Further tags

Απο το αγγλικό «Local»... Χρησιμοποιείται από τους Έλληνες της Αγγλίας για να προσδιορίσουν τους κλασσικούς τύπους με την ασορτί φόρμα, κάλτσα πάνω από το αθλητικό παπούτσι, και καπελάκι (απαραίτητα), οι οποίοι είτε θα σε κλέψουν, είτε θα σε μαχαιρώσουν, είτε και τα 2 ...τα αντίστοιχα δικά μας «καβούρια» ή «κάγκουρες» σε πιο χαρντκόρ έκδοση.

- Μαλάκα σκάνε λοκάλια... Κρύψε τα τσιγάρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάπα, πίπα, κόφα, κακής ποιότητας, κακών προδιαγραφών, κακής αποτελεσματικότητας.

-Το πήρα καινούργιο και σε μια βδομάδα είχε χαλάσει...
-Στο 'πα οτι τα «μάρκα_εδώ» είναι μούφες...

(από patsis, 18/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εθισμένος με την online κουβέντα (chat). Έχει λογιαριασμό στα msn, icq (και aim!), yahoo και πρόσφατα έμαθε και το jabber μέσω του google talk. Συνδεδεμένος συγχρόνως και σε 10 IRC servers, από 367354 κανάλια ο καθένας.

- Τι θα κάνεις απόψε;
- Έχω κανονίσει συνάντηση με φίλους...
- Πού θα πάτε;
- Πουθενά μωρέ, μέσω internet θα συναντηθούμε για chat...
- Κατάλαβα. Μεγάλος τσαταδόρος... και με πετυχημένη προσωπική ζωή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιτσαδόρος, ντελιβεράς. Που φέρνει τις πίτσες.

Κουδούνι! Ο πιτσαφέρτας θα είναι επιτέλους...

Δες και πιτσαφέρνης και πιτσαράς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κομμάτιας, ο λιώμας από ναρκωτικά, αλκοόλ, αϋπνία κτλ.

- Πάμε που σου λέω ρε...
- Πού να τρέχω τώρα έτσι κομματιανός που είμαι... Άαααραξε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χάλιας, τόσο από εξωτερική εμφάνιση, όσο και ψυχολογικά.

- Έτσι θα πας στη συνέντευξη ρε; Χαλιαμπάλιας;

(από poniroskylo, 09/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

John Doe στα Ελληνικά, ο τάδε. Ανάλογα με την πρόταση, το μικρό / επίθετο παραλείπεται.

α. (shmmy.ntua.gr) -Τά 'χω με τον Νίκο! -Ποιόν μωρή, τον Νίκο τον Ταδόπουλο;

β. (xpsilikatzoy.wordpress.com) -Δηλαδή να βγω εγώ, να πω δημοσίως ότι ο κύριος τάδε ταδόπουλος είναι κλέφτης και απατεώνας και μετά να κάνω τουμπεκί.

Δες και -όπουλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα.

α. (www.petrakas.gr) -...Φωνάρα, αλλά η μούρη της έχει μία αρρενωπότητα, σαν τραβέλι ένα πράγμα...
β. (www.infobeto.com) -M'αυτήν είναι παντρεμένος ; Ρε εσύ, αυτή είναι σα τραβέλι...

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τραβεστί. Ο άντρας που ενθουσιάζεται σεξουαλικά όταν ντύνεται γυναικεία.

α. (www.mpakouros.net) Ψιτ τραβέλι, θες καρβέλι;
β. (www.adslgr.com) Σαν αποτυχημένο τραβέλι είναι εδω που τα λέμε...
γ. (Των Βλάχων το Κοθώνι, ποίημα) Τραβέλι με φουστάνι΄ Που τα αγγούρια ίσιωνες σαν ήσουν στο μποστάνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψεύτης. Αυτός που λέει μούσια.

α. (www.alfisti.gr) Μην αρχίσετε τώρα να με λέτε φιδέμπορα , αλήθεια λέω , πιστέψτε με!

β. (www.say.gr) Φοβάμαι ότι θα με παρεξηγήσει και θα με περάσει για κανένα φιδέμπορα

(από Hank, 28/06/09)

Βλ. και αρχιδέμπορας, ψωλέμπορας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified