Further tags

Χρησιμοποιείται για να δείξει έντονη απαξίωση ή αίσθημα παραίτησης λόγω αδυναμίας αντιμετώπισης μιας κατάστασης.

Συνοδεύεται συχνά από έκφραση αηδίας ή ξινίλας.

Μπορούμε επίσης να ενισχύσουμε τη φράση προσθέτοντας ένα απλό «A... Καλά... Εντάξει...» πριν από αυτή...
Φαινόμαστε πιο cool και ατάραχοι έτσι...

Τι έκανε λέει;; Μόλις μπήκες για μπάνιο;;; A... Καλά... Χεστήκαμε που κλάναμε... Δεν θα προλάβουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι επέλεξε ως nom de guerre το Ста́лин ("ο ατσάλινος αθρώπας") ουδείς προέβλεψε ότι τόσα χρόνια μετά θα καθίστατο θεμελιώδες γαμοσλανγκοτέτοιο στο πολιτικό ντισκούρ της τόσο μακρινής από τις Σιβηρικές στέπες Ελλαδάρας.

Το πρόθεμα σταλινό- προσδίδει σε ό,τι να 'ναι ένα κόκκινο σκουληκιάρικο ζενεσεκουά. Ορισμένα σταλινοπαράγωγα στέκουν καμαρωτά ως σλανγκενεργά μπινελίκια, άλλα ανήκουν στην ξύλινη πλην χρήσιμη πολιτική γλώσσα, τα περισσότερα φευ αποτελούν ακυρίλες με μηδαμινό σλανγκικό ενδιαφέρον.

Παραθέτουμε μια δειγματοληπτική γουγλαποδελτίωση, σαρώνοντας σάη όλου του πολιτικού φάσματος από τα αριστεριάρικα ιντυμήντια μέχρι και το πιο βορβορώδες υπογάστριο της ακροδεξιάς ιστ(ι)ογραφίας.

Ομολογουμένως μπερδεμένο αναρχοστάλιν logoΟμολογουμένως μπερδεμένο αναρχοστάλιν logo

Σταλιναριό
Σταλίνα, σταλίνας
Σταλίνι
Ισλαμοσταλίνας

KK Ιορδανίας

Λαϊφστάλιν

Λαϊφσταλινάτο interior design στο σπιτικό του Σλάβοι Ζίζεκ  (από Khan)

Σταλινοακροδεξιός
Σταλινοαριστεριστής
Σταλινάρχης
Σταλινοαφεντιά
Σταλινογαμπρός

Ιωσήφ Κλάριν

Σταλινογερμανοτσολιάς
Σταλινογκεμπελσικός
Σταλινογοτθικός (σ.ς. ρυθμός αρχιτεκτονικής)
Σταλινογραφειοκράτης
Σταλινοδημοκράτης
Σταλινοδραχμιστής
Σταλινοεσωκομματικά (σ.ς.: μαλλιοτραβήγματα)
Σταλινοεθνολαϊκιστής
Σταλινοζαχαριαδικός

Sugarstalin

Σταλινοιεροεξεταστής

Nobody expects the Stalinist Inquisition!

Σταλινοιντελιγκέντσια
Σταλινοκαπιταλιστής
Σταλινοκατάντια
Σταλινόκαυλος

Σταλινοστρατόκαυλοι ηγέται

Σταλινόκοτα
Σταλινοκουκουλοφόρος
Σταλινόκωλος
Σταλινολαϊκιστής
Σταλινομάγαζο
Σταλινομακαρθικός
Σταλινομαοϊστής

Όταν οι σταλινομαοϊκοι αφανίστηκαν σε ανατολή και δύση,  εμείς οι Έλληνες ψηφίζουμε ΜΛ-ΚΚΕ και ΚΚΕ(μλ)

Σταλινομούλικο
Σταλινόμουτρο
Σταλινομνημονιακός
Σταλινομπαλτάς
Σταλινομπάσταδρος
Σταλινόμπατσος

...ακα ΚΝΑΤ

Σταλινομπάχαλος
Σταλινομπουρδολογία
Σταλινοναζιστής

σύντομος πλην καρπερός γάμος

Σταλινονεοναζί
Σταλινόκαφρος
Σταλινοκουράδα
Σταλινομούλικο
Σταλινοοργουελιανός

♪♫ Every breath you take I'll be watching you ♪♫

Σταλινοοστεοπορωμένος
Σταλινοπάπισσα

σ.ς. Αλέκα

Σταλινοπαραφιλολογία
Σταλινοπαρέα
Σταλινοπασόκος
Σταλινόπουστα
Σταλινοπροσκυνημένος
Σταλινοπροφέσορας
Σταλινόπουτσα (σ.ς. στην Βαρσοβία έτσι αποκαλούν χαιδευτικά το φαλλικό "Ανάκτορο Πολιτισμού και Επιστήμης", δωράκι του Παρερούλη στον Πολωνικό λαό)

Η σταλινόπουτσα τεχνώνε και επιστημώνε

Σταλινορεμάλης
Σταλινορεφορμιστής
Σταλινοσκατά
Σταλινοσταχανοβισμός
Σταλινοσυμμορίτης
Σταλινο,τινάναι

Σταλινογουατέβα

Σταλινοτιτοϊκός
Σταλινοτροτσκιστής (σ.ς.: μπερδεμένος αριστεριστής που επιτίθεται στην ίδια του την πλάτη με παγοκόφτη)
Σταλινοτσαουσεκικός
Σταλινοτσολιάς
Σταλινο(τ)συριζάκι

Σταλινοβαρώνοι vs Σταλινοσύριζα

Σταλινουπερβολικός
Σταλινοφάγος
Σταλινοφαινόμενο
Σταλινοφασίστας
Σταλινοφασισταριό
Σταλινοφεμινισμός
Σταλινοφιλελές

ΟΑΚΚΕ the original σταλινοφιλελέδες

Σταλινοφονιάς
Σταλινοψεκασμένος
Σταλινοχιτλερικός
Σταλινοχαμουρέματα

Σταλινοφασώματα

Σταλινόχορτο (σ.ς. ταίζω κάποιον...)
Σταλινοχοτζικός (σ.ς. αλλά όχι με την καλή έννοια)
Σταλινοχριστιανός

Ω +CTAΛΙΝ+ Η ΕΥΧΗ

Τραμπουκοσταλίνα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όχλος, ο χοντρός λαός, η πλέμπα, με μια εσάνς αηδίας, ανωτερότητας και απαξίωσης, καθώς στο λατιν. plebs = όχλος > ελλην. πλεμπάγια προστίθεται ικανή ποσότητα χλεμπόνας (συνήθως 42,1% - 66,3% για να ακριβολογούμε).

Τη λέξη την έχει καταγράψει εδώ μέσα ο Βράστα σε σχόλιο εδώ, αλλά είπα να την ανεβάσω και ως λήμμα, μην έρθει κάνας %$@#@#$ και πει πως είμαστε η χλεμπάγια της λεξικογραφίας κι ετς. (Μετάφραση = τι κάνει ρε πστ το μέσο σαυροειδές ερπετό για να εξασφαλίσει το λήμμα τον άρτον τον επιούσιο... Με τα μούτρα μες στις ροχάλες πάει και πέφτει...).

ΠΑΝΤΑ ΒΛΑΚΑ ΚΑΙ ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΕ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΕ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΗΚΟΙ ΚΑΙ ΠΛΑΤΟΙ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΙ ΑΠΑΝΩ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΤΩ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΙΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΣΤΑΡΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟ ΠΑΝΩ Η ΧΛΕΜΠΑΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΚΑΤΩ. ΧΑ ΧΑ ΧΑ ΧΑ ΧΑΑ εδώ

Δηλαδη προτεινεις να καταργησουμε τα δημόσια νοσοκομεια και μονον οσοι εχουν το χρημα να σωζουν τις ζωες τους, οι δε υπολοιποι( η "πλεμπα", η "χλεμπαγια") να πανε να ψοφησουν!!! εκεί

Με τη χλεμπάγια έχει πολλάκις ασχοληθεί και ο Τσιφόρος αλλά τα 'χουμε ξαναπεί αυτά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικό φολκλοροεπίθημα που δακτυλοδεικτεί τις δυσμενείς συνθήκες υπό της οποίες κάποιος "πιάστηκε" - δηλαδή έγινε η σύλληψή του - και τις υποτιθέμενες δυσάρεστες ιδιότητες που συνεπάγονται.

Το σάη ήδη καλύπτει τα:

Προσθέτουμε και μερικά ακόμα, σίγουρα υπάρχουν κι άλλα:

  • Διαβολόπιασμα, διαολόπιασμα: παιδί προερχόμενο από κακούς γονείς, με αποτέλεσμα το ίδιο να είναι δύστροπο και κακιασμένο.

- Ποιος άλλος θα την έκανε την ζημιά από το διαβολόπιασμα του Κωνσταντή... (Δημήτρης Τσαφαράς, Λαγκαδινό Λεξικό, Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 52).

- Άκουσα και το «παλαιάς κοπής» "κερατοπιάσματα"... (εδώ)

- Σήμερα Νικόλα, σου την έφερε ο ταβερνιάρης και αλήτης και πουτανόπιασμα με τον όνομα Μπέος. Εσύ και ο άλλος με τα πούρα, ο Ανδρέας. (εδώ)

- εσένα καραγκιόζη ο νταλάρας ούτε να χέσει δεν καταδέχεται ... σκατόπιασμα έπιασες και τον νταλάρα στο στόμα σ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ύπουλα σταδιακό (ή το μπροστά-στα-μάτια-σου) μπατάλεμα κάποι@ από ευγάμητο υπερτούμπανο σε εύχοντρ@ φακλανιάρ@.

- Μέλος του φακλαναριού, το ακραίο φακλάνι, εκφακλανισμένο θρέμμα της Φακλανδίας. (εδώ)

- Η Σανταζίνια έχει γίνει δυστυχώς Σανταμούτρα του Active Burger, καθώς από πιστότητα στην πρώτη ετυμολογία του bap, για να το θέσω βρασταμανιστί, "διέβη τον Ρουβίκωνα του μη αναστρέψιμου εκφακλανισμού της". (σχόλιο Khan στο λήμμα λοουμπαπάς)

Εκ του βυζαντιοσλανγκικής προέλευσης ονόματος Φακλάνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι το απροσδιόριστο, κάτι το μη επαρκώς εντοπισμένο, που όμως γίνεται ασυνειδήτως αντιληπτόν από ειδική περιοχή του αντρικού εγκεφάλου, στην οποίαν είναι ιδιαιτέρως ανεπτυγμένα τα μουνορανταροκύτταρα.

Τον διαθέτουν οι γυναίκες που όχι μόνον δεν έχουν καμιά πουτσοπαγίδα πάνω τους (ου μην αλλά και κάτω τους), αλλά αντιθέτως έχουν αυτό το ιδιαίτερο κάτι - και οι ψωλές όπου φύγει φύγει.

Με την πρώτη ματιά, είναι γαμήσιμες και αξιαγάμητες, αλλά τα μουνορανταροκύτταρα έχουν άλλη γνώμη...

Μία ξινομούνα στον κύβο ίσως, ή κάποια που εμπνέει πραγματικά τον φόβο του οδοντοφόρου αιδοίου, μπορεί όμως και τον γέλωτα λόγω του γραδαρίσματος πως το αιδοίον είναι φαφούτικο, οπότε ποιος γαμεί ψηλά καπέλα...

Πολύ καλές υποψήφιες είναι οι φαρμακομούνες, λιγότερο οι στρειδομούνες, ενώ καμία τύχη δεν έχουν να συμπεριληφθούν στον κατάλογο οι ζαχαρομούνες.

  1. - Μεγάλη μουνοθύελλα ενέσκηψε στο μπαράκι, Λάμπρο.
    - Ναι αλλά πιάνω και ψωλοδιώχτη στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Ώπα, νά την... Κοίτα την δεύτερη ξανθιά στο τρίτο τραπέζι. Τον έχει, αδερφέ μου.

  2. Αμάν πια κι αυτή η Μαίρη βρε Πόπη μου, δεν σταυρώνει άντρα! Τί σόι ψωλοδιώχτη έχει πια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είσαι κραυγαλέα απάτη. Τόσο εξόφθαλμα ψεύδεσαι γι'αυτό το άλλο που προσπαθείς να περάσεις πως είσαι, που απέχει παρασάγκας από την πραγματικότητα. Εμπλέκεσαι σε καλοστημένες απάτες, καλοδουλεμένες οφθαλμαπάτες και (προσπαθείς να) δημιουργείς πειστικό σκηνικό για να στεγάσει αληθοφανώς την παράγκα σου. Συνήθως περνιέσαι για μεγάλος στα λόγια και ανύπαρκτος στα έργα - κυρίως φημίζεσαι για τις επιδόσεις σου ως εραστής. Άλλος τομέας κοινωνικών δραστηριοτήτων που σε συναρπάζει: οι επιχειρήσεις. Αν και είσαι άφραγκος Ωνάσης, την πουλάς γουστόζικα την παραμύθα και χαραμίζεσαι που δεν τό' χεις σκεφτεί να κάνεις καρριέρα πολιτκού, όπου επιβάλλεται να λες ψέμματα και λόγω ασυλίας να μην τις τρως. Έστω κι έτσι όμως, κάνεις το κομμάτι σου και είσαι μια όαση γέλωτος για τον βαρύθυμο και καταθλιπτικό κοσμάκη της σήμερον. Παλιάτσος, που εναλλακτική επαγγελματική πορεία θα μπορούσε να είναι σε ουάν στάντ κόμεντυ. Τέλος, εννοείται πως εκτός από θεοκόμματος είσαι και σφίχτης, παρότι το γυμναστήριο το βλέπεις μόνο μέσα από διαφημιστικά φυλλάδια. Προσπαθείς να πουλήσεις μούρη και τον παίρνουν χαμπάρι ως κι οι πέτρες (τον παραποιημένο εαυτό σου). Παρ΄ολα αυτά συνεχίζεις απτόητος κι ούτε που σε νοιάζει το δούλεμα πίσω - ή και μπροστά - απ 'την πλάτη σου .Είσαι η επιτομή του τιραμισουρεαλισμού (ερήμην σου;), ο "να μην κάνουμε, να μη λέμε κι όλας;".


1. - Και που λες, τέζα το γκομενάκι... Να τη βλέπεις τη μοντέλα να σπαρταράει στην αγκαλιά μου και να εύχεται να μην τελειώσει... Πςςς... Πόρωση...
- Ίσα, ρε Τέλη... Κατούρα και λίγο... Και γω σου λέω πως είσαι φάβα... καλό το δούλεμα, αλλά δεν υπάρχει απόδειξη γι' αυτά που λες...
2. - Και τί νόμιζες; Πως αν δεν ήθελα εγώ δε θα το είχα πάρει το άιφον το 6+ στα 128 γκίγκα; Αλλά δεν αξίζει... Για να περάσεις μουσική σου μέσα είναι ολόκληρη μανούρα... Ξέρεις πόσα βγάζω το μήνα; Αλλά δεν τα μπορώ ρε συ τα ποζέρια, που πουλάνε μούρη... Εγώ εντάξει είμαι ανώτερος κι αλλά προτιμώ το λόου προφάιλ γιατί είμαι και μετριόφρων... Καλό και το σάμσουνγκ εουρόπα... Τα ίδια κάνει μόνο λίγο πιο αργά...
- Ναι, καλά, θά΄θελες.. Και γω σου λέω πως ψοφάς να έχεις μια τέτοια κινητάρα... Κι όσο γι' αυτά που βγάζεις το μήνα... Είσαι φάβα ρε! Όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια...
3. - Πω ρε... Πιάστηκα πάλι στο γυμναστήριο... Τέσσερις ώρες ήμουν και σήκωνα βάρη... Τί εικοσάκιλα, τί κέττλμπελ, τί πιλάτες έκανα μετά... Άσε, ξεπατώθηκα... Αχ, ο ώμος μου...
- Και μένα μου φαίνεσαι λαπάς, και δε χρειάζομαι οδοντίατρο...
- Οδοντίατρο; Οφθαλίατρο ρε...
- Ξέρω, ξέρω τί λεω... Οδοντίατρο... Αφού δεν τρώγεσαι! Για να σε πιάσω... να, ίδιος όπως χτες! Είσαι φάβα, ρε! Να πας στα γκομενάκια να τα πεις - σε τα μας τώρα;

Got a better definition? Add it!

Published

ντεκαντάντσια, ντεκαντανσαρία, ντεκαντανσιανός

Όπως και η ντέκα, οι λέξεις αυτές προέρχονται "από την γαλλική décadence που σημαίνει παρακμή και προφέρεται «ντεκαντάνς»".
Στα ισπανικά προφέρεται έτσι και μάλλον από κει πήραμε την συνώνυμη ντεκαντάντσια. (Ακριβώς το ίδιο προφέρεται και στα ρωσικά (декаданс), γιαυτό σκέφτομαι μήπως επέδρασε κι εδώ η κουκουσλάνγκ...).

Κάπου εδώ όμως τελειώνουν τα δάνεια απ' την ξένην και μπαίνει μπρος το ελληνικό γλωσσικό δαιμόνιο, ώστε να δημιουργηθεί η ντεκαντανσαρία και ο ντεκαντανσιανός που φέρνουν προς λουμπεναρία και λουμπενικός, αντιστοίχως.
Η ντεκαντανσαρία εκτός από καραπαράκμα έχει επιπροσθέτως και μια κάποια προίκα κιτσαρίας, ενώ με την προσθήκη της κατάληξης -ανός, δημιουργείται εύκολο επίθετο για χρήση όπου δει.

  1. παρακμή, ντεκαντάντσια, καραπαράκμα δεν ειναι 1η φορα αλλα παντα εκλαμβανεται σα να μην τρεχει τπτ (εδώ)

  2. 3η φορά στα Σκόπια (που ζηλευεις) κ η ίδια μελαγχολία με έπνιξε. ντεκανταντσια, όχι γοητευτική #balkan_trip

  3. "Ντεκαντάντσια και ιντελιγκέντσια", πούλεγε κι ο αείμνηστος Ζαχαριάδης. Κρίμα. (εδώ)

  4. ...πρεπει να ταπεινωθουμε για λιγο .... το κοκορετσι ειναι μια αγνη βουκολικη και καθαρα Ελληνικη ντεκαντάντσια ... Θελω να ντυθω Γκολφω κ να ψαχνω στα λημερια να ταίσω τον Κιτσο , κρατωντας μια σουβλα κοκορετσι. (εδώ)

  5. Συγνώμη, αλλά η δική σας πλευρά τί έχει να προσφέρει στον συγκεκριμένο τομέα; Δε λέω, τζόβενο, τυλιγμένο με σεντόνι, αγνό και αθώο, με το μαλλάκι του, με το μουσάκι, αλλά άντε να το κάνεις γούτσου μία, άντε δύο, μετά; Ενώ το ανταγωνιστικό πακέτο περιλαμβάνει φωτορυθμικά, ηχητικά εφέ, ντεκαντάντσια, τζέρτζελο. Απλά δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. (phorum, RE: θα θέλατε να υπάρχει θεός;)

  6. ειμαι επαρχιώτισσα εγώ παιδί μου δεν τη μπορώ αυτή τη ντεκαντανσαρία που αργώ 3 ποτά στο γύρω-γύρω (εδώ)

  7. "Είμαι ντεκαντανσιανό ακαουν?” Τι τα θες; μια ζωή στο ντεκαντάνς ήταν η καύλα. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρέχα είναι το φλέμα, η ροχάλα. Λέγεται κυρίως στην βόρεια Ελλάδα.
Από το αρχ. ρ. ῥέγχω = ροχαλίζω, ασθμαίνω. (εδώ)

Στο ΚΟΖΑΝΙΤΙΚΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ (πηγή: ΑΠΘ), η ρέχα σημαίνει και την αύρα(!) και το δροσερό αεράκι(!!).

  1. -την κιτρινη μυξουλα που υπαρχει πασαλειμενη στο ταμπλω!!!!!!!
    -μήπως είναι ρέχα; (εδώ)

  2. Οι ρέχες και η πρώτη φορά "αριστερά" των Κατρούγκαλοων. Πουθενά δεν υπάρχει σκάνδαλο. Υπάρχει βροχή, συνεχής καταρρακτώδης βροχή από τα φτυσίματα των πολιτών, που σας πνίγει. Αλλά εσείς οι καρα-κατρούγκαλοι ξέρετε καλύτερα. Είναι ποτιστική βροχούλα για σας, τους πρώτη φορά "αριστερούς". Συνηθισμένοι στις απάτες και στα ψέματα, σε τέτοιες μικρολεπτομέρειες θα κωλώσετε; (εδώ)

  3. Με… ρέχες απάντησε η σύζυγος του Νίκου Μιχαλολιάκου Ελένη Ζαρούλια στις ερωτήσεις που της έκανε τηλεοπτικό συνεργείο του star. (εδώ)

  4. Είχα χρόνο να κάνω βόλτες σε άλλα blogs. Κάποια τα ζήλεψα, άλλα μου άρεσαν, κάποια ήταν υποφερτά και πάρα πολλά ήταν για ρέχες. (εδώ)

Οι σφουγγοκωλαριοι του υποτακτικού! (Που και να μην ήταν δλδ!) Μια εικόνα χίλιες ρέχες!Από δω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαμαδομαλακία που ακούνε τα παιδάκια όταν πάνε να κάνουν ή να πιάσουν ή να φάνε κάτι βλαβερό ή σιχαμερό ή βρώμικο. Από το φτού + κακά...

Κατ' επέκτασιν: το οτιδήποτε είναι προς αποφυγή ή προς ξόρκισμα.

  1. - Πω ρε πστ!, ντερλίκωσα για τα καλά, με βλέπω να με πηγαίνουν τέσσερις απόψε στο κρεβάτι μου...
    - Φτούκακα! Τι λες παιδάκι μου τώρα!!! Για ρομαντικό δείπνο με έβγαλες και μου λες τέτοια πράγματα;;;

  2. - Ωραίος τύπος ο Αντρέας, νο;
    - Ο Αντρέας; Μακριά!!! Φτούκακα!!! Το άτομο είναι βουτηγμένο στα σκατά ρε, δε βλέπεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified