Further tags

Παλαιακός χαρακτηρισμός για λεσβία τύπου μπουτς με στερεοτυπικά αρρενωπά χαρακτηριστικά, που φέρεται με ιπποτικό τρόπο προς τη θηλυπρεπή παρτενέρ, τύπου γυναικάκι ή φαμ ή μούτζα. Η εν λόγω διάκριση θεωρείται πλέον ξεπερασμένη και του προηγούμενου (20ού) αιώνα, ενώ η επιτέλεση έμφυλων ρόλων σήμερα κρίνεται κάθε στιγμή με περισσότερο απρόβλεπτους, εναλλακτικούς και εναλλασσόμενους τρόπους.

Είναι τζέντλεμαν με το γυναικάκι, στα όπα όπα το έχει.

Got a better definition? Add it!

Published

Η λεσβία, η πλακομούνα, η οποία επιδίδεται στο πλακομούνι.

Άλλοι μας ονομάζουν «πλακωμουνούδες», άλλοι μας χωρίζουν σε «παθητικές» και «ενεργητικές», άλλοι λένε ότι, τουλάχιστον οι «ενεργητικές», έχουν ανεπτυγμένη κλειτορίδα και άλλα πολλά και διάφορα. [...] Το βασικό πάντως στο δεσμό των 213λεσβιών δεν είναι το «κρεβάτι» ο έρωτας ο σαρκικός! Βασικά είναι η ψυχική επαφή, η τρυφερότητα και μετά όλα τα άλλα. Οι λεσβίες έχουν ένα διαχωρισμό: άλλες είναι «κλειτοριδικές» [...] κι άλλες είναι «κολπικές» [...] Φτάνουμε στον οργασμό με τα χάδια, το «γλείψιμο», ακόμα και με την συναίσθηση ότι η μία από εμάς έφτασε ήδη στον οργασμό. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 154).

Got a better definition? Add it!

Published

Το μπαρ ή μαγαζί όπου γίνονται τζιβιτζιλίκια, δηλαδή φασώματα κυρίως (αλλά όχι οπωσδήποτε αποκλειστικά) μεταξύ γυναικών τζιβιτζιλούδων, με άλλα λόγια το λεσβιάδικο, το λεσβιόμπαρο.

Τζιβιτζιλάδικα, μπορντέλα, στριπτιτζάδικα και λοιπά καταγώγια αλλά και πτυχιούχοι που τους κέρδισε το σανίδι πάνω στο οποίο προσπαθούσαν να τελειοποιήσουν την απόδοση του οργασμού για να την προσφέρουν σε ένα κοινό αποτελούμενο. (Από το Χ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το φιλικό προς λεσβίες μπαρ, το λεσβιάδικο ή τζιβιτζιλάδικο.

Η ανάγκη να διερευνήσω περαιτέρω τη λεσβιακή ζωή στα μαγαζιά νυχτερινής διασκέδασης, στα μπαρ, στα «γυναικεία μαγαζιά», στα «λεσβιόμπαρα», ή και «λεσβιάδικα», προέκυψε αρχικά από τις επαναλαμβανόμενες αναφορές σε αυτά από τις συνομιλήτριες. Είτε με υποτίμηση και απαξίωση, είτε ως κομμάτι της καθημερινότητας και της νυχτερινής διασκέδασης, είτε και τα δύο μαζί, τα νυχτερινά μαγαζιά στα οποία συχνάζουν λεσβίες είναι παρόντα σε όλες τις αφηγήσεις. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 97).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ετεροφυλόφιλος στα κομμέ.

Στα επόμενα τεύχη, κυρίως στη στήλη «Χρηματιστήριο λεσβιακών αξιών, Δείκτης Dyke Jones», γίνεται πιο σαφές τι σημαίνουν οι στερεότυπες συμπεριφορές και πρότυπα. Στα κάτω του δείκτη, του 1ου τεύχους, εμφανίζονται τα μπαρ που «μπάζουν ετερό και μουστακαλήδες». Οι μουσικές τους επιλογές και τα «μερακλώματα με ετεροσεξιστικά τραγούδια». (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 100).

Got a better definition? Add it!

Published

Η αρχοντική υψηλού κοινωνικού επιπέδου λεσβία. Σύγκρινε με αρχοντομούνα, αρχοντόπουστα.

  1. Οι αρχοντολεσβίες ακούγαν ελληνικά της Πρωτοψάλτη. Εγώ δεν είχα ακούσε ποτέ ελληνικά μέχρι εκείνη τη στιγμή. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 118).
  2. Ελληνίδα χοντρή με τατουάζ, βυζάρες, κωλάρα, κυτταρίτιδα με ξυρισμένο το μαλλί στο πλαι (το κάνουν έτσι οι αρχοντολεσβίες). (Από το Μπου).
  3. αρχοντολεσβια πρεπει να ειναι αυτη. ηταν και στο τραξιον του μεγκα ολο με μηχανες και αυτοκινητα ασχολιοταν. (Μπου).

Got a better definition? Add it!

Published

Η λεσβία με στερεοτυπικά αρρενωπά χαρακτηριστικά, η μπουτς ή νταλίκα ή τζίβα ή άντρας. Παλαιακό.

Το παλικάρι βασίλισσα το έχει το γυναικάκι.

Got a better definition? Add it!

Published

Από τη λέξη της Ρομανί mindž, που σημαίνει το αιδοίο, είναι έκφραση των καλιαρντών για τη γυναίκα, ενώ στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε και για τη λεσβία που έχει στερεοτυπικά θηλυκά χαρακτηριστικά, που είναι φαμ ή γυναικάκι. Ο αντίθετος αρρενωπός ρόλος λέγεται τζίβα ή μπουτς ή νταλίκα.

Δεν είναι "ομόφυλο" ζευγάρι, είναι τζίβα και μούντζα. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 46).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γενναίος, ο ηρωικός, τουρκικής προέλευσης λέξη.

Ήταν ντελιφισέκης, έκανε όλο επανάστασες και αυτοί ήταν νοικοκυραίοι. (Νίκος Καζαντζάκης, Ο Ανήφορος, Διόπτρα, Αθήνα 2022, σ. 60).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο/η ομοφυλόφιλος/η που έχει τον στερεοτυπικά παθητικό ρόλο σε μια σχέση.

  1. Η αδερφή είναι αδερφή, είναι παθητικουρα και συμπεριφέρεται ως γυναίκα. (Εδώ)
  2. Όταν της ανέφερα τις old school butches απάντησε «καλή παθητικούρα είσαι κι εσύ». Δεδομένου ότι μια old school butch, στο μυαλό και των δυο μας, μεταφράστηκε ως μια αρκετά ανδροπρεπής λεσβία και εγώ, όπως και η Δανάη, εμφανιζόμαστε και αυτοπροσδιοριζόμαστε ως θηλυκές, η αρρενωπότητα φάνηκε να σημαίνει την ενεργητικότητα, σε αντίθεση με την παθητική θηλυκότητα. Αλλά σε τι συνίσταται αυτή η δυναμική; Τι σημαίνει δηλαδή ενεργητικότητα και τι παθητικότητα; Ο τρόπος με τον οποίο φλερτάρω ή με φλερτάρουνε είναι αμιγώς γυναικείος, ο ρόλος μου στο κρεβάτι είναι πιο παθητικός, στο 70-80%, ανάλογα με το άτομο βέβαια. (Δανάη, 29 χρονών) Δεν ξέρω αν ήταν και ενστικτωδώς, δεν το ‘χουμε κουβεντιάσει ποτέ, ξέρεις, υπήρχε το αρχικό ότι η μπουτς είναι έτσι και είναι πιο δραστήρια πιο aggressive, πιο ενεργητική, πιο τέτοια και η φαμ είναι που κάθεται. (Σόνια, 48 χρονών) Οι πιο πολλές φίλες μου, από λεσβίες, είναι ενεργητικές, που θέλουν να παίρνουν την πρωτοβουλία αυτές και γνωρίζουνε και λίγο κοριτσάκια που τους αρέσει η απόλαυση. Υπάρχουν και κοριτσάκια που αφήνονται, δεν είναι τόσο πολύ ενεργητικά, όχι ότι δεν συμμετέχουν στο σεξ, απλά είναι πιο θηλυκά, που θέλεις να τα ικανοποιήσεις και ίσως και αυτό κάνει τελικά τον ενεργητικό, ότι η ηδονή του είναι πιο μεγάλη αν ικανοποιήσει από το να ικανοποιηθεί. (Ελένη, 29 χρονών). (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 67-68).

Got a better definition? Add it!

Published