Further tags

Η ατάκα, το γνωμικό που πετάει κάποιος στον προφορικό ή τον γραπτό του λόγο. Χρησιμοποιείται τόσο με την καλή (βλ. 1ο παράδειγμα) όσο και με κακή (βλ. 2ο παράδειγμα) έννοια.

Στις παρυφές της slang, αλλά κουτουτουμουγού αρκούδως παιχνιδιάρικο για να αναρτηθεί.

Εκ του λατινικού citatus (γρήγορη αναφορά).

- Ποιος το είπε εκείνο το ωραίο τσιτάτο...Πρώτα σε αγνοούν, μετά σε κοροϊδεύουν, μετά σε πολεμούν, μετά τους νικάς... ο Γκάντι με φαίνεται! (εδώ)

- Βλέπω λοιπόν σήμερα το ίντερνετ να έχει γεμίσει σπυριάρηδες αγάμητους έφηβους, οπλολάγνους «χτισμένους», ομοφοβικούς «ελληνόψυχους», αμαθείς παπαγάλους εθνικιστικών αναμασημάτων που οργώνουν τα φόρα και τα μπλογκ προβάροντας την προβιά μίας ντεμέκ επαναστατικότητας με δανεισμένα σοσιαλιστικά τσιτάτα και με καθαρά ναζιστική φορά, να ωρύονται για προδότες, να οργανώνουν πογκρόμ μεταναστών, να κάνουν «ντου» σε αντιρατσιστικές συναντήσεις, να διαβάζουν σαν ευαγγέλιο κάτι σκατόγερους που γλείφαν τη χούντα και σκέφτομαι πως όλο το γαμημένο σύμπαν έχει στήσει μία stand-up comedy μαύρου χιούμορ. (εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φιλί (στο στόμα, εννοείται) «με γλώσσα», που λέγαμε κάποτε. Και καλούα προχωρημένο φιλί και όχι ό,τι κι ό,τι. Γιατί όταν φιλάς αδιάφορα ή διστακτικά, δεν τα δίνεις όλα, ακουμπάς τα χείλη του άλλου και δατς ιτ.

Συνταγές επιτυχίας θα βρείτε σε κάποια από τα παραδείγματα.

  1. French kiss.Αυτό το φιλί δημιουργήθηκε από τους Γάλλους και είναι το γνωστό σε εμάς γλωσσόφιλο! Μετα το παιχνίδι με τα χείλια, ο ένας παρτενέρ βάζει τη γλώσσα στο στόμα του άλλου και την κουνάει κυκλικά. Φαντασιώσου και πειραματίσου με τη γλώσσα σου, κάνοντας διάφορα παιχνιδάκια, κουνώντας την άλλοτε κυκλικά άλλοτε πιο αργά άλλοτε πολύ πολύ γρήγορα δεξιά αριστερά! Δες το σαν παιχνίδι και διασκέδασέ το! Και πάρε το πάνω χέρι, κατευθείνοντας εσύ τον σύντροφό σου. Και να θυμάσε, όσο περισσότερο τόσο το καλύτερο! Μην βιαστείς να τελειώσεις. Το φιλί αυτό κρατάει λεπτά ολόκληρα! Έχε το στόμα σου όσο πιο ανοιχτό μπορείς για να διευκολύνεις τον παρτενέρ σου! Υπάρχουν σχετικά βίντεο, για να τα δείτε πατήστε ΕΔΩ!

  2. egw eimai 12 kai filhsa enan pou agapaw polu pisteveis omws pws einai kako pou filhsa s afthn thn hlikia me glwssofilo;

  3. Ναι....η έκφραση «γλωσσόφιλα» πείραξε την «παρθένα» την Σκορδ... που έχει φάει πούτσους σε όλες τις τρύπες της και έβγαζε τα μπούτια της έξω

  4. δεν εχει ουσια το να προχωρησετε σε γλωσσοφιλο αν δε σας «βγαινει» αυθορμητα. Ισως οπως λεει κι ο φιλτατος Μονοφθαλμος δεν εχετε χημεια. Καλυτερα το πρωτο σου γλωσσοφιλο να το κανεις με καποιον που θα σου βγει εντελως αυθορμητα κι ουκ προσχεδιασμενα.

ούλα από το νέτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψαράδικη σλανγκ για τον μεγάλο, πλέον του κιλού σαργό (sargus apiastus tiganosubitus για να εξηγούμεθα).

Πρόκειται για ψαρούκλα και όχι ψάρακα που κατάφερε με τύχη και πείρα να φτάσει σε προχωρημένη ηλικία και μεγάλο μέγεθος, αφού πολλών ψαράδων οίδε τρίαινας και καύλαν έγνω. Εξ ου και η ονομασία παππούς ή φαφούτης, εφόσον από πολλούς τέτοιους λείπουν κάποια δόντια (αλλιώς τι σόι παππούληδες θα ήταν ;). Παρά την ηλικία τους όμως, από γεύση τα σπάνε. Γι' αυτό και ένας ευμεγέθης παππούς αποτελεί μία από τις αγαπημένες φαντασιώσεις και αστραφτερό αντικείμενο του πόθου κάθε υποβρύχιου τυφεκιοφόρου.

(Αααχ, ας μην επεκταθώ επί προσωπικού....)

...υπάρχει μιά κινητικότητα από μέτριους σαργούς. Κατάδυση γιά απόπειρα καρτεριού μπας και περάσει ο παππούς. Εδώ, ευθεία μπροστά στα δέκα μέτρα, κάτω από την πλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρακλασικός χαρακτηρισμός για μαλθακά και άβγαλτα βουτυρόπαιδα, βουτυρομπεμπέδες, κολεγιόπαιδα, (λα)λάκηδες, λαπάδες, μαμάκηδες, μαμόθρεφτα, μπούες, μπουκμαμάδεςς, μπουλούκους , μπουμπούκους, παπαδάκια, πούδρες, σουβλίτσες, σοφτ και τρυφερά πόδια, φλώρους, χαλβάδες - συνήθως εύπορης μεγαλοαστικής καταγωγής.

Για ακόμα πιο φλώρικες περιπτώσεις, βλ. χλεχλές.

Καμιά σχέση με λελέ, τρελελέ κλπ.

- Κάθε άλλο παρά λελές είναι ο Λαμπρινίδης, λένε εργαζόμενοι (και μάλιστα Νεοδημοκράτες) στο Υπουργείο Εξωτερικών, που γνωρίζουν πως δουλεύει.
(εδώ)

- Ωωωω λελές; μα λελές; δεν νομίζω ότι εκφράστηκες σωστά για το παλικάρι δεν είναι λελές είναι φλούφλης :-)
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος του παιδικού ομαδικού παιχνιδιού «κρυφτό». Η φτούκα είναι το μέρος όπου «τα φυλάει» (δηλαδή μετράει, με κλειστά τα μάτια, μέχρι ξέρω γω το πενήντα, ώστε να έχουν χρόνο να κρυφτούν οι συμπαίκτες) αυτός που θα ψάξει τους κρυμμένους. Μπορεί να είναι ένα δέντρο, μια γωνία, μια κολώνα, ό,τι. Μόλις αυτός που ψάχνει απομακρυνθεί από την φτούκα για να ψάξει τους κρυμμένους, οι κρυμμένοι έχουν σαν στόχο να προλάβουν να τρέξουν στην φτούκα πριν τους βρει. Ο πρώτος που θα φτάσει στη φτούκα, θα την φτύσει και θα πει «φτού ξελευτερία!». Μ' αυτό τελειώνει το παιχνίδι και ελευθερώνονται οι κρυμμένοι.

Από κει μάλλον προκύπτει και η έκφραση (που έχει γίνει και αυτόνομο παιχνίδι) «κάνω φτούκα πρω» (δηλ. «φτούκα πρώτος /-η») που σημαίνει προλαβαίνω πρώτος. Λέγεται δηλαδή από αυτόν που θα προλάβει να παρουσιαστεί ή να μιλήσει πρώτος σε μια δεδομένη περίσταση, άρα θα έχει και προτεραιότητα σε σχέση με τους άλλους που ήρθαν δεύτεροι ή τρίτοι (και οι οποίοι λένε «φτούκα δε-», «φτούκα τρι-», κλπ). Είναι δηλαδή σαν μια έκφραση θριάμβου, ας πούμε.

Προφάνουσλυ η λέξη προέρχεται από το ρ. φτύνω.

  1. Κάθε απόγευμα έπαιζα αμπάριζα, κρυφτό.
    Η φτούκα ήταν μια μουριά με ασβέστη ασπρισμένη.
    Μετράγα ως το είκοσι έλεγα “φτου και βγαίνω”.
    Ξελευθερία φώναξες κι εγώ ξαναμετρώ.
    από το ποίημα «Το κρυφτό», Κώστας Βελιάδης (εδώ)

  2. ...δεν θα είμαι ο νονός γιατί έκανε «φτούκα πρώ» η Ελένη.

  3. Ο πολιτικός μας βίος λειτουργεί ως ένας τεράστιος «Καραγκιόζ μπερντέ». όπου ο Καραγκιόζης και ο Χατζηαβάτης παίζουν το παιδικό παιγνίδι «φτούκα πρω» για το ποιος είπε πρώτος αυτό ή το άλλο, ποιος είναι ο «καλός» που υποχωρεί για να σωθεί ο τόπος και ποιος ο «κακός» που προβοκάρει με διαρροές το σχέδιο «κυβέρνηση σωτηρίας»...

(όλα ιντερνετικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη ευρέως χρησιμοποιούμενη εις την κρητικήν, ιδίως κατά τα παιδικά παιχνίδια, αλλά και γενικότερα: ζαβολιά, απάτη, κλεψιά, cheat - κατά τους φίλους μας τους Αμερικανούς.

Χιλετζιάρης είναι αυτός που κάνει χιλετζιές.

- Όταν ο Κωστάκης «τα φυλάει» κάνει χιλετζιές, όλο κοιτάζει και βλέπει που κρυβόμαστε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο γαμοσλανγκομπρουτάλ εκδοχή του τουμπεκί ψιλοκομμένο, δηλαδή κάνε μόκο, βούλωσ' το, βγάλε το σκασμό σου.

- ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΝΕ ΤΑ ΛΙΟΝΤΑΡΙΑ ΤΑ ΒΑΤΡΑΧΙΑ ΤΟΥΜΠέΚΑ (εδώ)

- Οταν μιλαει ο καπτα-Μακης, οι χαρτογιακαδες κανουν τουμπεκα (εκεί)

"Της κακομοίρας". Από το 0:11 και πέρα ακούγεται ο όρος (από GATZMAN, 16/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακραία μπίχλα στα λευκαδίτικα, και δη το λιπαρό στρώμα σε επιφάνεια. Πιάνει μότσα, πουχού, το μπαρμπρίζ, αλλά για να πιάζει μότσα το αμπαζούρ πρέπει να είσαι μάστορας.

Ο Μότσαρτ σε αυτά τα συμφραζόμενα είναι το συνθετικό αντίστοιχο (100% λύκρα) του μπιχλάντεν. Ο Αζναβούρ δώρο.

φασόν απ' το μποκίνο:
- Κιο τί 'ν' τούτο!!
- Το μποκίνο μ', Μάκ'.
- Μότσα έπιασε, να το καθαρίζ'ς. Δε νιώθ'τε από μουσική, γαμώ τ'ν Αγία μ'...

Μόνζα. (από PUNKELISD, 11/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με τη Γένεση, ο Πύργος της Βαβέλ (Εβραϊκά: מגדל בבל‎ Αραβικά: برج بابل‎ Burj Babil) ήταν ένα ψηλό κτήριο, προφανώς ένα πολιτικό κέντρο στη Μεσοποταμία, το οποίο ξεκίνησε να κατασκευάζεται στους πρόποδες του όρους Σινά, από μια φυλή με ενιαία γλώσσα, λίγο μετά τον Μεγάλο Κατακλυσμό. Ο λόγος κατασκευής αυτού του πύργου ήταν η αύξηση της φήμης και της εξουσίας του λαού των κατασκευαστών του, και στόχο είχε να φθάσει «μέχρι τον ουρανό». Όμως λόγω της βλασφημίας αυτής, ο Θεός σύγχυσε τις γλώσσες των κατασκευαστών, με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η ολοκλήρωση του και αυτοί να διασπαρούν σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο.

Όταν λέμε ότι μια κατάσταση είναι «Βαβέλ» εννοούμε ότι είναι εξαιρετικά μπερδεμένη, ότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές γνώμες και κανένας δε μπορεί να βγάλει άκρη (πρβλ. παροιμία: «όπου λαλούν πολλοί κοκκόροι, αργεί να ξημερώσει»). Συχνή χρήση τώρα τελευταία στα ΜΜΕ, ένεκα η πολιτική και οικονομική Βαβέλ στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας.

Βαβέλ γκρίνιας η κυβέρνηση
Βαρύ κλίμα στις συσκέψεις, ασυνεννοησία και χάραξη προσωπικής στρατηγικής ενώ η τρόικα πιέζει για αλλαγές. (εδώ)

Κρίμα για τους ανθρώπους κρίμα για εμάς που τόσα χρόνια δε καταφέραμε να καλλιεργήσουμε αυτή τη συνοχή αρχικά σαν λαοί κι έπειτα να επεκταθούμε σε πιο τεχνοκρατικά επίπεδα. Το μόνο που κατάφεραν οι λαοί τις Ευρώπης είναι να ξαναχτίσουν από την αρχή έναν Πύργο που στην Παλαιά Διαθήκη μάθαμε ως Πύργο της Βαβέλ. (εδώ)

Πύργος της Βαβέλ (από mafie, 16/11/11)Εξώφυλλο περιοδικού "Βαβέλ" (από mafie, 16/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πορτοφόλι γεμάτο με χαρτονομίσματα, στην αργκό των κλεφτρονιών.

«Τα λεμονάδικα»:
Εμείς τρώμε τα λάχανα
βουτάμε τις παντόφλες
για να μας βλέπουν ταχτικά
τις φυλακής οι πόρτες.

(από Khan, 06/11/11)

βλ. και πράσο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified