Selected tags

Further tags

Στερέοτυπη ατάκα βάζελου σε οπαδό του αεκακίου, όταν ο τελευταίος αποκαλύπτεται.

Το μη χοίρον πρόβατον.

- Τι τάξη πάς;
- Τρίτη δημοτικού!
- Μπράβο! Και το ομάδα είσαι;
- ΑΕΚάρα!
- Δεν πειράζει, τουλάχιστον δεν είσαι Ολυμπιακός...
(επαναλαμβαλόμενος ad nauseam διάλογος φίλων, συγγενών, κ.ά.με το Βράσταμποϋ, βαρεθήκαμε και οι δύο να τον ακούμε)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάκας με περικεφαλαία, ο μπετόβλακας, ο πανίβλακας, ο έχων τον απάνω όροφο ακατοίκητο ή το ρετιρέ ξενοίκιαστο, αυτός που είναι τόσο αργός που και με τον εαυτό του να έτρεχε θα έβγαινε δεύτερος. Και για όποιον καίει μαζούτ, το μαζούτ είναι ένα φθηνό και ρυπογόνο καύσιμο που χρησιμοποιούν τα αργά και φορτωμένα με σκατά βαπόρια.

Βλ. επίσης: καίω κάρβουνο. Σ.ς. το «καίει ντήζελ» είναι έτερον κότερον.

1.
Ο αργοκίνητος μεγαλομέτοχος που καίει μαζούτ, αποφάσισε μετά από δυο τραγικούς αποκλεισμούς, να διώξει τον ανίκανο...

2.
ΚΑΘΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΚΑΜΝΙ ΟΙ ΤΡΟΪΚΑΝΟΙ! ΚΑΙΝΕ ΟΜΩΣ ...ΜΑΖΟΥΤ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟΙ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟΙ !!!

3.
Μαζούτ καις, Φαίη;

4.
προεδρε,,,μαζουτ καις; δεν εισαι μονο ασχετος...εισαι και ΑΥΘΑΔΗΣ...

(από σφυρίζων, 01/09/14)(από σφυρίζων, 01/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμεθα στην εκνευριστικότατη τάση ορισμένων να εκφέρουν το ονοματεπώνυμο τοπικών παραγόντων (π.χ. νταβάδων τση νύχτας ή λαϊκιστών τση πολιτικής) με το άρθρο «ο» πριν από το επώνυμο.

Ίσως επειδή προσδίδει ένα ζενεσεκουά κύρους δίκην του γαλατικού de *ή του τευτονικού ***von***· ή και (κουραδο)μαγκιάς ακόμα, *ο Μπάμπης ο Σουγιάς ένα πράμα.

Ο τύπος αυτός χρησιμοποιείται επίσης για νέιμ ντρόπινγκ (βλ. θεατράνθρωπος), αλλά και εσκεμμένα φορ τεχ λουλζ.

  1. Στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάνη του Μπαρουφάκη θα μιλήσει ο πρόεδρος του τΣΥΡΙΖΑ, ο Ανδρέας ο Τσίπρας...

  2. Το δικό του κόμμα ετοιμάζει ο Γιώργος ο Τράγκας...

3.
Ο Μάνος o Βουλαρίνος γεννήθηκε, πήγε σχολείο, πήγε για λίγο στην Πάντειο αλλά βαρέθηκε, έπιασε δουλειά, πήγε στρατό, συνέχισε να δουλεύει, έκανε μια εκπομπή στην τηλεόραση...

4.
Η Τζένιφερ η Λόρενς έχει βυζιά!

(από Khan, 09/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τον πρώτο ορισμό (τον Αγρινιώτικο) σημαίνει κάνω μια δουλειά ταχύτερα, βιάζομαι. Ειδικότερα, στη Χίο, σημαίνει την πίεση που εξασκούμε στο έντερο κατά το χέσιμο για να βγει η πεισματωμένη κουράδα (επιτέλους), το σφίξιμο, το ζόρι(σμα).

Παράγωγο ουσιαστικό (και ευρύτερα χρησιμοποιούμενο), η ανέγκαση, που περιγράφει την εν γένει διαδικασία όπως και την κατάσταση του ανεγκάσματος.

  1. Μετά την εγχείρηση του χορήγησαν ένα ελαφρύ καθαρτικό για να μήν ανεγκάσει και σπάσουν τα ράμματα.

  2. Μπήκε σαν σίφουνας στις τουαλέτες κι άρχισε να βροντάει τις πόρτες, αλλά ο Μήτσος ήταν πάνω στην ανέγκαση και δεν μπορούσε να αντιδράσει...

  3. «Η παντρειά και το τσουκάλι θεν ανέγκαση μεγάλη» Χιακή παροιμία

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πράκτωρ, ο άνθρωπος που είναι κατάλληλος για κάθε είδους επικίνδυνη αποστολή, ο γουίνστον γουλφ.

Η φράση προέρχεται από το γνωστό και αγαπημένο εικονογραφημένο περιοδικό
Μικρός Ήρως.

Στα Τουρκικά δηλώνει τον Έξαπόδω, και φαντάζομαι ότι αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο αείμνηστος Στέλιος Ανεμοδούρας έδωσε το εν λόγω όνομα σε έναν Τούρκο πράκτορα: προφάνουσλυ, ήθελε να καταδείξει πόσο γαμάουα και καυλερός ήταν.

- Και εκεί που την πήδαγα φίλε...
- Ίσα ρε Σεϊτάν Αλαμάν!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ξα σου, ξια σου, εξιά σου

Από το ρήμα έχω - έξω (μελλ.) - έξις (που εκτός από τη συνήθεια και κατοχή, το να έχεις κάτι δικό σου, σημαίνει και στάση ζωής).

« κάμε ότι θες , ξά σου ... »

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στρινγκάκι. Πρέπει όμως να είναι σκέτο κορδόνι (όχι τριγωνάκι) ώστε να έχει το κατάλληλο σχήμα.

- Πώς πάει ρε φίλε με τη Λίλιαν;
- Φίλε, τι να σου λέω. Πήγαμε πρώτη φορά για μπάνιο χτες, και μόλις έβγαλε το σορτσάκι της, μού πετάει στα μούτρα τη μερσεντές και έμεινα μαλάκας.

(από σφυρίζων, 10/09/14)(από Khan, 10/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τοπικός ιδιωματισμός από το νησί της μαστίχας, ένας από τους ωραιότερους, και ακόμα ζωντανούς.
Χρησιμοποιείται στο β' ή στο γ' πρόσωπο και αναφέρεται σε κάποιον που λέει ή κάνει παλαβομάρες. Σχεδόν συνώνυμο του «παλάβωσες». Δεν χρησιμοποιείται στο α' πρόσωπο, γιατί κανένας Χιώτης δεν θεωρεί ότι μπορεί να ξεχαλικά ο ίδιος, αλλά πάντα οι άλλοι έχουν το πρόβλημα.

Χαλίκια είναι τα μικρά πετραδάκια που προέρχονται από τον κατακερματισμό των βράχων και χρησιμοποιούνται σαν συστατικό του μπετόν ή στρώνονται σε δρόμους πρόχειρους που δεν πρόκειται να ασφαλτοστρωθούν, ή ακόμα και σε πάρκινγκ. Επίσης, αν δεν κάνω λάθος (που σπανίως συμβαίνει) είναι και το συστατικό του μωσαϊκού (τα μικρά κομματάκια που μετά λειαίνονται).

Πιθανή (κατά 92,45%) προέλευση:
Φανταστείτε κάποιο μηχάνημα που έχει χαλάσει. Ρολόι, παιδικό παιχνίδι, μίξερ ή οτιδήποτε μηχανικό. Συνήθως όταν κάποιο τέτοιο αντικείμενο χαλάσει, πριν το ανοίξουμε, το κουνάμε για να δούμε αν κάποιο εσωτερικό εξάρτημα έχει αποκοπεί. Αν κάτι τέτοιο έχει συμβεί κουνώντας το αντικείμενο, το σπασμένο εσωτερικό κομμάτι κάνει τον ίδιο ακριβώς θόρυβο σαν να ήταν ένα πετραδάκι, ένα χαλίκι. Μεταφορικά λοιπόν αυτός που ξεχαλικά είναι αυτός που κάτι μες το κεφάλι του έχει ξεκολλήσει, με αποτέλεσμα το μυαλό του να μην λειτουργεί, και να φέρεται περίεργα.

Από το διαδίκτυο (100% Χιώτης και δη νοτιοχωρούσης, διότι εκτός του «ξεχαλικά» γράφει και το «μαρή»)
«Θα περιμένουμε να δούμε λοιπόν. Ξεχαλικά έτσι κι αλλιώς μαρή αυτή. Για να δούμε τι θα γίνει. »

-Μην του δίνεις σημασία. Αυτός ξεχαλικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νευραλγικός θώκος, συνήθως κρατικός, του οποίου ο καθήμενος νομοτελειακά θα πάρει τον πούλο (αυτοκτονώντας ή αυτοκτονούμενος) εν είδει αποδιοπομπαίου τράγου προκειμένου να αντικαταστήσει από άλλον και πάει λέγοντας ad infinitum. Το τζιζ επέρχεται ανεξαρτήτως της πορείας του καθημένου, συνήθως όμως επισπεύδεται εάν αυτός είναι επιτυχής και αποτελεσματικός καθώς θίγονται τα κεκτημένα συγκεκριμένων κοϊνωνικών ομάδωνε.

Τη περίοδο αυτή, ηλεκτρικές καρέκλες θεωρούνται οι θέσεις του Υπουργού Οικονομικώνε, τους επικεφαλής της ΣΔΟΕ, του Υπουργού Υγείας, του Διευθύνοντος Συμβούλου του ΤΑΙΠΕΔ και, ούλτιματλυ, του Πρωθυπουργού...

1.
Κάμποσες διοικήσεις έχει αλλάξει η ηγεσία του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων , φανερώνοντας ότι αποτελεί «ηλεκτρική καρέκλα». Βέβαια, είναι και η πιο νευραλγική, αφού σχετίζεται με την πώληση των «ασημικών του δημοσίου», για τα οποία κονταροχτυπιούνται εγχώρια και διεθνή συμφέροντα.

2.
Όσοι κάθονται σε καρέκλες Αρχηγών και κυρίως οσοι με ανεξήγητο πάθος τις διεκδικούν αυτή τη περίοδο καλό θα είναι να καταλάβουν ότι η καρέκλα του Αρχηγού δεν είναι πια θρόνος αλλά ηλεκτρική καρέκλα!

3.
Η θέση του υπουργού Υγείας έχει χαρακτηριστεί- και όχι άδικα- «ηλεκτρική καρέκλα», εξαιτίας των σημαντικών μεταρρυθμίσεων που χρειάστηκε να γίνουν τα τελευταία τρία χρόνια, με προεξάρχουσες τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, αλλά και την οικονομική σωτηρία του ΕΟΠΥΥ.

4.
Με το... σταγονόμετρο βγαίνουν οι πληροφορίες από το Μέγαρο Μαξίμου για τον ανασχηματισμό και κυρίως για το πρόσωπο που θα καθίσει στην «ηλεκτρική καρέκλα» της οδού Νίκης.

Σχετικό χούμορ. (από Khan, 15/09/14)Κι άλλο σχετικό χούμορ. (από Khan, 15/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified