονης κόρης της, σε νεοαναγειρόμενη πολυκατοικία, στην περιοχή Γαλατσίου, στις 8 Νοεμβρίου 2004 (αστυνομικό ρεπορτάζ)

- Συνελήφθη προχθές το πρωί ο γνωστός ληστής ως “κατσαβιδάκιας” που είχε γίνει το φόβητρο των γυναικών στις περιοχές Ζωγράφου, Χολαργού, Καλλιθέας, Νέου Κόσμου, Χαλανδρίου, Αμπελοκήπων και Παγκρατίου μπαίνοντας στα διαμερίσματα που έμεναν μόνες τους και με την απειλή κατσαβιδιού ή μαχαιριού τις λήστευε και στη συνέχεια ασελγούσε πάνω τους. (αστυνομικό ρεπορτάζ)

- Παραβίαζε αυτοκίνητα με ειδικό κατσαβίδι. Είχε πολλά χρόνια στην «πιάτσα» και παρά τα 51 του χρόνια συνέχιζε να βγάζει το παντεσπάνι του με τον τρόπο που ήξερε καλύτερα. Στόχος του Ι.Χ. στα νότια προάστια Ούτε ένα, ούτε δύο. Τριαντατρία αυτοκίνητα διέρρηξε ο «κατσαβιδάκιας» σύμφωνα με την αστυνομία. (...) Η μέθοδος του ήταν συγκεκριμένη. Χρησιμοποιούσε ένα αυτοσχέδιο κατσαβίδι σε σχήμα «Τ». Με αυτό κατάφερνε μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα να παραβιάζει τις πόρτες των αυτοκινήτων, χωρίς μάλιστα να αφήνει εμφανή σημάδια. Στη συνέχεια έπαιρνε από το εσωτερικό τους χρήματα, κινητά τηλέφωνα, προσωπικά είδη και όποιο άλλο αντικείμενο έκρινε ότι είχε αξία. (αστυνομικό ρεπορτάζ)

Απαραίτητο αξεσουάρ! (από Vrastaman, 18/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος που αντέχει σε ακραίες συνθήκες, σκληραγωγημένος άνθρωπος, που δε μασάει.
(επειδή οι κατσαρίδες έχουν πολύ ανθεκτικό σύστημα άμυνας)

  1. - Ρε φίλε είναι Νοέμβρης μήνας και ο Νίκος κυκλοφορεί ακόμα με κοντομάνικο. Δε φοβάται μην κρυώσει;
    - Μπα μην τον φοβάσαι, αυτός δεν παθαίνει τίποτα, είναι κατσαρίδα.

  2. - Τελικά το αποφάσισα, θα πάω να υπηρετήσω στις Ειδικές Δυνάμεις.
    - Μπράβο ρε, εσύ δεν μασάς, είσαι κατσαρίδα!

Λέανδρος, Χωματερή (από patsis, 29/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντμηση του μαλάκας για την χρήση του ως φιλική προσφώνηση, ή για να αποσπάσει την προσοχή, έτσι ώστε να ξεκινήσει μία συζήτηση. Χρησιμοποιείται επίσης ως επιφώνημα θαυμασμού ή και έκπληξης.

- Ε μαλά, τι ώρα είναι;

- Μαλά, τι έκανε ρε το παλληκάρι;

- Μαλά, έχασες χθες που δεν ήρθες, περάσαμε γαμάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως χαρακτηρισμός για εύρωστους και δυνατούς νέους άντρες, δεδομένης της δυσκολίας να ακολουθηθεί ο ρυθμός βαδίσματος του γαϊδάρου από τον άνθρωπο, πόσο μάλλον να την γαμήσει κιόλας κάποιος κατά τη διάρκεια της διαδρομής και ενώ την ακολουθεί.

- Δυνατό παιδί ο Γουίλι.
- Ναι ρε, αυτός γαμάει γαϊδάρα στον ανήφορο.

(από Vrastaman, 17/12/08)

Βλ. και σχετικό λήμμα γκαστρώνω γαϊδούρα στον ανήφορο, γαμάω γάιδαρο στην ανηφόρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει το ίδιο νόημα με το δουλειά δεν είχε ο διάολος, έδερνε / γαμούσε τα παιδιά του. Χρησιμοποιείται για κάποιον ο οποίος δεν έχει τίποτα σημαντικό να ασχοληθεί και κάνει μαλακίες. Με τον όρο καλαμπαλίκια εννοούνται οι όρχεις.

- Ρε συ το έχεις κάψει τελείως. Είναι δυνατόν να είσαι 22 χρονών παιδί και να φτιάχνεις παζλ;
- Γιατί ρε, είναι ωραία ασχολία.
- Καλά, δουλειά δεν είχε ο διάολος και ζύγιζε τα καλαμπαλίκια του.

(από Vrastaman, 17/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του τα ζώα μου αργά σε πιο βλάχικη έκδοση.

Ρε Στράτο, αργά τα ζα είσαι, θες μία ώρα να αλλάξεις ένα λάστιχο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για γυναίκα η οποία έχει συνευρεθεί σεξουαλικά με πολύ μεγάλο αριθμό αντρών. Συνώνυμο με το την έχουν πάρει και οι πέτρες. Η προέλευση του συγκεκριμένου χαρακτηρισμού είναι από το γνωστό αναλογικό κοντέρ που χρησιμοποιείται στα αυτοκίνητα και τα λοιπά τροχοφόρα για την μέτρηση των χιλιομέτρων που έχουν διανύσει και το οποίο όταν συμπληρώσει πολλά χιλιόμετρα γυρίζει ή αλλιώς μηδενίζει.

Καλός μαλάκας ο Σούλης. Πού την βρήκε ρε συ αυτή και την παντρεύτηκε; Μου είπε ένα φιλαράκι ότι έχει γυρίσει το κοντέρ, την έχουν πάρει όλοι στην Πάτρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποείται για γυναίκες οι οποίες έχουν πάει με διψήφιο ή ακόμα και τριψήφιο αριθμό αντρών.

Ρε φιλαράκι, μην την βλέπεις σοβαρά αυτή την ψώλα. Την έχουν πάρει και οι πέτρες. Μόνο για κανέναν κρύο είναι...

Βλ. και σχετικό λήμμα ψωλοθήκαρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified