Further tags

Ποδοσφαιρική έκφραση που υποδηλώνει ικανότητα. Παραλλαγή της λέξης παίχτης, χρησιμοποιείται ως θετικό επίθετο κυρίως σε άνδρες (παρότι θηλυκού γένους).

- Βάλε μέσα την παιχτούρα να πετάξει 3 γκολάκια!

- Τελικά είσαι μεγάλη παιχτούρα, μια χαρά τα κατάφερες πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για μέλος ενος σάιτ που έγραψε ένα και μοναδικό ποστ και μετά εξαφανίστηκε.

Ο τάδε είναι μονόποστο μέλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει προέλθει απο τον σχιζοφρενή με το πριόνι της Αννίτας. Σημαίνει ευχαρίστηση και εντυπωσιασμό.

  1. - Είναι πριόνια η κοπέλα.

  2. - Χθες περάσαμε πριόνια.

Πριόνι (από allivegp, 27/05/09)"Ολα πρέπει να εξαφάνιστούν" (από gaidouragathos, 30/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα η οποία δεν ενδιαφέρεται για την εξωτερική εμφάνιση του συντρόφου της, παρά μόνο για το μυαλό και την κουλτούρα του.

-Καλά, πολύ ωραία αυτή η Ελένη. Αναρωτιέμαι αν θα ήθελε καμιά φορά να βγούμε...
-Άσε ρε, είναι πιασμένη...
-Αλήθεια; Με ποιον τα έχει;
-Με το Μιχάλη. -Δε σε πιστεύω! Με αυτήν τη φυτούκλα; Αν είναι δυνατόν, αυτός είναι χάλια! Δεν το περίμενα ποτέ πως θα ήταν τόσο μεγάλη μυαλογαμίστρα!

Μονογαμική μυαλογαμίστρα! (από Khan, 22/08/13)Το χταπόδιασμα έχει και κάτι από εγκεφαλογάμι (από Khan, 27/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικό επίθετο για γυναίκα. Πιθανόν προέρχεται από τη φράση «στάχτη και μπούρμπερη» συνδυασμένο ηχητικά με την μάρκα ρούχων Burberry.

Αναφέρεται σε γυναίκες που προσπαθούν να ντυθούν επιδεικτικά με μάρκες (ενίοτε και faux), χωρίς το ντύσιμο να συνάδει με τον πολιτισμό τους, την συμπεριφορά τους και συχνότατα την βαριά προφορά τους.

- Για δες τη βλαχομπούρμπερη την Μαρία, σαν την λατέρνα ντύθηκε πάλι και μας μοστράρει τα φιρμάτα...

- Η Καίτη η βλαχομπούρμπερη, πάει στην λαϊκή να ψωνίσει κολοκυθάκια με την καρό καπαρντίνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος απολίτιστος και άξεστος, μέχρις ηλιθιότητος.

Ενδιαφέρον έχουν οι καταβολές της λέξης οι οποίες είναι, από χέρι, ρατσιστικές. Κάφρους (kaffirs) αποκαλούσαν οι λευκοί τους μαύρους της Νότιας Αφρικής για να δείξουν ότι πρόκειται για υποδεέστερη φυλή - η χρήση της λέξης ήταν η ίδια με τη χρήση του nigger στον Αμερικάνικό Νότο. Αλλά, πιο παλιά ακόμη η λέξη (kafir) είναι Αραβική και σημαίνει «άπιστος» - δηλαδή όπως οι Αρχαίοι έλεγαν «πας μη Έλλην βάρβαρος» οι Άραβες έλεγαν «όποιος δεν είναι μουσουλμάνος είναι κάφρος». Εδώ βρίσκεται και η ρίζα της τουρκογενούς λέξης «γκιαούρης» -> gavur -> kafur -> kafir.

Δεδομένων αυτών των καταβολών έχει όσο νά 'ναι πλάκα ότι η λέξη στην Ελλάδα έχει υιοθετηθεί σ' ένα άνετο από την λεγόμενη προοδευτική παράταξη η οποία, αν ήξερε τι έλεγε, ασφαλώς και θα απέφευγε τη σύνδεση με το απαρτχάιντ και τον Ισλαμικό φονταμενταλισμό.

Είμαστε κάφροι, γκάγκαροι, ακούλτουροι και σε λίγο θα γίνουμε και γύφτοι, γιατί δε θα έχουμε πια πού να πάμε. Οι ίδιοι κάφροι που πετάνε από το αυτοκίνητο τα σκουπίδια, που βρομίζουν και στήνουν τις πλαστικές καρέκλες τους στην παραλία, αυτοί είναι που βάζουν τις φωτιές, πρόκειται ακριβώς για την ίδια εγωκεντρική σκυλάδικη αδιαφορία.

(Το παράδειγμα είναι αυτολεξεί από εναλλακτικό blog).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που μοιάζει να συχνάζει κάθε Σάββατο πρώτο τραπέζι κάλτσα, που φαίνεται να ακούει δηλαδή σκυλάδικα και να έχει ως μόνιμη απασχόληση το να χορεύει τσιφτετέλι πάνω σε τραπέζια σκυλάδικων/ελληνάδικων.

- Κοίτα ρε μαλάκα τη γκόμενα με το λεοπαρδαλέ μίνι! Πώωω, κάτι μπουτάρες...
- Πάρε ένα σκυλί... Ε ρε και να σε βάλω στα τέσσερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που έχει σκυλόφατσα και μοιάζει εντελώς καμμένη/κατεστραμμένη. Πολλές φορές η εν λόγω γκόμενα έχει επιπλέον μπάσα φωνή ή/και μιλάει σαν νταλικέρης.

Παρόλα αυτά τα σκυλιά μπορεί να έχουν ωραίο σώμα, οπότε η πλειοψηφία των ανδρών είναι (όπως πάντα) έτοιμη να παραβλέψει τα ανωτέρω γαβγιστερά χαρακτηριστικά και να ρίξει έναν πούτσο αν του κάτσει κανένα...

  1. (Μιλάει η γκόμενα, με βραχνή μπάσα φωνή, περιγράφωντας κάποιον από το μαγαζί που της αρέσει σε μια φίλη της...)
    - Τι μουνί είναι αυτό ρε;!
    - Σιγά, θα μας πάρουνε χαμπάρι!
    - Στο μπούτσο μου ρε μαλάκα, αφού εγώ τον γουστάρω!

(Σχόλια παρευρισκόμενων ανδρών)

- Ω ρε ένα κοπρόσκυλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καθ' έξιν εκφέρων παπαριές, κατά το κοινώς λεγόμενον μαλακίες. Οι παπαρολόγοι ευδοκιμούν ιδιαιτέρως στην Ελλάδα (ίσως το κλίμα...) και έχουν κατά κύριο λόγο τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α. Ανήκουν συνήθως στην συμπαθή επαγγελματική τάξη των δικηγόρων. Παπαρολόγοι υπάρχουν και σε άλλες επαγγελματικές τάξεις, αλλά σε μικρότερα νούμερα.

β. Εξ ορισμού το 97,2% των πολιτικών είναι παπαρολόγοι, εικάζεται δε ότι η ιδιότητα του παπαρολόγου προϋπάρχει αυτής του πολιτικού στα εν λόγω υποκείμενα. Μία τελευταία θεωρία υποστηρίζει ότι η εντρύφηση στην παπαρολογία (ακαδημαϊκά ή άλλως) είναι προαπαιτούμενο για την εισαγωγή στην πολιτική.

γ. Για κάποιον άγνωστο μέχρι σήμερα λόγο, πιθανότατα συναφή προς την συνάθροιση διαφόρων ζώων σε συγκεκριμένες περιοχές για πολλαπλασιασμό ή αποδήμηση, συχνάζουν σε τηλεοπτικά studios περί την ογδόη απογευματινή και παπαρολογούν ασυστόλως στα παράθυρα των τηλεοπτικών ειδήσεων, τα οποία παρεμπίπταμπλυ, αποτελούν ναό του νεολληνικού πολιτεύματος της τηλεποπτευομένης δημοκρατίας.

δ. Οι παπαρολόγοι έχουν μεν φυσικούς εχθρούς στο ζωϊκό βασίλειο, αλλά οι τελευταίοι είναι παντελώς ανίσχυροι μπροστά τους, αποδεικνύοντας την ορθότητα του ρητού «η ηλιθιότητα είναι ανίκητη». Τελευταίες μελέτες υποστηρίζουν ότι ως είδος παίζει στα ίσα τις κατσαρίδες για τον τίτλο του μοναδικού επιζώντος της πυρηνικής καταστροφής.

  1. - Είναι έγκριτος νομικός ο κ. Σκορδοπούτσογλου. Καθηγητής του ποινικού δικαίου.
    - Μωρέ μέγας παπαρολόγος είναι γι' αυτό κι έχει χεστεί στο τάλαρο...

  2. - Παιδί μου, σήκω να πας να ψηφίσεις. Μία πήγε η ώρα. Άντε παιδάκι μου.
    - 'Ασε μας ρε μάνα, μ' όλους τους παπαρολόγους, μας έχουν φλομώσει στη μαλακία τόσα χρόνια και χαΐρι δεν είδαμε. - Μη λες έτσι παιδάκι μου. Ο κ. Ξυσταρχιδόπουλος άμανε και βγει θα σε βάλει στο Δήμο παιδάκι μου, να κλείσω κι εγώ τα ματάκια μου ήσυχη... άντε καλό μου εσύ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που του αρέσει να κοπροσκυλιάζει όλη μέρα και αν πρόκειται για δουλεία, κάνει τον Κινέζο. Κοινώς ο χαραμοφάης, ο ανεπρόκοπος και τα συναφή...

Επειδή όμως και αυτοί που δουλεύουν δεν αισθάνονται και πολύ ευτυχισμένοι κατά βάθος γι' αυτό τους το κατόρθωμα, ο όρος κοπρόσκυλο έχει αποκτήσει και μια θετική έννοια μέσα στα πλαίσια της φιλικής κουβέντας, παίρνοντας τη σημασία των χαλαρός, αραχτός κτλ. (βλέπε και το site koproskilo.gr, για το κοπροσκύλιασμα ως στάση ζωής...)

  1. - Μα τι κοπρόσκυλο είναι αυτός ο γιος της κυρα-Τασούλας Ευανθία μου; Ξυπνάει το απόγευμα το βράδυ γυρνάει και κοιμάται τα ξημερώματα! - Βρε μπας και δουλεύει νυχτοφύλακας το παιδί;

  2. - Τώρα στις διακοπές θα λιώνω όλη μέρα στο PC... Κοπρόσκυλο θα γίνω!! - Κάτσε ρε, να βγαίνουμε και καθόλου να κοζάρουμε κανένα κωλαράκι... - Καλά, που και που θα κάνουμε και καμιά τέτοια δουλειά, μην μας πούνε και τεμπέληδες!

Η κρυφή γοητεία του κοπροσκυλεύειν... :) (από Cunning Linguist, 07/01/10)math copro... cessor (από GATZMAN, 11/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified