Further tags

Με τη φράση «συναλητήρια, είσαι ο κρότος», βάζουμε στη θέση του κάποιον που ζητάει την αναγνώριση και τα σπέκια μας, παρ' ότι αυτό που έχει κάνει είναι μια τρύπα στο νερό.

Ο Τοτός που πηγαίνει Β' Δημοτικού, γυρίζει στο σπίτι από το σχολείο:
- Μπαμπά, μπαμπά, σήμερα όλα τα παιδιά της τάξης μου, μου είπαν μπράβο!
- Γιατί Τοτέ, τί έγινε;
- Να, βάλαμε στοίχημα ποιός την έχει πιο μεγάλη mes στην τάξη, και την είχα εγώ!
- Συναλητήρια, είσαι ο κρότος! <με χαμηλή φωνή:> Ε, Είσαι και 14 χρονών...

Πρώτος και κρότος. (από Khan, 22/10/14)

Δες και είμαι και ο κρότος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτροπή που εκφέρεται απαραιτήτως σε εντόνως ειρωνικούς τόνους στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

  1. Όταν κάποιος χρονοτριβεί να αποφανθεί επί τινός ζητήματος και κωλυσιεργεί, κοινώς μας έχει γκαστρώσει. Επί παραδείγματι, είμεθα σε καφετέρια, η σερβιτόρα έχει ρωτήσει τι θα πάρουμε και περιμένει απάντηση, ενώ ο δικός μας περί άλλα τυρβάζει, κοινώς το χαβά του. Η σερβιτόρα, που εξακολουθεί να στέκεται από πάνω μας σα χριστουγεννιάτικο δέντρο χωρίς τις μπάλες (ή και με μπάλες, ο νοών νοείτω, χε χε) αρχίζει να τα παίρνει. Τότε ακριβώς σκάει η ατάκα: πες τα ρε νταλάρα! Σε πιο λάιτ εκδοχή παίζει και το «πέστα χρυσόστομε». Στόχος να εξέλθει ο αποδέκτης της εν λόγω ατάκας εκ της νιρβάνας του και να τσουλήσει το θέμα.

  2. Μετά απο μεγαλοπρεπές ρέψιμο (μπερπ) το «πες τα ρε νταλάρα!» έρχεται εν είδει επιβράβευσης από την παρέα στο περήφανο μοσχαράκι, που καμαρώνει για την παλιμπαιδιστική συμπεριφορά του. Σε πιο εξτρίμ καταστάσεις, ενδεχομένως να παίζει και μετά από ηχηρό κλανίδι (δε μου έχει τύχει).

Εις αμφότερες τις περιπτώσεις, κοινό υπόβαθρο και προϋπόθεση για την ατάκα είναι η παγκοίνως εμπεδωμένη στη συνείδηση του λαού μας ότι ο νταλάρας πάντα «βγαίνει και τα λέει». Δε θα επεκταθώ σχετικά, και σας παραπέμπω στα επίλοιπα νταλαροειδή λήμματα.

Κι άλλο;

Ο διευθύνων το Ινστιτούτο Διεθνούς Χρηματοοικονομικής (IIF) Charles Dallara. (από Khan, 25/07/11)(από earendil_ath, 12/08/12)

Δες λοιπόν και νταλάρας, δε(ν) μας χέζεις ρε Νταλάρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του Κοκκαλιστάν. Λόγω των ΜΜΕ που έχει υπό τον έλεγχό του ο Λαμπράκης.

- Τι το ψάχνεις; Πού να βρεις το δίκιο σου στην Ελλάδα του Λαμπρακιστάν;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του σκηνοθέτη Giuseppe Tornatore, είναι ο κουλτουριάρης που τον βλέπει τον ιρανικό κινηματογράφο. Σύγκρινε: Αλμπέρ Γαμύ.

Πηγή: The inq.

- Είδες την τελευταία ταινία του Γιάνναρη;
- Άσε με μωρέ με τον Τζουζέπε Λουγκρατόρε! Μισή ώρα εστίαζε πάνω στο γυμνό κορμί του μετανάστη, έλεορ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τελευταίος Ινδιάνος αρχηγός των Τριχάτσι, που μαζί με τον αδερφό του, τον Κουλό Κουρέα, δώσαν την ηρωική άλλα άνιση μάχη της Τριχόπτωσης απέναντι στις στρατιές του Χεντ και του Σόλντερς και, μη μπορώντας να κάνουν την τρίχα τριχιά, ηττήθηκαν κατά κράτος.

Εμβληματική μορφή του last stand, ο αρχηγός με το πεντακάθαρο μέτωπο και την παροιμιώδη χωρίστρα, γράφτηκε στις χρυσές σελίδες του Καραφλού Γένους, πέφτοντας μαχόμενος χωρίς ζελέ και με τη χτένα παρθένα.

Προδομένος από τις Μοίρες, που στη γέννα του αντι να κλώθουν, κρατούσαν ψιλή, άφησε σε όλους εμάς τους επιγόνους του βαριά την παρακαταθήκη της λεβεντιάς και της ασκητικής αποχής από το ζελέ, καθώς και την αίσθηση της τραγικής ειρωνίας μιας φύσης που σου δίνει έξτρα τεστοστερόνη για να πηδάς περισσότερο, αλλά φροντίζει αυτή να σου ρίχνει τα μαλλιά για να μη βρίσκεις γκόμενα.

Είρων ως το τέλος, στην εκτέλεσή του, αντί για παπά ζήτησε κουρέα και έβαλε να γράψουν στον τάφο του: «Αν οι τρίχες είχαν αξία, δε θα φυτρώναν και στον κώλο».

Εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηχομιμητική λέξη από τον ήχο του γέλιου. Είναι επιφώνημα και εκφράζει μειωτική, επιτιμητική, ειρωνική, περιπαικτική, γενικά αρνητική στάση του ομιλητή έναντι αυτού προς τον οποίο απευθύνει τον λόγο. Επέτεινε την χρήση του ο Μάρκος Σεφερλής.

Αχαχούχα! Πώς είναι έτσι ντυμένη σαν τσόλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από παλιά διαφήμιση της γνωστής οδοντόκρεμας.

Το συγκεκριμένο σλόγκαν καθιερώθηκε και στο σλανγκικό σύμπαν. Χρησιμοποιείται με μπόλικη δόση ειρωνείας, όταν θέλουμε να καταδείξουμε ένα αντιπαθητικό άτομο που:

  1. φαίνεται να έχει καλούς τρόπους και χαμογελάει συνέχεια επιδεικνύοντας την κατάλευκή του οδοντοστοιχία για να κάνει δημόσιες σχέσεις (ενώ εμείς γνωρίζουμε πως πρόκειται για φίδι), ή

  2. είναι κακάσχημος, υποφέρει από τερηδόνα, ουλίτιδα, του λείπουν αρκετά δόντια και το χαμόγελο τον χαλάει ακόμα πιο πολύ, ή απλά,

  3. είναι αυτό που ο σοφός λαός ονομάζει «χαζό παιδί χαρά γεμάτο».

Για καλό πάντως, δεν είναι.

  1. - Τσέκαρε τον Λάκη, ρε... από τότε που πολιτεύτηκε απέκτησε και το χαμόγελο της Colgate, κανονικά όμως...

  2. Βλ. μήδι νο 1

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που έχει κάτι λάγνο στην κίνησή του, που γέρνει ελαφρώς, που την κουνάει την παντόφλα, ο ζουζουνέλος, αυτός που το πισωγλεντάει δηλαδή.

Από επεισόδιο των «Απαράδεκτων», λογοπαίγνιο με το όνομα του τραγουδιστή/συνθέτη των 80s/90s Κώστα Χαριτοδιπλωμένου που, όπως και να το κάνουμε δηλαδή, έχει και πολύ τσαχπίνικο επώνυμο!

- Γνώρισα χθες τον φίλο της Γιώτας, τον Κωνσταντίνο... Τον ξέρεις;
- Χάχα, αν τον ξέρω λέει;... Και πώς σου φάνηκε;
- Καλό παιδί, αλλά κάπως χαριτοδιπλωμένος νομίζω...
- Μόνο; Αυτός είναι κοπέλα τελειωμένη ρε, τον παίρνει καδρόνι και τον βγάζει ροκανίδι να πούμε!
- Αλλά είναι όμως καλό παιδί...
- Καλό παιδί, πάνω απ' όλα! Α, το σωστό να λέγεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο=Ορίστε
Σ=Στραγάλια
Φ=Φιστίκι
Π=Παστατέμπο

οσφπ 0-5 ΑΕΚ (Αποτέλεσμα τελικού κυπέλου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει το έθιμο την Μεγάλη Παρασκευή να γυρίζουν οι πιστοί από εκκλησία σε εκκλησία, για να προσκυνούν όσους περισσότερους Επιταφίους μπορούν. Και να κάνουν και τα σχετικά καλλιστεία ποιος είναι ο ομορφότερος, όχι χωρίς τοπικιστική υπερηφάνεια («ο δικός μας είναι έτσι» κ.τ.λ.).

Στην εποχή του clubbing, το παραδοσιακό αυτό έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής, που συνεχίζουν να το εξασκούν χριστιανόφατσες τε και χριστιανόφουστες, μετονομάστηκε σε churching (κατά το clubbing) ή Επιτάφιινγκ. Επειδή και στο clubbing (κατά μία έννοια) πας από το ένα κλαμπάκι στο άλλο, χωρίς να μένεις πολλή ώρα σε κανένα.

- Κάναμε ένα Επιτάφιινγκ την Μεγάλη Παρασκευή το μεσημέρι, και νομίζω ότι τον καλύτερο Επιτάφιο τον έχει ο Άι Γιάννης ο Τρέντης στα Κάτω Σλανγκέικα.

- Θα διαφωνήσω! Το δικό μου churching μου λέει ότι ο καλύτερος βρίσκεται στην Αγία Καραμέλα στο Άνω Σλανγκοχώρι.

(από Khan, 10/06/14)King Crimson, Epitaph, μυδασίστ Πάτσης (από Khan, 11/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified