Δοκίμως το βάρδουλο είναι "δερμάτινη λουρίδα των υποδημάτων πάνω στην οποία ράβεται ή καρφώνεται η σόλα". Σλανγκικώς τα μουνοβάρδουλα είναι το αιδοίο. Συνήθως σε φράσεις όπου κάποιος απειλεί να σχίσει ή να γαμήσει τα μουνοβάρδουλα κάποιας/ου, δηλαδή είτε να γαμήσει κυριολεκτικά με βία και ένταση, είτε, συχνότερα, να γαμήσει μεταφορικά, δηλαδή να χαλάσει/ διαλύσει κάποιον.

  1. Πρωτο μαθημα αρχαια και παμε να τους ξεσκισουμε τα μουνοβαρδουλα. (Εδώ).
  2. εγω θα σου σκισω τα μουνοβαρδουλα. (Απειλή στο Μπου).
  3. Κανονιστε να εχει παθει τιποτα ο ναος θα σας γαμησω τα μουνοβαρδουλα! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι η εβδομάδα που, το λέει κι η λέξη, έχει επτά ημέρες, jours στα γαλλικά.

Που να βουέλετε την πούλη σας σε γύψο και να μην κουλάρετε για μια επταζουρνού, μωρή πουροκληροχαρτού. (Καλιαρντοκατάρες στο Μπου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Μου γυάλισε κάτι και το σταμπάρισα με σκοπό να το αποκτήσω, είτε βάσει σχεδίου ή όταν με ευνοήσει η συγκυρία.

  1. έβαλα στο μάτι τη φουρνάρισα, 35αρα ψηλοκώλα, θα το ρισκάρω, έτσι κάνουν οι άντρες, ή ταν η τον πετάς, θα την κουτουπώσω την χωριάτα (εδώ)

  2. Ο Σουλτάνος, δεν είχε παρά να κοιτάξει έντονα μία κοπέλα, ή να της κάνει σχόλιο θαυμασμού και κέρδιζε το προσωνύμιο «guzdheh» που σήμαινε ότι ο σουλτάνος την έχει «βάλει στο μάτι». (Τι πραγματικά συνέβαινε στα χαρέμια των Σουλτάνων)

  3. Μωρέ άμα σε βάλει στο μάτι ο Δίας, δεν πα να λέγεσαι και Ευρώπη... (εδώ)

Β. Επιβουλεύομαι κάποιον, θέλω το κακό του. Μ' αυτό το νόημα αναφέρεται κι από την Galadriel στο 'μπαίνω στο μάτι', δηλ. στην παθητική φωνή του ρήματος.

  1. κακό του κεφαλιού του του νουμπά. Τον έβαλα στο μάτι. (εδώ)

  2. Το τσίπουρο στο 23% κ οι εφημερίδες παραμένουν στο 6%. Άμα έχεις βάλει στο μάτι τη διαπλοκή κ τα συστημικά ΜΜΕ φαίνεται! #gelanetatsimenta (εδώ)

  3. Κοντοπούτανε επιτηρητή που με έχεις βάλει στο μάτι άμα σε πετύχω εκτός σχολής τη γάμησες. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία από τις βασικές -ίλες, είναι η μυρωδιά που αναδίδει η γυναίκα, το αντίστοιχο του αντρίλα, μόνο- ελπίζουμε- πιο μυρωδικό. Βεβαίως, η γυναικίλα μπορεί να καλύπτει ένα μεγἀλο φάσμα οσμών από την μυρωδάτη τριανταφυλλίλα έως το καμένο ντουί, όταν υπάρχει θεματάκι με τα μουνικά, φτάνοντας μέχρι και τη μαμαδίλα μιας ώριμης γυναίκας που αποπνέει μιλφίλα, ή όλες αυτές τις μυρωδιές που αναδίδει η φύση μετά το πέρασμα μιας μουνοκαταιγίδας. Γενικά πάντως η γυναικίλα είναι το τζενέρικ, είναι συνήθως κάτι περισσότερο από μια οσμή, μάλλον περιγράφει κατάσταση, όπου υπάρχει υπερβολική δόση θηλυκότητας φορ μπέτερ ορ φορ γουόρς, ή που έχουμε έναν μουνόκαμπο από πάρα πολλές γυναίκες μαζεμένες.

Η λέξη παλιά, υπάρχει από τον 19ο αιώνα, καθώς την βρίσκω σε μια μετάφραση των Νεφελών Αριστοφάνους από τον Γεώργιο Σουρή (1900), και βεβαίως την βρίσκουμε στους δύο μεγάλους Νεοέλληνες πεζογράφους της -ίλας, ήτοι τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Στρατή Τσίρκα, που προσπαθούν και οι δύο να αποδώσουν με λέξεις στα μυθιστορήματά τους ένα ολόκληρο οσφραντικό σύμπαν εμπνευσμένο αντιστοίχως από την Κρήτη και από τις πολιτείες της Εγγύς Ανατολής. Σε παλαιότερες εποχές, η γυναικίλα ήταν η μυρωδιά μιας παστρικιάς, με την ευρεία έννοια, δηλαδή μιας γυναίκας που πλενόταν και μοσχοσαπουνιζόταν, πιθανόν σε αντίστιξη με τον άντρα της που μύριζε βαρβατίλα και τραγίλα. Η γυναικίλα μπορεί να ήταν και ύποπτη: Ένας άντρας που μυρίζει γυναικίλα σημαίνει ότι θα ξενοπηδιότανε με κάποια παστρικοθοδώρα, και δυστυχώς δεν έχει την καθησυχαστική γνώριμη αρχιδίλα του, αλλά αφενός πλένεται ο ίδιος για να κάνει τον δανδή, και αφεδύο κουβαλάει πάνω του και τις μυρωδιές της γκόμενας.

  1. Μπήκαμε. Μύριζε η παράγκα μυρωδιές, πούδρες, σαπούνια, γυναικίλα.
    - Κι αυτά τα μασκαραλίκια τι είναι, δε μου λες; φώναξα βλέποντας αραδιασμένα απάνω σ' ένα κασόνι τσαντάκια, μοσκοσάπουνα, κάλτσες γυναικείες, ένα κόκκινο ομπρελίνο, δυο μποτιλάκια μυρωδιά.
    - Δώρα... μουρμούρισε ο Ζορμπάς με σκυμμένο το κεφάλι.
    - Δώρα;! Έκαμα προσπαθώντας να αγριέψω. Δώρα;
    - Δώρα, αφεντικό. Μη θυμώσεις. Για την καημένη την Μπουμπουλίνα. Λαμπρή ζυγώνει. Άνθρωπος είναι κι αυτή.
    Κατάφερα να κρατήσω τα γέλια. (Νίκος Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Αθήνα: Τυπ. Δημητράκου, 1946).
  2. Και δεν τον πρόδωσε, δεν τον φανέρωσε ποιος ήτανε σε κανένα, μήτε γνώρισε ποτέ άλλον άντρα, πιστή στ' όνομα που της δώσανε στη Νάξο, Αριάγνη, η πιο αγνή δηλαδή. Χρόνια τον κράτησε μακριά της. Στο ίδιο κρεβάτι, ναι- μα τίποτ' άλλο. Σπάραζε, παρακαλούσε, σήκωνε χέρι. Εκείνη: Αριάγνη. Έμπλεξε αυτός με άλλες, ξενοκοιμότανε, βρωμοκοπούσε γυναικίλα και μυρωδιές, ας τον χαίρονταν οι πατσαβούρες τέτοιον άντρα που δεν είχε αντρισμό. (Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962).
  3. Και σαν γλυκοκοιμότανε τη νύχτα στο κρεβάτι, μ' εμένα τον χωριάτη, εγώ τρυγιαίς εμύριζα, σύκα, μαλλί, τραγίλα, και τόση βαρβατίλα, κι εκείνη πάλι μύριζε κρόκους και μύρα τόσα, παιχνίδια και φιλήματα που δεν τα ΄λεγε η γλώσσα, και γυναικίλα κι έρωτα και γκάστρωμα και γέννα (Αριστοφάνους Νεφέλαι, σε μετάφραση Γεωργίου Σουρή, 1900)

Στη δική μας εποχή η γυναικίλα έχει εξελιχθεί:

Στάνταρ το διηύθυνε γυναίκα. Η γυναικίλα αιωρούνταν στην ατμόσφαιρα και ήταν πνιγηρή. Δεν ήταν μόνο τα διακριτικά rechaud με άρωμα βανίλιας και κανέλλας, οι απαράμιλλου γούστου καναπέδες με τα έθνικ μαξιλάρια - με τα καλύμματα κεντημένα στο χέρι σαφώς - ήταν... (Η μπλογοτέχνης Αγγελική Μαρίνου εδώ)

Άλλες σημασιολογικές αποχρώσεις: Η γυναικίλα μπορεί να είναι η γυναικεία ανθρωπίλα, η φυσική μυρωδιά, αν αφαιρέσεις όλες τις τεχνητές επιστρώσεις, που στην εποχή μας είναι πολυάριθμες. Η γυναικίλα μπορεί να σημαίνει έτσι μια νοσταλγική επιστροφή στη φυσική (μη)-καθαρότητα.

Το ανθρώπινο δέρμα δεν πρέπει να μυρίζει ανθισμένα ανοιξιάτικα άνθη αλλά "δερματίλα"!!! Σεξ με αντρίλα και γυναικίλα. Πλύσιμο μόνο με νερό. (Γλάιφο).

Μπορεί να είναι η θηλυκότητα.

Παντως για μενα, η γυναικιλα (ναι, η λεξη θηλυκοτητα δε μου αρεσει, ειμαι βλάχος, τι να κανουμε..) στη γυναικα δε χρειαζεται να ειναι μετρημενη. (Ινσόμνια).

Μπορεί να είναι η συσσώρευση γυναικείων ορμονών σε έναν μουνόκαμπο:

  1. Η εξαιρετική φωτογραφία είναι από δω. Μόνο που ο μουσάτος στο πίσω μέρος του κάδρου -είτε βρέθηκε εκεί από φωτογραφική άποψη είτε όχι- καταστρέφει στα μάτια μου την αρμονία της εικόνας, σπάζοντας την γυναικίλα με την αντρόφατσά του. (Ο μπλογοτέχνης Old Boy εδώ).
  2. Πολλές γυναίκες μαζί. Δυο, δυο. Τρεις, τρεις. Τέσσερις, πέντε... [...] Κουτσομπόλες όλες αντάμα, ραντεβού στην Βασ. Σοφίας. Δυο, τρεις τέσσερεις, φιλιούνται σταυρωτά, διαισθάνονται αμέσως αν η αύρα του φιλιού είναι θετική -και ναι της Τ είναι σταθερά αρνητική- χαριεντίζονται από κεκτημένη ταχύτητα, είναι σε φόρμα (Η Τ το ‘χει πάντα το προβληματάκι της, ποιος της φταίει που έχει να δει άντρα από τότε που βάφτισε τον γιό της;). Όλες μαζί. Κάτι σαν αδελφότητα ας πούμε. Αδελφότητα πολύπειρων, δυνατών, ευαίσθητων, χαρισματικών (middle aged) γυναικών. Αδελφότητα ανώριμων, ανασφαλών, εξαρτημένων, μαλακισμένων θηλυκών -αν και όχι τόσο, τώρα πια. Η ηλικία και τα «δώρα» της. Έχει και το middle age τα θετικά του… Δεν είναι πολύς καιρός που αυτή η «γυναικίλα» μου έφερνε ναυτία. Μου μύριζε γκρίνια, αγαμία, μπιρίμπα, μούχλα. (Εδώ).

Μπορεί να είναι αποδιοπομπαία οσμή.

Αν τεκνοποιήσεις με γυναίκα, μπορεί να κολλήσει το παιδί γυναικίλα και να βγεί με κέρατα και ουρά. (Μπουντουσουμού).

Τέλος μπορεί να σημάνει την γυναικεία ετεροκανονιστικότητα, ήτοι το γυναικείο αντίστοιχο της ματσίλας, που μπορεί να καταντήσει τουματσίλα και ως τέτοια να αποδοκιμαστεί από λοξούς, αχαρτογράφητους, χιπστέρια και άλλους περίεργους.

Άρα το pride είναι και για εμάς. Και πού ξέρεις μπορεί να ανακαλύψουμε και μια άλλη μας πλευρά που δεν τολμούσαμε. Σκατά στη γυναικίλα! (Ίντυ)

Γυναικίλα, απάντηση στο Μπραφ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υποκοριστικό του χαλαρά. Πιο περιπαικτικά γίνεται χαλαρουίτα.
Κατά το τζαμπουί, μπαγκουί, τουί.

Σημείωση:
Στο 5ο παράδειγμα, που είναι απόσπασμα από βλόγιον άκτορος τινός, φαίνεται οτι υπάρχει κάποια τάση να χρησιμοποιείται η κατάληξη -ουί για παραγωγή εύχρηστων επιθέτων, επιρρημάτων κλπ. Δεν βρέθηκαν προς το παρόν άλλα παραδείγματα.

  1. Εντάξει δεν λέω ... τεχνίτης Αργεντινός είναι ok εχουμε και μια παράδοση αλλά χαλαρουί λίγο είπαμε 5-6 ματς επαιξε ολα κ ολα τν προηγουμενη σεζον με 'μας ... γενικά μικρό καλάθι ... (εδώ)
  2. -ολα καλα φως μου?!
    -Μια χαρά κοριτσάρα! Χαλαρουί με τα τουί, εσύ;
    -κ γω τωρα θα χαλαρωσω εκανα κ την γυμναστική μου κ επεστρεψα! (εδώ)
  3. Πας κ ρωτάς έναν πιο χαλαρουί και σου λέει "Χαλαρά μωρέ εμείς μαζευόμαστε με τα φιλαράκια ένα διήμερο κ λύνουμε θέματα κ πάμε κ δίνουμε και περνάμε". (εδώ)
  4. παρε κ ενα ωραιο χαλαρουι...https://soundcloud.com/greenbeatsnetlabel/night-dub-tor-ma-in-dub ….. αντε σας φιλω.. Ριαλ Λαιφ τΑιμ ναΟ ;) (εδώ)
  5. έχω παρκάρει χαλαρουί στο Γαλάτσι Σίτι. Σε κεντρικό δρόμο παρακαλώ (κοντά στη Σάντα Ντούλτσα αν ξέρεις..) . όχι σε στροφή, ούτε σε επικίνδυνο μέρος. χαλαρά, μπροστά από ένα golf ασημί κ πίσω από ένα Datsun (άχρηστη πληροφορία αλλα με αρέσει βρε αχμάκη). αποχαιρετώ τον φίλο μου Γ που πριν πίναμε καφεδάκι απέναντι από την Σάντα κ πάω προς το αμάξι. Βάζω το κλειδί στην κλειδωνιά (που λέει και ο Πουλόπουλος ... σωστά?) κ πάω να ανοίξω το πορτόνι του Shuma (έχουμε κ αμαξάρα εεε??) και ΤΙΠΟΤΑ! ανοιγει λίγο κ μαγκώνει!! κ ΦΡΙΚΑΡΟΥΙ!! ΡΟΥΙ ΡΟΥΙ ΡΟΥΙ σου λεω! κοιτάω κάτω κ βλέπω το φτερό (όχι του πουλιού) τρακαρισμένο! ΣΟΚ! αρχίζω γμσταυρίδια! σε ολας τας γλώσσας (εκτός απο ρωσσικά μου διαφεύγουν). Είναι πολύ απλό! ένας μαλάκας -μα ΠΟΛΥ μα ΠΑΡΑ ΜΑΛΑΚΑΣ- είχε τρακαρουί το kia κ την είχε κάνει με ελαφρά! ρε τι κόσμος υπάρχει ρεε! στην αρχή φρίκαρα αλλα μετά είδα οτι η ζημιά δεν ήταν πολύ. Οπότε απλα τον στόλισα κανονικά τον τύπο (η μήπως ήταν γυναίκα??? χμμμ) κ ανέλαβα την επιχείρηση -ΠΕΣ ΤΟ στο μπαμπα που εχει κάνει 4 bypass- . Εγκεφαλικό στην αρχή. αλλα προσπάθησα να τον ηρεμήσω (γιατί έχει ξανασυμβεί αυτό!) κ απλά πήγα το kia προς το σπίτι για να το δει κ αυτος! τα πήρε κρανουί αλλα μετά σιγά σιγά τον ηρέμησα. Πάλι καλά Παναγία μου! ουφ. το πήγε κ σήμερα στο φαναρτζουι κ απλα το κοπάνησε κ ήρθε στα ίσια του κ η πόρτα ανοιγοκλείνει μια χαρά (το σωστό σέρβις ε???). Τίποτα τρομερό. απλά ήθελα να το μοιραστώ μαζι σας. Α! Οι παραστάσεις σκίζουν! Δεν προλαβαίνωωωωωωωωω!!! Μεχρι 14.4 στο Επι Κολωνώ! Πότε θα ρθείτε ρεεεε????
    (το πεπρωμένο φαγείν αδύνατον)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

αβέλω φιόγκο, δένω φιόγκο

Στα καλιαρντά σημαίνει "συνουσιάζομαι με κίναιδο που νόμιζα πως είναι επιβήτωρ" (κατά τον Ηλία Πετρόπουλο), πλην απεδείχθη ότι δεν ήταν. Περαιτέρω anal-υση στο εξαιρετικά κατατοπιστικό λήμμα φιόγκος του Αἴαντος.

  1. Αβέλω φιόγκο του 'πανε καημόπουτσα και μπουρδοφαφλατού που να αβέλεις σε σερμελιά και μουτζό να γίνεται και να τζάσεις στο ρουνάδικο και να βουέλεις γκάζα. (Μπουντουσουμού).
  2. -Αβελες καμμιά λατσή σαρμέλα?
    -Αβελα. Αβελα φιλενάς αστα... μπουτ λατσο το τσόλι.. σαρμελια γδουπα... Κουραβέλτες.. και απανωτες κουραβελτες... Λατσααααα... Αβελα πιασμαν στην μπάρα... και μπονμπον μπουτ... Γδουπα φιλενας... Γδουπα.... Αχχχχχχχ.... Θελω να τον αβελω συνεχεια.....
    -Αχ λατσά φιλενάδα... Σου αβέλει και κοντροσόλια?
    -Ολα μου τα αβελη φιλεναδα ολα... Εχει και κατι μπουτια... σφιχτα και τραγανα σαν κερασια...
    -Ax λατσά, τσόλια ολκής δύσκολα βρίσκεις. Τα πιο πολλά δένουν φιόγκο με άλλες μπαροβγαλμένες. (Καλιαρντοδιάλογος στο Μπου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Χοντρός (-ή). Από το τόφαλος

  1. οταν λες τον αλλο χοντρο, βοδι, τοφι κλπ κλπ ειναι ρατσιστικο αλλο αν εσυ τον λες για "πλακα" (εδώ)

  2. Βάζω να κάνω μακαρονάδα, σκέφτομαι 10 το βράδυ είναι, σα βόδι θα γίνω, τρώω ένα λίτρο παγωτό ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΑΡΑΛΙΓΟ ΘΑ ΓΙΝΟΜΟΥΝ ΤΟΦΙ ΜΕ ΤΑ ΜΑΚΑΡΟΝΙΑ (εδώ)

Β. Βλήμα, ούφο, φυτό.

Νομίζω οτι αυτό το τελευταίο (το φυτό), εισήχθη σε αναγραμμαντείο και ανορθογραφείο και ούτως πως προέκυψε το τόφι, δηλ. ο φύτουκλας.

  1. Τι φάση την είδατε όλοι λεξιπλάστες ρε τόφια; (εδώ)

  2. Και βλέπεις κατι τόφια συμφοιτήτες σου με πτυχίο και λες τι κάνω λάθος (εδώ)

  3. Ρε τόφια εσείς που φτάσατε 24 χρονών κι έρχεστε ακόμα να δώσετε εξετάσεις για πτυχίο με τη μάνα σας...τι φάση;;; (εδώ)

  4. πραγματικά το forum του indy έχει γεμίσει με τόφια... (εδώ)

  5. ειμαι λομπι δραχμης, μην συγκρινεσαι μαζι μ! εσυ καταλαβες τι σημαινει παραμονη ρε τοφι? καταλαβες η τα καψες ολα τ κυτταρα? (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ρακετάγκουρας, ρακετοκάγκουρας

Προέρχεται από τη σύνθεση της «ρακέτας» και του «κάγκουρα». Αυτή η σύνθεση λαμβάνει χώραν χιλιάκις -τι λέω- εκατομμυριάκις, εις κλαρινοπαραλίας κατά τη διάρκεια του μεγάλου ελληνικού καλοκαιριού.

-Εχω θεμα με τους ρακετιστες.
-Δια ροπαλου θα επρεπε να τους απαγορευεται η εισοδος.
-Ειναι με διαφορα η πιο σιχαμενη φυλη της παραλιας δεν εχει βγει και κατι να τους ψεκαζουμε να ψοφανε σαν τις κατσαριδες...
-υπάρχουν οι καγκουρορακετίστες ή αλλιώς ρακούν που πετάνε το μπαλάκι με όλη τους τη δύναμη και όπου να ναι.. Και αυτοί που σέβονται παίζουν πιο προσεγμένες μπαλιές και γενικότερα δεν δημιουργούν πρόβλημα.
-οποιος βγαλει μινι χειροβομβιδες σε σχημα μπαλακι τεννις η πιγκ πονγκ, θα βγαλει τρελο χρημα.
-Αι ρακεται μου σπάνε το καμπαναριο, τακ τουκ όλη την ώρα, σε οοοοοοοοοοολη τη παραλία!!
-Με ενοχλούν αυτοί που τους ενοχλούν οι ρακέτες. :P
θρεντ όπου οι Insomniacs αδειάζουν τη χολή τους

θέρος τρύγος πόλεμος

  • 10 πράγματα που μου έμαθε η ζωή για τις διακοπές
    Φροντίστε να είστε μέσα στη θάλασσα νωρίς το πρωί και κατά τη δύση του ηλίου. Το ψυχικό και συναισθηματικό όφελος είναι απείρως πολλαπλασιαστικό. Αποφύγετε το καταμεσήμερο με τον πανσουρλισμό, και τους ρακετάγκουρες. (εδώ)

  • Το κέφι ανάβει όταν Ρακετοκάγκουρες και Ξέκωλα ανεβαίνουν στα λευκά τραπέζια του Μπιτσόμπαρου για να αποδώσουν σε χορογραφία λαϊκά άσματα. (εδώ)

  • Κοιλιακοι των απειρων "συμπληρωματων" κ λάδι μαυρίσματος με γκλιτερ για να τυφλώνονται αναμετάξυ τους οι ρακετοκαγκουρες.

  • Πάντως, δεν έχεις δει ρακετοκαγκουρα αν δεν πας στην παραλια Barceloneta της Βαρκελώνης.. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν του παραδοσιακού μάστορα που κατασκευάζει καλντερίμια στα Ορεινά Σέκλανα, υπάρχουν κι άλλες δυο μεγάλες κατηγορίες καλτεριμιτζήδωνε:

Α. Η αρσενική πόρνη

Βλ. καλντεριμιτζού, βεβαίως-βεβαίως.

- ΡΩΤΑΕΙ ΛΟΙΠΟΝ Ο ΦΙΛΟΣ «ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ;» ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΟΥΝ «ΜΕΤΑ ΤΙΣ 12μμ ΚΑΝΕΙ ΠΙΑΤΣΑ». ΟΠΟΤΕ ΞΑΝΑΡΩΤΑΕΙ Ο ΦΙΛΟΣ ΚΑΡΔIΤΣΙΩΤΗΣ «ΠΙΑΤΣΑ;ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑΞΙΤΖΗΣ;» ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΟΥΝ "ΟΧΙ ΚΑΛΝΤΕΡΙΜΙΤΖΗΣ". (Φωνακλάς, εδώ)

Αρχαιόκαυλος τοιούτος

Β. Φυλή κλεφτρονίων

Σύμφωνα με τον Ηλία Πετρόπουλο, οι καλτεριμιτζήδες είναι συνήθως ομορφόπαιδα με προσεγμένο (πλην μη κραυγαλέο) λουκ και καλούς τρόπους που σουλατσάρει όλη μέρα σέ τράπεζες, κτίρια γραφείων, προθαλάμους ιατρείων κλπ. προσποιούμενος τον πολυάσχολο επαγγελματία. Για ξεκάρφωμα συχνά κρατάει κι ένα χαρτοφύλακα.

- Ο Καλτεριμιτζής ξέρει να περιμένει την ευκαιρία. Και μόλις φανεί ή ευκαιρία αρπάζει ό,τι είναι αφύλαχτο' αλλοτε εναν αναπτήρα, άλλοτε μιά τσάντα πού ακούμπησε μια κυρία πλάι στην θυρίδα κάποιου ταμείου, άλλοτε ένα μπιμπελό, άλλοτε μια τηλεφωνική συσκευή, ή, ενα πακέτο, ή, ενα λαχείο, ή, μιαν επιταγή, ή ένα τρανζίστορ.
(Ηλία Πετρόπουλου, "Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη", Εκδ. Νεφέλη, 1979, σ. 37.)

Eν ώρα εργασίας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

τεφλόν, τεφλών

Αυτός που καταφέρνει να βγαίνει αλώβητος από δυσκολίες και κρίσεις. Που πάνω του δεν κολλάει λάθος ή παρανομία, όπως τίποτα δεν κολλάει πάνω στο υλικό τεφλόν.
Κλασική, παλιούτσικη μεταφορά. Λέγεται πολύ συχνά (διεθνώς) για πολιτικούς.

Teflon is a nickname given to persons, particularly in politics, to whom criticism does not seem to stick. The term comes from Teflon, the brand name by DuPont of a "non-stick" chemical used on cookware. wikipedia

Τεφλόν, νέο ποιητικό σκεύοςείναι και περιοδικό για την ποίηση
Σημείωση: Γινεται και λογοπαίγνιο "η ώρα των τεφλών" (5ο παράδειγμα).

  1. Με… το «τεφλόν», το χημικό αδρανές που αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες είναι ολισθηρό και άκαυστο, παρομοιάζει το περιοδικό «Time» για τον Αλέξη Τσίπρα σχολιάζοντας την απόφασή του να παραιτηθεί. (εδώ)
    TIME: Teflon Tsipras
  2. Σύνμτροφε εγώ ειμαι τεφλόν δεν κολλάει η λάσπη από τα νεοφιλελέυθερα φυντάνια της πουά αντίδρασης!

  3. Όλα τα «παρατσούκλια» των ηγετών: Σέξι ο Αλέξης, τεφλόν ο Ρούτε της Ολλανδίας, μανούλα η Μέρκελ (εδώ)

  4. Η κουράδα τεφλόν: Κουράδα τόσο καθαρή που δε χρειάζεσαι καν χαρτί για να σκουπιστείς.(slang.gr)

  5. Ήρθε η ώρα των... "τεφλών"! Έτσι, οι Τεφλόν ενώνουν τις δυνάμεις τους και παρουσιάζουν απόψε υλικό κυρίως από... http://fb.me/2BYo8O5VS (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified