Further tags

Κάνω σκληρή οικονομία.

α. (www.eksegersi.gr) ...αυτών που φτύνουν αίμα καθημερινά για ένα κομμάτι ψωμί και κάνουν το σκατό παξιμάδι για να εξαγοράσουν επιβίωση...

β. (www.sonik.gr) ...και αν ρωτήσετε τους Άγγλους τους φαίνεται ακριβό το εισιτήριο για τα φεστιβάλ αλλά κάνουν το σκατό τους παξιμάδι για να πάνε κάθε χρονιά...

Ψωμί ευλογημένο κατά τας Γραφάς (από Vrastaman, 27/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασσική σημασία του όρου αναφέρεται στην πόρτα του πλοίου.

Εδώ όμως ο όρος μπουκαπόρτα μπαίνει με την έννοια του στόματος, με την έννοια της πόρτας (πύλης) μπουκώματος. Με τη χρήση του όρου αυτού, υποβοηθούμαστε και από την κλασσική σημασία του όρου μέσω συνειρμού στις μεγάλες διαστάσεις της καραβόπορτας ώστε να υποδηλωθεί καλύτερα η έννοια της γρήγορης εισαγωγής τροφών (μπούκωμα, χλαπάκιασμα).

- Πώς γεμίζεις έτσι τη μπουκαπόρτα παιδάκι μου; Θα σκάσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί η χοληστερίνη να 'ναι πολύ ευαίσθητη και να ανεβαίνει κάθε φορά που ανοίγει η μπουκαπόρτα, εντούτοις όμως χτυπάει κόκκινο σε περιόδους γιορτών.

Σε αυτές τις περιόδους (Χριστούγεννα, Πάσχα, Κούλουμα κλπ), το κλίμα των ημερών, η χαλαρότητα, η ανάγκη για απόλαυση και η ανάγκη για κάτι ξεχωριστό, συνηγορούν για υπερκατανάλωση τρελής ποικιλίας τροφών σε τρελές ποσότητες. Οι πιο απίθανοι συνδυασμοί τροφών λαμβάνουν χώρο σε ένα φεστιβάλ μάσας και πιόματος άνευ προηγουμένου. Πιόμα που χαλαρώνει τον έλεγχο και ως αποτέλεσμα, το download τροφών συνεχίζει ακάθεκτο. Μοναδική λοιπόν η περίοδος, μοναδική και η κραιπάλη.

Το όλο αποτέλεσμα στην υγεία;
Λόγω του αναφερόμενου φεστιβάλ, το στομάχι βάλλεται σ' ένα crash test άνευ προηγουμένου και η χοληστερίνη εκτινάσσεται στα ύψη.

Επειδή λοιπόν, αυτή η υπερκατανάλωση των τόσο διαφορετικών τροφών και ποτών, συντελεί στην αύξηση των επιπέδων της χοληστερίνης, γι'αυτό και αυτό το ανελέητο φαγοπότι ονομάζεται φεστιβάλ χοληστερίνης.

Σημείωση: Για φεστιβάλ χοληστερίνης θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και σε άλλες περιόδους, όπου για συγκυριακούς λόγους θα μπορούσε να παρατηρηθεί υπερκατανάλωση τροφών και ποτών.

Από φόρουμ

  1. Το φεστιβάλ χοληστερίνης που ακολούθησε, με κουραμπιέδες, μελομακάρανα και άλλα γιορτινά, προσέθεσαν λίγα ομολογουμένως κιλά, αρκετά όμως ώστε η φουστίτσα να δεινοπαθεί πλέον κάθε φορά που εκείνη επιχειρούσε να τη φορέσει.
    http://diigimata.pblogs.gr/tags/kokkinoskoyfitsa-gr.html

  2. Άλλο ένα φεστιβάλ χοληστερίνης έλαβε τέλος.
    Αρνάκια και κατσικάκια, εγχώρια και εισαγόμενα, αθώα μέλη της άτυχης φυλής των αμνοεριφίων έπεσαν υπέρ εθίμου. Να ζήσουμε να τα θυμόμαστε. Και του χρόνου…
    http://afmarx.wordpress.com/2007/04/10/

  3. Οι πληροφορίες μας λένε ότι Χριστός Ανέστη τα μεσάνυχτα του Σαββάτου ακριβώς. Ωστόσο, εμείς λέμε να ανέβουμε τον Γολγοθά λίγο μετά την Ανάσταση – κοινώς, πάμε Πάρνηθα αύριο Δευτέρα 9 Απριλίου, να βρούμε το δεύτερο «θησαυρό» (ο βασικότερος λόγος είναι πως θέλουμε να χωνέψουμε από το σημερινό φεστιβάλ χοληστερίνης).
    http://mapforum.gr/viewtopic.php;start=15&t=250

(από GATZMAN, 27/11/08)(από GATZMAN, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση κατά την οποία το τασάκι έχει γεμίσει ασφυκτικά από κάθε μάρκας γόπες και αρχίζει να ξεχειλίζει. Δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο αλλά από την εμπειρία αποδεικνύεται πως ο μέσος όρος ύψους που φτάνει η εν λόγω πίτα είναι τα 4,5 εκ. πάνω από την επιφάνεια του τασακίου. Φυσικά το παγκόσμιο ρεκόρ είναι πολύ πιο πάνω, αλλά εδώ μιλάμε για καταστάσεις νορμάλ και όχι πτυχιούχων αρχιτεκτόνων - μηχανικών που κάνουν μελέτες για το πώς θα τοποθετήσουν τις γόπες ώστε να επιτύχουν το μέγιστο ύψος. Παραδόξως, το ρεκόρ κατέχει η λατρευτή Λιάνα Κανέλλη που δεν έχει πτυχίο Πολυτεχνείου. Η τσιγαρόπιτα-Κιλιμάντζαρο της δωρίστηκε στην Τ.Ο. ΚΚΕ του Δήμου Σταυρούπολης ως έργο τέχνης με την ονομασία: «Είτε έχει ήλιο είτε όχι, τα τηλεοπτικά παράθυρα μένουν ανοιχτά (Η ένταση της φωνής ως υποκατάσταση λογικών επιχειρημάτων)»

Μπορεί και να χρησιμοποιηθεί και ως απάντηση σε ερώτηση Να σας φέρω κάτι; ή να χρησιμοποιηθεί ως αντικατάσταση οποιουδήποτε είδους φαγητού. Εκλεκτό έδεσμα πάσης φύσεως θεριακλήδων, φαντάρων που υπηρετούν σε φυλάκια περιοχών που δεν φυτρώνουν ούτε αυτοί που δεν τους σπέρνουν, φοιτητών που κάνουν τις εργασίες τους μισή ώρα πριν την παρουσίαση και του χαρακτήρα που ενσάρκωσε ο Σάμιουελ ΕΛ Τζάκσον στο πρώτο Τζουράσικ Παρκ. Η συνταγή της όσο και η παρασκευή της είναι τόσο απλές ώστε αποτελεί την πρώτη επιλογή όλων των παραπάνω ευαίσθητων ομάδων.

- Άσε φίλε, με μια τσιγαρόπιτα-μάρλμπορο είμαι από το πρωί. Καλή είναι, αλλά δε με κρατάει και πολύ, τώρα με κόβει λόρδα απίστευτη. Πάμε να τσιμπήσουμε κάτι;
- Μπα, εγώ είμαι χορτάτος. Τσίμπησα μια πίπα-γύρο από τα χεράκια της Ελένης μου, άλλο πράμα!
- Όντως, είναι πολύ χορταστική και θρεπτική η άτιμη!
- Και πού το ξέρεις εσύ ρε πιτσιρίκο;
- Ε, να μωρέ, φαίνεται από το ότι είσαι δυνατός σαν... τράγος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταβροχθίζω ένα -συνήθως πρόχειρο ή/και ανθυγιεινό- έδεσμα.

  1. -Κατά τις 4 το πρωί βγήκαμε τελικά από το κλαμπ και μιας και μας έκοψε η πείνα, τσακίσαμε απο δύο πιτόγυρα ο καθένας. Ας είναι καλά το γυράδικο του Βαγγέλα που λειτουργεί 24/7!

  2. Λουτσιάνο Βαρελότι: «- Ρε λούστη μου, πάλι 220 κιλά έχω πάει. Τι θα κάνω;»
    Χωσέ το Τέρας: «- Εμ πως να χάσεις βάρος όταν τσακίζεις τα ντόνατς 5-5;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του ντελικατέσεν, που σημαίνει φίνα ή εκλεπτυσμένα φαγητά ή εδέσματα γενικότερα. Λέγεται κατ' ευφημισμόν για το ντερλίκωμα, το νταλάκιασμα ή τα κακής ποιότητας φαγητά, γύροι, πίτες, σουβλάκια και άλλα βρώμικα.

  • Τι λέει; Θα πάρουμε κανα ντερλικατέσεν; Πείνασα...
  • Πλακωθήκαμε στα ντερλικατέσεν. Γουρουνιάσαμε σου λέω!
  • Τι θα φάμε; Έχει εδώ κοντά κανένα ντερλικατέσεν, ή να χτυπήσουμε καμιά πίτσα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που τσέκαρα ότι λεγόταν στα νάιντηζ τουλάστιχον σε διάφορα Βόρεια Προάστεια της Αθήνας. Η λογική είναι περίπου η εξής:

Ο Ποπάι τρώει σπανάκι.

Η ελληνική βερσιόν του τρώει σπανακόρυζο που είναι πιο ελληνικό, περμαθουλώδες και ξενερουά.

Ergo, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο είναι ο κοντός και μικρὸς τὸ δέμας (καθώς κάμποσοι ομηρικοί ήρωες) τυπάς, που προσπαθεί να υπεραναπληρώσει την φυσική του μειονεξία με το να μετατραπεί σε μπιλντέρι σφίχτερμαν. Πλην δεν πείθει κανέναν, και οι άλλοι εξακολουθούν να τον θεωρούν ως άνθρωπο-μισή μερίδα-μισή χαψιά, σπανακορύζου εν προκειμένω.

Τι να κλάσει μωρ' ο μηδέν βαθμοί, ο μισή μπουκιά σπανακόρυζο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουμπανιασμένο, θεωρείται κάτι που βρίσκεται στα απώτερα όρια του. Προφ, η λέξη προέρχεται από το τέντωμα του δέρματος πάνω στο ξύλο, ώστε να κατασκευαστεί ένα αξιοπρεπές και αποτελεσματικό τύμπανο.

Βάση αυτού του χαρακτηριστικού του τύμπανου, η λέξη έχει σλανγκοποιηθεί σε άπειρους τομείς. Οι κυριότεροι από αυτούς:

  • auto moto: α) τουμπανιασμένο αυτοκίνητο είναι αυτό που μετά τις μετατροπές, καταλαμβάνει τον διπλάσιο όγκο. Αεροτομές, φτερά, τριπλάσια λάστιχα, προβολείς. Τουμπανιασμένη μηχανή είναι αυτή που επίσης έχει πάνω της όλα τα έξτρα αξεσουάρ του εργοστασίου, συν ότι aftermarket έχει κυκλοφορήσει. β) τουμπανιασμένος κινητήρας είναι αυτός που έχει φτάσει τα όρια του. Άλλος ένας ίππος και μπουμ!
  • γυμναστική: από τις ντόπες και την γυμναστική, γίνεσαι τούμπανο, τουμπανιάζεις. Δλδ τσιτώνουν οι μυς όπως το δέρμα του τύμπανου, και φαίνεται ότι λίγο να σφιχτείς, θα σκιστεί το δέρμα. Προ τουμπανιάσματος αγόραζες Μ(edium), και μετά XXL(large). Σαν το ανθρωπάκι της Michelin ένα πράμα.
  • φαγητό μέχρι σκασμού: η λαϊκή (ακροβατούμε μεταξύ σλάνγκ και κυριολεξίας) μεταφορά του επιστημονικού όρου «τυμπανισμός». Αμάν έχεις φτάσει σε αυτό το σημείο, μία γουλιά νερό μπορεί να σε σκάσει. Επιστημονικά ο «τυμπανισμός» είναι το φούσκωμα, είτε από δυσλειτουργία του πεπτικού, είτε από εκτεταμένη ασιτία, είτε από πνιγμό. Στη σλανγκ, μιλάμε για κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας φαγητού ή ποτού, ή και τα δύο.
  • οικονομικά / τεχνολογία: α) για πιστωτικές κάρτες που είτε είναι στα όρια τους, ή τα έχουν περάσει, και πληρώνεις κάπου 30% τόκο! η χαρά του τραπεζίτη! β) φορτωμένες κάρτες, ή σκληροί δίσκοι.

auto / moto
...........
Σήμερα το έκλεισα.Πολύ καλό σαν καινούριο πραγματικά και τουμπανιασμένο με top case μπαγκαζιέρες bagster παροχή ρεύματος ψηλή ζελατίνα Givi.Ο φίλος το σκότωσε πραγματικά γιατί ήταν κοντούλης και πήρε ένα CBF
...........

γυμναστική
............
Τουμπανιασμένος δεν θα γίνει ούτως ή άλλως για΄τι η εφεδρίνη δεν προκαλεί πρήξιμο. ...........

(από electron, 04/09/10)(από electron, 05/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λαίμαργος, ο φαταούλας στην αργκό των Ιωαννίνων. Απαντάται συνήθως ως π'στόβλιακο.

- Πού είναι ρε η μπατσαριά;
- Την έφαγα.
- Ρε πουστόβλιακο!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν και το μπετόν προέρχεται από τα γαλλικά (béton) ομοίως μ’ εμάς αποκαλούν κι οι Ιταλοί betoniera:

1. Το γνωστό μηχάνημα και το γνωστό όχημα, παραγωγής μπετόν που χρησιμοποιούνται στην οικοδομική.

2. Η υπερβολική χοντρή γυναίκα.

Τα αγελάδα, βόδι, γουρούνα είναι υποκοριστικά· τα [κήτος], φάλαινα, όρκα, φώκια παραπλανούν, αφού είναι προς εξαφάνιση ενώ αυτή όχι· τα τόφαλος, θωρηκτό, φρεγάτα, παπόρι, ξυγκοβουνό, είναι πιο κοντά στην εξωτερική περιγραφή αλλά δεν καλύπτουν το βασικό χαρακτηριστικό της διαρκούς μασάς.

Την περιγράφει πολύ παραστατικά στο «Μικρή γλυκιά μου Μπετονιέρα» ο Μάρκος Σεφερλής παρέα με την γνωστή ιδιορρυθμία στα ερωτικά γούστα που τολμώ να περιγράψω σαν μπετονιερολαγνεία· το παχυσαρκολαγνεία (fat fetishism) μου φαίνεται κάπως, αλλά περί σλανγκο-ορέξεως...

3. Θαμώνες μπαρ και άλλων διασκεδάδικων (όχι απαραίτητα χοντροί) που καταναλώνουν ξηροκάρπια και λοιπά συνοδευτικά του ποτού σε τεράστιες ποσότητες. Το αλκοόλ είναι απλώς η αφορμή. Από γκαρσόνια και μπάρμεν ακούγονται και τα: «Έβαλε μπρος τη μπετονιέρα», «Ακόμη δε πήρε φωτιά η μπετονιέρα;» ενίοτε και σαν σφόλια. Ένα τρατάρισμα με μπαγιάτικα ψιψιψόνια («Στείλε τα ληγμένα / μπίο») μπορεί να στείλει το μήνυμα αλλά μερικοί συνεχίζουν ακάθεκτοι. Παρεμπιπτόντως, το φαινόμενο παρατηρείται εντονότερο λόγω οικονομικής κρίσης.

Υποσυνομοταξία αυτών, αποτελεί η «αυτοτροφοδοτούμενη μπετονιέρα». Παρατηρείται σε κινηματογράφους και μεγάλα κέντρα όπου υποβοηθούμενοι από το σκότος και το ημίφως, καρμίρηδες (ή οικονόμοι, όπως το δει καθείς) κουβαλούν δικές τους σνακοπρομήθειες προς κατανάλωση.

Σε κινηματογράφους μπορεί να σου γίνουν τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια αν έχεις τη γκαντεμιά να καθίσει δίπλα σου μια μπετονιέρα σε δράση. Στις λοιπές περιπτώσεις, αν γουστάρεις, σηκώνει και τράκα: η ποιότητα είναι αισθητά καλύτερη.

4. Tο «τη γυρνάει τη μπετονιέρα» αλλού στο σάη.

  1. «Τη μπετονιέρα μην κατηγοράς - αυτή σου δίνει για να φας» (ανεπανάληπτοι στίχοι απ’ τη «μπετονιέρα» του Ζωρζ Πιλαλί)

  2. «Μικρή γλυκιά μου Μπετονιέρα»
    Στίχοι, Μουσική, Πρώτη εκτέλεση: Μάρκος Σεφερλής:

Κάτι θέλω να σου πω που καιρό κρατώ κρυφό
ψάχνω λέξεις για να βρω
πιο καλά να εκφραστώ.

Δε θέλω να μου προσβληθείς
ούτε να μου παρεξηγηθείς
για το λόγο λοιπόν αυτό
απόξω - απόξω θα σ' το πω

Κάνανε ζάρες οι βυζάρες σου
και σακουλιάσαν οι ματάρες σου
το δαχτυλίδι δε χωράει πια στο χέρι σου
και είναι εφτά κιλά το κάθε κωλομέρι σου.

Η κυτταρίτιδα έφτασε στ' αμήν
παραγγελία κάνεις το μπλου τζην
δύο καρέκλες για να κάτσεις δε σου φτάνουνε
αυτά μωρό μου όμως βλέπω και με φτιάχνουνε.

Μικρή γλυκιά μου μπετονιέρα
που τρως σαν πούστης όλη μέρα
ψάχνω για να 'βρω κάποια λύση
αυτή η σχέση μη διαλύσει.

Μικρή γλυκιά μου μπετονιέρα
σου 'φερα γκούντα και γραβιέρα
να τρως συνέχεια ψάχνω λύσεις
φοβάμαι μην αδυνατίσεις.

Μοιάζεις με μίνι φαλαινίτσα
έχεις τεράστια κοιλίτσα
σαν δυο αρκούδων έχεις κώλο
αυτές που ζουν στο Βόρειο Πόλο.

Από το πάχος λεν θα χάσεις την υγεία σου
εσύ μην τους ακούς, άδειαζε τα ψυγεία σου
ότι δε φαίνονται σου λένε τα παΐδια σου
εσύ μην τους ακούς γράφτους όλους ... κανονικά

  1. –Τι 'ναι αυτή η στοίβα ρε;
    – Ό,τι πιατικό γλίτωσε απ’ τη μπετονιέρα στο 15. – Με μια σφήνα Κάτυ μόνο; Κρύψ’ τα κάσιους και στείλε μπίο.
    – Μπίο γιοκ εδώ και μισή ώρα.
    – Λες να ‘χει καβάντζα η μπουζουκλερί απέναντι;
    – Κι εκείνα από ‘κει ήταν.
    – Πω ρε πούστη μου!! Μα που τα βάζει;
    – Να ψήσω τραχανά με στραγάλια στα μικροκύματα ντεμέκ εξωτικό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified