Further tags

Εκφράσεις κατ' ευθείαν παρμένες από τα αγγλικά που μάς σερβίρουν οι της Αγγλοσαξονικής παιδείας μετέχοντες, με προεξέχοντα τον Αλέξη Παπαχελά.

Οι παπαχελληνικούρες κείτονται στην νεκρή ζώνη ανάμεσα σε αμερικλανιές τ. δώσε κώλο στον ρουφιάνο και στους φορ τεχ λουλζ μοντυπαϊθονισμούς τ. τα διαπραγματευτικά πατατάκια. Ορισμένες θα παραμείνουν δακτυλοδεικτούμενα μαργαριτάρια ενώ άλλες ήδη φοριούνται ad nauseam στην καθομιλουμένη.

Βλ. επίσης: αγγλιά.

Παρουσιάζουμε δειγματολογικά μερικές λέξεις-πίσω-από-τις-οποίες-κρύβεται-ο-Αλέξης και προσβλέπουμε και στην βοήθεια του κοινού.

Ασίστ: Khan (από το δουπού)

  • Αγαπητοί όλοι (dear all), εκνευριστική προσφώνηση σε email.
  • Βλέπω το σημείο σου (I see your point)
  • Δίνει όλα τα λάθος μηνύματα (gives all the wrong signals)Αλέξης Παπαχελάς, εδώ
  • Έχει αγγίξει ένα γυμνό νεύρο (has touched a raw nerve), Αλέξης Παπαχελάς, εδώ
  • Έχει γεμάτες τις ντουλάπες του με «σκελετούς» (his closet is full of skeletons), Μιχάλης Ιγνατίου, εδώ
  • Προσπαθώ να μπω στα «παπούτσια» τινός (try to be in one's shoes) εδώ
  • Είσαι πάνω σε κάτι (you are onto something)
  • Θα είμαι εκεί για σένα (I will be there for you)
  • Θα σε πάρω πίσω / πάρε με πίσω (I will call you back / call me back)
  • Πάρε τον χρόνο σου (take your time)
  • Στενή (εκλογική) αναμέτρηση (narrow count), Δ. Δήμας, ανταποκριτής της Ε στην Ουάσιγκτον εδώ
  • Τρέχει για την αντιπροεδρία (running for Vice President) Δ. Δήμας, ανταποκριτής της Ε στην Ουάσιγκτον εδώ
  • Σκέψου έξω από το κουτί (think outside the box)
  • Στο πίσω μέρος του μυαλού μου (in the back of my head)
  • Στο τέλος την ημέρας (at the end of the day)
  • Πήρατε ΤΟ λάθος αριθμό (you called the wrong number) αντί του ορθού «πήρατε λάθος αριθμό»
  • Φάε τη σκόνη μου (eat my dust)

(από xalikoutis, 09/03/14)When the going gets tough, the tough get going... (από σφυρίζων, 22/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρατσούκλι για τον πολιτικό Θεόδωρο Πάγκαλο, είναι λογοπαίγνιο με τον λέοντα, λόγω των λεονταρισμών του, αλλά και του ότι φέρεται ως βασιλιάς των ζώων στον ζωολογικό κήπο των τριακοσίων βολευτών, καθώς και με τον Μεγάλο Ναπολέοντα, λόγω του βοναπαρτισμού του στην επίδειξη ενός φωσκολικού εγωισμού κατά την διαπραγμάτευση της πολιτικής του περσόνας.

Παρεμπίπταμπλυ η ατάκα του εν λόγω πολιτικού μαζί τα φάγαμε, που τείνει να λάβει διαστάσεις ατάκας της δεκαετίας, ολοένα και συχνότερα τρέπεται σε μαζί τον φάγαμε, όπου εννοείται πλέον η συν-πάθεια όλων των Ελλήνων ενώπιον της κοινής βρώσεως πούτσας που έχει ήδη αρχίσει και μας περιμένει ακόμη.

Με την ευκαιρία ιδού μια λίστα παρατσουκλιών Ελλήνων πολιτικών της μεταπολίτευσης για τον ιστορικό του μέλλοντος:

Πάσα: Γκάτζμαν.

  1. Οσο για τον Παγκαλέων και το ΓΑΠ, το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο… (Εδώ).

  2. Αυτό έλειψε να απολογήθεί τώρα η Ελλάδα των Θεοδωράκη , Ρίτσου ,Γληνού ,Βελουχιώτη , Κούν , Λειβαδίτη ,Μπελογιάννη ,Κατράκη ,Σκαρίμπα κλπ. για τα ιδανικά της στην ξεπουλημένη ελλαδίτσα των Παγκαλέων , Τσαλδάριδων , Ιωαννίδιδων ... (Εδώ).

  3. Και την ώρα που ο Παγκαλέων ΘΑ κάνει ποδηλατοδρόμους για να ενισχύσει την ασφάλεια των θυμάτων των προστατευόμενων της Αλ σαλέχ και των νεοταξίκων ΜΚΟ που προωθούν τα λαθροεγκληματάκια για ΔΕΙΤΕ ΜΑΛΑΚΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΙ που τρέχετε σαν τυφλοπόντικες πίσω απο τα κωλόχαρτα των αποδείξεων και ΠΟΥ ΘΑ ΚΥΝΗΓΗΘΕΙΤΕ ΜΕΧΡΙ ΦΤΛΑΚΙΣΕΩΣ ΓΙΑ ΧΡΕΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ, ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΤΩΝ ΜΚΟ ΠΟΥ ΠΡΟΩΘΟΥΝ ΤΟΥΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ ΣΑΣ. (Εδώ).

Παπαδημούλης: Οταν μεγλώσω θα γίνω Παπαδήμος στη θέση του Παπαδήμου. (από GATZMAN, 11/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραγωγικότατο συνθετικό της αργκό. Σχηματίζει όνομα από λέξη που κατά τον ομιλητή χαρακτηρίζει την γυναίκα στην οποία αναφέρεται.

Η σημασία της σύνθετης λέξης φαίνεται να καθορίζεται σχεδόν αποκλειστικά από το εκάστοτε πρώτο συνθετικό, το οποίο στην πράξη μπορεί να είναι οποιοδήποτε όνομα (ουσιαστικό ή επίθετο). Το δεύτερο συνθετικό περιορίζεται στο να λειτουργεί ως απλή μετωνυμία για τη γυναίκα, η δέ χρήση του άλλοτε δίνει απλά μάγκικο τόνο, άλλοτε σεξιστικό και υποτιμητικό ή περιπαιχτικό, άλλοτε υβριστικό, άλλοτε ακόμη και έναν τόνο χαρακτηριστικής αντρικής στοργής.

Ασφαλώς, υπάρχουν και σύνθετα στα οποία το πρώτο συνθετικό αναφέρεται κυριολεκτικά στο μουνί (πιχί αραχνομούνα, βλέπε στα παραδείγματα).

Άλλοι τύποι είναι -μούνι και -μούνω. Το -μουνο διαφοροποιείται στο ότι τείνει να χρησιμοποιείται μόνον σεξιστικά, απαξιωτικά ή και υβριστικά –στην τελευταία περίπτωση χρησιμοποιείται συχνά και για άντρες: σκατόμουνο, παλιόμουνο και λοιπά. Το δέ αρσενικό -μούνης είναι σπανιότερο και είναι επίσης απαξιωτικό-υβριστικό.

Σε πολιτικά ορθότερα συμφραζόμενα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί το -γκόμενα.

Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη σε ημέτερα λήμματα.

Και η Αλμούνα! ακα αλμουνάκι (από Hank, 11/07/09)Μαγαζάκι στην Χώρα της Άνδρου. No comments. (από Vrastaman, 12/09/10)

Σύγκρινε με -ψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παρόν λήμμα δεν έχει άλλο λόγο ύπαρξης ειμή αυτόν της προσπάθειας καθορισμού της ηλικίας ορισμένων σλανγκικών εκφράσεων, πολλές από τις οποίες όχι μόνο χρησιμοποιούνται ευρύτατα και στις μέρες μας, αλλά δείχνουν να έχουν και λαμπρό μέλλον μπροστά τους καθώς συνεχίζουν ακάθεκτες από στόμα σε στόμα, κηπ γουόκιν ένα πράμα.

Η ηλικία των όποιων σλανγκισμών είναι, κττμγ, ένα στοιχείο που σε γενικές γραμμές (μη δαγκώνετε, το ξαναλέω: σε γενικές γραμμές) απουσιάζει από τα λήμματα του φιλότιμου σάητος. Κατανοώ βεβαίως τις τεράστιες αντικειμενικές δυσκολίες που παρουσιάζει το εγχείρημα. Μιλάμε για προσπάθεια βασισμένη στην προσωπική μνήμη, σε μαρτυρίες παλιότερων, ή σε προσφυγή σε λογοτεχνικές κυρίως πηγές. Δεν μπορώ να γνωρίζω την έκταση της βιβλιοθήκης του καθενός, αλλά η καλή μνήμη, το ευαίσθητο αυτί, η εμμονή στη λεπτομέρεια και (εννοείται) η έντιμη καταγραφή είναι εκ των ων ουκ άνευ.

Ανατρέχω στο κάτωθι κατονομαζόμενο πόνημα όχι ως βιβλιοκριτικός, αλλά ως δεινοσαυράκι στον ανθό της νιότης του κατά την ύπνε-που-παίρνεις-τα-παιδιά δεκαετία του '80, για να βεβαιώσω ότι, τις περισσότερες τουλάχιστον από τις εκφράσεις που κατέγραψε ο συγγραφέας, τις χρησιμοποιούσαμε όντως ευρύτατα, τουλάχιστον στα Δυτικά Προάστια.

Από την άλλη, μπορεί να παρατηρήσει ο οιοσδήποτε ότι η γονιμότατη και δημοφιλέστατη έκφραση «τα παίρνω στο κρανίο» απουσιάζει παντελώς από το λεξιλόγιο της εποχής, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν είχε ακόμα επινοηθεί / εκστομιστεί. Επί τω λόγω της δεινοσαυρικής μου τιμής βεβαιώνω από μνήμης το χριστεπώνυμον πλήρωμα του σλανγκρ ότι, πιθανότατα μέχρι και το τέλος των '80 αυτή η περιγραφή του θυμού δεν είχε ακόμα σκάσει μύτη στην πιάτσα. Θα ήθελα να γνωρίσω τον άνθρωπο που επινόησε αυτήν την σαρωτικής παραστατικότητας έκφραση.

Επί της ουσίας λοιπόν, το λήμμα αποτελεί αναίσχυντη (και σχολιασμένη) παράθεση στοιχείων από το βιβλίο του Γιώργου Τουρκοβασίλη «Τα Ροκ Ημερολόγια», που εκδόθηκε τον Μάρτιο του 1984 και ανάγει την προέλευση / διάδοση των εν λόγω εκφράσεων στα μετά την ίσα-μωρή-Λουκία! Μεταπολίτευση χρόνια. Προς επίρρωσιν, να προσθέσω πως, ούτε από μεγαλύτερους σε ηλικία είχα ακούσει ποτέ αυτές τις εκφράσεις, ούτε έχω εντοπίσει καμιά τους στην προχουντική πχ λογοτεχνία.

Τέλος, να επισημάνω ότι κρατάω πάσα επιφύλαξη σχετικά με την περιοχή και την ευρύτητα του κύκλου ανθρώπων στον οποίο γινόταν χρήση αυτών των κακών λέξεων. Μιλάω για τα Νέα Λιόσια (το νυν Ίλιον καλούμενον), το κέντρο Αθήνας και για 15χρονα του 1980 (και αργότερα βεβαίως, αυτές οι λέξεις δεν έσκασαν μύτη όλες μαζί μια ωραία πρωία...).

[...] οι εκφράσεις αράζω, γουστάρω, την ψάχνω, τη βρίσκω, την κάνω, του την πέφτω, τον πάω, το παίζω, την έχω δει, με τρέχουν, φάση, κουφό κλπ [...] από άτομα περιθωριακά [...] πριν οκτώ χρόνια ήταν η γλώσσα ενός μικρού κύκλου ατόμων, απλώθηκαν σιγά σιγά [...] η γλώσσα των «αλητόβιων ροκάδων» πέρασε σιγά σιγά στους κυριλέδες [...]
(Σ.Σ. τουλάχιστον οι λέξεις «αράζω» και «γουστάρω» είναι πολύ παλιότερες).

[...]το πασίγνωστο να τη βρω, εξελίσσεται στο να τη δω, να την ακούσω (θες να σου δώσω κάτι να την ακούσεις ;).
Το έπαθα πλάκα έγινε σαλτάρισα, τάχω παίξει, μου 'φυγε η ψυχή, έπαθα μουνόπλακα ή μουνίλα, μουνόπαθα, κωλόπαθα.

[...]πέντε τουλάχιστον λέξεις επανέρχονται επίμονα: άτομο, κωλώνω, σωστός, ξενέρωτος και αντιδραστικός. Δε λένε «κάποιος πέρασε», αλλά «πέρασε ένα άτομο» [...] αντί «τον βλέπω», «βλέπω το άτομο» [...] υποδηλώνεται ένας σεβασμός για την προσωπικότητα [...] Όταν δεν κωλώνεις είσαι σωστός [...] είναι αυτός που δεν ξεπουλιέται και δεν ξεφτιλίζεται [...] ξενέρωτος [...] βρίσκεται σε πρόσκαιρη στέρηση [...] μεταφορικά ο άκεφος, άσχετος σε μιά παρέα ή σε μιά κατάσταση [...] συναισθηματικά αμέτοχος [...] Αντιδραστικός [...] έχει πάρει αντίθετη σημασία [...] προοδευτικός, επαναστάτης που αντιδρά [...]
(Σ.Σ. η λέξη «κωλώνω» είναι πολύ παλιότερη. Πρόχειρο παράδειγμα το κείμενο «Σκούρα» του Ιωάννη Κονδυλάκη. Τη λέξη «αντιδραστικός» με αυτή την έννοια ούτε την άκουσα στις παρέες μου, ούτε τη χρησιμοποίησα ποτέ).

[...]Το σκαπουλάρω έγινε την κάνω, την πουλεύω (τον πούλο! = δρόμο!, ενώ πήρα τον πούλο= με ρίξανε).
(Σ.Σ. Εν τούτοις, το ρήμα «πουλεύω» = πεθαίνω καταγράφεται από τον Χρόνη Μίσσιο ως έκφραση του υποκόσμου ήδη από τα χρόνια του Εμφυλίου. Όσο για το παλιό «σκαπουλάρω», θυμάμαι ότι το χρησιμοποιούσαμε αποκλειστικά με την γνωστή έννοια ξεφεύγω, διαφεύγω, την οποία έχει άλλωστε και το ταυτόσημο ιταλικό scapolare. Επικουρικώς, υπήρχε και ο τύπος τη γλύταρα, αντί του ορθού τη γλύτωσα).

[...]Το μπανίζω έγινε κοζάρω. Το με καμία κυβέρνηση έγινε ούτε με σφαίρες κλπ.

[...]Καλοκαίρι του '82: A: «Τι μουσική είναι αυτή ;» Β: «Μουσική τρόμπα, τι θες να 'ναι ;» Γ: «Είναι νιού γουέηβ. Ροκ». Β: «Το νιού γουέηβ δεν είναι ροκ, είναι τρόμπα ροκ!» [...]
(Σ.Σ. δες και διάφορα σχόλια εδώ).

[...] οπότε κάνει αυτός «επειδή μας πρήξατε, θα σας βαβουριάσουμε τώρα!» [...]
[...]To '76 πρωτάκουσα τη λέξη βαβούρα, που σήμαινε θόρυβο, φασαρία [...] υπάρχει ορχήστρα με αυτό το όνομα [...] είναι σήμερα όρος μουσικός [...] «το μεγάφωνο κατεβάζει πολλή βαβούρα» [...] «παλιά άκουγα βαβούρα» κι εννοούν heavy metal.
(Σ.Σ. θα ήταν ενδιαφέρουσα μια καταγραφή της διαδρομής της μεσαιωνικής, μη σλανγκικής λέξης «βαβούρα» από τα χρόνια του Βιτσέντζου Κορνάρου, ή και πιό πριν, μέχρι τη Μεταπολίτευση, από την οποία και μετά η λέξη έχει αποκλειστικά αργκοτική απόχρωση. Ίσως ο φερώνυμος Τζώνυ και το συγκρότημά του; Βδγ, ρήμα στον Ερωτόκριτο: βαβουρίζω. Ρήμα της τελευταίας 30ετίας: βαβουριάζω. Κατ' αναλογία προς το ήδη ρεμπέτικο «μανουριάζω»;).

[...] και κάναν όλοι μαζί ουά, ουά...κάτι σβομπίλοι εκεί πέρα[...]
(Σ.Σ. Την αγνώστου ετύμου, ξεχασμένη πλέον λέξη «σβομπίλος» τη χρησιμοποιούσαμε, τουλάχιστον μέχρι το '80-'81 με την σημασία: χαζός, μαλάκας. Ξαναδιαβάζοντας το βιβλιαράκι την ανέσυρα από τα πλέον κονισαλέα ερμάρια της μνήμης μου, και ο παντεπόπτης γούγλης απέδωσε απίστευτα αποτελέσματα. Κατόπιν τούτου, τι να πω κι εγώ ο φτωχός ;. Η λέξη πάντως υπήρχε, και μάλιστα η κλητική της ήταν σε -ο: Άντε ρε σβομπίλο!)

[...]Ενδιαφέρον έχουν και οι παρακάτω φράσεις:
στανιάρησα = μαστούρωσα, χόρτασα (Σ.Σ. δεν θα χαρακτήριζα ακριβή την ερμηνεία)
ξενέρωσα = συχάθηκα, βαρέθηκα
είμαι νεκρός = δεν έχω λεφτά (Σ.Σ. χρησιμοποιούσαμε επίσης την έκφραση είμαι τσέτουλα= άφραγκος, η οποία είναι βεβαίως πολύ παλιότερη, όπως μας πληροφορεί ο Πονηρόσκυλος).
είμαι στην πείνα = μου λείπει κάτι για καιρό
κάνω κεφάλι = στανιάρω (Σ.Σ. πάλι κομματάκι φάλτσο)
κολλητά = τώρα αμέσως
τανζανιάρης = άτακτος (Σ.Σ. με προβληματίζει το -ν-, αν δεν πρόκειται περί τυπογραφικού λάθους. Αποκαλούσαμε ταρζανιά την ριψοκίνδυνη και επιδεικτική συμπεριφορά. Για τους βιρτουόζους επιδειξίες σε μπιλιάρδο, μπάλα κλπ χρησιμοποιούσαμε, λίγο, το προφανούς ετυμό ρήμα ζιγκολάρω και, πολύ λιγότερο, την έκφραση ζογκλερικές ενέργειες).
λινάτσα, λέζος, λινός = κωλόπαιδο, κουφάλα (Σ.Σ. αν θυμάμαι καλά, είχε περισσότερο την έννοια του φλώρου. Τη λέξη «λέζος» την αγνοώ).
ρύζι = κορόιδο (Σ.Σ. αγνοώ την έκφραση)
ποίημα = ψέμα (Σ.Σ. έχει να κάνει περισσότερο με το χαφιεδιλίκι και δη εντός φυλακής, όπως μας διαβεβαιώνει ο Πετρόπουλος).
παραμύθα = ηρωίνη
γαμιστερός = ωραίος.

[...]γι αυτούς που πηγαίνουν στις ντίσκο [...] λέγαμε βουτυρόπαιδο, σοκολατόπαιδο (Σ.Σ. λέξη που εμφανίζεται σε τραγούδι του Σαββόπουλου στο μεταπολιτευτικό «Δέκα χρόνια κομμάτια»). Μετά έγινε καρεκλάς. Μετά έγινε κυρίζι (Σ.Σ. βλέπε σχόλια ΜΧΣ και Χότζα εδώ) , κυριλές, κυριλόβιος, ξενέρωτος, ξενέρι, φλώρος, ντισκάς, ντισκόβιος, γκίραπας ή γκιράπης, τυρί, φλούφλης, και τσινάρι (ειδικά στη Θεσσαλονίκη). Οι ντισκάδες λέγανε τους ροκάδες αλήτες, λεχάρια, φρικιά [...] Η λέξη αυτή (φρικιό) έχει [...] πέντε καταλήξεις: φρικιό, φρικιάρης, φρίκος, φρικάς, φρίκουλος.
[...]με τις καταλήξεις θα δημιουργούσαμε [...] φρικιά, χιπιά, πανκιά, φλώρια, τσόλια, φρικάς, ροκάς, ντισκάς, σοουλάς, μπλιτσάς, χεβυμεταλάς, σκυλάς [...] κλεφτρόνι, πρεζόνι, πουστρόνι, γυφτρόνι, παιχτρόνι. Ενώ κατά το παλιό καφενόβιος: μηχανόβιος, αλητόβιος, κυριλόβιος, λαϊκόβιος, ντισκόβιος, πανκόβιος, στρατόβιος, φυλακόβιος, μπλακσαβατόβιος...
(Σ.Σ. στη λέξη «τυρί» δίναμε την έννοια: πλαδαρός, αγύμναστος φλώρος. Ενδιαφέρουσα αντίστιξη με το ψωμί, που επίσης χρησιμοποιούσαμε).
........................................................................................................
Αυτά (ουφ!). Τι με κάνατε και θυμήθηκα ρε μπαγάσηδες... και πόσα λίνκια... (δ)ράκος έγινα... Αιτούμαι πενθαήμερος αγροτική άδεια για να μαζέψω τα κομμάτια μου. Όσο θα λείπω, εσείς δείτε εϊτίλα και ογδόνταζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χασίστες και οι φουντικοί: οι δυο μεγάλες κατηγορίες Ελλήνων που αμφιμαστουρώνουν ανάμεσα στον πατέρα τους τον Μπάτη (που ήρθε απ' την Σμύρνη το 22, κλπ) και την κουτσουμπήλω του Bob.

Ας πανηγυρίσουμε τον ανθό τση μάνας γης με ένα λημματογραφικό απάνθισμα για το χασισάκι του Θεού, από όπου κι αν προέρχεται.

Αλφαβητάρι του χασίστα

(σ.ς. Χασίσι: ο επεξεργασμένος και πρεσαριστός ανθός της ινδικής κάνναβης)

  • αλάδωτο, χασίσι μούφα χωρίς τετραϋδροκανναβινόλη%
  • αφγάνι, σπάνια και ακριβή ποιότητα χασισακίου από το Αφγανιστάν%
  • ζήρο-ζήρο, πράσινο μαροκινό εξαιρετικής ποιότητας, εξ ουστ και το διπλό ζήρο (σύμβολο του άπειρου)%
  • καϊνάρι, το γλυκό και εξαιρετικής ποιότητας λεβεντοχασίσι%
  • κασκαούτι, το χασισάκι%
  • κέρατο, το άτιμο το μπαμπέσικο το χασίσι%
  • κασέρι, το ευωδιαστό χασίσι%
  • κογιανό, σαλλλονικιώτικο για το χασίσι. Καμιά σχέση με το κουγιανό%
  • λάδι, το χασισέλαιο, απόσταγμα από την ρητίνη του ανθού%
  • λάφινγκ, μαροκινό γελαστό πράσινο(laughing)%
  • λιβάνι, ψιλοάθλιο αλάδωτο χασίσι από το Λίβανο%
  • μαρόκο, μαροκάνικο, πρασινόμαυρο από το Μαρόκο%
  • μπόρντερ, μαυροπράσινο, από τα σύνορα (border) Αφγανιστάν-Πακιστάν-Ινδία%
  • νταμίρα, άλλη μια ονομασία για το άγιο χασισάκι%
  • μαυράκι, το χασισάκι, υποκοριστικό του...%
  • μαύρο, το κατεργασμένο χασίσι%
  • μπουμπάρι, χασισάκι σε λεπτή σκόνη%
  • πλαστελίνη, είδος μαλακού ψημένου μαυρακίου από Αφγανιστάν μεριά%
  • πράσινο, ειδος πράσινου χασισακίου%
  • πρέσα, το συμπαγές πρεσαριστό χασίσι%
  • προυσαλιό, το μαυράνι του ρεμπέτη: μόλις ήρθα από την Προύσα, να ξεφύγω δεν μπορούσα...%
  • σταφ, το πράγμα%
  • ρόκομα, το μαρόκο στα ποδανά%
  • σοκολάτα, καφετί και ευωδιαστό χασίσι, πρεσαρισμένο σε μορφή τσιγκουλάτας%
  • τάϊ στικ, εξαιρετικό χασίσι από την Ταιλάνδη, σε σχήμα ραβδακίου%
  • τουμπεκί, μείγμα μαύρου και ταμπάκου%
  • τσόκο, βλ. σοκολάτα

Aλφαβητάρι του φουντικού

(σ.ς. φούντα: το άνθος του θηλυκού δενδρύλλιου ινδικής κάνναβης: ο αποξηραμένος ανθός της ινδικής κάνναβης)

  • albanian haze ή tirana haze, λολοπαίγνιο στο γκουμεδιάρικο χέηζ για την τρισάθλια αλβανική φούντα%
  • αλβανός, κακής πχοιότητας χόρτο από την σκιπερία%
  • αμερικάνικη φούντα, η μαριχουάνα%
  • άψητο, ακατέργαστη μορφή χασισακίου, φούντα%
  • βρομ, συνθηματικό για την φούντα%
  • γελαστό, προσωνύμιο του χόρτου ή καθώς προκαλεί ευθυμία%
  • γκάντζα, η φούντα στα τζαμαϊκανά. Legalize it!%
  • γκρας, το γρασίδι%
  • γρασίδι, το χόρτο%
  • ελληνική φούντα φούντα από τον τόπο σου τ. πα μαλ, πα μαλ. Ο Ψηλορείτης και ο Ταΰγετος, τα δυο βουνά μαλώνουν γαι ποιο βγάζει το καλύτερο%
  • καλαματιανό, παγκοσμίως γνωστό ως kalamata founta, το Maui Wowie της Ελλάδος%
  • κανναβέττο, το χόρτο%
  • μπάγκο, αυτοφυής αφρικάνικη φούντα. Κόβεις όπου βρεις και πίνεις%
  • μπριζόλα, δυσάρεστη φούντα με πολλούς σπόρους που βρωμοκοπάει όταν καίγεται%
  • νταφ, η φούντα (νταφού)%
  • νταφού, η φούντα στα ποδανά%
  • μαριχουάνα, τα φύλλα δενδρύλλιου ινδικής κάνναβης%
  • μαρουγάνα, μπρούκλικο για την μαριχουάνα%
  • μπαμπάνα, τρισάθλιο αλβανικό χόρτο%
  • μπουρούχα, τζουφια φούντα από αρσενικό δενδρύλλιο%
  • πακιστανικό, φούντα που πωλούν πάκηδες%
  • πασπάλια, άσχετα κλαράκια και φύλλα με τα οποία νοθεύεται η νταφού%
  • παστάλι, άθλια φούντα αποτελούμενη από κλαδάκια, σκόνη, σπόρους, κ.ά. κατακάθια%
  • πράσο, η φούντα%
  • πρεζόφουντα, ειδος βαριάς φούντας που και καλά φτιάχνεται κάνοντας ενέσεις πρέζας στην ρίζα τουδενδρύλλιου.%
  • σένσι ή σενσιμίλια, τζαμάτη γκάντζα χωρίς σπόρους
  • ρεφούζι, κατακάθι νταφού του αισχίστου είδους, εκ του refuse%
  • ρίγανη, κακής ποιότητας χόρτο%
  • σκανκ, σκληρή μεταλλαγμένη φούντα νέας κοπής υψηλών οκτανίων (διπλάσια περίπου ποσότητα τετραϋδροκανναβινολης) με δυσάρεστες μάλλον παρενέργειες%
  • σκανόφουντα, μπάσταρδη φούντα από σπόρους σκανκ που καλλιεργούνται στην ελληνική και αλβανική ύπαιθρο με διάφορες μεθόδους%
  • τούφα, η φούντα%
  • φου, η φούντα%
  • φουφού, η φούντα-φούντα%
  • χάχα, η φούντα, επειδή φέρνει γέλιο%
  • χέηζ (haze), εκλεκτό υβρίδιο σένσι με έντονο άκουσμα. Υπάρχουν διάφορε ποικιλίες: purple, silver, και ταλιμπάν%
  • χόρτο η φούντα, εκ του αγγλικάνικου weed.

Φουντοχασιστικά γάρα, παραφερνάλια κ.ά.

  • δοντιά, η δια δαγκώματος πρόχειρη μονάδα μέτρησης και διάθεσης του μαύρου%
  • γαρδούμπι, μπάφος με χασισάκι%
  • γάρο, το τσιγαρλίκι%
  • γελαστό τσιγάρο, το ενισχυμένο τσιγάρο%
  • γεμιστάκι, τσιγάρο που του αφαιρούμε τον καπνό και το γεμίζουμε με φούντα%
  • γουργού, ο κλασικός ναργιλές που γουργουρίζει%
  • θανάσης, ονομασία λουλά, εκ της εκφράσεως ποιος Θανάσης;%
  • καρότο, ο μεγάλος μπάφος-υπερπαραγωγη%
  • κατιμάς, τα τρίμματα που περισσεύουν%
  • λουλάς, το επιστόμιο του ναργιλέ%
  • μάρλευ, μονάδα μέτρησης%
  • μελαχρινή, μικρή ποσότητα ναζιάρας και σκερτσόζας φούντας εν είδει μερίδας%
  • μονόφυλλο, γάρο από ένα φύλο%
  • μπόμπα, πολύ χοντρός μπάφος, ιδανικός για περιφορά%
  • μπονγκ, είδος νερόπιπας για χόρτο%
  • μπουκαλάκι, περίπου 3 γρ λάδι σε μπουκαλάκι βανίλιας%
  • μπουρί, ο χοντρός και μεγάλος μπάφος%
  • ξεροτσίμπουκο, το κάπνισμα μαύρου με πίπα ξεροσφύρι (χωρίς καπνό)%
  • ποτηράτο, αυτοσχέδιος τρόπος πόσης με άντεστραμμένο ποτήρι%
  • ρο, εκ του γάρο%
  • σουσανές, τοπικός ιδιωματισμός (Δωδεκάνησα, Πελοπόννησος) για τον μπάφο%
  • τάκος, μαύρο σε συσκευασία μισόκιλου%
  • ταφάκι, το δίφυλλο γάρο.%
  • τζόιντ, ο μπάφος στα αμερικλάνικα%
  • τρίφυλλο, μεγάλο τσιγαρλίκι από τρία φύλλα χαρτιού
  • τσίκα, «μερίδα» χασισιού για ναργιλέ%
  • τρομπόνι, ο φοσμπά-γαργαντούας%
  • τσιγαριλίκι, με χαρμάνι καπνού και φούντας%
  • τσίλουμ, είδος ινδικής πίπας%
  • φέος, ο μπάφος (εκ του μπαφέος). Προσοχή στους τσέους όταν το πίνετε.%
  • φοσμπά, ο μπάφος στα ποδανά%
  • φοσμπέιν, ο μπάφος στα ποδανά%
  • ψίλος, η μικρότερη δυνατόν αξιοποιήσιμη ποσότητα χασισιού

Υστερόγραφο: σούρα, τζούρα και μαστούρα

  • ανέβασμα, δυναμικά αυξανόμενη πορεία τση μαστούρας, εκ του αγγλικάνικου get high%
  • βινάρω, πίνω χασισάκι%
  • γκον, πάει αυτός, τον χάσαμε%
  • διάρκεια, της μαστούρας ωτς. Ποικίλλει με την ποιότητα.%
  • κάνω κεφάλι, το πάνω εννοείται%
  • καριβαρία, όταν κάνεις κακό κεφάλι (εκ των κάρα και βαριά)%
  • κιούσμπα, κακό τριπάκι από τρίμμα φούντας%
  • κλάσιμο, espèce de mastoure%
  • λιάδα, η ούμπερ ντούπερ μαρτούρα%
  • λιωσμάρα, το λιώσιμο%
  • μαστουρλούκι, το φαγητό (συνήθως γλυκό) που μασουλάς όταν κάνεις κεφάλι. Αγγλικανιστί: munchies%
  • νεφέσι, η απόλαυση στη ρουφιξιά γάρου%
  • ντάγκλα, το απόγειο τση μαστούρας%
  • σούστα, η γερή ντάγκλα όπου το κεφάλι κάνει ντόϊνγκ-ντόϊνγκ%
  • την ακούω, μαστουρώνω όμορφα κι ωραία%
  • τριπάκι, η ψυχεδελομαστούρα.%
  • χάλια, δεν ήξερες, δεν ρώταγες;

Βλ. επίσης: Το λεξικό της ντάγκλας, Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου (Εκδόσεις Opera 1995).

(από Khan, 21/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Τον πήρε το Εύρηκα: Παλιά φράση, που ξεπήδησε από διαφήμιση της δεκαετίας του 70. Αναφέρεται για κάποιον που χάθηκε (π.χ από μια παρέα), όπως χάθηκε ο λεκές, λόγω δράσης του Εύρηκα...»

...γράφει ο σύσλανγκος GATZMAN στο δουπού, καθώς ανασύρει την παλαιά αυτή διαφήμιση από την λήθη.

Δράττομαι της ευκαιρίας να απανθίσω τσιτάτα από σποτάκια και τζινγκλάκια των τελευταίων σαράντα ετών που μας μίλησαν και / ή μας έπρηξαν τα αρχίδια. Κάποια άντεξαν στον χρόνο και αυτονομήθηκαν ως μεταλασσόμενα μιμίδια, άλλα ξεχάστηκαν. Για να τα θυμηθούμε λιγάκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του «ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον εβγάλαμε». Η έκφραση ανήκει σε μια χρυσή παρακαταθήκη αγγλοελληνικών εκφράσεων.

Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα

Aaron, Aaron: Άρον άρον

About appetite, pumpkin pie: Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα (Jonas)

According to handyman John and his girlsons: Κατά το Μαστρογιάννη και τα κοπέλια του (HODJAS)

A cuckoo aligned a nightingale: Στοίχισε ο κούκος αηδόνι

All the money: Όλα τα λεφτά

And I fuck! Και γαμώ! (HODJAS)

And if you are priest you will stand in the queue: Κι αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πάς (HODJAS)

And two turkey eggs: Και δυό αυγά Τουρκίας (Jesus)

Another! Άλλος! (HODJAS)

Are you passing us for Young Americans; Μας περνάς για Αμερικανάκια;

Are you requesting the change from over additionally; Μου ζητάς τα ρέστα κι’ από πάνω;

Are you roasting yourself; Ψήνεσαι;

Are you working me; Με δουλεύεις;

Ash and Burberry: Στάχτη και μπούρμπερη (Jesus)

At the end they shave the groom: Στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό

Atomic pizza: Ατομική πίτσα (acg)

Back-feaster: Ο πισωγλέντης

Beam me and I slipped: Φέξε μου και γλίστρησα

Better ass-bond than ass-seek: Κάλιο γαιδουρόδενε παρά γαιδουρογύρευε

Better five manual than ten and trap-setting: Κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι

Biowrestling: Βιοπάλη

Black and spiderly: Μαύρα κι άραχνα (Perkins)

Blind Justice: Του στραβού το δίκιο

Bursts nose: Σκάει μύτη

Calabrian testicles: Αρχίδια καλαβρέζικα

Canonize: Κανονίζω

Can you pull my eyes out; Μπορείς να με ξεματιάσεις;

Cardiac friend: Καρδιακός φίλος

Carpet I will be to step me: Θα γίνω χαλί να με πατήσεις

Cat with petals: Γάτα με πέταλα

Ceramic cat: Κεραμιδόγατος

Cheaply we survived her: Φτηνά την γλιτώσαμε

Cockthunder: ψωλοβρόντης (xalikoutis)

Coffee pots we bond; Μπρίκια κολλάμε;

Collect, even if they are nipples: Μάζευε κι ας είναι ρώγες (HODJAS)


Cry them, Happyshine: Κλάφτα, Χαράλαμπε

Cut cabbage and draw conclusion: Κόψε μάπα και βγάλε συμπέρασμα (HODJAS)

Defecate inside multi-time that we did not become broad-bands: Χέσε-μέσα Πολυχρόνη που δεν γίναμε Ευζώνοι…

Cut road: κόβω δρόμο

Demigod and put! Ημίθεος και βάλε! (Allivegp)

Devil’s socks:Διαόλου κάλτσα

Did your ships take a fall outside; Έπεσαν έξω τα καράβια σου;

Does the goat chew fish-roe; Μασάει η κατσίκα ταραμά;

Don’t make me gymnasiums! Μην μου κάνεις γυμνάσια!

Don’t make me high-schools! Μην μου κάνεις γυμνάσια!

Don’t you defecate us you and your cricket: Δεν μας χέζεις εσύ και ο γρύλος σου!

Don’t chew: Μη μασάς (HODJAS)

Don't do waters to me: Μη μου κάνεις νερά (Jesus)

Do you have weather for brown; Έχεις καιρό για καφέ;

Eat eyes fish and the stomach-winding road: Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο

Egglant with oregano: Κολοκύθια με ρίγανη!

Eggplant drums! Κολοκύθια τούμπανα!

Electrospeech mechanic: Ηλεκτρολόγος μηχανικός

Elsewhere 4 elsewhere! Αλλού γι αλλού!

Even invalid Mary in the loop! Το ξέρει και και η κουτσή Μαριώ! (Jonas)

Eye-removal beats name-removal: Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα

Fierce carvings: Άγρια χαράματα (Jonas)

faggotry was played: παίχτηκε πουστιά (Mr. Cadmus)

Fart tub: Κλασομπανιέρα (HODJAS)

Fleas have entered my ears: Μου μπήκαν ψύλλοι στ’ αφτιά

For the festivals: Για τα πανηγύρια

From here go and the others: Από δω παν και οι άλλοι

Goal the two-francs: Τέρμα τα δίφραγκα

Give our regards to platan: Χαιρέτα μας τον πλάτανο

Glass! Τζάμι!

God interest: Θεοτόκος (HODJAS)

Good reefer: Καλοριφέρ

Hairs curly: Τρίχες κατσαρές

Hare-removal: Έβγαλε λαγό

Harp adhesive: Άρπα κόλλα

Has the weather turnings: Έχει ο καιρός γυρίσματα

Have you removed edge; Έβγαλες άκρη;

Have you rotated;: Γύρισες;

He anally aerated me: Μ’ έκλασε

He ate bouquet: Έφαγε μπουκέτο

He ate her on the Praise-the-Lord: Την έφαγε στο Δόξα Πατρί

He ate his faces: Έφαγε τα μούτρα του

He ate gluing: Έφαγε κόλλημα

He ate his breads: Έφαγε τα ψωμιά του

He became Louie: Έγινε Λούης

Heavy melon: Το βαρύ πεπόνι (HODJAS)

Hebrew widespread: Ευρέως διαδεδομένο (Jonas)

He cannot crucify girlfriend: Δεν μπορεί να σταυρώσει γκόμενα

He changed him the unpraised: Tού άλλαξε τον αδόξαστο

He did us gayety: Μάς έκανε πουστιά

He doesn't understand Christ: Δεν καταλαβαίνει Χριστό

He does priests: Κάνει παπάδες

He drinks dry-hammer: Πίνει ξεροσφύρι

He farts doorknobs: Κλάνει πετούγιες

He gives her to me: Μου την δίνει

He glued me to the wall: Με κόλλησε στον τοίχο

He has swollen my liver: Μου έπρηξε το συκώτι

He is, and I fuck the children: Είναι και γαμώ τα παιδιά

His is aurally non-perspiring : Δεν ιδρώνει το αυτί του

He is dispatching owls to Athens: Κομίζει γλαύκα εις Αθήνας

He is indebted to Ms Michaels: Χρωστάει της Μιχαλούς (Jonas)

He made us the three two: Μας έκανε τα τρία δύο

He put him the voices: Του έβαλε τις φωνές

He exited white-faced: Βγήκε ασπροπρόσωπος

He removed him whitefaced: Τον έβγαλε ασπροπρόσωπο

Here the Rhodes, here and the shag! Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα (the_inq και Galadriel)

He saw G.I. Christ: Είδε τον Χριστό φαντάρο

He sits on my neck: Μου κάθεται στο λαιμό

He sleeps with the hens: Κοιμάται με τις κότες

He took his air: Του πήρε τον αέρα

He who has the fly, flies: Όποιος έχει την μύγα, μυγιάζεται

He/she takes him: Τον παίρνει

He/she took them out arseholes: Τους έβγαλε μαλάκες (HODJAS)

His blood was cut: Κόπηκε το αίμα του

Holy Mary's eyes: Της Παναγιάς τα μάτια

How from here morning-morning; Πώς από δω πρωί-πρωί;

I am not in tracksuit: Δεν είμαι σε φόρμα

I am sitting standing: Κάθομαι όρθιος

I am tugging my mammaries Τραβάω τα βυζιά μου

I balded! Καράφλιασα!

i-branches Τα ματόκλαδα

I bring him with my/his waters Τον φέρνω με τα νερά μου/του

I came out of my clothes: Βγήκα από τα ρούχα μου

I caught your au pair: Σου’ πιασα την παραμάνα (HODJAS)

I dare to horse: Τολμώ να είπω

I don't chew: Δεν μασάω

I don't have face to exit in society: Δεν έχω πρόσωπο να βγω στην κοινωνία

I don't know Christ: Δεν ξέρω Χριστό

I don't know what is being done to me: Δεν ξέρω τι μου γίνεται

I don't see my blindness: Δεν βλέπω την τύφλα μου

I downloaded christcandles: Κατέβασα χριστοκαντήλια

I have dogbored: Έχω σκυλοβαρεθεί

I have tuberculosed: Έχω χτικιάσει

I'll go for bathroom: Θα πάω για μπάνιο

I made her lottery! Την έκανα λαχείο!

I made her out of cups Την έκανα από κούπες

I made them salad - I made them sea: Τα έκανα σαλάτα / θάλασσα

In the post-taxi: Εν τω μεταξύ

I put for president: Βάζω για πρόεδρος (HODJAS)

I remained bone! Έμεινα κόκαλο!

I remove her, I remove her not! Τη βγάζω δεν την βγάζω!

I see it pale: Το βλέπω χλωμό

I spat them: Τα έφτυσα

I studied my children with bleeding economies: Σπούδασα τα παιδιά μου με αιματηρές οικονομίες

Is your ass eating you; Σε τρώει ο κώλος σου;

It came to him box: Του ήρθε κουτί

I threw her on your ears: Στην έριξα στ’ αυτιά

It fell the bear’s laughter: Έπεσε το γέλιο της αρκούδας

It is unwrestlable! Δεν παλεύεται! (Jonas)

I took my three: Πήρα τα τρία μου

I took them to the cranium: Τα πήρα στο κρανίο

I transformed her into a lottery ticket: Την έκανα λαχείο (Allivegp)

It's not every day St. John's: Δεν είναι κάθε μέρα τ’ Αη-Γιαννιού (HODJAS)

I’ll have you on the opa-opas: Θα σ’ έχω στα όπα – όπα

I'm coming from the town and on the top cinnamon... Από την Πόλη έρχομαι και στην κορφή καν έλα (markar)

I'm cutting traffic: Κόβω κίνηση

I'm sitting on ignited coals: Κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα

It breaks her to me: Μου την σπάει

It didn't sit on us: Δεν μας έκατσε

It happened the come to see: Έγινε το έλα-να-δείς

It rains of good weather: Βρέχει του καλού καιρού

It says!: Λέει!

I shall burn you John I shall spread you honey: Να σε κάψω Γιάννη να σ’ αλείψω μέλι (HODJAS)

It spoils me: Με χαλάει

It throws chair legs: Ρίχνει καρεκλοπόδαρα

I've played them!: Tα’ χω παίξει

I will cut your good day: Θα σου κόψω την καλημέρα

I will remove the Goldie: Θα βγάλω την χρυσή

John treats, John drinks: Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει

Language-kiss: Γλωσσόφιλο (tenstorms)

Like a squeezed lemoncup: Σαν στημένη λεμονόκουπα

Like the snooooows!: Σαν τα χιόνια!

Like the unjust curse: Σαν την άδικη κατάρα

Loosely! Χαλαρά!

Little rectal she-rooster: Κωλοπετεινίτσα

Loss at the straight: Χαμός στο ίσιωμα (poniroskylo)

Luxury accusation: Κατηγορία πολυτελείας

March scalper and evil stake-burner: Μάρτης-γδάρτης δεινός παλουκοκαύτης

Margie had everything but the Hijab: Όλα τα’ χε η Μαριορή, ο φερετζές της λείπει (ironick)

May God remove me liar: Ο Θεός να με βγάλει ψεύτη

May the old vineyard depart: Ας πάει και το παλιάμπελο

Milk funnies: Γαλακτοκομικά

Moose burger: Μούσκεμα (< moose κιμά)

Mucovirgin: Μυξοπαρθένα

Municipal song: Δημοτικό τραγούδι (Ο ΑΛΛΟΣ)

Municipal unfortunate: Δημοτικό δίστιχο (Ο ΑΛΛΟΣ)

My dudeness has left me: Μου έφυγε η μαγκιά (Jesus)

My gallbladder was amputated: Κόπηκε η χολή μου

My psyche went to the donut-lady: Πήγε η ψυχή μου στην κούλουρη

Never of the drinks: Ποτέ των ποτών.

Nonsense Κολοκυθάκια (Hank)

Of the gay: Του πούστη!

Of the piazza: Της πιάτσας.

One joy and two terrors: Μια χαρά και δυο τρομάρες

Organic: Ορχηστρικό εκ του instrumental (Ο ΑΛΛΟΣ)

Other the one, and other the other: Άλλο το ένα και άλλο το άλλο (nick)

Our vagina has coagulated: Έχει πήξει το μουνί μας

Pancelery: Πανσέληνος

Party dog: Κομματόσκυλο (HODJAS)

Price tax: Φόρος τιμής (xalikoutis)

Psycho child: Ψυχοπαίδι

Sarah, Mara and the evil encounter: Η σάρα, η μάρα και το κακό συναπάντημα

Serbian butcher's: Χασαποσέρβικο.

She tells it, his little partridge: Το λέει η περδικούλα του.

Seize the egg and groom it: Παρ’ το αυγό και κούρευ’ το

Shit and fromshit: Σκατά και απόσκατα

Shit high and contemplate! Χέσε ψηλά κι’ αγνάντευε

Shit inside muchyear that we did not become goodbelts! (the_inq)

Silk pants want skillful asses... Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και μεταξωτούς κώλους (markar)

Slow the cabbages! Σιγά τα λάχανα

Slowly the very oil! Σιγά τον πολυέλαιο!

Something's running down to the gypsies' quarters: Κάτι τρέχει στα γύφτικα

Stratocaster: Λυσιστράτη

Stupidity goes cloud! H βλακεία πάει σύννεφο (prophet46)

Subaccountant: Υπολογιστής

Swaggering like a Roma worktool: Καμαρώνει σα γύφτικο σκεπάρνι

The ass called the cock bigheaded: Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα

The ass’s nine-sectors: Του κώλου τα εννιάμερα

The end of all! Τέλος πάντων!

The esurient priest: παπαληγούρας

The fava beans are counted: Τα κουκιά είναι μετρημένα

The Gorgon is also charming: Το γοργόν και χάριν έχει

The jumped one: Σαλταρισμένος

The madness doesn't mountaineer: Δεν πάει η τρέλα στα βουνά

The masturbation goes cloud: Η μαλακία πάει σύννεφο (Hank)

The penis they mourned: Τον πούτσο κλαίγανε (Jonas)

The popular mattresses: Τα λαικά στρώματα

The rials-rials Guevara remarkable cold: Τα ριάλια ριάλια τσε πούντα

The weather does not erect me: Δεν με σηκώνει το κλίμα

The wheel shall turn, thus allowing the financially distressed to copulate: Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός (Jonas)

They did her from hand: Την έκαναν από χέρι

They have made them tiles: Τα’ καναν πλακάκια (HODJAS)

They perform the duck: Κάνουν την πάπια

They remove their eyes: Βγάζουν τα μάτια τους

They returned me the entrails: Μου γύρισαν τα άντερα

They were handing someone free ass, and he gave it a dental checkup: Καποιανού χάριζαν γάιδαρο κι αυτός τον κοίταζε στα δόντια

Thin cows’ menstruation: Περίοδος ισχνών αγελάδων

This where are you going it; Αυτό πού το πας; (Allivegp)

This withered you: Αυτό σε μάρανε

Three and the maternal belt: Τρεις και το λουρί της μάνας

Three and the mother's Lou Reed: Τρεις και το λουρί της μάνας (HODJAS, ΜηΧέΣω)

To say the figs-figs and the tub-tub! Λέμε τα σύκα-σύκα και την σκάφη-σκάφη

To upchuck good-feet! Να ξερνάς καλαπόδια!

Unhorselike: Ανάλογο (πχ. «In Slangean space, phenomenon A is unhorselike to phenomenon B iff...»)

Until the first mornings: Μέχρι τις πρώτες πρωινές

Wall-wall: Τοίχο-τοίχο (HODJAS)

We are to be mourned by herrings: Είμαστε να μας κλαίν’ οι ρέγκες

Weather brings the cabbages, weather the para-birdies: Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια (Jonas)

We became robes - Robes unbuttoned! Γίναμε ρόμπες – ρόμπες ξεκούμπωτες

We did black eyes to see you: Κάναμε μαύρα μάτια να σε δούμε

We have done her of cups: Την κάναμε από κούπες

We mingled our thighs: Μπλέξαμε τα μπούτια μας

Welcome my eyes the two: Καλώς τα μάτια μου τα δυο

We will say the bread bready: Θα πούμε το ψωμί ψωμάκι

What am I pulling, the desert! Τι τραβάω, ο έρημος!

Whatever dwarf! Ό,τι να’ ναι (xalikoutis)

What a beautiful breakfast! Τι υπέροχο πρωινό!

Whatever he/she remembers he/she enjoys: Ό,τι θυμάται χαίρεται

What strain are you pulling; Το ζόρι τραβάς;

Where are you going bare-assed amidst the cucumber grove; Πού πας ξεβράκωτος στα αγγούρια;

Where are you going bare-assed amidst the fudgepackers; Πού πας ξεβράκωτος στους κωλομπαράδες;

Where are you rotating at this hour; Πού γυρνάς τέτοια ώρα;

Where art thou going, oh Black-matrix; Πού πας ρε Καραμήτρο;

Where the red mullet farts through: Από που κλάνει το μπαρμπούνι (xalikoutis)


Who pays the bride; Ποιος πληρώνει την νύφη;

Whore's bar: Της πουτάνας το κάγκελο

Will I extract the snake from the hole; Εγώ θα βγάλω το φίδι από την τρύπα;

With this side to sleep: Μ’ αυτό το πλευρό να κοιμάται

Woodchips will burn: Θα καεί το πελεκούδι

You account without the hotel owner: Λογαριάζεις χωρίς τον ξενοδόχο

You are a large commodity: Είσαι ψωνάρα

You are and seem! Είσαι και φαίνεσαι! (xalikoutis)

You ate my ears: Μου’ φαγες τα αυτιά

You changed my lights: Μου άλλαξες τα φώτα

You don't stuffed vine leaf: Δεν τολμάς (HODJAS)

You earthed me! Με γείωσες!(Jesus)

You have justice: Έχεις δίκιο

You have sent us unread: Μας έστειλες αδιάβαστους (poniroskylo)

You have right: Έχεις δίκιο

You obligated me! Με υποχρέωσες!

You owe me your horns: Μου χρωστάς τα κέρατά σου

You progenitor of all Filipinos! Ρε μαλάκα!

Your word has nourished me and eat your dinner: Ο λόγος σου με χόρτασε και το φαΐ σου φάτο (HODJAS)

You scanned! Σάρωσες! (HODJAS)

You soft cheeses of Creta! Ρε μαλάκες! (ΜΧΣ)

You straits between Malaysia and Indonesia! Ρε μαλάκες! (ΜΧΣ)

You will fart me a mantra of testicles! Θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια!

You will fart my nuts! θα μου κλάσεις τα αρχίδια (prophet46)

You will fart me a junkyard full o' nuts! Θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια!

You will ingest wood: Θα φας ξύλο

You will pierce my nose! Θα μου τρυπήσεις την μύτη

Your bad the weather!: Τον κακό σου τον καιρό

Your brain and a pound and the painter's brush: Το μυαλό σου και μια λίρα…

Your eye the crosseyed!: Το μάτι σου το αλλήθωρο

Και μερικά αντίστροφα

Ακριβώς κάντο: Just do it (HODJAS)

Αναρκούδωτο: Unbearable (π.χ. «Γιε μου... Είν’ αναρκούδωτος ο πόνος μου καλέ μου...», Patsis)

Ανατιμώ το γεγονός ότι είσαι στρογγυλός: I do appreciate you being 'round

Ανεβάζω χουρμάδες: Update

Ανεμιστήρας: Fan (οπαδός)

Αρκετά είναι αρκετά: Enough is enough (HODJAS)

Αρκούδα στην σκέψη σου: Bear in mind

Αρκουδόφρουτο: Bear fruit

Άρρωστος λούστρος: Illustrious

Αρσιμαγαζάτορας: Shoplifter

Ας κοιμηθούμε πάνω σε αυτό: Let us sleep on it

Ας το παίξουμε με το αυτί: Let us play it by ear

Ας το πάρουμε από εκεί: Let us take it from there

Ασφαλείς φρουροί: Safeguards (HODJAS)

Αυλακώδες! Groovy!

Αυτή είναι η νύχτα μας, μύγα! This is our night, fly!


Αυτό περπατάει χωρίς να μιλάει: That goes without saying.

Αυτός είναι ο δρόμος που θρυμματίζεται το δίπυρον: That’s the way the cookie crumbles (HODJAS)

Αφήστε τα φλιτ να είναι φλιτ: Let bygones be bygones


Βάλτο εκεί συνεταίρε: Put it there partner (HODJAS)

Βήξε πάνω: Cough up (HODJAS)

Βλέπεις το σημείο μου; Do you see my point; (poniroskylo)

Βουτυροπετώ: Butterfly

Γαμώ κύκλωθεν: Fuck around (Jesus)

Γατοαντίγραφο: Copycat

Γατοτυπία: Copycat

Γεμάτο σπίτι: Full house (HODJAS)

Γίνε φιλοξενούμενoς μου! Be my guest! (MXΣ)

Γκαρσόνι Γ.Τ.Π.: FTP Server

Γλυκό όσο! Sweet as! (HODJAS)

Γλωσσομασίγωμα: Tongue lashing

Δεξιά πάνω! Right on! (Jonas)

Δωμάτιο με τα αγοράκια: Little boys' room

Ένα πακέτο λύκοι: A pack of wolves

Είναι ο δρόμος μου ή ο υψηλός δρόμος! It's my way or the highway! (Jonas)

Έκανες την ήμερα μου: You made my day (poniroskylo)

Έχεις ένα σημείο! You have a point! (Mes)

Έχω γατάκια: I have kittens (HODJAS)

Ένα διπλοπυροβολημένο αψηλό γελαδερό, φευγάτο. Και μην ξεχάσεις το μανίκι! A double-shot tall latte, to go. Don’t forget the sleeve! (παραγγελία σε Στάρπαξ)

Έξω από το μπλε: Out of the blue (poniroskylo)

Εύκολο σαν πίτα: As easy as pie

Ζωντανός και λακτίζων: Alive and kicking (Jonas)

Η αναρκούδωτη ελαφρότητα του είναι: Unbearable lightness of being

Η μέρα της Ντόρις: Doris Day

Ηφαίστειο υπό εξαφάνιση: Extinct volcano

Θα δώσω πάνω το κάπνισμα: I’ll give up smoking (HODJAS)

Θεραπεία κόκκινου χαλιού: Red carpet treatment

Καλός φιδές: Bona fide

Καλούδι-καλούδι: Goody-goody (HODJAS)

Κάνε τις τιμές: Do the honours (HODJAS)

Καραμπίνα για μεγάλα αγριογούρουνα: Large boar rifle

Καρποσκάμπιλο: A slap in the wrist

Κεραμιδόγατος: Top cat (Jesus)

Κοιμήσου σφιχτά! Sleep tight!

Κόκκινη κασέτα: Red tape (Jonas)

Κόλλα τριγύρω! Stick around! (Jonas)

Κομμάτι από κέικ! Piece of cake! (Jonas)

Κορίτσι για καρφίτσωμα: Pin-up girl

Κουβαλήθηκα μακριά: I got carried away (HODJAS)

Κράτα ένα πιασμένο πάνω χείλος: Keep a stiff upper lip (HODJAS)

Κράτα μου ένα βυζί: Keep me abreast

Κράτα τα άλογα σου ακριβώς εκεί: Hold your horses right there... (BuBis)

Κρεμάσου εκεί μέσα: Hang in there!

Κρεμάσου σε ένα δευτερόλεπτο! Hang on a second!

Λείος τηλεφωνητής: Smooth operator

Λιγνός πελάτης: Slim customer (HODJAS)

Μαζικότητα: Togetherness

Μαλθακός άνδρας: Gentleman

Μελιοφέγγαρο: Honeymoon (Jonas)

Μέσα στον Νίκο, του χρόνου: In the nick of time

Μετα-αυτό: Post-it

Μεταξύ ενός βράχου και ενός σκληρού μέρους: Between a rock and a hard place (Jonas)

Μη βαράτε σχετικά το θάμνο! Don’t beat about the bush! (Jonas)

Μια φορά μέσα σε ένα μπλέ φεγγάρι: Once on a blue moon (knasos)

Μην παιδί τον εαυτό σου: Don’t kid yourself (HODJAS)

Μόλις ανέτειλε πάνω μου: It just dawned to me (xalikoutis)

Μυαλό εσύ Mind you(HODJAS)

Μυαλό το βήμα σου: Mind your step

Ναι, είμαστε κονσέρβα! Yes we can!

Νεκρός Κωδωνοκρούστης: Dead ringer

Ξαναπαίξ' το Σαμουήλ: Play it again Sam (HODJAS)

Ξανθό και τετράγωνο: Fair and square

Ξεκουράζω το βαλιτσάκι μου: I rest my case

Ο Βασίλης των Δεξιών: The Bill of Rights (xalikoutis)


Ομιλία του διαβόλου: Speak of the devil (HODJAS)

Ο εισαγγελέας αναπαύεται: The prosecution rests (Jonas)

Οι ένορκοι πάνε βόλτα: The jury is out

Οι μπριζόλες είναι στα ύψη / Οι μπριζόλες κάνουν τριπάκι: The stakes are high

Όλα τα συστήματα φεύγουν: All systems go

Όλος χρόνος κλασικό: All-time classic (acg)

Ο Ροβέρτος είναι θείος σου Bob's your uncle (HODJAS)

Οξυκέφαλος: Acid head

Όχι ιδρώτας! No sweat! (Jonas)

Πάρε φροντίδα! Take care!

Πάρτι με ντονέρ: The Donner Party

Πεθαμένο τέλος: Dead end (HODJAS)

Πέριξ του ρολογιού: Around the clock

Περιττώματα ονομάτων: Dropping names

Περνάω γκάζι: Pass gas (HODJAS)

Πηγαίνω αχυροσύρματα: I go haywire

Πηγαίνω βαλλιστικός: I go ballistic (Jonas)

Πηγαίνω επικεφαλής επί των τακουνιών: I go head over heels

Πηγαίνω μέσω ταχυδρομείου: I go postal (Jonas)

Πηγαίνω μπανάνες: I go bananas (Jonas)

Πηγαίνω ξηροκάρπια: I go nuts (Jonas)

Πήρα την Ελευθερία: I took the liberty


Ποτέ νους: Never mind (xalikoutis)

Προσωπικές μου φαβορίτες: My personal favorites (acg)


Σήκω-στάσου, για τα δικαιώματά σου: Get up stand up for your rights (xalikoutis)

Προφορικό σεξ: Oral sex

Προτείνω ένα τοστάκι... I propοse a toast...

Σημείο πάνω! : Spot on! (HODJAS)

Σκατοφορτία με λεφτά: Shitloads of money (HODJAS)

Σπάει νέο χώμα: Breaking new ground

Σπαστικά νέα: Breaking news

Στέκεται έξω στο χωράφι του: He's outstanding on his field (Dirty Talking)

Τα διαπραγματευτικά πατατάκια: The bargaining chips

Τα ζυγά λύσατε: Break even

Τα χείλη μου είναι φωκιασμένα: My lips are sealed (HODJAS)

Το γραφείο του Ντιν: The Dean's Office

Τηλεφώνησε ένα φτυάρι ένα φτυάρι: Call a spade a spade

Το γέρος καιρός: In the old times

Το γύρισε σε καινούριο φύλλο: Turned on a new leaf

Το δικαίωμα στους αρκτικούς βραχίονες: The right to bear arms

Το κουμάντο του αντίχειρα: The rule of thumb

Τόσο μακρύ! So long! (Jonas)

Τρέχω για ένα ίσιο: Run for a straight (HODJAS)

Τρέχω το γραφείο: Run the office (HODJAS)

Τρόπος να πας! Way to go! (Jonas)

Τσιμπουκόμπαφος: Pot head

Τσινγκ ο 1ος: I Ching

Χουρμαδιάζω: To date someone

Χρηματοκιβώτιο και ήχος: Safe and sound

Χρησιμοποιούσε να είναι... It used to be... (xalikoutis)

Χτύπα το δρόμο, Ιάκωβε! Hit the road, Jack! (Jonas)

Χτυπάτε τα ντους: Hit the showers (Jonas)

Ψηλά πέντε: High five (HODJAS)

Ὦ Γαῖα! Oh yeah! (Khan)

Φλωρεντινό Αηδόνι: Florence Nightingale (deinosavros)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κρύβουμε όλοι μέσα μας ένα μικρό μάγο που δεν χάνει ευκαιρία να εξαπολύει κατάρες και ξόρκια, ενίοτε σλανγκικά.

Σύμφωνα με τον Richard Dawkins, υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες μαγείας:

  • Τα παραμύθια: καλές νεράιδες καβάλα σε μονόκερους, θεότητες που κάνουν κατακαλόκαιρα πατινάζ σε λίμνες, λυσσάρες που φιλάν βατράχια για να βρουν χαρά στα σκέλια τους.
  • Οι τσαρλατανιές: αστρολόγοι, μέντιουμ, σαμάνοι, ταχυδακτυλουργοί. Εδώ διακρίνουμε δύο υποκατηγορίες: τους έντιμους που παραδέχονται ότι κάνουν μαγικά τρικ και τους μπαγαπόντες τ. Ούρι Γκέλερ που υποστηρίζουν ότι παραβιάζουν φυσικούς νόμους γιατί μπορούν. Πέον να σημειωθεί ότι οι αρχαίοι ημών προγόνjοι επέβαλαν «φόρο βλακείας» – το βλακεννόμιον τέλος – στους τέτοιους απατεώνες, καθώς πλουτιζόσαντε σε βάρος του ευαπάτητου πόμολου.
  • H πραγματική μαγεία: ατενίζεις τα άστρα, θαυμάζεις το ουράνιο τόξο, σκοράρεις ένα καϊνάρι.

Οι κατάρες ανήκουν στην δεύτερη υποκατηγορία των τσαρλαταλιών και ωσεκτουτού έχουν μεγάλη πέραση και προϊστορία στον λαό που εφηύρε το σκατοτάϊσμα. Ευτυχώς όμως «πιάνουν» μόνο εκεί που θα’ πρεπε, δηλαδή σε δεισιδαίμονα και αυθυποβολιάρικα σούργελα.

Ακολουθεί μια σχετική ανθολογία, επιλεγμένη απ'εδώ κι απ'εκεί στο νέτι, καθώς κι από σχόλια σύσλανγκων.

  • Άι σιχτίρ!
  • Άι στα τσακίδια!
  • Άι στον άνεμο!
  • Άι στον κόρακα!
  • Ανάθεμα στο κεφάλι σου!
  • Απ' τα παιδιά σου να τα βρεις!
  • Απ' το θεό θα το βρεις!
  • Διαλέμπαμεσασου!
  • Έτσι να κάνει ο κώλος σου!
  • Κακό σπυρί στον κώλο σου!
  • Καρκίνος σε σένα και στο σόι σου!
  • Κατάρα στον λαδέμπορα!
  • Κόρακας και περίδρομος να σε κόψει!
  • Μ' έκαψες που να καείς, σαν το κεράκι τση Λαμπρής!
  • Μόρα και κασίδα
  • Νέκρα και κασίδα!
  • Όλα είναι δανεικά!
  • Ουναμουχαθείς!
  • Ποτέ σου!
  • Που ανθρώποι να σε θάβουνε και διαόλοι να σε ξεχώνουνε!
  • Που βίδες να θες και παξιμάδια να βρίσκεις!
  • Που κακό χρόνο να 'χεις!
  • Που κακό σπυρί να βγάλεις!
  • Που κακό ψόφο να 'χεις!
  • Που λύκος Σαββατιανός να σε φάει!
  • Που μαλίνα να σε βαρέσει!
  • Που μολύβι στο κατούρημα - μπαμπάκι στο γαμήσι!
  • Που μουνί να πιάνεις και πούτσα να γίνεται!
  • Που μουριά να βγάλει το σπίτι σου!
  • Που να αβέλεις πιασμαντό σε σερμελιά και μουτζό να γίνεται!
  • Που ν' αβέλεις τεκνό και να σου βγεί ρούνα!
  • Που να βουλώσει ο κώλος σου να μη μπορείς να χέσεις!
  • Που να βρεις ξένες παντόφλες κάτω από το κρεβάτι σου!
  • Που να γαμιέσαι χωρίς να το θες!
  • Που να γεννήσει η γάτα σου κουταβάκια!
  • Που να γίνεις γουβί!
  • Που να γίνεις χανταβούλα!
  • Που να δεις τα παιδιά σου να βγάζουν σπυριά στα μάτια!
  • Που να δεις το παιδί σου στην Ομόνοια!
  • «Που να είστε όλοι καλά!» (Μητσοτάκης)
  • Που να ζητάς ψωλή και να μη βρίσκεις ούτε δάχτυλο!
  • Που να θες πούτσα και να μην βρίσκεται ούτε κωλοδάχτυλο!
  • Που να ιδρώνεις χειμώνα καλοκαίρι!
  • Που να λαλήσουν κουκουβάγιες στα κεραμίδια σου!
  • Που να λιώνεις και να παρακαλάς για την αγάπη μου όπως εγώ!
  • Που να λιώσουν πρώτα τα πόμολα της κάσας σου κι ύστερα το κουφάρι σου!
  • Που να λιώσεις όρθιος!
  • Που να μείνεις αγάμητη!
  • Που να μείνεις κουλός και καυλωμένος!
  • Που να μείνεις στ' αζήτητα!
  • Που να μη δεις χαρά στα σκέλια σου!
  • Που να μη σ’ εύρει ο χρόνος!
  • Που να μη σώσεις!
  • Που να μην δεις άσπρη μέρα!
  • Που να μην δεις φράγκο στην τσέπη σου!
  • Που να μην λιώσεις ποτέ!
  • Που να μην μπορείς να χέσεις!
  • Που να μην ξημερωθείς!
  • Που να μην προλάβεις να δεις εγγόνια!
  • Που να μην σώσεις!
  • Που να μη σε θέλει ούτε η μάνα σου!
  • Που να μπει ο διάολος μέσα σου και να' ναι σερνικοθήλυκος!
  • Που να μπερδευτούν η απάνω με την κάτω τρύπα του!
  • Που να μπουν ούλοι οι διαούλοι μέσα σου!
  • Που να ξεράσεις τα άντερα σου και τα συκώτια σου!
  • Που να ξερομαραθείς!
  • Που να πας και να μη σώσεις να γυρίσεις!
  • Που να πεις το μουνί-μουνάκι!
  • Που να πεις το ψωμί-ψωμάκι!
  • Που να πλαντάξεις!
  • Που να σε αγαπήσει κάποιος όπως με αγάπησες εσύ!
  • Που να σε κλάσουν τα παιδιά σου!
  • Που να σε νεκροφιλήσουν
  • Που να σε παίρνουν τηλέφωνο μόνο για φάρσα!
  • Που να σε πάνε τέσσερις!
  • Που να σε πει παπάς στ' αυτί και διάκος στο κεφάλι!
  • Που να σε πιάσει η κακιά η μούντζα!
  • Που να σε πιάσει σιγηνικό!
  • Που να σε πιάσει το ζαλιακό!
  • Που να σε πλύνω! (τα κοκάλα μετά την εκταφή)
  • Που να σε τσιμπήσει κουνούπι στο μουνί!
  • Που να σε φάει ο λύκος ο γκαβός και να΄ναι και φαφούτης!
  • Που να σε φάει το μαύρο φίδι!
  • Που να σε φάει το χώμα!
  • Που να σε φάν' τα σκυλιά και τα όρνια!
  • Που να σε φιλήσει η μάνα σου κρύο!
  • Που να σου βγουν τα μάτια!
  • Που να σου γαμηθεί η αδερφή με δίμετρο αράπη!
  • Που να σου επιτεθούν κατσαρίδες και να σου φάνε τα βυζιά!
  • Που να σου καεί ο εγκέφαλος του αυτοκινήτου στα Καμένα Βούρλα, βούρλο!
  • Που να σου καεί το βίντεο!
  • Που να σου καεί το iPhone
  • Που να σου καούν οι τρίχες από τις βαφές!
  • Που να σού κολλήσει το status στο msn!
  • Που να σου ξεραθεί η τρύπα!
  • Που να σου 'ρθει κόλπος!
  • Που να σου 'ρθει ταμπλάς!
  • Που να σου σηκωθεί η πέτσα ανάποδα!
  • Που να σου φύγει κλάσιμο στο πρώτο γαμήσι!
  • Που να στα φάνε οι τράπεζες!
  • Που να σταθεί το κάτουρο σου!
  • Που να στο πει ο παπάς στ' αυτί!
  • Που να στουκάρεις στην πρώτη κολώνα!
  • Που να τα κάνεις σάβανα!
  • Που να τα φας για τα στέφανα των παιδιών σου!
  • Που να τα φας για παρθενορραφή!
  • Που να τα φας στους γιατρούς!
  • Που να τα φας στα μνημόσυνα!
  • Που να τρως κωλοδάχτυλο και να λες «πάλι καλά που δεν ήταν πούτσα»!
  • Που να φας τα κόκαλα σου!
  • Που να φας τα μυαλά σου σαλάτα!
  • Που να χαθείς και να μη φανείς!
  • Που να χέσεις διάρροια στο πρώτο ραντεβού!
  • Που να χεστείς σ' επιθεώρηση Ναυάρχου και να' ναι καλοκαίρι!
  • Που να χεστείς σε ίντερβιου!
  • Που να χτυπήσει το τηλέφωνό σου νύχτα!
  • Που να ψοφήσεις και συ και το συσελέκι σου!
  • Που να ψοφολογήσεις από άγνωστη αρρώστια, που θα πάρει τ' όνομά σου!
  • Που ό,τι επιθυμείς να το πάθεις!
  • Που ό,τι πιάνεις στάχτη και μπούλμπερη να γίνεται!
  • Που οχιά να σε φάει!
  • Που σκατά να φας!
  • Που φουστάνι να πιάνει και να γίνεται σώβρακο!
  • Που φωτιά να πέσει να σε κάψει!
  • Που χαΐρι και προκοπή να μην κάνεις!
  • Που χάπια να τα πιείς!
  • Που χρυσάφι να πιάνεις - σκατά να γίνεται!
  • Σκατά να φας, σκατά να πιεις, σκατά να πας να χέσεις, από σκατά να σηκωθείς και σε σκατά να ξαναπέσεις!
  • Σκατά στα μούτρα σου!
  • Σκατά στη γενεά σου!
  • Σκατά στο γονιό σου!
  • Σού εύχομαι, ότι εύχεσαι για μένα επί δέκα!
  • Στα παιδιά σου να τα βρεις!
  • Στο λαιμό να σου κάτσει!
  • Στον κώλον σου ρεπάνι!
  • Στους γιατρούς να τα δώσεις!
  • Στρόφι ντε!
  • Την κακή σου και την ψυχρή σου ημέρα!
  • Τον κακό σου τον φλάρο!
  • Τον κακό σου τον καιρό!
  • Τρεις να είναι οι ώρες σου κι εκείνες στο κρεβάτι!
  • Τρομάρα και λαχτάρα να σου 'ρθει!
  • Υπάρχει θεός και βλέπει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουτ σημαίνει πολύ στα καλιαρντά.

Αλλά, μπουτ σημαίνει πολύ και στα ρομανί - πιο γνωστά ως τσιγγάνικα και γύφτικα. Είναι μια από τις πολλές λέξεις που μοιράζονται οι δυο γλώσσες.

Τα καλιαρντά είναι ένα πολυσυλλεκτικό ιδίωμα. Έχουν πάρει λέξεις από τα ελληνικά, τα ιταλικά, τα γαλλικά, τα αγγλικά και τα τούρκικα, τις έχουν μεταμορφώσει και έχουν παράγει μια εκφραστικότατη σύνθεση. Τολμώ, ωστόσο να πω, ότι οι λέξεις που πήραν από τα ρομανί είναι οι πιο καίριες, αυτές που δίνουν στα καλιαρντά μέγα μέρος της ιδιαιτερότητάς τους. Το λέω αυτό για δυο κυρίως λόγους:

  1. Γιατί από τα ρομανί πήραν τα καλιαρντά λέξεις-κλειδιά - κλειδιά και για τη σύνταξη της γλώσσας, με προφανέστερο παράδειγμα το ρήμα-πασπαρτού αβέλω, και για την σύνθεση νέων λέξεων, π.χ. το λατσός, λατσό που είναι το πρώτο συνθετικό σε πάνω από 30 λέξεις της καλιαρντής που κατέγραψε ο Ηλίας Πετρόπουλος στο γνωστό λεξικό του.

  2. Και, γιατί από τα ρομανί πήραν τα καλιαρντά πολλές από τις μικρές, απλές λέξεις που είναι ο συνεκτικός ιστός κάθε γλώσσας π.χ. μολ (=νερό), μαντό (=ψωμί) αλλά και πολλές λέξεις ιδιαίτερα χρηστικές για το περιβάλλον τους, π.χ. πούλη, μουτζό, λουμπίνα, κουραβέλτα. Η ίδια η λέξη καλιαρντά, πιστεύω βάσιμα, προέρχεται από τη ρομανί λέξη kaljardo - βλ. τα παραδείγματα.

Η έκταση των επιρροών της ρομανί στα καλιαρντά επιτρέπει να υποθέσουμε ότι οι κοινότητες των κιναίδων και των Ρομ βρισκόταν σε στενή επαφή - και είναι λογικό ότι κάπου και θα τέμνονταν. Πέραν τούτου, προτιμώ να αποφύγω τις εικασίες για το είδος των σχέσεων που υπήρχαν - ότι και οι δυο κοινότητες ήταν περιθωριακές με κάποιο τρόπο, από μόνο του δε λέει τίποτε. Μου έχει κάνει εντύπωση, ωστόσο, ότι η σχετικά γνωστή λέξη μπαλαμό που στα ρομανί παραπέμπει στο αφεντικό, τον ξένο, τον λευκό, στα καλιαρντά σημαίνει τον μεσόκοπο παιδεραστή που πληρώνει για να γαμήσει ή να τον γαμήσουν. Ο Ισπανός ελληνιστής César Montoliu που έχει γράψει για την σχέση ανάμεσα στα καλιαρντά και την ρομανί εικάζει ότι τα καλιαρντά πρωτοεμφανίσθηκαν σε περιβάλλον χρηστών της ρομανί συνδεδεμένων με την ανδρική πορνεία.

Τις επιρροές που είχαν τα καλιαρντά από τα ρομανί ο Πετρόπουλος στην αρχή δεν τις είδε. Στην πρώτη έκδοση του λεξικού του, το 1971, τις περισσότερες λέξεις που προέρχονται από τα ρομανί ή τις ετυμολογεί λάθος ή τις χαρακτηρίζει αγνώστου ετύμου. Το πρόβλημα αυτό το παραδέχεται στα σχόλια του που περιλαμβάνονται στην επανέκδοση του 1983 - διάφοροι φιλόλογοι από το εξωτερικό του είχαν εντωμεταξύ επιστήσει την προσοχή - και για καμιά δεκαριά λέξεις αναθεωρεί την αρχική του ετυμολογία· σε άλλες, όμως, συνεχίζει να μην κάνει την συσχέτιση.

Πέραν του César Montoliu (μια περίληψη του σχετικού άρθρου του υπάρχει εδώ), την σχέση ανάμεσα στη ρομανί και τα καλιαρντά έχει επισημάνει και ο καθηγητής του Α.Π.Θ. Σωφρόνης Χατζησαββίδης ο οποίος λέει εδώ ότι περίπου 15% των καταγραμμένων λέξεων και φράσεων των καλιαρντών προέρχονται από τη ρομανί.


Τα Καλιαρντά (1971) του Πετρόπουλου παραμένουν η βασική πηγή προσέγγισης της γλώσσας για τους αμύητους στο ζωντανό ιδίωμα όπως εγώ. Συμβουλεύθηκα την επανέκδοση του 1983 από τις εκδόσεις Νεφέλη - περιέχει και τα καίρια συμπληρωματικά σχόλια που έγραψε ο Πετρόπουλος στο Παρίσι το 1980. Πολύ χρήσιμα είναι και τα όσα λέει ο φίλος aias.ath στο λήμμα καλιαρντά.

Η βασική πηγή που βρήκα για τα ρομανί είναι η λεξικογραφική βάση δεδομένων ROMLEX, προϊόν συνεργασίας των πανεπιστημίων του Graz και του Manchester. Περιέχει 126.000 λήμματα από 27 διαλέκτους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη σύγκριση με τα καλιαρντά έχουν οι διάλεκτοι των Νότιων Βαλκανίων. Χρήσιμο είναι και το Λεξικό της Ρομανί γλώσσας του Ι. Αλεξίου.

Ένα ενδιαφέρον κείμενο στα ελληνικά για τη ρομανί γενικά είναι αυτό. Το σάιτ gypsytown.com είναι μια καλή εισαγωγή για την ιστορία κλπ των Ρομ από την δική τους σκοπιά.

Αντιπαραβάλλω εδώ κάποιες σημαντικές λέξεις των καλιαρντών με τις λέξεις της ρομανί απ' όπου προέρχονται. Δίνω πρώτα το λήμμα από το λεξικό του Πετρόπουλου με τον ορισμό σχεδόν αυτούσιο και με την ένδειξη (Η.Π. 1971). Μετά, όπου υπάρχουν, δίνω τα ετυμολογικά σχόλια που συμπλήρωσε ο Πετρόπουλος το 1980 με την ένδειξη (Η.Π. 1980). Τέλος, δίνω τη σχετική ρομανί λέξη με έναν συνοπτικό ορισμό.

  • αβέλω = δίνω, παίρνω, κάνω, βάζω, βγάζω, επιθυμώ, έχω, θέλω· ρήμα-κλειδί, που πάντα συσχετίζεται με τα συμφραζόμενα, και που πιθανότατα έλκει την καταγωγή του από το κοινό ρήμα θέλω. (Η.Π. 1971) < avel, avela, avol = είμαι, γίνομαι, έρχομαι, φτάνω
  • δικέλω = βλέπω, κοιτάζω· αγνώστου ετύμου. (Η.Π. 1971) ντικ· η λέξη, και τα παράγωγά της, από το τσιγκάνικο dik (=κοίτα), σύμφωνα με υπόδειξη του Steve A. Demakopoulos. (Η.Π. 1980) < dikhel = βλέπω, κοιτάζω, επιθεωρώ
  • ηρακλιά, η = γυναίκα· από το Ηρακλής (με αρκετήν ειρωνία) αλλά και φοβία και ηράκλω, η = γυναικάρα, νταρντανογυναίκα· από το ηρακλιά (βλ. λήμμα). (Η.Π. 1971) < rakli, rakhli = κοπέλα, κορίτσι, κόρη – ξένη, όχι Ρομ στην καταγωγή· η Ρομ κοπέλα είναι čhaj
  • κάκνα, κακνή, η = κότα· ίσως ηχομιμητικής προελεύσεως· δεν φαίνεται να σχετίζεται με το ιταλικό cagna (=σκύλα)· πάντως, η λέξη κακνή χρησιμοποιείται στη Μυτιλήνη με την ίδια σημασία (Η.Π. 1971) < khajni = κότα, προφέρεται κχαϊνί
  • καλιαρντά, τα = η γλώσσα των κιναίδων, από το καλιαρντός, επίθετο = άσχημος, κακός, περίεργος· μάλλον από το γαλλικό gaillard (=εύθυμος, τολμηρός, αναιδής, παλικαράς). (Η.Π. 1971) < kaľardο, kaljardo = μαύρος, νέγρος, Αφρικανός, αμαυρωμένος, ατιμασμένος, από το kalo (=μαύρο), από όπου ίσως και η θεά Κάλι και ο Κάλιμπαν στην Τρικυμία του Σαίξπηρ
  • κατές = αντωνυμία, αυτός αγνώστου ετύμου· κατέ = αυτή, αυτό άκλιτο (Η.Π. 1971) < kate, kathe = εδώ
  • κουλό, το = σκατό· ίσως από το γνωστό κουλές (τουρκικά kule = πύργος)· ενθυμού τα ταυτόσημα πουλοπυργί της καλιαρντής και κουραδοθημωνιά των ρεμπέτηδων· δεν αποκλείεται όμως η καταγωγή από το ιταλικό culo (=πάτος, πρωκτός). (Η.Π. 1971) < khul = σκατό, κουράδα
  • κουραβέλτα, η = συνουσία· αγνώστου ετύμου και κουραβέλω = συνουσιάζομαι (ενεργητικώς), αγνώστου ετύμου (Η.Π. 1971) < σύνθετο από το θέμα kur- και το ρήμα avel, kuřipe = συνουσία, kurela = συνουσιάζομαι
  • λατσός, επίθετο = ωραίος, καλός· μάλλον πρόκειται περί γύφτικης λέξεως. (Η.Π. 1971) λατσός· ο Gordon M. Messing (σ.σ. διαπρεπής φιλόλογος) επιβεβαιώνει την δειλή μου ετυμολογία. (Η.Π. 1980) < lačho = καλός, όμορφος
  • λουμπίνα, η = κίναιδος· δεν είναι απίθανο να κατάγεται από το κολομπίνα (καρναβάλια, γαϊτανάκι της παλιάς Αθήνας, όπου, ως γνωστόν, τον πρώτο λόγο τον είχανε οι κίναιδοι). (Η.Π. 1971) < lubni, lumni, lumli = πουτάνα, παλιογυναίκα
  • μαντό, το = ψωμί· αγνώστου ετύμου. (Η.Π. 1971) < manro, mandro = ψωμί
  • μολ, το = νερό, υγρό· από τα ιταλικά molle (=υγρό όπου ρίχνεις κάτι για να μαλακώσει) και mollo (=μουσκεμένος). (Η.Π. 1971) μολ· υπενθυμίζω την άποψη της Helene Ioannidi ότι είναι τσιγκάνικης αρχής, αλλά διστάζω να το αποδεχθώ· η λέξη mol στη ρουμάνικη αργκό σημαίνει κρασί. (Η.Π. 1980) < mol = κρασί
  • μουτζό, το = γυναικείον αιδοίον· μάλλον πρόκειται περί λέξεως-ύβρεως (ή εξορκισμού), προερχομένης από την γνωστή μούτζα. (Η.Π. 1971) < mindž = κόλπος, αιδοίο, χυδαία λέξη για το κορίτσι, τη φιλενάδα η λέξη υπάρχει με την ίδια σημασία και στην αγγλική αργκό ως minge
  • μπαλαμό, το = μεσόκοπος παιδεραστής που αμείβει τον κίναιδο· αγνώστου ετύμου. (Η.Π. 1971) < balamo, balamno = αφέντης, δικαστής· σε διαλέκτους της ΠΓΔΜ και του Κοσσυφοπεδίου είναι ο Σέρβος, στη διάλεκτο Σεπετζί του Βόλου είναι ο Έλληνας· χρησιμοποιείται και για να δηλώσει τον ξένο, τον λευκό, τον μη Ρομ
  • μπαρός, επίθετο = χοντρός. (Η.Π. 1971) μπαλός/μπαρός· μάλλον από το τσιγκάνικο baro (=μεγάλος)· η λέξη μπαρός στα κουδαρίτικά σημαίνει: νοικοκύρης· βλέπε και τις ρουμάνικες αργκοτικές λέξεις baroi (=ψηλός, τσιγκάνος), baron (=πέος) και barosan (=βαρής, μεγάλος, πλούσιος). (Η.Π. 1980) < baro = μεγάλος, ψηλός αλλά και αφέντης, νοικοκύρης
  • μπουτ, επίρρημα = πολύ· αγνώστου ετύμου· πάντως στην αγγλική butt σημαίνει ακτή, τέρμα και το τουρκικό buut σημαίνει απόσταση < but = πολύ, πολλά
  • πελέ, το = όρχις, νεότερος παραπλανητικός τύπος του μπελέ. (Η.Π. 1971) πελέ· μάλλον από το τσιγκάνικο pelo (=όρχις). (Η.Π. 1980) < pelo = αρχίδι, pele = αρχίδια (πληθ.)
  • πούλη, η = πρωκτός· αγνώστου ετύμου, δίχως να αποκλείεται σχέση με το κοινό πουλί>πουλάκι (=αιδοίον). (Η.Π. 1971) πούλη· πιθανότατα από το τσιγκάνικο bul (=πίσω, πισινός, αιδοίον)• στην ρουμάνικη αργκό συναντάμε μια σειρά λέξεων που προήλθαν επίσης από το τσιγκάνικο bul και που αναφέρονται κυρίως στους παιδεραστές. (Η.Π. 1980) < bul = κώλος
  • πουρός, επίθετο = γέρος, ηλικιωμένος, παρήλιξ· μάλλον από το γνωστό πουρί. (Η.Π. 1971) πουρός· στη ρουμάνικη αργκό υπάρχουν οι λέξεις puriu (=πατέρας) και purie (=μητέρα) που αποδίδονται αντιστοίχως στα τσιγκάνικα puro/puri. (Η.Π. 1980) < phuro = γέρος, παππούς
  • ρέλο, το = πορδή, αγνώστου ετύμου. (Η.Π. 1971) ρέλο· μάλλον από τα ταυτόσημα τσιγκάνικα ril/rila, οπόθεν και τα ρουμανικά αργκοτικά ril (=πορδή) και rila (=πέος). (Η.Π. 1980) < ril = πορδή (στη διάλεκτο Σεπετζί του Βόλου)
  • τεκνό, το = αγόρι, νεαρός, μικρό· από το κοινό τέκνο· πάντως η λέξη είναι παρμένη από το τεκνό που έχει ο κάθε γέροντας καλόγερος. (Η.Π. 1971) < tikno = μικρό, μικροκαμωμένο
  • τιραχό, το = παπούτσι· συνήθως απαντάται στον πληθυντικό· αγνώστου ετύμου. (Η.Π. 1971) < tirax = παπούτσι (στη διάλεκτο Σεπετζί του Βόλου)
  • τζάζω = διώχνω, φεύγω, πετώ. (Η.Π. 1971) < džal, džala, džal-tar = φεύγω, αναχωρώ, απομακρύνομαι, πηγαίνω
  • τσουρνό, το = κλέψιμο· ειδικώτερον, κλοπή του πορτοφολιού παιδεραστού, κατά τη διάρκεια της συνουσίας, από το φίλο του κίναιδου, που είναι κρυμμένος κάτω από το κρεβάτι· αγνώστου ετύμου. (Η.Π. 1971) τσουρνεύω· τσιγκάνικης αρχής (tsor-). (Η.Π. 1980) < čor ( προφέρεται τσορ) = κλέφτης, ληστής
  • χάλω = τρώω, αγνώστου ετύμου. (Η.Π. 1971) χαλ/χάλω· αυτές οι δυο λέξεις καθώς και τα παράγωγα, τσιγκάνικης αρχής. (Η.Π. 1980) < xal, hal = τρώω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουμπώνω το παιχνίδι: ποδοσφαιρική σλανγκιά για το «στήσιμο» ενός παιχνιδιού.

Δράττομαι της ευκαιρίας να αναπαράγω αυτολεξεί to γλωσσάρι στη αργκούς των στημένων παιχνιδιώνε (από εδώ):

  • Κύκλωμα: Με τη λέξη αυτή αποκαλούσε ο Μάκης Ψωμιάδης τους διαιτητές που πίστευε ότι ήλεγχε ο Αχιλλέας Μπέος.
  • Σύστημα: Με τη λέξη αυτή αποκαλούσε ο Μπέος τους διαιτητές που πίστευε ότι μπορεί να είχαν σχέση με τον Νίκο Πατέρα.
  • Θάνατος: Ο διαιτητής που παίζει για να καθαρίσει τον αντίπαλο.
  • Μεσαίος: Ο πρώτος διαιτητής. Πρόκειται για νεοεισερχόμενη λέξη, αφού οι βοηθοί του αποκαλούνται πλαϊνοί.
  • Χημικοί: Εκείνοι που βγάζουν τις αποδόσεις των αγώνων
  • Τα σπόρια: Ευνοώ τη μια ομάδα. Προέρχεται από τη φράση «κόβει το καρπούζι στη μέση και δίνει τα σπόρια στη μια ομάδα».
  • Κοίμισμα: Η τακτική να δίνουν υποσχέσεις και να δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι θα γίνει η δουλειά.
  • Ξεθαρρεύω: Αφορά τους παίκτες που αρχίζουν να κάνουν του κεφαλιού τους.
  • Βγάζω καφέ: Δίνω ποσοστά επί των κερδών σε αυτόν που «έτρεξε» τη δουλειά.
  • Παίρνω εργολαβία: Αναμένω αποστολή.
  • Ανακατεμένος: Αυτός που περιμένει κλήση από τη Δικαιοσύνη.
  • Κατηφόρα: Η πτώση της απόδοσης σε έναν αγώνα.
  • Μπούμερανγκ: Η ανατροπή του αποτελέσματος.
  • Κάνω τη ζημιά: Κάνω την έκπληξη ή τη νίκη εκτός έδρας.
  • Γίνεται κέντα: Άσχημη εξέλιξη ενός αγώνα.
  • Ασφάλεια: Ο άνθρωπος που θα εγγυηθεί πως ό, τι συμφωνήθηκε θα γίνει στο γήπεδο.
  • Πρώτη δημοτικού: Σημαίνει ότι κάποιος δεν γνωρίζει τον χώρο των διαιτητών.
  • Μαρμίτα: Το κέρδος από κάθε παιχνίδι.
  • Νηστικός: Αυτός που έχει χάσει αρκετά χρήματα.
  • Υλικό: Τα αναβολικά.
  • Κελαηδούν τα ράδια: Θα γίνει ντόρος.
  • Θα σου φέρνω τσιγάρα: Θα μπεις στη φυλακή.
  • Τρώω παπά: Μου λένε ψέματα.
  • Μπροστινός: Επιθετικός
  • Πισινός: Αμυντικός.

1.
Άγνωστος: - Αδελφέ;
Αχιλλέας Μπέος: - Ποιος είναι;
Άγνωστος: - Ελα, στο κούμπωσα ρε. Το παιχνίδι. Μην παίρνεις κανέναν τηλεφωνο.
Αχιλλέας Μπέος: - Τι;
Άγνωστος: - Εβαλα τον Πατμανίδη.
Αχιλλέας Μπέος: - Μαλάκα!
(Οι διάλογοι: Ετσι «έστηναν» τα ματς)

2.
Κούμπωμα παρατηρητή στο ΑΕΛ-Ολυμπιακός Βόλου! Συνομιλία για το ποιος παρατηρητής θα τοποθετηθεί σε αγώνα Superleague την σεζόν 2010-2011, αποκαλύπτει δικαστικό έγγραφο.

  1. Έγινε κέντα, αλλά το κούμπωσα το παιχνίδι και επειδή είσαι νηστικός και έτρεξες θα σου βγάλω καφέ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified