Further tags

Ο ρηχός και φαρδύς ξύλινος δίσκος, στον οποίο τοποθετούνται, στολίζονται και μεταφέρονται στην εκκλησία τα κόλλυβα. Επίσης κάθε είδους ρηχή και φαρδιά πιατέλα, στην οποία το φαγητό μπορεί να απλωθεί.

Η λέξη απαντάται στη Δυτική Ελλάδα και τα Επτάνησα ως απλάδενα, εκ του απλώνω. Για πλήρη ετυμολόγηση βλ. εδώ.

  1. Κένωσε το φαγητό στην απλάδενα και είπε: -Κοπιάστε.

  2. (...) ελεγα να στειλω με κουριερ δυομιση κιλα κολυβα μαζι με την πλαδενα στολισμενη με κεινα το ασημι κουφετακια ( από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από ένα γούγκλισμα στα γρήγορα ανακάλυψα ότι είναι αφενός ένα βάραθρο κάπου στην επικράτεια και αφεδύο ένα χαμηλό όρος με βάραθρα.

Επειδή δεν μου είναι και γνωστό το έτυμον του όρου, πιθανολογώ ότι και η σημασία αυτή επίσης προέρχεται από ανά την επικράτεια σλαγκόφώνους Έλληνες. Στα σλαγκολευκαδίτικα όμως. σημαίνει το κακομαγειρεμένο ψητό, σε σημείο που να έχει γίνει εντελώς μαύρο και να μην τρώγεται με τίποτα. Όταν δηλαδή οι συνδαιτυμόνες αναφωνούν «άνθρακες ο θησαυρός». Σαν έξυπνος σλάνγκος όμως που είμαι κτοκττμγ βρίσκομαι κοντά στο να συνδέσω τις δύο σημασίες εκ του κοινού χρώματος που έχει το στόμιο του βαράθρου με το καμμένο φαγητό.

  1. για την πρώτη εκδοχή: ... μέσ τη βροχή και το κρύο, για το όρος Κάρκανο, προέκταση του όρους Πούλου πριν το διάσελο της Κουλοχέρας ,πριν ξημερώσει και τους δουν οι αντίπαλοι. Μερικοί μπορεί να είναι και στενοί συγγενείς και παλαιότερα πολύ αγαπημένοι, ενώ τώρα σε αυτές τις μαύρες μέρες με το μίσος όλα είναι αλλόκοτα.. και επίσης: Ένα βαθύ κάρκανο στο Χιονοβούνι είναι μακρινή αποστολή και δεν πήγαμε για εξερεύνηση, ενώ έχει κάποια αξία ιστορική. Σε αυτό ο Ιμπραήμ έριξε τους Κρεμαστιώτες που απέφευγαν την κίνησή του για να γλιτώσουν τα κοπάδια τους και κάποια στιγμή τον χτύπησαν σε στενά και μερικοί σκοτώθηκαν. Αυτούς τους έριξε με τον ελαφρύ οπλισμό τους μέσα στο κάρκανο αυτό υποτιμώντας τα όπλα των μπροστά τα δικά του.

  2. ... και για την δεύτερη:
    - Ελάτε να φάτε που να με φάει κακός λέφας κι επέθανα στα ποδάρια μου, να νετάρω!!!
    - Έτσι που τό' καψες και τό' καμες κάρκανο δεν είναι κρέας αυτό μάνα, διαλούπι είναι!

very well done (από perkins, 10/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του ρήματος «βουτάω» που σημαίνει πέφτω από ένα επίπεδο σε άλλο χαμηλότερο και βάζω κάτι μέσα σε κάτι άλλο. Ωσεκτουτού η λέξη «βούτα» έχει τις εξής σημασίες:

  1. Η παπάρα. Όταν δηλαδή βουτάμε ψωμιά μέσα σε σάλτσες, σαλάτες και ροφήματα.

  2. Περιοχή - τμήμα της οδού Βουλιαγμένης όπου τις δύο κυρίως προηγούμενες δεκαετίες διεξάγονταν καγκουρ(γ)ιές, κόντρες, πραπρά και κυνηγητό με τους τροχαίους.

  3. Περιοχή του Ηρακλείου Κρήτης, αγνώστου αιτιολογίας σε μένα περί του τρόπου απόκτησης του συγκεκριμένου ονόματος (ας βοηθήσει κάποιος σύντεκνος).

  4. Περιστέρι υβριδικής προέλευσης από το Colombin (Columba Oenas), κάποια ντόπια περιστέρια της Θεσσαλίας, κάποια περιστέρια από την Ανατολή, που είχαν μεταφέρει στον Ελλαδικό χώρο οι Τούρκοι κατά τον μεσαίωνα, όπως και ράτσες της Ουκρανίας όπως το Rustand. Βούτες υπάρχουν σχεδόν σε όλο τον κόσμο σήμερα, χάρη στους Έλληνες μετανάστες λάτρεις της ράτσας (όπως λέει και η Βίκυ). Το πουλί αυτό ανεβαίνει πολύ ψηλά και στη συνέχεια, με εντολή του αφέντη-περιστερά, κάνει βουτιά με τεράστια ταχύτητα φρενάροντας ελάχιστα μέτρα πριν την προσταράτσωσή του. Το είδος έχει πολλούς φανατικούς φίλους στις τάξεις των περιστεράδων.

  5. Το δοχείο νυκτός στην φυλακή, στο παρελθόν στην Ευρώπη, δυστυχώς όμως σε τριτοκοσμικές χώρες υπάρχει μέχρι και σήμερα μαζί με όλο το υπόλοιπο κόνσεπτ. Τη βούτα αυτή την άδειαζαν οι νέοι κρατούμενοι στις ποινικές φυλακές, ενώ στις πολιτικές την άδειαζαν με τη σειρά.

  6. Βούτα σε κρεοπωλείο: ψυγείοκαταψύκτης ομοιάζων με μπανιέρα, με γυάλινη επιφάνεια στην οριζόντια συρόμενη πόρτα του.

  7. Βούτα σε βουλκανιζατέρ: λεκανοειδές περιστροφικό μηχάνημα που επισκευάζει στραβωμένα ζαντικά.

  8. Βούτα σε επιμεταλλωτήριο: μπανιεροειδής δεξαμενή γαλβανισμού ή επιχρύσωσης-επαργύρωσης μεταλλικών αντικειμένων με την μέθοδο της ηλεκτρόλυσης.

  9. Βούτα μηχανουργείου: μεταλλική δεξαμενή στην οποία μπαίνουν κυρίως μοτόρια για καθαρισμό με καθαριστικά υγρά, κυρίως για απολάδωση.

  10. Βούτα σε αργυροχρυσοχοείο: πλαστική δεξαμενή γεμάτη με αραιωμένο θειικό οξύ για καθαρισμό των κοσμημάτων αφού αυτά περάσουν από την φωτιά.

  1. Άσε τις βούτες κι έχεις γίνει σα μοσχάρα. Μετά σου φταίει ο θυρεοειδής σου!

  2. Πάμε Βούτα να δοκιμάσω ρε το νίτρομπούκαλο; Έτοιμο το 'χω.

  3. ...

  4. Συνομιλια από φόρουμ petbirds.gr:
    Διαστάυρωση βούτας με ταχυδρομικό:«λένε ότι δεν βουτάνε όπως οι βούτες και «κολλάνε», αλλά έχουν μυαλό«. Σκέφτομαι να κάνω διασταύρωση και μετά να τα ξαναδιασταυρώσω με βούτα και με επιλογή να διαλέξω αυτά που συμπεριφέρονται σαν βούτα αλλα έχουν το ένστικτο του ταχυδρόμου...»

  5. Έλα μικρέ, βούτα τη βούτα κι αμόλα να την αδειάσεις...

  6. Αυτό είναι το νέας Ζηλανδίας μανδάμ, ολόφρεσκο. Το βάλαμε στη βούτα λίγο να δροσιστεί.

7, 8, 9 και 10.
- Μάστορα, έτοιμο το εργαλείο;
- Συγνώμη ρε Νιόνιο, αλλά κάτσανε στραβές. Το'χω ακόμα στη βούτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των χύσαμε και όλοι. Ηχοποίητη λέξη με προφανές σεξουαλικό περιεχόμενο.

Σημαίνει συνήθως εδέσματα ή ποτά άθλιας ποιότητας.

- Χθες βράδυ μας είχε τραπέζι η Γεωργία.
- Τι σας τάισε;
- Χυσαμόλι! Τι να μας ταΐσει ρε μαλάκα αυτή; Την ξέρεις να μαγειρεύει;

- Μμμμ, πείνασα. Έχει τίποτα;
- Ναι, άνοιξ' το ψυγείο, έχει χυσαμόλι! Τι να 'χει μωρή μαλάκω, αφού δε μαγείρεψες τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιτρέψτε μου να το θεωρώ γνήσια ελληνική slang. Μόνο εμείς έχουμε την απίστευτη ικανότητα να «σκοτώνουμε» ξένες γλώσσες τόσο πετυχημένα.

Στο δια ταύτα, ενώ όλα τα αμερικάνικα σαντουιτσάκια που σαβουρώνουμε σε διάφορα φαστφουντάδικα (τα οποία είναι ό,τι πρέπει για μια καλή μάσα), ξέρουμε να τα λέμε μια χαρά (π.χ. Cheeseburger-->Τζηζ μπέργκερ, Chickenburger-->Τσίκεν μπέργκερ κ.ο.κ), το κλασικό Hamburger (το οποίο προφανώς έπρεπε να λέμε Χαμ μπέργκερ) έχουμε αποφασίσει να το κάνουμε μία λέξη (εν μέρει φυσιολογικό, εφόσον οι λέξεις χαμ και μπέργκερ έχουν κοινό το μ, οπότε υπάρχει μία κρυφή απόστροφος) και να αλλάξουμε το πρώτο ε με ου. Για το τελικό αποτέλεσμα δείτε το παράδειγμα...

Σημειώνω ότι η λέξη αυτή, αποτελεί παράδειγμα της τάσης που έχουμε να διαβάζουμε το γράμμα u του αγγλικού αλφάβητου ως ου σκοτώνοντας ουκ ολίγες λέξεις.

-Τι θα θέλατε παρακαλώ;
-Ένα κλαμπ, 2 φις μπέργκερς, 1 τζηζμπέργκερ και 1 χάμπουργκερ.
-Αμέσως κύριε...

Wimpy άλλως Πόλντο (από dryhammer, 22/06/14)

Σχετικό: χαμπουργκέρ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γύρος φτιαγμένος από κρέας γάτας. Σημαίνει κακής ποιότητας γύρος (συνήθως αισθητή στη γεύση), ή σατιρικά για να διακωμωδήσουμε το ποιόν ενός άγνωστου για μας σουβλατζίδικου. Πιο σπάνια χρησιμοποιείται και ο σκυλόγυρος.

- Λοιπόν προτείνω να πάμε για σουβλάκια στο «Γύρω γύρο όλοι»
- Ωχ... τι σερβίρουν εκεί; Γατόγυρο απ' όλα;

- Χθες το βράδυ τι κάνατε αφότου έφυγα;
- Πήγαμε για σουβλάκια σε ένα άθλιο μαγαζί, σκέτος γατόγυρος. Το μισό σουβλάκι το έδωσα σε έναν σκύλο, το μύρισε και έφυγε!

Όλα καλά! (από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλθακός άνθρωπος, αυτός που δεν τυγχάνει ιδιαίτερης εκτίμησης από τους άλλους.

Συνήθως εννοούμε και τον αγύμναστο, με πλαδαρό σώμα.

-Κοίτα ρε φίλε αυτή τη δίμετρη κοπέλα τι χαλβά συνοδό έχει! Πώς γίνεται αυτό; -Αν είχες και συ μια SLK cabrio θα έβλεπες πώς γίνονται αυτά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πατσατζίδικο, όπου μπορεί να φάει κανείς πατσά, λέγεται κι έτσι ως ειρωνικό ψευδογαλλικό, κατά τα σουβλακερί, ουκρανιζερί κ.τ.ό.

  1. Ζήλεψε και παντρεύτηκε για δεύτερη φορά την ίδια γυναίκα ο μονόφρυδος γόητας συμφοιτητής. Ρε εδώ άλλοι παντρεύονται μία φορά και φτύνονται, εσύ πόσο μαζόχας είσαι; Και εκεί καλά περάσαμε πάντως, με γκεστ σταρ την σαβούρδα του estarian στο πεζοδρομιο (!) την οποία δυστυχώς έχασα καθώς έψαχνα για πατσαδερί. (Εδώ).
  2. Άκου πατσαδερί !!!! Μαλλον ηταν απο κανενα ξενυχτι...& θα πειναγε.... αλλα πατσα???? Δεν υπάρχει λέμε!!!!! (Από Φέισμπουκ).
  3. Τό χαλαρό αυτό πρόγραμμα έκλεισε στην πατσαδερί ''Τσαρούχας'' όπου και καταναλώθησαν γύρω στις 15 σούπες πάσης φύσεως (πατσάδες). (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαγητό από ρύζι, ντομάτα και κιμά. Χρησιμοποιείται και για να περιγράψει καταστάσεις που είναι υπερβολικά αχταρμάς, χυλός, όπου συμφύρονται ετερόκλητα στοιχεία με αποτέλεσμα ένα γενικό μπάχαλο. Το χαρακτηριστικό της μπουχλούμπας είναι ότι ακόμη κι αν τα συστατικά της είναι καθ' εαυτά τίμια, το αποτέλεσμα δεν τρώγεται με τίποτα. Επίσης μπορεί να ειπωθεί για ένα ανιντέντιφάιντ έδεσμα με «παραδοσιακό» χαρακτήρα με την κακή έννοια (τύπου τουρλού τουρλού) το οποίο δυσκολευόμαστε να προσεγγίσουμε πόσω μάλλον να καταναλώσουμε. Ευρύτερα για οποιαδήποτε συγχώνευση δεν χωνεύεται με τίποτα.

Πρόσφατη σημαίνουσα χρήση της έκφρασης έγινε από τον σκηνοθέτη, δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό Νίκο Μαστοράκη, ο οποίος παραβιάζοντας την αρχή «τα εν Νίκῳ μη εν Δήμου» έκραξε τον φιλόσοφο, συγγραφέα, διαφημιστή και πολιτικό Νίκο Δήμου μέσα από την προσωπική σελίδα του στο Φέισμπουκ, που έγινε βαϊραλιά.

  1. Συνέβη το 1966. Η μπουχλούμπα ήταν τότε ένα ελάχιστα έως καθόλου αρεστό πιάτο στους κατασκηνωτές της εποχής. Αποτελείτο από ρύζι με ντομάτα και κιμά. συνήθως σερβιρόταν για δείπνο. Όταν ο ομαδάρχης γυρνούσε φορτωμένος από την διαχείριση, και τα παιδιά σηκωμένα στις μύτες των παπουτσιών τους ανίχνευαν μέσα στο ταψί την αηδιαστική μπουχλούμπα, ακούγονταν παντού επιφωνήματα αποδοκιμασίας και σ' όλους κοβόταν η όρεξη μαχαίρι. Μιά μέρα του 1966(;) έγινε το λάθος να σερβιριστεί η μπουχλούμπα μετά από επισκεπτήριο. Καταλαβαίνει κανείς ότι μια τέτοια μέρα τα παιδιά απολάμβαναν μετά μανίας τα κάθε λογής γλυκίσματα και εδέσματα που τους πρόσφεραν οι συγγενείς τους. έτσι λοιπόν όταν έφτασε η ώρα της μπουχλούμπας, πού όρεξη να φάει κανείς! Κάποιος (από Εύβοια μεριά) έριξε την ιδέα να επιστραφούν ατόφια τα ταψιά. αυτό διαδόθηκε άμεσα, και σε λίγο η διαχείριση γέμισε με γεμάτα από μπουχλούμπα ταψιά. Όταν το πήρε χαμπάρι ο τότε αρχηγός Γιαννόπουλος, έγινε το έλα να δεις. Ο εν λόγω αρχηγός που σημειωτέον δεν φημιζόταν για το ήπιο του χαρακτήρα του, είχε γίνει έξαλλος και είχε περιέλθει σε κατάσταση νευρικής κατάρρευσης. Εκινείτο με μανία πέρα δώθε φωνάζοντας σαν υστερικός και προσπαθούσε να βρει τον πρωταίτιο ανακρίνοντας όποιον κατασκηνωτή έβρισκε μπροστά του την στιγμή που ο τελευταίος κατέφτανε στην διαχείριση επιστρέφοντας το ταψί με την μπουχλούμπα ατόφια. Εν τέλει βρέθηκε η άκρη και ο υπεύθυνος απομακρύνθηκε κακήν κακώς από την κατασκήνωση το επόμενο πρωϊ (ή μήπως και το ίδιο βράδυ; δεν θυμάμαι καλά!). Η όλη φάση φυσικά έμεινε στην ιστορία της κατασκήνωσης. (Από το Φέισμπουκ).

  2. (http://konstantin.capitalblogs.gr/showArticle.asp?id=33891&blid=496) Ένα εξαιρετικό μενού, απολαυστικό για τη γλώσσα και τα μάτια. Για να τα βάλουμε τώρα στο μίξερ και να τα ανακατέψουμε… Ένας εμετικός χυλός! Αυτό είναι κι η προκρούστεια λογική για την κοινωνία. Αυτό σημαίνει η οριζόντια φορολογία και η οριζόντια μισθοδοσία στο δημόσιο τομέα. Συγχαρητήρια για τη μπουχλούμπα σας! Είναι σίγουρο ότι η επιτυχία της συνταγής είναι εγγυημένη, όταν ψευτοσοσιαλιστές επιλέγουν να εφαρμόσουν πολιτικές ψευτοφιλελεύθερων. Μόνο που είναι για το σκουπιδοντενεκέ…

  3. (http://einaimast.blogspot.gr/2010/10/dia.html) Τα αναπαραγωγικα προγραμματα (τα φτηνιαρικα που 85% του υλικου τους ειναι απο αλλες εκπομπες) εχουν προσθεσει human interest παιζοντας («παιζοντας») με φονους, θανατους, βιασμους, παιδεραστες και ο,τι αλλο θα μπορουσε να δωσει καμια μοναδουλα στο καναλακι. Η μπουχλουμπα lifestyle και αστυνομικου ρεπορταζ.

  4. (http://topontiki.gr/details.php?id=1179) Και από την άλλη ο κύριος Μεϊμαράκης με το βραχύ μουστάκι, με τη βαριά φωνή, καθισμένος σε τραπεζάκι τετράγωνο με τη ρετσίνα στο καρό τραπεζομάντιλο, ομοίωμα παλαιού ασίκη, κατα φεύγει σε γκριμάτσες που υπονοούν φράσεις όπως «άσε, ρε φίλε» και «τι να μας πει τώρα η μπουχλούμπα», για να τονίσει την απέχθειά του σε οτιδήποτε ξεφεύγει από τα πατροπαράδοτα κληρονομικά δικαιώματα.

  5. (http://www.phorum.gr/viewtopic.php?t=261397&p=5192775). Αντιστρόφως αν υπάρχει θέμα κι εγώ ο επενδυτής το ρισκάρω και γουστάρω να τρώω ό,τι μπουχλούμπα βρίσκεται μπροστά μου μα με καρκινογενέσεις, μα με κυάνια ...πάει να πει ότι μπορώ να πάρω και μερικές χιλιάδες μαζί μου να βλέπουμε παρέα τα ραδίκια ανάποδα;;

  6. ΤΟ ΠΑΠΑΡΙΖΕΙΝ ΕΣΤΙ ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ;
    Ο αυτοπροσδιορισθεις (εδω και δεκαετιες) φιλοσοφος Νικος Δημου, διαφημιστης κατα κοσμον πριν εισελθει στον κυκλο των αθανατων φιλοσοφων, εμφανιστηκε στην εκπομπη του Νικου Ευαγγελατου, οπου ασημαντοι και μη φιλοσοφοι, τον εκαναν φυλλο και φτερο. Παρουσιαστηκε ως συνιδρυτης του «Ποταμου» αλλα τραυλισε, τα μασησε, τα μπερδεψε και στο τελος μπερδευτηκε. Ειπε ομως οτι ηταν στο ανεκδιηγητο κομμα «Δραση κλπ. ασυναρτησιες,» με αρχηγο τον επισης διαφημιστη Τζημερο (φαινεται τελικα πως ολοι οι μηντιαδες θα μπουν στην πολιτική μπουχλούμπα) και δηλωσε οτι το ονομα των Σκοπιων πρεπει να ειναι «Μακεδονια.» Ο πολυς Νικος Δημου (περιαυτολογων περι των φιλοσοφικων του βιβλιων και την φοβερη επιτυχια τους σε 46 χωρες) κρινομενος σαν πολιτικος απεδειξε για μια ακομη φορα οτι αρκουν δεκαπεντε τηλεοπτικα λεπτα για να καταλυσεις τη φημη που εχτιζες επι σαραντα χρονια. Σαραντα χρονια φουρναρης, που λεει ο θυμοσοφος λαος μας, αλλα το ψωμι μπαγιατικο. (Από τον τοίχο του Νικου Μαστοράκη στο Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Νόστιμο ψάρι που μοιάζει με τον τόνο και την παλαμίδα με επιστημονική ονομασία auxis. Το είδος auxis thazard ζει σε μεγάλα βάθη στη Μεσόγειο. Παρεμπιπτόντως, έχουν βρεθεί απολιθωμένα λείψανά τους σε στρώματα του ολιγόκαινου και του μειόκαινου, σε περιοχές της Αυστρίας και της βόρειας Βαλκανικής.

2. Χοντρό ροπαλοειδές (κι όχι μόνο) κομμάτι ξύλου, ο γνωστός κόπανος, στο ουδέτερό του.

3. Το αρχίδι, κατά Λευκάδα μεριά. Οπότε και μειωτικός χαρακτηρισμός προς άτομα με απαράδεκτη συμπεριφορά, βλάκες, ύπουλους, μοχθηρούς και ό,τι άλλο υποτιμήσεως σημαντικό όπως βεβαιώνεται κι εδώ.

1.
Έχω πιάσει μόνο δυο φορές με λαστιχάκι ψαρεύοντας τονάκια (κοπάνια) τα οποία πιάνονται εύκολα με αυτό οπότε σίγουρα δεν είναι η καλύτερη μέθοδος το λαστιχάκι για παλαμίδες.

2α.
Η δε επεξεργασία του χώματος ήταν μια μεγάλη διαδικασία, Το χώμα αυτό το κοπανούσαν με ένα ξύλο, το «κοπάνι», το οποίο το έπαιρνε χοντρό από το δάσος ο Παναγιώτης ο Κοζανίτης και το πελεκούσε. Μ’ αυτό χτυπούσε το χώμα μέχρι να γίνει σαν πούδρα.
(Περιγράφει την επεξεργασία χώματος με σκοπό τη δημιουργία κεραμικών).

2β.
Το νερό θέτει σε περιστροφική κίνηση εκκεντροφόρο άξονα, ο οποίος με τη σειρά του κινεί παλινδρομικά ράβδους (κοπάνια), οι οποίες συνθλίβουν τις πρώτες ύλες του μπαρουτιού σε λεπτή σκόνη. (Περιγράφει τη λειτουργία ενός μπαρουτόμυλου στην Αρκαδία -βλ. 2ο μήδι).

3α.
Το παιδί είχε μοίρα λαμπρή. Καλά-καλά!!! Το δέχτηκε η γειτονιά ως φυσιολογικό και γνήσιο. Το δέχτηκαν οι Βλάχοι, οι γύφτοι, οι λούμπεν, οι χλιδάτοι, οι μοδάτοι, οι λεφτάδες, οι παπάδες, οι σοφοί, οι κουτοί, οι χαζοί, οι κουζουλοί, οι πονηροί, οι χωριάτες, οι εργάτες, τα κοπάνια, τα τσογλάνια, οι λεβέντες, οι χαφιέδες και γενικώς το εδέχθησαν άπαντες οι μαλακισμένοι της κοινωνίας ( μεταξύ αυτών και εγώ αρχικώς) γιατί το παιδί έγραφε στην ούγια ΜΕΪΝΤ ΙΝ ΟΥΖΑ και εμείς διαβάζαμε Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κόμμα.

3β.
Έχει σημασία που δεν δημιουργήθηκε για video games; Δεν υπάρχει πιο εύχρηστο εργαλείο από το ποντίκι τελεία και παύλα, για όποιον σκοπό και να χρησιμοποιείται. Εξάλλου κάποτε δεν φανταζόμασταν τους εαυτούς μας να παίζουμε με keypads, αυτά ήταν για κοπάνια, το tomahawk joystick ήταν κάποτε το χέρι του θεού ή το πιο κοντινό σε αυτό.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified