Το παλιογύναικο, η πουτάνα.
- Δε μας χέζεις με την ξελόντζα που έμπλεξες...
Το παλιογύναικο, η πουτάνα.
- Δε μας χέζεις με την ξελόντζα που έμπλεξες...
Got a better definition? Add it!
Aπό το φράγκα + killer. Ο τσιγκούνης. Συνώνυμα: [φραγκοφονιάς], γερο-Λαδάς.
Ο Μήτσος είναι μεγάλος φραγκοκίλερ: πήγε ραντεβού με την Καίτη και ούτε ένα καφέ δεν την κέρασε!
Got a better definition? Add it!
Ο απρόσεκτος. Περιέχει μια ελαφρά δόση χιούμορ.
- Μας τσάκισες ρε αρβάλα, πρόσεχε λίγο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο απρόσεκτος. Περιέχει μια ελαφρά δόση χιούμορ.
Μας τσάκισες ρε αρούκατε, πρόσεχε λίγο!
Got a better definition? Add it!
Published
Αυτός που φέρνει σε τρελό, ο ψιλο-αρπαγμένος. Περιέχει «ένα τακ» ειρωνείας.
- Είμαι τρελάκιας εγώ, θα πηδήξω από τον Ισθμό, μη με ζορίζετε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που το παίζει το πιο γερό ποτήρι. Σε παραλληλία με το τρελάκιας.
Πιέτε ποτά ρεεε... α ρε ποτάκηδες...
Got a better definition? Add it!
Published
Βρισιά Λαρισαϊκής προελεύσεως, συνώνυμη της πανελλαδικώς διάσημης μαλάκας.
Υπερθετικά: Χατζηκαυλάρας (συνηθέστερο), Καρακαυλάρας.
Πήγε να την πέσει στο μωρό και σκάλωσε... Τι καυλάρας!
Got a better definition? Add it!
Ο επιστήμονας στο είδος του.
Ο ξετσίπωτος, που δεν δίνει λογαρισμό σε κανέναν, δεν ενδιαφέρεται για τίποτα και κανέναν, ο ξεδιάντροπος (κοινώς σταρχιδιστής) που έχει ανάγει την τέχνη του σε επιστήμη* διαφημιζοντάς την γεμάτος περηφάνεια.
(*σταρχιδισμός)
- Τι έκανες σήμερα;
- Μελέτούσα πάλι Σταρχιμήδη ...
- Τι παριστάνεις εκεί και κάθεσαι όλη μέρα, τον Σταρχιμήδη;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κοινώς, με πέτυχε στ' αρχίδια.
Ύστερα από σουτ η μπάλα χτυπάει τ' αρχίδια του αντιπάλου.
-Καλά ρε μάλακα... τι σταρχιδοβόλος που είσαι!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο ούμπερ-ζοριλίκης τυπάς που φουλάρει / τιγκάρει το σώμα του με ό,τι συμπλήρωμα διατροφής βρει για να φαίνεται φουσκωτός και μετά τριγυρνάει στους διαδρόμους γυμναστηρίων κάνοντας επίδειξη.
Συνηθίζεται να φαίνονται οι φλέβες του και καθώς κάνει ασκήσεις να βογκάει συνεχώς.
- Τσέκαρε τον ψηλό από κει. Φαίνονται οι φλέβες του.
- Παίρνει τα πάντα ο τίγκας !
Σχετικά: Κ.Δ.Ο.Α., μποντέος / μπονταίος, μποντιμπιλντεράς, ντούκι, πρησμένος, σβάρτσος, σφίχτερμαν, σφίχτης, τίγκατρον, τρίπατος, χτιστός.
Got a better definition? Add it!