Further tags

Λέξη από την βόρεια Ελλάδα που δηλώνει τη κατάσταση όπου κάποιοι είναι νωθροί και οκνηροί και δεν κάνουν απολύτως τίποτα λόγο αδιαφορίας ή τεμπελιάς ή απλά δεν φέρνουν εις πέρας δουλειά την οποία έχουν αναλάβει ή είναι καθήκον τους να κάνουν. Πιθανή η χρήση της και για να περιγράψουμε αυτόν που δεν είναι δραστήριος.

- Τι γίνετε ρε Γιώργο; θα πάμε να ζητήσουμε τα λεφτά από το αφεντικό; Δεν έχω να πάρω γάλα στο παιδί...

- Που να πάμε ρε; Αφού είναι όλοι αραχταλάν εδώ μέσα, δε ξεσηκώνονται με τίποτα, τους πετάει 2 κατοστάρικα το μήνα στη μάπα ο εξηνταβελόνης και κάνουνε μόκο.


-Που 'σε ρε αραχταλάν;

-Χαχαχαχααα, αραχταλάν; τι είναι αυτό ρε; Σέρρες το πέρασες εδώ;

Got a better definition? Add it!

Published

Υποτιμητικά ο αριστερός. Εκ του "αριστερούλης".

- Φίλε είσαι πολύ φιλελές.
- Όχι φίλε μου εσύ είσαι μεγάλος ρούλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν αφήνει ούτε ένα ταλιράκι να πάει χαμένο. Φιλάργυρος, σπαγγοραμμένος, τσιγκούνης.

Η λέξη ακούγεται συχνά σε αθλητικά ραδιόφωνα της Θεσσαλονίκης.

Α ρε Ιβάν, δες ποιος σε έπιασε κότσο... ο ταλιροπαγίδας που διαβάζει Γαύρο και Πρωταθλητή.

Η ΑΜΚ είναι ανοικτή για αυτούς που έχουν από 20 χιλιάρικα και πάνω. Εσύ που είσαι ταλιροπαγίδας προφανώς δεν μπορείς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψοφίμι στα Τουρκικά. Μεταφορικά και όποιος μυρίζει άσχημα.

Σαν λέσι μυρίζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμιακή φράση που έχει (πιθανόν) τις ρίζες της στην εποχή της Τουρκοκρατίας και της Επανάστασης του '21. Λέγεται για ο,τιδήποτε (πρόσωπο, πράγμα, κατάσταση) είναι υπερβολικά και εκνευριστικά αργό ή τραβάει σε μάκρος, σε σημείο που να σου σπάει τα νεύρα. Επίσης για κάποιον που έχει χαρακτηριστικά αργές αντιδράσεις, που μέχρι να κάνει κάτι τον "έχουνε πάρει αμπάριζα".

Η παρομοίωση είναι προφανής: παρομοιάζει μιά υπερβολικά αργή κατάσταση με τις μάχες που γίνονταν επί Τουρκοκρατίας με τα παλιά εμπροσθογεμή τουφέκια. Αυτά που έριχνες μία μπαταριά και μετά έπρεπε να κάνεις ολόκληρη διαδικασία για να γεμίσεις, με τη βέργα από μπροστά, και να ξαναρίξεις. Και φυσικά, εκεί ο άλλος δεν σε περίμενε να του ρίξεις. Ή την κοπάναγε και κρυβόταν, ή γέμιζε και στην μπουμπούνιζε αυτός πρώτος!

- Τι κάνεις εκεί ρε;
- Κατεβάζω μιά ταινία. Αλλά είναι πολύ αργή η σύνδεση και έχει πόση ώρα που το παλεύει...
- Καλά... Κάτσε Τούρκο να γεμίσω! Μέχρι το μεσημέρι αν έχει κατέβει σφύρα μου!

(διάλογος μεταξύ φίλων που βλέπουν ποδόσφαιρο):
- Κοίτα τι έχασε το άτομο ρε! Δεν το πιστεύω!
- Αγόρι μου το ποδόσφαιρο δεν είναι "κάτσε Τούρκο να γεμίσω". Μέχρι ν' αποφασίσει αυτός τι ήθελε να κάνει του πήραν τη μπάλα χωρίς να το καταλάβει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθημα που κατεξοχήν αναφέρεται σε αυτοκίνητα ή σε γυναίκες: επίθημα για άντρες.

Στην πρώτη περίπτωση αφορά την κίνηση των τροχών του τουτού και αντικαθιστά έτσι το επίθημα -κίνητο (μπροστοκίνητο, πισωκίνητο, τετρακίνητο) της καθομιλουμένης.

ολα τα αυτοκινητα εχουν την χαρη τους και αλλα φτιαχτηκαν να ειναι μπροστινα αλλα πισινα και αλλα τετρακουνες

από φόρουμ

Στη δεύτερη περίπτωση αναφέρεται στα οπίσθια της κυρίας, και αποτελεί έτσι συνώνυμο του -κώλα, αλλά με θετικότερες συνδηλώσεις. Έλκει σαφώς από την κινησιολογία που κατά το κλισέ παρατηρείται σε θελκτικά θήλεα, όρα σεισοπυγίς, σεινάμενη-κουνάμενη, τσακίσματα-κουνήματα και τοιαύτα κλασικά. Δεν είναι και πολύ διαδεδομένο, αν και έχουμε στο σάιτ ήδη τη χαμηλοκούνα, πάντως θα μπορούσε ν' ακουστεί ας πούμε το εξής:

- Λέλοοοο... Μωρουλίνιιι;... Θα έρθεις να μου ανεβάσεις το φερμουάαααρ;...
- Τουρλοκούνα μου εσύ... κάτσ' κατεβάσω μία το δικό μου και βλέπουμε.

Καθότι δηλωτικό θηλυπρέπειας, χρησιμοποιείται εύλογα και για άνδρες ομοφυλόφιλους.

ΤΕΤΟΙΑ ΜΟΥΝΑΡΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟΥΣ ΑΝΤΡΕΣ ΜΕ ΣΤΑΝΤΑΡ ΠΟΥΤΣΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΞΕΣΚΙΖΟΥΝ. ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΟΥΝ ΟΙ ΦΛΩΡΟΙ ΤΟΥ ΚΩΛΟΝΑΚΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΠΙΣΩΚΟΥΝΕΣ ΣΤΗ ΜΥΚΟΝΟ

από τσοντοσάιτ

Προφανώς, η σχέση γκόμενας και αυτοκινήτου, όπως αυτή συλλαμβάνεται στο τυπικό φαντασιακό του σημερινού ανδρός, κατά τα δημοφιλή περιοδικά(...), είναι τόσο καλά σφυρηλατημένη, ώστε τα όρια μεταξύ -κίνητου και -κώλας συχνάκις να συγχέονται —επίτηδες-ξεπίτηδες, το ίδιο πράμα.

Οι καλύτερες γκόμενες όπως και τα καλύτερα αυτοκίνητα,είναι πάντα πισωκούνες.

από τουίτερ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φέρων τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας ομάδας συνήθως εναλλακτικής και αντεργκράουντ αλλά ταυτόχρονα ίν.

Ο φασαίος δηλαδή δε μπορεί να ανήκει σε μια αφανή εναλλακτική ομάδα με λίγους υποστηρικτές. Αντιθέτως, ανήκει σε ομάδες που ενώ αυτοχαρακτηρίζονται αντεργκράουντ, τα εξωτερικά τους γνωρίσματα υιοθετήθηκαν από πολλούς καταλήγοντας έτσι μέινστριμ (βλέπε μούσι, τατού).

Η ιδιότητα του φασαίου ωστόσο δεν περιορίζεται στα εξωτερικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα αλλά στο γενικότερο άτιτιουντ. Ο φασαίος απαντάται σε συγκεκριμένα μαγαζιά-στέκια όπου συχνάζουν άλλα άτομα «της φάσης του», έχει συμβατά μουσικά ακούσματα με «τη φάση», πηγαίνει διακοπές σε συγκεκριμένα μέρη κλπ.

Τελευταίο και σημαντικότερο, η ιδιότητα του φασαίου δε συνίσταται στην εξωτερική εμφάνιση και στο άτιτιουντ από μόνα τους αλλά στην έλλειψη κοινωνικής ζωής και προσωπικότητας εκτός «της φάσης του». Ο φασαίος ζει, αναπνέει και τρέφεται μέσα από «τη φάση» και δε μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτή. Έτσι, ακόμα και αν κάποιος φέρει κάποια εξωτερικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα φασαίου, εάν κινείται με την ίδια ευκολία έξω από τον φασαίικο κοινωνικό κύκλο, εάν έχει άλλα πράγματα και ασχολίες που τον γεμίζουν πέρα από αυτόν, δε μπορεί να χαρακτηριστεί εξολοκλήρου φασαίος.

- Πού 'σαι μαν μου? Πάμε Γκάζι το βράδυ?
- Μπα, όχι. Έχω βαρεθεί όλους τους φασαίους εκεί πέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και βεβαίως θηλυκό μακαρίτισσα, δεν έχουν μόνο οι γκόμενες μακάβριο χιούμορ :) Πιστεύω μάλιστα ότι η λέξη πρωτοχρησιμοποιήθηκε στο θηλυκό - ή μάλλον μπορώ να σας βεβαιώσω ότι εγώ την πρωτοάκουσα σε θηλυκό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καουμπόης. Ο βλάχος που δεν έχει βγει ποτέ απ'το χωριό, σπανίως βλέπει κάτι παραπάνω από τα βυζιά της αγελάδας του ή ο, τι άλλο ζωντανό έχει και το σιάζει και το γάλα που των αρμέγει, αλλά παράλληλα είναι ονειροπόλος. Τα όνειρά του άσπρα. Η συνείδησή του άσπρη. Η επίγνωση για την πραγματικότητα εκτός των στενών ορίων της δικής του κι αυτή λευκή και άγραφο χαρτί. Γενικότερα, ο αθώος, ο αγνός άνθρωπος που μπορεί ακόμη και σαν όλα τα καλά παιδιά να πίνει ακόμα γάλα, ο αφελής (επαρχιώτης στα μυαλά). Το κούτελό του είναι καθαρό και η συνείδησή του πανάλαφρη. Οι πιο περπατημένοι και παθιάρηδες χαρακτηρίζουν τους ολίγον τί φλωρίζοντες έτσι. Είναι ταπεινός, αλλά μπορεί ο όρος να περιγράφει και τον κακώς εννοούμενο βλάχο, το βλαχαδερό, τον (και κοινωνικά) καθυστερημένο.


1.- Να'τος ο Φανούρης! Κατεβαίνει την πλαγιά και θαρρεί πώς θα κατακτήσει τον κόσμο...
- Τρομάρα του... Λέει πως θα κατέβει στην πόλη να βρει νύφη! Μα κοίτα τόνε πώς κορδίζει!... Να χεστεί απ'τη χαρά του είναι έτοιμος!
- Είναι γαλατάς μεγάλος και θα τόνε πιάσουνε κορόιδο οι παστρικές κι οι αετονύχηδες... Πάει με όνειρα κι ελπίδες και θα του πέσει ο ουρανός στο κεφάλι. Δεν ακούει ότι δεν είναι γι'αυτά, για πονηριές... Άσ'τονε να πάθει για να μάθει!
2.- Είπα του Δημήτρη να περάσει από δω να μου δείξει πέντε πραγματάκια που δεν ξέρω με τούτο δω το μαραφέτι...
- Άσε με, μωρέ με κείνονα το γαλατά... Μα είναι δυνατόν να περιμένεις σοβαρή δουλειά απ'αυτόν τον ανισόρροπο; Θα σ'το χαλάσει και θα κλαις. Έτσι την πάτησα κι εγώ. Πήγαινε σε κάναν ειδικό καλύτερα...

Got a better definition? Add it!

Published

γαμάω τους περίεργους

"Πληρωμένη" απάντηση στην ερώτηση "τι κάνεις;" ή "τι δουλειά κάνεις;"
Λέγεται συνήθως:
1. Όταν ο άλλος έχει καταντήσει τσιμπούρι με τις ενοχλητικές και αδιάκριτες ερωτήσεις του και θέλουμε να τον ξεφορτωθούμε με όχι και πολύ... ευγενικό τρόπο.
2. Χάριν αστεϊσμού μεταξύ κολλητών.

- Και δε μου λες, εσύ από πού τα ξέρεις όλ' αυτά και ανακατεύεσαι; Τι δουλειά κάνεις;
- Γαμάω τους περίεργους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified