Selected tags

Further tags

Ουσιαστικό που αντιστοιχεί στον αγγλικό όρο reverb (< reverbation), ο οποίος δηλώνει την αντήχηση (με φυσικά ή τεχνητά μέσα) στον ήχο ενός οργάνου ή ακόμη και της ανθρώπινης φωνής, δημιουργώντας έτσι στον ακροατή την αίσθηση του βάθους, ή καλύτερα, την αίσθηση πως ο ήχος παράγεται σε χώρο με υπαρκτές διαστάσεις, βελτιώνοντας έτσι το τελικό ηχόχρωμα –αρκεί να μην γίνεται κατάχρηση του εφέ αυτού (περισσότερα τεχνικά στοιχεία εδώ και εδώ).

Το βαθάκι χρησιμοποιείται αναφορικά τόσο ως προς την εντύπωση που δίνει ο τελικός ήχος, όσο και ως προς το ίδιο το μέσο που του προσδίδει αυτή την ιδιότητα, είτε αυτό είναι πετάλι εφέ, είτε ρύθμιση σε κονσόλα, ενισχυτή, ή ηχοσύστημα. Αυτό σημαίνει πως το βαθάκι (ή τα βάθια, μία άλλη ονομασία) δεν περιορίζεται μόνο σε αμιγώς μουσικό εξοπλισμό, αλλά σε οποιοδήποτε hi-fi σύστημα, οικιακό, επαγγελματικό ή ακόμη και αυτοκινητιστικό.

Από γλωσσική άποψη, το βαθάκι αποτελεί μία από τις λίγες περιπτώσεις όπου ένας αμιγώς τεχνικός όρος έχει υποστεί καθαρά σλανγκική οικειοποίηση, αν και γενικά ακούγεται και χρησιμοποιείται αυτούσιος ο αγγλικός όρος σε διάφορες περιπτώσεις.

  1. Χθες το βράδυ έφτιαξα άλλους 3 ήχους που χρησημοποιώ στα Live. Ένα καθαρό (επιπλέον), ένα με rectifier για κάτι ψιλό-heavy κομμάτια και ένα με pitch shifter σε στύλ drop-c που χρησημοποιώ για 1 κομμάτι.
    Το καθαρό ήταν πολύ καλό και με αρκετό σκάσιμο (που φυσικά συνέβαλαν και οι μαγνήτες (HS-2, HS-3)) και το έβγαλα με τον 59Bassman, ήταν καλός ο ήχος και με τον 65 twin αλλά τελικά προτίμησα τον bassman, λίγο chorus, λίγο delay, βαθάκι...αυτά. (Εδώ)

  2. Ντακίμι είναι η ορχήστρα δημοτικής παραδοσιακής μουσικής στα «γιαννιώτικα». Χωρίς μικρόφωνα ενισχυτές «βαθάκια» και επαναλήψεις (reverb και delay δηλαδή) στα «σκέτα». Εκτοξεύτηκε το κέφι στα ύψη!! Κόσμος άρχισε να εισρέει στο καφέ από παντού, χαμός, έπιναν και γλεντούσαν ως το βράδυ. (Εκεί)

  3. Δεν χρειάζεται να πάει κάποιος στο Μέγαρο για να ακούσει ζωντανούς ήχους. Την ανθρώπινη φωνή, ποιος από εσάς την αποδίδει πιστά στο σύστημά του;

Από τα συστήματα που έχω ακούσει, ΚΑΝΕΝΑ δεν μπορεί να αποδώσει πιστά τις ανθρώπινες φωνές, πόσο μάλλον τα υπόλοιπα όργανα.

Οπότε, ξεχνάμε το φυσικό και πάμε τρέχοντας προς ο αφύσικο αλλά όμως εντυπωσιακό. Είναι ίσως και αυτό μια λύση που μάλιστα την προτιμούν και πολλοί μουσικοί. Πολλοί δηλαδή είναι αυτοί που αναζητούν το ψεύτικο για να εντυπωσιάσουν τον ακροατή, γιατί σου λένε ότι δεν ακούγεται καλά η ηχογράφηση που δεν περιέχει «βαθάκι» και διάφορα άλλα εφέ. (Παρακεί)

  1. κατ'αρχην να πουμε ότι εφέ όπως είναι το chorus το phaser και το flanger μπορούν να μπούν και στο dry σήμα αλλα πάντα μετά την βρωμιά (π.χ. σε μία λούπα για εφφέ που πιθανός έχει ο ενισχυτής σου). Τα delay και τα βάθια καλύτερα είναι να μπαίνουν μετά την ηχογράφιση εκτός και αν βασίζεις το παίξιμο σου σε ένα συγκεκριμένο σημείο σε ένα τέτοιο εφε (π.χ. ένα σημείο που θές να παίξεις με slap back delay και θές να έχεις την αίσθηση στα χέρια σου!) (Παραπέρα)

(από Mr. Cadmus, 23/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ροκαμπίλια (τα): Ομάδα / μάτσο ατόμων με κοινό χαρακτηριστικό την παρεμφερή αισθητική στην κόμη, το ντύσιμο και ασφαλώς την μουσική. Η ενασχόληση με τα τρία προαναφερθέντα καλύπτει συντριπτικό κομμάτι της μέρας τους, ανεξάρτητα αν είναι υπό την επήρεια αλκοόλ ή όχι.

Ο χαρακτηρισμός προκύπτει από το κοινό είδος μουσικής που αγαπάνε, το rockabilly, με όλα τα συγγενικά του. Η κόμη είναι περιποιημένη και χημικά σκευάσματα ομορφιάς την βοηθάν να στέκεται στο απόλυτα προκαθορισμένο σχήμα που πατένταρε ο Έλβις. Είναι πολύ πιθανό να τους συναντήσεις αργά την νύχτα κοντά σε περιοχή με μπαράκια να συζητάν σε κύκλο για το που θα πάνε, πίνοντας μπύρες κτλ. Σε περίπτωση που η παρέα διαθέτει θηλυκό η δικιά της αισθητική διασταυρώνετε με της Bettie Page, ο θεός να την αναπαύσει. Τα ροκαμπίλια δεν είναι προνόμιο των μητροπόλεων αλλά εμφανίζονται, και αρκετά συχνά, στην επαρχία. Οι επαρχιώτες ροκαμπιλάδες κάνουν πάντα πιο αισθητή την παρουσία τους. Μια πιθανή αιτία είναι το εκρηκτικό μείγμα του τζελ και της προφοράς.

Με χαλαρούς όρους θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένα σύνολο τζέλβις.

- Ρε συ δεν μου τελείωσες χτες τι έγινε, πώς περάσατε;; - Γάμησέ τα είμαστε εντελώς χάλια και καταλήξαμε στο lonely planet ... - Στην τρύπα με τα ροκαμπίλια;;!!
- Ναι ρε! Χαμός έγινε! χορεύαμε μέχρι τις 6 μέχρι που αρχίσανε να λιποθυμάν πάνω στο μπαρ ...

Japanese rockabilly dancing  (από elias_petropoulos, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι εξαιρετικά ελληνικό, με αποτέλεσμα να απέχει σημαντικά από τα αμερικάνικα / χολυγουντιανά πρότυπα – συχνά συνδυασμένο από εφήβους με λαϊκά τραγούδια. (πρβλ. Απεχθή τραγούδια)

Αυτό το νέο τραγούδι του Ρέμου είναι πολύ ελληνικούρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαγαζί τύπου κλαμπ ή μπαρ που εξειδικεύεται στην διοργάνωση και πραγματοποίηση συναυλιών (live < λάιβ στο ελληνικότερο).

Η διαφορά του κατ' εξοχήν λαϊβάδικου σε σχέση με τα διάφορα μπαράκια ή κλαμπάκια που διοργανώνουν περιστασιακές εμφανίσεις μουσικών ή συγκροτημάτων, έγκειται στην ειδική διαμόρφωση του χώρου (ύπαρξη σκηνής, υπερυψωμένης ή στο επίπεδο του πατώματος) έναντι της δημιουργίας χώρου μέσω της αφαίρεσης τραπεζιών, πάγκων, καναπέδων στα δεύτερα, καθώς και στον ιδιόκτητο ηχητικό και μουσικό εξοπλισμό (π.χ. ολοκληρωμένο σετ ντραμς, ενισχυτές, κονσόλες, P.A. κλπ συναφή), αν και το δεύτερο δεν αποτελεί πάντα κανόνα. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι τ' ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν στάνταρ εβδομαδιαίο πρόγραμμα εμφανίσεων, αλλά φιλοξενούν διάφορες διοργανώσεις, συχνά με συνεχή ροή διαφορετικών συναυλιών.

Τα λαϊβάδικα δεν περιορίζονται σε συναυλίες συγκεκριμένων μουσικών ιδιωμάτων, αν και στα καθ' ημάς ασχολούνται περισσότερο με ροκ / μέταλ και έντεχνη ελληνική μουσική. Πρέπει επίσης να αναφερθεί τ' ότι όσον αφορά το σκέλος της παροχής αλκοολούχων, τα λαϊβάδικα δεν διαφέρουν σχεδόν σε τίποτα απ' τα παραδοσιακά κλαμπάκια-μπαράκια-ελληνάδικα, είτε ως προς τις τιμές και την ακρίβεια, είτε ως προς την ποιότητα - η μπόμπα πάει σύννεφο και στα μεν και στα δε.

Οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών αυτών λέγονται λαϊβάδες.

  1. Τον θυμάμαι στις αρχές τις δεκαετίας του 80 να παίζει συχνά-πυκνά σε ένα λαιβάδικο στην Μεσογείων στο ύψος της Αγ.Παρασκευής . «Ρόδα» το λέγανε το μαγαζί αν θυμάμαι καλά και μάζευε 50-100 άτομα.Όταν δεν έπαιζε ο Nick,παίζανε οι «Μουσικές Ταξιαρχίες».Τέλειο line up για τότε.Ιδανικό. (Εδώ)

  2. Το ΑΝ είναι για το πολύ 350 άτομα. Παραπάνω χωράει μεν, αλλά δεν φχαριστιέσαι συναυλία, εκτός εάν είσαι στις 5 πρώτες σειρές. Βασικά πιο πολύ κοντά σε προβάδικο πάει παρά σε λαιβάδικο. (Εκεί)

  3. Εδω θα ηθελα να αναφερω ενα μαγαζι το οποιο δεν ηταν μεταλ, αλλα αποτελουσε μια πολυ καλη προσπαθεια προς την κατευθυνση αυτου που λεω ''σωστο ροκ κλαμπ''. Τελη 90 και το μαγαζι ηταν το Bug στο Γκαζι. Αρκετα μεγαλος χωρος, industrial σκηνικο με σωληνες τεραστιους ανεμιστηρες κτλ. Η μουσικη ηταν αυστηρα ξενη και κινουνταν απο το mainstream rock της εποχης, στο ανερχομενο crossover (μετεπειτα numetal), industrial και στο τσακιρ κεφι επιλεγμενα μεταλ κομματια. Μπορει μουσικα να μην με καλυπτε 100% αλλα ηταν ενας πολυ ωραιος χωρος, προπαντως με καλο κοσμο και οχι καμμενους και πρεζακια. Σωστος ηχος και πολλες ωραιες παρουσιες χεχε, μιας και ηταν παντα τιγκα. Μετα εγινε αποτυχημενο λαιβαδικο και τελικα απ οτι εμαθα gay bar (ε ρε νηλες που θα επαιξαν τις πρωτες μερες) (Λίγο πιο πέρα)

(από Khan, 25/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το θρυλικό συγκρότημα Guns n' Roses (1985 - παρόν), ελαφρώς περιπαιχτικά, ή από κάποιον που βαριέται / δυσκολεύεται να προφέρει το σωστό όνομα στα Αγγλικά.

Δεν είναι ακριβώς ομόηχο, αλλά βγάζει γέλιο.

- Take me down to the paradise city, where the grass is green and the girls are pretty... Taaaake... meeee... hoooooooooooooome...
- Τάκηηη... πάλι τις Γκαζόζες στο γουώκμαν ακούς βρε τεμπελχανά; Κάτσε άνοιξε τα στραβά σου και διάβασε κανά βιβλίο λέω εγώ... αλλιώς μην περιμένεις να σου πάρω το ατάρι που είπαμε... ακούς;

Γκαζόζες (από Jonas, 05/05/11)(από Khan, 12/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μποντιμπιλντεράδικη αργκό. Σημαίνει παίρνω όγκο, κερδίζω μυική μάζα ούτως ώστε να φαίνομαι πιο ''γεμάτος'', πιο ''μπαλαρισμένος''…
    Ακριβές απόσπασμα από τον ορισμό του johnblack, ακριβώς δυο έτη πριν. Εν είδει επετειακού σπεκ, τα ακόλουθα λιμά:

  2. Χορεύω. Συνηθίζεται στα Επτάνησα, αλλά με χαρωπή διάθεση κι αλλαχού. Προέρχεται από το ιταλικό ballare κι αυτό απ’ το αρχαίο βαλλίζω «χορεύω» / «χοροπηδώ» κι αυτό από το βάλλω.

  3. Παίζω μπάλα. Αραιά χρησιμοποιούμενο σε ποδοσφαιρικά κυρίως σινάφια, προσθέτει αέρα χορογραφίας στη υπονοούμενη βιρτουόζικη χρήση της μπάλας.

  4. Δίνω σχήμα μπάλας σε κάτι συνήθως εύπλαστο. Χρησιμοποιείται συχνά σε σινάφια αγροτών, συσκευαστών και ζαχαροπλαστών.

  5. Στα σινάφια τραγουδιστών αν η φωνή μπαλάρει σημαίνει πως δεν μπορεί να κρατήσει σταθερά τη νότα στο ύψος που επιβάλλεται, και λικνίζεται κυμαινόμενη κατά ημιτόνιο ή και τόνο απ’ αυτό, πληγώνοντας απαιτητικά αυτιά και τη ματαιοδοξία του αοιδού.
    Το παθαίνουν όσοι προσπαθούν να τραγουδήσουν περισσότερο οξύτονα (ή βαρύτονα) κόντρα στο φυσικό της φωνής τους, αλλά το επιφέρει κι ο χρόνος.

Παίζει και το μπαλάρισμα.

  1. Οι ώμοι μου δείχνουν στενοί και μυτεροί. Έχω μεγάλη πλάτη και είναι πολύ άσχημο να φαίνονται έτσι οι ώμοι μου. Ποιες ασκήσεις να κάνω ώστε να φαρδύνουν να μπαλάρουν σωστά; Κάποιος μου είχε πει να παίζω πολλές πλάγιες εκτάσεις αλτήρων αλλά δεν είδα κανένα αποτέλεσμα. (διεκπεραιωτικά)

  2. Στη συνέχεια στην Κεντρική Πλατεία, όλες οι Φιλαρμονικές θα μας παρουσιάσουν ένα μικρό μουσικό πρόγραμμα και οι μαθητές του Β’ Δημοτικού Σχολείου Ληξουρίου θα πλέξουν και θα ξεπλέξουν το Γαϊτανάκι, ενώ οι μαθητές του Γυμνασίου θα μπαλάρουν τις Καντρίλιες, με δάσκαλο τον Π. Μ.

  3. …ποτέ δεν κρατάει μπάλα για να την κρατήσει και δεν αμύνεται για να αμυνθεί. Μπαλάρει μόνο προς τα μπρος για να βγάλει επίθεση και αμύνεται για να κλέψει και να αιφνιδιάσει.

  4. α. Ζυμώνουμε ξανά στο χέρι και αφήνουμε να ξεκουραστεί για άλλα 30’. Κόβουμε σε τεμάχια των 400 γρ. για μεγάλα και 60γρ. για ατομικά. Τα μπαλάρουμε και τ’ αφήνουμε να ξεκουραστούν για 10’.
    β. Πάει ο λεβέντης να αγοράσει μηχάνημα για το μπαμπάκι. - Αυτό κύριε είναι το καλύτερο, και σε τιμή προσφοράς, το μαζεύει το ξένει το καθαρίζει το ισιάζει το πλένει το μπαλάρει και σου το πετάει έτοιμο. - Μωρ’ τι λες, τα κάν’ ούλ’ αυτά; - Ναι κύριε, και θα το πάρετε σε τιμή ευκαιρίας. - Δε μι λες, πίπις κάν΄; - Ε όχι δα, μηχάνημα είναι κύριε, δεν κάνει τέτοια πράματα. - Άι καλά, θα κρατήσω τ’ς εργάτριις.

  5. Η Μαρινέλλα, αν και με προβλήματα φωνητικά πια - δυσκαμψία, μπαλάρισμα… , αν και με βαριά σιλουέτα πια, αν και κάποτε «απαγγέλλει» τα κείμενά της, κυριαρχεί με το σκηνικό κύρος της.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κέντρο διασκέδασης ορθίων.

Όρος του '90 για μαγαζιά, κυρίως ελληνάδικα, με χαρακτηριστικότατη απουσία τραπεζιών και καθισμάτων και διακριτική παρουσία ελάχιστων σκαμπό στην μπάρα.

Η απουσία τον καθισμάτων αποσκοπούσε στην δραματική αύξηση της χωρητικότητας -και κατά συνέπεια του συνολικού τζίρου, ειδικά αν υπολογιστεί πως ο αριθμός των ατόμων δεν ήταν ανάλογος του χώρου, αλλά ανάλογος τις ανοχής και αντοχής των ήδη ευρισκομένων, εντός του μαγαζιού, ατόμων. Κάτι τέτοιο βέβαια παρείχε επιπλέον ασφάλεια, καθώς σε περίπτωση λιποθυμίας δεν υπήρχε φόβος πτώσης και άρα τραυματισμού.

Άλλα χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής, της διαρρύθμισής και της γενικότερης λειτουργίας τους ήταν η έντονη μουσική και τα φωτορυθμικά σε σχέση με την επιφάνεια του μαγαζιού, η υπερυψωμένη πίστα ελάχιστων τετραγωνικών (προαιρετικά) και τέλος η απουσία κλιματισμού και εξαερισμού, κάτι που πρόσδιδε ζεστασιά στο χώρο και ατελείωτες στιγμές εφίδρωσης.

Συνώνυμα: χοροπηδάδικο, ελληνάδικο, σκυλάδικο κ.α..

- Θες ελληνική διασκέδαση;
- Θέλω.
- Πάμε σε ένα ορθάδικο!
- Έχω φλεβίτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εν λόγω διαμάντι ήρθε να προστεθεί στην ένδοξη παράδοση της Κουτσουμπήλως, του Γκουντουμπήτρου και του Γκεραπιού, το σωτήριο έτος 1992. Πρόκειται για το «Killing in the name of» των Rage against the Machine, όπου ο διαρκώς επαναλαμβανόμενος στίχος «now you do what they told ya» μεταμορφώνεται σε «και του το 'πα του πούστη».

Παρατηρούμε, ωστόσο, ότι η φράση δεν έχει καμία σχέση με τους φθόγγους που όντως ακούγονται στο τραγούδι. Υποθέτουμε, λοιπόν, ότι δεν πρόκειται για παράκουσμα, όχι μόνο τουλάχιστον (άλλωστε, εκείνη την εποχή, τα αγγλικά ήταν πλέον λίγο-πολύ οικεία στους Έλληνες, τουλάχιστον για το target group συγκροτημάτων όπως οι RATM).

Πιθανότερο θεωρούμε να προέκυψε επειδή ταιριάζει ΑΨΟΓΑ στον ρυθμό, στο μέτρο, στο ύφος και στην εκφορά. Εξού και τραγουδήθηκε με πολύ πάθος και πολύ headbanging από ένα σωρό κόσμο που ήξερε μια χαρά να πει το «σωστό» - ΑΝ ήθελε, που ΔΕΝ ήθελε. Διότι φακ γιου, ρε, δε θα κάνει ό,τι του λες. Μαδερφάκεεεερ!

Και το υπερclassic και cult σημείο στο Killing in the name of των R.A.T.M, εκεί που λέει now you do what they told ya και αντικαταστάθηκε ως εξής: Και του το πα του πούστη. Εμείς οι βλαχοι, όπως λάχει... [από φόρουμ, σε συζήτηση για «misheard lyrics»]

(ντούρουμ-ντουμ) Και του το 'πα του πούστη. (ντούρουμ-ντουμ) Και του το 'πα του ΠΟΥΣΤΗ. (ντούρουμ-ντουμ) Και του το 'πα του ΠΟΥΣΤΗ! (ντούρουμ-ντουμ) Και του ΤΟ 'ΠΑ του ΠΟΥΣΤΗ!!! (ντούρουμ-ντουμ) ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟ 'ΠΑ ΤΟΥ ΠΟΥΣΤΗ!!! (ντούρουμ-ντουμ) ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟ 'ΠΑ ΤΟΥ ΠΟΥΣΤΗΗΗΗΗΗ!!!!!!!!! (σχιζοφρένεια)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρόβλημα που παρουσιάζει ο ήχος κατά την αναπαραγωγή του μέσω μετάδοσης (π.χ. στο ραδιόφωνο), όταν εμφανίζει θόρυβο στις υψηλές συχνότητες που μοιάζει με ενοχλητικό ξύσιμο γυαλόχαρτου.

Συχνότατη η έκφραση «ξύνει το στέρεο», δηλαδή λόγω κακής ποιότητας σήματος, ακούγεται ένα εκνευριστικό ξύσιμο εκεί που θα έπρεπε να ακούς καθαρή στερεοφωνία. Διαφαίνεται (βλ. δεύτερο παράδειγμα) μια πιθανή επέκταση της χρήσης του και στην εικόνα.

Είναι ανάλογο με τα χιόνια που παρουσιάζει μια εικόνα τηλεόρασης. Αφορά μόνο αναλογικά σήματα - στις ψηφιακές αναμεταδόσεις η κακή ποιότητα σήματος επιφέρει διαφορετικά τεχνουργήματα (πάγωμα εικόνας κλπ).

Χρησιμοποιείται τουλάχιστον από την εποχή της πειρατικής ραδιοφωνίας, αν όχι από παλαιότερα.

  1. Από εδώ:

Ο ΑΝΤ-1 στη μισή Βοιωτία (Κ.Ε. Χλωμό), έχει εδώ και κάποιες βδομάδες που ενώ η εικόνα του παραμένει εξαιρετική -όπως έχω αναφέρει και στο topic για τη Βοιωτία-, παρουσιάζει ένα πρόβλημα στον ήχο. Στο stereo ξύνει και τσιρίζει αφάνταστα γεγονός που καθιστά την παρακολούθησή του άκρως εκνευριστική. Ας ελπίσουμε στη γρήγορη επίλυση του προβλήματος...

  1. Από εδώ:

Τα δορυφορικά (CNN 38, TV5 45, RAITRE 58 ) είναι από Παντοκράτορα και βλέπω ότι συνεχίζουν να έχουν πολύ καλή εικόνα τα δύο από αυτά, βέβαια όταν ήταν το MTV στο 58 μέχρι το 2003 ξέσκιζε και σε ισχύ!
Βλέπω το STAR έχει πολύ μεγάλο πρόβλημα με το φέρον του στέρεο, ξύνει πολύ την εικόνα!

  1. Από εδώ:

Δυστυχώς ο ήχος στο συγκεκριμένο κατά τ' άλλα πολύ καλό κομμάτι είναι πολύ κάτω του μετρίου. Είναι πολύ πριμαριστός, άδειος, χωρίς καθόλου low end και ξύνει ενοχλητικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ραδιοφωνική αργκό)

Στις ραδιοφωνικές εκπομπές λόγου, υπάρχουν δύο τρόποι να διακόψεις μετά μουσικής την πάρλα του εκφωνητή: «μουσικό διάλειμμα» (δηλαδή τραγούδι) ή «μουσική γέφυρα».

Η γέφυρα είναι συνήθως ορχηστρικό κομμάτι, όχι εντελώς χαλαρό και ψόφιο και για υπόκρουση μόνο - όπως το χαλί. Θεωρητικά. Πρακτικά, πολλές φορές το ίδιο ορχηστρικό λειτουργεί και ως χαλί και ως γέφυρα, και το μόνο που αλλάζει είναι η ένταση του ήχου. Δεν ψάχνουμε καινούργιο κομμάτι κάθε φορά, αλλά κάθε εκπομπή έχει τη δική της γέφυρα, (ή/και χαλί), που λειτουργεί ως αναγνωρίσιμο σήμα, συχνά περισσότερο κι από το καθαυτό σήμα (δηλαδή τους τίτλους αρχής).

Χρησιμοποιούμε γέφυρα αντί τραγουδιού όταν μένει λίγος χρόνος για γέμισμα (κάτω από ένα λεπτό, πες, άντε δύο). Διότι άμα βάλεις τραγούδι εκεί, αναγκαστικά θα το σφάξεις και ακούγεται άσχημα. Αυτή η πίεση χρόνου μπορεί να συμβεί όταν:

  • Ο εκφωνητής/παραγωγός θέλει να διακόψει την πάρλα για λίγο. Ας πούμε, μπορεί να θέλει να ψάξει μια στιγμή κάτι στα κιτάπια του και μετά να συνεχίσει. Η να θέλει να αλλάξει θέμα συζήτησης, οπότε κοτσάρουμε κάτι στο ενδιάμεσο, για να μην τα λέει όλα μονοκοπανιά.
  • Κοντεύουν οι διαφημίσεις (ειδήσεις ή μετεωρολογικό δελτίο ή ο,τιδήποτε προγραμματισμένο) και ο εκφωνητής δεν προλαβαίνει να πει αυτό που έχει ετοιμάσει, οπότε το αφήνει για μετά.
  • Κάτι πήγε στραβά. Ο εκφωνητής πνίγηκε με το φρέντο του ή έφαγε κόλλημα και δεν ξέρει τι να πει, η συνέντευξη-κονσέρβα αποδείχθηκε κακογραμμένη, το τραγούδι κόπηκε μόνο του χωρίς κανένα προφανή λόγο, έπεσε η ζωντανή σύνδεση με το ματς Πέρα Παναγιάς - Δώθε Παναγιάς, στο στούντιο πέφτουνε σοβάδες, γίνεται Δευτέρα Παρουσία και τα λοιπά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η γέφυρα είναι η καβάντζα του ηχολήπτη.
  1. Εκφωνητής: Στέλιο, μόλις διαβάσω το κείμενο περί μνημονίου, βάλε να παίζει το «Κλαίει η μάνα μου στο μνήμα, κλαίει κλαίει κι η Παναγιά». Μα πού τα βρίσκω ο πούστης!
    Ηχολήπτης (ανοίγει μικρόφωνο): Έγινεεε.
    Ηχολήπτης (κλείνει μικρόφωνο): Ρε παπάρα ποιητή Φανφάρα, εσένα τα κείμενά σου έχουν τον ατελείωτο. Κάθε μα ΚΑΘΕ φορά, μέχρι να τα πεις πάει ακριβώς και κόβουμε για δελτίο. Σιγά μη μας μείνει χρόνος για τραγούδι σήμερα! Γέφυρα και πολύ σού είναι.

  2. - Τι έγινε εδώ; ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΕΔΩ; Γιατί δεν εκπέμπουμε; ΕΠΕΣΕ ΤΟ ΣΗΜΑ;
    - Ό... ό... όχι, κυρία Σοφία, απλά, να, το σιντί είναι χαλασμένο και ακουγόταν χάλια, οπότε το σταμάτησα, και...
    - Και τι περιμένεις, ζώον; ΡΙΞΕ ΓΕΦΥΡΑ! ΤΩΡΑ!

Clubbed to Death - κάνει για γέφυρα, ειδικά απ\' το 0:25 και μετά (από Pirate Jenny, 26/05/11)ΔΕΝ κάνει για γέφυρα... (από Pirate Jenny, 26/05/11)Πίσω απ\' το τζάμι, προς ηχολήπτη: "βάλε γέφυρα" (από Pirate Jenny, 26/05/11)Πίσω απ\' το τζάμι, προς ηχολήπτη: "βάλε τραγούδι" (από Pirate Jenny, 26/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified