Σημαίνει μουνόπανο. Γράφεται έτσι στον online γραπτό λόγο, χάριν συντομίας. Χαρακτηρισμός με αρνητική χροιά, που αναφέρεται σε κάποιον που επιδίδεται στην πουστιά, που δεν έχει μπέσα.
- Giati banarate ton takis_7654;
- Giati itan mnpn...
Σημαίνει μουνόπανο. Γράφεται έτσι στον online γραπτό λόγο, χάριν συντομίας. Χαρακτηρισμός με αρνητική χροιά, που αναφέρεται σε κάποιον που επιδίδεται στην πουστιά, που δεν έχει μπέσα.
- Giati banarate ton takis_7654;
- Giati itan mnpn...
Got a better definition? Add it!
John Fistikis, Τζον Φυστίκης
Ένας οποιοσδήποτε Ελληνοαμερικανός. Φοράει μεγάλο καουμπόικο καπέλο, μιλάει σπαστά «ελλήνικος» και έχει βγάλει πολλά «ντόλαρς» στο Αμέρικα.
Τζων Φιστίκης: «Εμείς στο Αμέρικα έχομε πιο μεγκάλο κάρο από Ελλάντα. Πολύ μεγκάλο κάρο, πολύ μεγκάλο, χο χο...»
Got a better definition? Add it!
Ο βλακάκος, ο χαζούλης, ο αγαθόβλακας.
-Του είπα οτι ήταν συλλεκτικό και του το πούλησα 10 φορές πάνω απ' όσο το το πήρα! -Ε είσαι μαλάκας. Τον Τάκη το βλακούζο έπιασες κότσο;
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται στον online γραπτό λόγο και σημαίνει Gia To Boutso, ή Για Το Μπούτσο. Χαρακτηρίζει άτομο ή αντικείμενο μικρής έως μηδενικής αξίας (όχι μόνο χρηματικής), υποδεέστερο άλλου.
- katebasa na paikso to doom 3
- pfff gtb
Got a better definition? Add it!
Φτηνιάρης (ελληνοαμερικάνικο - από το αγγλικό «cheap»).
- Πάλι χτύπησα σκληρό...
- Αφού είσαι τόσο τσίπης που παίρνεις τα χειρότερα, ρε!
Got a better definition? Add it!
Η παντελώς αγάμητη γυναίκα. Τόσο πολύ, που το μουνί της έχει αραχνιάσει.
Εσύ, αραχνομούνα, θα βρεις ποτέ κανένα γκόμενο;
Βλ. και πιάνω αράχνες.
Got a better definition? Add it!
Η χειρότερη. Απο το «χάλι» και «καλλίτερη».
Πολύ χάλι η γκόμενα -- η χαλίτερη του μαγαζιού.
Got a better definition? Add it!
Ο άντρας που έχει ξεμείνει απο γυναίκα.
- Ρεβεγιόν και να έρθω σαν το μπακούρι, δε λέει τώρα.
Got a better definition? Add it!
Κάτοικος Ινδίας / Πακιστάν / Μπανγκλαντές κτλ. Ο όρος χρησιμοποιέιται συχνά από Έλληνες κάτοικους της Αγγλίας.
-Πήγα να πάρω μια εφημερίδα, και ο παλιο-μπανιάνος πήγε να με κλέψει.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!