Further tags

Είναι όλα αυτά τα e-mail που έρχονται απρόσκλητα και από άγνωστο αποστολέα κουβαλώντας διαφημίσεις, παραπλανητικές πληροφορίες που σκοπό έχουν να πείσουν τα κορόιδα-παραλήπτες να κάνουν κάτι για το οποίο ύστερα θα τραβάνε τα βυζιά τους (π.χ. να στείλουν τον αριθμό της πιστωτικής τους κάρτας), ή ακόμα και ιούς.

Ως σπαμ βέβαια θα μπορούσαμε να ορίσουμε και όλα αυτά τα e-mail που μας κάνουν forward μαζικά διάφοροι γνωστοί επειδή βαριούνται στο γραφείο. Εμείς βέβαια τα διαγράφουμε κατευθείαν, διαβάζουμε όμως και κανένα μια στις τόσες μήπως και μας ρωτήσουν αν τα λαμβάνουμε...

Η λέξη spam είναι διεθνής στην διαδικτυακή αργκό και προέρχεται από ένα παλιό σκετς των Monty Python στη θρυλική σειρά Monty Python's Flying Circus (βλ. βίντεο).

  1. (άσχετη χαζογκόμενα κάνει τα παράπονά της σε κάποιον που κάνει υπομονή μπας και πηδήξει)
    - Άσε, μου κόλλησε ιό το κομπιούτερ! Δεν ξαναβάζω πειρατικά Windows!
    - (Τι μαλακίες ακούω!) Μήπως άνοιξες κανένα spam και κόλλησες τον ιό;
    - Όχι, τα Windows φταίνε σου λέω!
    - Υπάρχει μια εφαρμογή για αυτές τις περιπτώσεις...
    - Ναι; Ωραία!
    - Πάμε σπίτι σου να σου την περάσω;

  2. (Από την Ελευθεροτυπία)
    Ο ιός «ζόμπι» που έχει εισβάλει κρυφά στον υπολογιστή σας δεν είναι ανθρωποφάγος. Βρίσκεται ήδη μέσα στην ηλεκτρονική διεύθυνσή σας (e-mail) και με όλη του την άνεση στέλνει ανέξοδα χιλιάδες διαφημιστικά σκουπίδια, γνωστά και ως σπαμ (spam).

  3. (Από συνάντηση μελών του slang.gr σε καφετέρια. Έρχεται Πακιστανός να πουλήσει διάφορα παντελώς άχρηστα πράγματα.)
    (Πακιστανός) Θέλει αγοράσει;
    (dik) Όχι άλλο spam!!

Βλέπε και σπαμαρχίδας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλιά. Στα αγγλικά σημαίνει κυρίως το επιδόρπιο (< επί + δόρπον = απογευματινό φαγητό στα αρχαία). Οπότε μπορεί να εννοηθεί ως υπονοούμενο και το ό,τι ήθελε προκύψει, το γαμήσι μετά το καλό γεύμα. Γενικότερα, οποιαδήποτε δραστηριότητα γίνεται «μετά».

Πάω Μέγαρο και άφτερ στα μπουζούκια.

Πάω κλαμπ και άφτερ για φραπέ.

Πάω για πρωινό φραπέ και άφτερ στην δουλειά.

(από Khan, 12/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με αφορμή την επιθυμία του Βικάρ (ΔΠ) για την ανάλυση του όρου αυτού, και αρχής γενομένης από ένα σχόλιο του Πάτση για το τί είναι σλανγκ, αποφάσισα να στήσω ένα λήμμα ανοιχτό προς δημόσιο σχολιασμό.

Καταθέτω λοιπόν το κείμενο του Πάτση, καθώς και τον δικό μου ορισμό. Κατόπιν προτείνω στους χρήστες του σλανγκρ:
α. να γράψει ο καθένας -στο σχόλιο του λήμματος αυτού- την άποψή του περί τι είναι σλανγκ
β. να προταθούν λέξεις ελληνικές για τον όρο αυτό, σλανγκ λέξεις όμως και όχι τίποτα εξεζητημένες και τραβηγμένες από τα μαλλιά λεξιπλασίες.

1. Πάτσης έφη:

Για το εναρκτήριο λάκτισμα έκανα μια κουτσή-στραβή μετάφραση των σημαντικότερων παρατηρήσεων του λήμματος «slang» της wikipedia. Δεν λέω ότι συμφωνώ με όλα, να εξηγούμαστε.

«Η slang είναι η χρήση εξαιρετικά άτυπων / αδόκιμων λέξεων και εκφράσεων που δεν θεωρούνται τυποποιημένες στη διάλεκτο ή τη γλώσσα του ομιλητή.

Λίγοι γλωσσολόγοι έχουν αποτολμήσει να ορίσουν σαφώς τι αποτελεί slang. Προσπαθώντας να συνδράμουν, οι Bethany Κ. Dumas και Jonathan Lighter υποστήριξαν ότι μια έκφραση πρέπει να θεωρηθεί «πραγματική slang» εάν ικανοποιεί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια:

  • Υποβιβάζει, έστω προσωρινά, «την αξιοπρέπεια της επίσημης ή σοβαρής ομιλίας ή του γραπτού λόγου» με άλλα λόγια, είναι πιθανό να θεωρηθεί σε τέτοια συμφραζόμενα σαν μια «εμφανής κακή χρήση του εκεί οικείου τρόπου φωνητικής έκφρασης / εκφοράς [register]»
  • Η χρήση της υπονοεί ότι ο χρήστης είναι εξοικειωμένος με αυτό στο οποίο αναφέρεται, ή με μια ομάδα ανθρώπων οι οποίοι [με τη σειρά τους] είναι εξοικειωμένοι με αυτό και χρησιμοποιούν τον όρο.
  • «Είναι ένας όρος ταμπού στη συνηθισμένη συνομιλία με ανθρώπους μιας υψηλότερης κοινωνικής θέσης ή μιας μεγαλύτερης ευθύνης.»
  • Αντικαθιστά «ένα καλά γνωστό συμβατικό συνώνυμο». Αυτό γίνεται πρώτιστα για να αποφευχθεί «η έλλειψη άνεσης που προκαλείται από τον συμβατικό όρο ή για παροχή περαιτέρω επεξηγήσεων».

Η slang πρέπει να διακριθεί από την επαγγελματική ιδιόλεκτο (jargon), η οποία είναι το τεχνικό λεξιλόγιο ενός συγκεκριμένου επαγγέλματος. Η επαγγελματική ιδιόλεκτος, όπως πολλά παραδείγματα της slang, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποκλείσει τα μη-μέλη της ομάδας από τη συνομιλία, αλλά γενικά λειτουργεί ούτως ώστε να επιτρέπει τους χρήστες της να μιλήσουν με ακρίβεια για τα τεχνικά ζητήματα σε έναν δεδομένο [γνωστικό] πεδίο.»

2. Σειρά μου:

Σλανγκ γλώσσα είναι η προφορική (πρεμούρα, αντί μεγάλη βιασύνη ή σπουδή)
άσεμνη (μουνί, πούτσος, αντί των αιδοίο, πέος)
μη κορέκτ («την κάτσαμε τη βάρκα», αντί του «θα αντιμετωπίσουμε προβλήματα»)
καθημερινή (γαμάω αντί «κάνω σεξ» ή «έχω επαφή»)
υβριστική (πινεζοπούτανο, βρωμόπουστας, καριόλα)
απαγορευμένη & συνθηματική (καλιαρντά, ποδανά)
οικονομική (μπάχαλο αντί «χαώδης και θορυβώδης κατάσταση», μαλακοκαύλης αντί «αυτός που έχει πρόβλημα στύσης»)
ωμή (ξερατό αντί εμετός, κρέας αντί παχύσαρκος ή νωθρός)
χιουμοριστική (ρόφτυμα, αυτοψυχοψάξιμο, βαρβατίλα)
ευρηματική (κωλοδάχτυλο: η μόνη λέξη για να το περιγράψει)

Είναι η γλώσσα της ανατροπής και ωσεκτουτού της βαθύτερης ουσίας (πχ η λέξη γαμώ και όλα τα παράγωγά της μπορεί α. να σημαίνουν το σεξ, β να σημαίνουν μια ευχάριστη κατάσταση -«γαμώ τις φάσεις», γ. κάτι πολύ επώδυνο («με γάμησες!») -άντε βγάλε συ συμπέρασμα τι βλέπει ο έλληνας στο γαμήσι.

Είναι η γλώσσα που ξορκίζει, η γλώσσα του ευφημισμού: αυτό που μας καίει το σλανγκίζουμε και χαριτολογούμε επ' αυτού -όταν δεν το υποβιβάζουμε.

Είναι η γλώσσα που τολμάει το ταμπού, δηλαδή μιλάει για πράγματα που δεν λέγονται, αλλά το μεγάλο της ελάττωμα είναι πως δεν χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε στον εαυτό μας. Εκεί έχει το μεγαλύτερο και το πιο απόλυτο ταμπού όλων. Δεν θα πεις για τον εαυτό σου ότι είσαι μαλακοκαύλης ή ξεπλένω... Άσε που αν σε πούνε έτσι, έχουν δεν έχουν δίκιο, θα πέσει μπουνίδι... Αυτά είναι λίγο ύποπτα πράγματα, όπως θα τολμήσω να πω παρακάτω.

Είναι λοιπόν η γλώσσα που λέει «όχι», όχι στη θρησκεία, όχι στο σύστημα, όχι εδώ, όχι εκεί (κάπου το έχω διαβάσει αυτό μα δεν θυμάμαι τώρα), είναι αναρχική, είναι όμως πικρή και απαισιόδοξη, δηκτική και ανελέητη -κι ας χρησιμοποιεί το χιούμορ ως μέσο, δεν συγχωρεί κανέναν και για κανέναν λόγο και, κυρίες μου και κύριοι, όλο αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι μήπως στο μεγαλύτερο ποσοστό της, η σλανγκ είναι κατά βάθος το ακριβώς αντίθετό της, είναι δηλαδή ρατσιστική και οπισθοδρομική, αντιδραστική με την αρχική έννοια της λέξης, μήπως είναι η γλώσσα που αρνείται κάθε διαφορετικότητα και κάθε εξέλιξη... Μήπως ο σλανγκ τύπος είναι ο μίστερ τέλειος που όλα τα κοροϊδεύει; Μήπως είναι η γλώσσα του κομπλεξικού ή του κομπλεξικού περιθωριακού, ή τού όσα δε φτάνει η αλεπού;...

Ή μήπως ο σλανγκ τύπος είναι αυτός που, για να αντέξει την πραγματικότητα με τις σκληρές της εκδηλώσεις, το ρίχνει στην πλάκα ώστε να ξεχάσει το πρόβλημα; (πράγμα που πίσω-πίσω κρύβει και την προηγούμενη άποψη, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς).

Στην ελληνική, οι ξένες λέξεις ή κάποια στοιχεία από τις ξένες γλώσσες σλανγκοποιούνται πάρα πολύ συχνά και αποτελούν βασική πηγή για την σλανγκ: καταλήξεις (), λέξεις από τα ιταλικά (κόμοδο), τα τούρκικα, τα γαλλικά, όλ' αυτά είτε μπήκαν ειρωνικά στη γλώσσα μας (κομιλφό) ή απλώς κατέληξε να χρησιμοποιούνται πια μόνο ως σλανγκ (γκαϊλές).

Σλανγκ δεν είναι οι μεταφορές, οι παρομοιώσεις, οι καθιερωμένες εκφράσεις, τα σχήματα λόγου -κι ας βγάζουν γέλιο, κι ας έχουμε βάλει όλοι μας δεκάδες τέτοια εδώ μέσα.

Σλανγκ είναι γλώσσα, είναι όμως και χαρακτήρας ανθρώπου, μια κατάσταση, κά.

Στα ελληνικά δεν έχουμε λέξη για την σλανγκ. Λέμε είτε «σλανγκ», ή «αργκό». Ας το δούμε λιγάκι αυτό, μήπως βρούμε κάτι έξυπνο. Αυτή είναι και η επιθυμία του Βικάρ που το πρότεινε στο ΔΠ.

- Καλά ε, είσαι πολύ σλανγκ τύπος!
- Τώρα αυτό για καλό το λες, ή για κακό;

Δες και ceci n'est pas slang.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κύριος και Κυβερνήτης (ιστιοφόρου πλοίου) αλλά κατά βάση ένας ακόμα επινοημένος τίτλος που αποδίδεται σε Γουίνστον Γουλβς, Μαγκάιβερς, ακριδάτους, και γενικά τρισδιάστατους και ανοξείδωτους καταφέρτζουλες ανθρώπους που στους φακούς των γυαλιών τους προβάλλονται διαρκώς σχετικές με την κατάσταση ενότητες του οδηγού επιβίωσης των SAS. Εάν η διάθεση είναι ειρωνική έχουμε να κάνουμε με Master Debators.

Τη δύναμη του ο τίτλος την αντλεί από το ότι απηχεί την υπακοή που εκφράζεται τόσο με την δουλοπρέπεια μπρος στην ισχύ του «Yes Master» όσο και την πειθήνια εκτέλεση εντολών του «Jawohl! Herr Kommandant».

O αιώνιος αντίπαλος του Master Commander είναι φυσικά ο Cobra Commander.

- Σε είκοσι λεπτά....; Μα πόσο master commander είσαι...
- Δε βρήκα κίνηση ρε συ...

- Δικέ μου μη μου το παίζεις master commander γιατί μου γκίζει, κοιμήθηκε ο Θεός να 'ούμε, γαμώ την κωλοφαρδία σου γαμώ...
- Ε, ξερ'ς τώρα συ, ξέρ'ς τώρα συ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουδεμία σχέση με το πασίγνωστο λαϊκάντζικο, τουρκαλάδικης προελεύσεως ντέρτι - dert, που σημαίνει το βάσανο, τον καημό, το μαράζι, το μεράκι και άλλα γλοιώδη που παραπέμπουν σε ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες.

Ντέρτι (dirty = βρόμικο, βρωμιά) είναι αγγλικός όρος της διεθνούς των ναρκωτικών. Είναι η δηλητηρίαση του αίματος, η πλέον συνηθισμένη αρρώστια από την ενδοφλέβια χρήση ηρωίνης, η πλέον κλασική νίλα που μπορεί να φάει κανείς από ένα βάρεμα / σουτάρισμα πρέζας.

Ο ενεσάκιας / δοσάκιας παθαίνει ντέρτι, όταν ξένα σώματα / προσμείξεις / βρομιές / μικρόβια / μύκητες παρεισφρήσουν στο ενέσιμο διάλυμα κατά το μαγείρεμα και ακολούθως περάσουν στο αίμα. Το ντέρτι είναι βέβαια όρος-ομπρέλα: ντέρτι από ντέρτι διαφέρει.

Δεν είναι εύκολο να εντοπίσεις από που προήλθε η βρομιά. Το πιο συνηθισμένο είναι να βρίσκεται ήδη στη σκόνη που ψώνισες. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, κυκλοφορεί η πλέον νοθευμένη ηρωίνη όλης της Ευρώπης (μόνο 20% κατά μ.ο. καθαρή ουσία). Ουσίες νοθείας («κοψίματος») μπορεί να είναι οτιδήποτε, από ζάχαρη και ντεπόν μέχρι κιμωλία, μαρμαρόσκονη και έτερα οικοδομικά υλικά... Βρόμικο μπορεί να είναι και το κουταλάκι επί του οποίου έλαβε χώρα το μαγείρεμα. Βρόμικο μπορεί να είναι το χρησιμοποιημένο σέο (σύριγγα-φυσούνα-γκαν) με το οποίο έγινε η ένεση. Ξένα σώματα μπορεί να είχε ακόμη και το αγνό όξινο λεμονάκι που χρησιμοποίησες ως διαλύτη.

Τα συμπτώματα του ντέρτι είναι παρόμοια με αυτά μιας γερής ίωσης: ρίγη, ζαλάδες, πυρετά, πόνοι στα κόκαλα, τάση για εμετό κλπ. Καλό είναι μόλις εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα, να πλακώσεις κανά δυό ασπιρινιές, μπας και το καταστείλεις. Αλλιώς, πάμε στα πιο χοντρά, π.χ. κάποιο φαρμάκι για τα σπασμωδικά σοκ... Το ντέρτι κρατά συνήθως αρκετές ωρίτσες, όπου πονάς ολόκληρος, ιδρώνεις και ξεϊδρώνεις, σπαρταράς σαν το ψάρι έξω απ' το νερό. Οι πρεζάκηδες παραμυθιάζονται πως σου περνάει αν ξαναπιείς στο καπάκι απ' τη βρώμικη πρέζα... Κλασικός αστικός μύθος που παίζει πολύ και για τα ξίδια.

Ως ελάχιστο μέτρο προφύλαξης από το ντέρτι, οι πρεζάκηδες ρίχνουν στο κουτάλι, αφού η σκόνη βραστεί και βρίσκεται σε υγρή μορφή, ένα κομμάτι μπαμπάκι ή ένα φίλτρο από τσιγάρο (συνήθως τα μικρούλια φιλτράκια για στριφτά). Εκεί καρφώνουν τη βελόνα και μέσω αυτού κάνουν την αναρρόφηση προς τη σύριγγα.

  1. Το απλό ντέρτι σίγουρα δεν είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να πάθει κανείς από ενδοφλέβια χρήση πρέζας. Από χρησιμοποιημένες και μη αποστειρωμένες σύριγγες κονομάς πολύ χειρότερα πράγματα: έιτζ, ηπατίτιδες, ενδοκαρδίτιδες, τέτανους.

  2. κανονίζει να προμηθεύεται τακτικά σωστά κομμένη πρέζα ώστε να μην αρωσταίνει αλλά και να μην παθαίνει ντέρτι. (Από εδώ)

  3. Συχνά οι χρήστες παθαίνουν το λεγόμενο «ντέρτι» (dirty - βρώμικο), όταν ξένα σώματα ή προσμείξεις παρεισφρύσουν στο ενέσιμο διάλυμα, με σημαντικούς κινδύνους για τη ζωή τους. (Από εδώ)

πρέζα (από johnblack, 07/08/09)Dirty: ρίγη, ζαλάδες, πυρετά, πόνοι στις δαγκάνες, ταση για εμετό κλπ.  (από Vrastaman, 07/08/09)Κίμωλος: Η "κιμωλία γη" χρησιμοποιείται για το κόψιμο της ηρωΐνης.  (από allivegp, 07/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερκατσαρό μαλλί, σαν αυτό που έχουν οι νέγροι, οι αφρικανοί, εξού και το όνομα. Ο όρος προέρχεται από την αγγλική ορολογία της τρίχας (afro ή fro).

- Το άφρο μαλλί δεν είναι πια της μόδας.
- Ευτυχώς!

(από ironick, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το μικρό σκυλί (το λέμε και για μεγάλα αλλά ειρωνικά). Τελείως κοροϊδευτική λέξη έχει παρόμοια σημασία με τον ποκοπίκο, όσο αφορά το μέγεθος. Είναι και αρσενικού γένους, αλλά και ουδέτερου. Προέρχεται από το αμερικάνικο goofy goober, που είναι το χαζό άτομο, ο σπασίκλας.

  1. - Και εκεί που ήμουν πάνω στο στρογγυλι, με πήρε στο κατόπι ένας γκούφη γκούπερ και ξέρεις, τι να κλάσω με το πενηντάρι... οπότε έφαγε ένα κλωτσίδι το καημένο...

  2. - Κοίτα αγάπη μου! Μας πήρα ένα σκυλάκι! Κανίς-Γκριφόν είναι!
    - ΧΑΧΑΧΑΧΑΧ!!! Τι είναι αυτό το γκούφυ γκούπερ;!;! Roflcopter!
    - ΧΩΡΙΖΟΥΜΕ!

  3. Με κάλεσε ο Πέτρος σπίτι του και είχε έναν γκούφη γκούπερ ΝΑ! Μου πήγε το σκατό στη κάλτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοφιλής αγγλικανική έκφραση, στο πνεύμα του «γιατί δεν αυτοκτονάς να ησυχάσουμε;». Αναφέρεται στον ορθό τρόπο κοπής των φλεβών του χεριού του δυνάμει (θα θέλαμε!) αυτόχειρα συνομιλητή μας (κατά μήκος - όχι κάθετα), ούτως ώστε να απαλλαγούμε εμείς από την ενοχλητική του παρουσία και εκείνος από τη μιζέρια του ή τα χειρότερα που θα τον βρουν αν δε το κάνει, μια ώρα αρχίτερα.

- Είδες τον Άδωνι το απόγευμα στο πάνελ; Ξεσπάθωσε! Καιρός ήταν πια!
- Μια συμβουλή φίλε... it's down the road, not across the street...

ξεστραβώσου. (από Jonas, 28/10/09)για τους μερακλήδες υπάρχει και η τεχνική "σταυροβελονιά". (από Jonas, 28/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασαφής μονάδα μέτρησης μήκους. Πιθανώς αποτελεί υποπαράγωγο του αντιδραστικού-ανεγκέφαλου-αντιπρακτικού αγγλοσαξονικού συστήματος μέτρησης, που παραδοσιακά ταλαιπωρεί το υπόλοιπο της επιστημονικής και όχι μόνο κοινότητας που χρησιμοποιεί το SI (système international) ή μετρικό σύστημα, επί το ελληνικότερον.

Το μετρικό σύστημα έχει ως ακρογωνιαίο του λίθο το δέκα και τις δυνάμεις του. Η ουσία της δεκάδας, προερχόμενης βεβαίως από τα δέκα δάκτυλά του ανθρώπου, διατυπώθηκε στους ελληνικούς αριθμούς δεκα=ι', ένδεκα=ια' και είκοσι=ζ', αλλά και έπειτα στους αραβικούς με την ίδια επανάληψη του δεύτερου ψηφίου. Αντιθέτως στης αγγλοσαξονικές μονάδες έχουμε 1ft=12in=0,33yards κλπ.

Το κλικ πρωτοεμφανίστηκε στον ελληνικό στρατό μαζί με την υπόλοιπη αμερικλανίστικη φρασεολογία του τύπου ψάρι, δηλ. newfish, αλλά και την συνοδευόμενη καψωνολογία, bunnies δηλ. λαγουδάκια (ναι, ναι, αυτά της αεροπορίας, αυτά που καταστρέφουν τα γόνατα των μαθητών της Ικάρων και μελλοντικών χειριστών και τους καθιστούν ανίκανους για πτήση στα 30). Ο ελληνικός στρατός αμερικανοποιήθηκε μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, οπότε και ήρθαν οι περιβόητοι μεγάλοι αμερικανοί εκπαιδευτές να εφαρμόσουν ό,τι ακριβώς έκαναν στους ανυπάκουους νέγρους, αλλά και γενικότερα ότι ακριβώς συμβαίνει στην αμερικανική κοινωνία - για να γίνεις ηγούμενος πρέπει να σε γαμήσει ο προηγούμενος. Και όχι μόνο με τις gay προεκτάσεις, αλλά με την γενική ερμηνεία που υπαγορεύει στον παλιό να γαμήσει τον νέο, ανεξαρτήτως αν αυτό θα καταστρέψει την συνοχή του στρατεύματος, ή θα προκαλέσει περαιτέρω ανυπακοή.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών ήταν η απομάκρυνση του ελληνικού στρατού από τις γαλλικές του, ίσως πιο φλωρè, καταβολές -όμως απολύτως επιτυχημένες πλην του 1897- και η μετατροπή του σε έναν απέραντο δημοσιοϋπαλληλικό παράδεισο για τα μόνιμα (ανιστόρητα και γενικώς ανεκδιήγητα) στελέχη, αλλά και ένα θέατρο του παραλόγου για τους κληρωτούς (φωνές, βλαχιές, μαγκιές, κλανιές και κωλοφινιστρινιές). Περιττό, δε, να ειπωθεί πως, από το 1950 και έπειτα, ο απολογισμός των θερμών επεισοδίων στις οποίες ενεπλάκη η 51η πολιτεία των ΗΠΑ (δηλ. Ελλαδίτσα) έχει μόνο αποτυχίες, όπως ακριβώς και των άλλων ΗΠΑ (βιετνάμ, κόλπος, 8 χρόνια κυνηγάμε κάτι τύπους με νεροπίστολα και στρινγκοπαντόφλα που τους λένε ταλιμπάν κλπ.)

- Λόχος. Ημί---ανάς! Πουώς είστι έτσι ρε κουωλόψαρα παρατεταγμίνοι;
Όλος αυτός ο στοίχους ένα κλικ αριστερά!!
- (ψελλίζοντας στην παράταξη) ...Τι ένα κλικ ρε πουσταρά κωλόβλαχε, το ήξερες και στο χωριό σου το κλικ!

τυφέκιο (sic) Μ1- διακρίνονται τα ρυθμιστικά με τα κλικ (από dryhammer, 15/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αγγλική λέξη control (έλεγχος), η οποία χρησιμοποιείται στα Ελληνικά αυτούσια σε πλήθος περιπτώσεων:

  1. Το τηλεκοντρόλ, ελληνιστί το (τηλε)χειριστήριο ηλεκτρονικής συσκευής (τηλεόρασης, κλιματιστικού, στερεοφωνικού κτλ.)

  2. Κίνηση που κάνει ποδοσφαιριστής για να ελέγξει την μπάλα, όταν κάποιος παίκτης του την πασάρει, ώστε να διευκολυνθεί π.χ. για να κάνει σουτ ή να περάσει αντίπαλο.

  3. Μέρος τηλεοπτικού στούντιο που δεν είναι ορατό στον τηλεθεατή, όπου βρίσκονται αρμόδιοι που επιβλέπουν την ροή ζωντανής εκπομπής και είναι σε επικοινωνία με τον παρουσιαστή για να του παρέχουν σημαντικές πληροφορίες και να βοηθάνε όποτε υπάρχει πρόβλημα.

  4. Τα πλήκτρα με την ένδειξη Ctrl στο πληκτρολόγιο. Είναι δύο, ένα αριστερά κι ένα δεξιά, κάτω από τα πλήκτρα Shift. Χρησιμοποιούνται για συντομεύσεις ή άλλες λειτουργίες σε συνδυασμό με άλλα πλήκτρα.

  5. Γενικότερα με την έννοια έλεγχος, αντί της ελληνικής λέξης.

  1. Πού έχετε βάλει το κοντρόλ της τηλεόρασης, ρε παιδιά; Δυο ώρες το ψάχνω και δεν το βρίσκω!

  2. Εξαιρετική μπαλιά από τον Κατσουράνη, αλλά ο Καραγκούνης δεν κάνει καλό κοντρόλ κι η μπάλα καταλήγει στα χέρια του Νικοπολίδη.

  3. Με ειδοποιούν απ' το κοντρόλ ότι πρέπει να περάσουμε σε έκτακτο δελτίο ειδήσεων και επανερχόμαστε αμέσως.

  4. Τι να σου πω ρε πατέρα... Ήμουν στο RPG κι είχα φουλάρει στο Mana. Και πάτησα pause να τσεκάρω το chat αν είχε έρθει το DivX και κόλλησε! Τα χασα όλα... Δοκίμασα κοντρόλ αλτ ντιλίτ (Ctrl+Alt+Delete) αλλά το Task Manager είχε παγώσει.

  5. α) Έχασε το κοντρόλ του τιμονιού και το αυτοκίνητο ντελαπάρισε μέχρι να στουκάρει στη μάντρα ενός σπιτιού.
    β) Τον κάλεσαν για ντόπινγκ κοντρόλ και βρέθηκε θετικός σε απαγορευμένες ουσίες.

(από elias-jelay, 02/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified