Further tags

All Cops Are Bastards. Χρησιμοποιείται και από οργανώσεις κατά των αστυνομικών, αλλά και σε graffiti.

Ρε φίλε το είδες το A.C.A.B. που έγραψαν οι Χρυσαυγιώτες στον τοίχο του σχολείου;

Δες και Μ.Γ.Δ..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κραυγή. Δεν κυριολεκτεί. Δεν έχει σταθερή σημασία. Ανάλογα με την κατάσταση και τα συμφραζόμενα μπορεί να δηλώνει επιθετικότητα ή αγανάκτηση ή στέρηση ή κορεσμό ψυχής ή νοσταλγία. Ή, ό,τι άλλο θέλεις να βγάλεις από μέσα σου - ειδικά αν είσαι φαντάρος ή μετανάστης ή, γενικώς, κοντεύεις να πλαντάξεις.

Η αρχική χρήση της φράσης ήταν στο στρατό. Με την μορφή Αχ Μαρία, τα μπούτια σου την ξεκινούσε ο βαθμοφόρος, δίκην παραγγέλματος, και ακολουθούσαν οι φαντάροι για να κρατούν ρυθμό στο βήμα: ταν τατάτα τατά τα ταν ...

Την φράση, με αυτή τη μορφή, κατέγραψε ο Νικόλας Άσιμος στο τραγούδι «Καλέ Στρατιώτη», στο στέκι που είχε μετά τη Μεταπολίτευση του '74 στον Λευκό Πύργο στη Σαλονίκη (βλ. Παρ.1 και μήδι 1).

Πιο γνωστή είναι η φράση στην μορφή τα μπούτια σου Μαρία, όπως την είπε ο Τζίμης Πανούσης στο τραγούδι «Κάγκελα Παντού» στα μέσα της δεκαετίας του '80 (βλ. Παρ.2 και μήδι 2).

Γιατί Μαρία; Και γιατί τα μπούτια της;

Μαρία, εικάζω, γιατί είναι μάλλον το πιο συνηθισμένο γυναικείο όνομα στην Ελλάδα. Θα μπορούσε να είναι εξ ίσου εύκολα - και είναι - το κορίτσι της διπλανής πόρτας με το οποίο ο Έλληνας αρσενικός ονειρεύεται ν' ανοίξει σπίτι αλλά και η καραπουτανάρα που γουστάρει να την ξεσκίσει μέχρι εκεί που δεν παίρνει. Ιδανικά, βέβαια, η γυναίκα που κάνει και τα δύο - κάτι που ούτε η Αφροξυλάνθη (με την παραδοσιακή έννοια), ούτε η Λίλιαν μπορούν να συνδυάσουν. Το δε οικείο του ονόματος Μαρία κάνει και το όλο πράγμα πιο προσιτό.

Σε ό,τι αφορά τα μπούτια, σημειώνω απλώς ότι στα Ελληνικά η λέξη αυτή έχει πολύ εντονότερη σεξουαλική φόρτιση απ' ό,τι έχουν εξίσου κοινές λέξεις για τους μηρούς σε άλλες γλώσσες - π.χ. thighs στα αγγλικά, cuisses στα γαλλικά - βλ. και μπουτάρες, άνοιξε τα μπούτια της, ανοιχτομπούτω, πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα, στα μπούτια τα γιαούρτια.

  1. Τι λεν ουρέ στους φαντάρους για να ισθάνουντι αφεντικά κάπ' αλλού;
    Το ρυθμό, το ρυθμό, τον θυμάστι το ρυθμό ... Αχ Μαρία, τα μπούτια σου ... Αχ Μαρία, τα μπούτια σου ... Αχ Μαρία, τα μπούτια σου ... (Νικόλας Άσιμος, Καλέ Στρατιώτη)

  2. Τα μπούτια σου Μαρία / σκοπιά Κ.Ψ.Μ. αγγαρεία
    Δεκαπέντε χιλιάδες και μία / στραβάδια απολύομαι
    τριαντά τρία χρονάκια θητεία / στραβάδια απολύομαι
    (Τζίμης Πανούσης, Κάγκελα Παντού)

Περίπου στο 1\'30" (από poniroskylo, 21/06/09)Επίσης στο 1\'30" (από poniroskylo, 21/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φορτώνω κάποιον με αγγαρεία, ήτοι εργασία άνευ πληρωμής. Στο Στρατό και όχι μόνο.

Συνώνυμα: χώνω, μπριζώνω / βάζω στη μπρίζα, καβατζώνω, ρίχνω μπαλάκι, χαντακώνω, μπιφτεκώνω, πήζω κάποιον, τρέχω κάποιον. Τα δύο τελευταία με την ενεργητική σημασία.

Εξ ου και «βυσμάτωμα» = χώσιμο, καβάτζωμα, τρέξιμο (π.χ. τον έχω στο τρέξιμο), πήξιμο (π.χ. τον έχω στο πήξιμο), μπιφτέκωμα, μπρίζωμα (κατά την 3η σημασία του Μέσιου ορισμού).

Το ρήμα απαντάται συνήθως ως παθητικό, με τον ίδιο τον βυσματωμένο να εκφράζει την ξενέρα και την αγανάκτησή του, πνέοντας μένεα κατά του βυσματοδότη.

[I]- Τον παλιόπουστα, με βυσμάτωσε να μεταφέρω αυτά τα κωλοβιβλία από το γραφείο του στην αποθήκη, γαμώ το Χριστό του!
- Έμ, κολλητηλίκια με τον καθηγητή μου 'θελες μωρή λουμπίνα...[/I]

Είναι εν προκειμένω ενδιαφέρουσα η αμφισημία του όρου βύσμα. Το να έχεις βύσμα (άκρη, δόντι, γωνία) είναι ευλογία, πολλώ μάλλον στις αντίξοες συνθήκες του Στρατού. Το να σε βυσματώνουν είναι, αντιθέτως, κατάρα. Το ίδιο παρατηρείται και με ορισμένα συνώνυμα, όπως το καβάτζωμα: καβατζωμένος νοείται συνήθως ο βολεμένος, είναι όμως και ο χωμένος, αυτός δλδ του οποίου ο πολύτιμος ελεύθερος χρόνος καβατζώθηκε, σφετερίστηκε από κάποιον άλλο.

Trivia - διαβάζετε με ευθύνη σας. Iστορικά, η αγγαρεία ως εργασία άνευ ανταλλάγματος, είναι μια εκ των υποχρεώσεων των δουλοπαροίκων (serfs), σε φεουδαλικά - δουλοπαροικιακά καθεστώτα. Oι serfs, όντας δεμένοι με τη γη που τους παραχωρήθηκε από τον άρχοντα - χωροδεσπότη, έχουν την επιπρόσθετη υποχρέωση να προσφέρουν άνευ αμοιβής εργασία, στο ιδιόκτητο κτήμα του αφέντη (reserve), για ορισμένες μέρες το χρόνο (συνήθως 21).

  1. - ...το γνωστό «βυσμάτωμα» των γιατρών-επιμελητών των Κ.Υ και Π.Ι., των αγροτικών γιατρών και των ειδικευόμενων. [...] Καλούνται να εφημερεύουν 15-18 ημέρες το μήνα και να εκπαιδεύονται στου «κασίδη το κεφάλι» χωρίς την παρουσία τις περισσότερες φορές των εκπαιδευτών τους - επιμελητών.
    (από εδώ)

  2. Αυτο βεβαια, σημαινει πως πλεον υπαρχουν δυο ειδων praetoriani, με εντελως διαφορετικους ρολους και βυσματωμα. Απο τη μια, ειναι οι αστυνομικοι που φυλανε τους πατρικιους, τους οποιους καποιοι ρατσισται και σεξισται τους ονομαζουν κοροιδευτικα φιλιπινεζες. Απο την αλλη, ειναι οι αστυνομικοι που ξυλοφορτωνουν τους αναιδεις πληβειους, τους οποιους καποια κωλοπαιδα τους ονομαζουν μπατσους-γουρουνια-δολοφονους, παρατσουκλι τελειως αδικο αφου τα γουρουνια ειναι γλυκουλικα ζωακια, και οποιος δεν με πιστευει να δει την ταινια Babe.
    (Από εδώ)

  3. Υγειονομικό, παρουσιάστηκα Μεσολόγγι, Τεχνικός Αποθηκάριος. :o
    Πραγματικές ειδικότητες:
    Ελαιοχρωματιστής πυροσβεστικών φωλεών (τις επισκεύασα - έβαψα όλες, σε δύο στρατόπεδα)
    Τηλεφωνητής (βυσμάτωμα από τους παλιούς επί ένα μήνα) (από εδώ)

wanted: καταζητούμενος ή επιθυμητός; (από BuBis, 28/09/09)μη με βυσματώνεις ρε γαμώτο... (από BuBis, 28/09/09)χωριανοί! αδικήθηκε ο μπλακτζόνης! (από BuBis, 28/09/09)Είναι ατομο ο έλεκτρον; Η μήπως έιναι συγγραφική ομάδα, όπως αναφέρει στο τρίτο του σχόλιο;  (από GATZMAN, 28/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοσιογραφικό χαϊδευτικό για τον αντακάβα παρακρατικό.

Αν η Βία είναι η μαμμή της Ιστορίας, τότε η Τυφλή Βία θα μας βγάλει άσχημες ιστορίες. Πάντως, στην Χώρα μας η Δικαιοσύνη διαθέτει εξαιρετικήν όραση.

Στην σύγχρονη εποχή, η πρώτη φορά που αγανάκτησαν κάτι πολίτες, ήταν στο Δουβλίνο το 1916, που έσπευσαν να βοηθήσουν ν' αποκατασταθεί η Τάξη (των Βρετανών). Έκτοτε, κύλησε πολύ νερό κάτω απ' το αυλάκι. Το '40 π.χ. αγανάκτησαν οι πολίτες για τις θηριωδίες των αμάχων εις βάρος των Γερμανών, το '60 αγανάκτησαν για τις αυθαιρεσίες των ψηφοφόρων εις βάρος των πολιτευτών, το '90 αγανάκτησαν κατά των καταλήψεων των μαθητών εις βάρος του Υπουργού Παιδείας κλπ-κλπ.

Ο χαρακτηρισμός είναι πονηρά δικαιολογητικός και καθόλου τυχαίος αφού κατατείνει: (1) στην απαλλαγή από την τιμώρησή του για τις παραβάσεις των άρθρων 308 (σωματική βλάβη) και 361 (εξύβριση) του Ποινικού Κώδικα, λόγω δεδικαιολογημένης αγανάκτησης, αν παρ' ελπίδα συλληφθεί, και (2) στην απαλλαγή από την τιμώρηση των εντολέων του, λόγω της θολής γενίκευσης «πολίτης», ενώ είναι ενταγμένος σε συγκεκριμένη πολιτική ομάδα (ό,τι λάμπει δεν είναι ξημέρωμα). Καρφώνονται όμως, διότι το σημείο εκκίνησης της αγανάκτησης εκάστου πολίτη, συμπίπτει χρονικά με αυτό των άλλων (κοίτα ρε κάτι συμπτώσεις)!

Χαρακτηριστικά:

  • Διαθέτει χιούμορ, αφού υπεραμύνεται της εθνοτικής (Ελληνικής πάντα) γνησιότητάς του, ενώ π.χ. η κατατομή του φέρει σαφή ουραλο-αλταϊκά χαρακτηριστικά, το επώνυμό του είναι σλάβικο, του ξεφεύγουν αλλοδαπές –βαλκανικές ή φράγκικες– εκφράσεις κλπ (ή και συγκερασμός όλων των παραπάνω).
  • Πάσχει απο τριχόπτωση κι έτσι ξουρίζει συνεχώς το κεφάλι του να περισώσει ό,τι προλάβει (δεν εξηγείται αλλιώς).
  • Το αγαπημένο του χρώμα είναι το πράσινο (της ελπίδας) σε όλες τις παραλλαγές.
  • Αγαπημένη του ταινία «Η Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή Νο4» (Citizens On Patrol, C.O.P. 1987).
  • Κάνει ευφάνταστα τατουάζ (π.χ. η Κύπρος, ο Μαίανδρος, η σημαία μας και 5-6 άλλα).
  • Πληρώνει 10ετή συνδρομή σε εικονογραφημένα επιστημονικά περιοδικά τύπου «Και οι Αρχαίοι είχαν Ψυχή», «Διπλωματία δι' Αρχαρίους», «Κουμουνισμός: Το Έσχατο Στάδιο της Επιχειρηματολογίας», «Έρωτες Αρχαίων Ελλήνων», «Ξαναδιαβάζοντας τον Γρηγόρη Μιχαλόπουλο», «Τρίτο Πόδι», «Φυλάξου από τη Γνώση», «Αλτ ή Πυροβολώ», «Θητεία: Τα Μυστικά της Χρήσιμης και Εποικοδομητικής Σκοπιάς», «Το Ξέφραγο Αμπέλι» κ.ά., ενώ θεωρεί τον Λιακόπουλο γραφικό και ατεκμηρίωτο.
  • Εφημερίδα διαβάζει μόνον αθλητική.
  • Μαθαίνει «αυτοάμυνα» για ν' αποκτήσει εσωτερική γαλήνη και σφίγγεται στα γυμναστήρια για να είναι πάντα έτοιμος για τις ανάγκες της Πατρίδας.
  • Κουβαλάει μαζί του όπλα «για ασφάλεια», γιατί «τόσα γίνονται κάθε μέρα».
  • Σαν παιδί, οδηγούσε τρίκυκλο ποδήλατο.
  • Ονειρεύεται να φορέσει στολή (όποια να' ναι) και να μην χρειάζεται άλλο να κρύβεται.
  • Τον παππού του τον έφαγαν αυτά τα σκυλιά οι αριστεροί (πέθανε απο καρδιά το 1974 που νομιμοποιήθηκε το ΚΚΕ).
  • Δεν δουλεύει, γιατί του πήρε τη θέση κάποιος αλλοδαπός.
  • Δεν έχει γκόμενα, γιατί είναι όλες πουτάνες.
  • Η μάνα του τον βλέπει και κουνάει το κεφάλι της (δώστου φώτιση Παναΐτσα μου).
  • Ενδημεί σε πορείες, συγκεντρώσεις, συλλαλητήρια, γήπεδα, καταλήψεις, μπάχαλα, δημιουργώντας τουρλουμπούκια εκεί που δεν υπάρχουν ή κάνοντας αντιμπάχαλα εκεί που έχει.
  • Η αγανάκτησή του, εκδηλώνεται συνήθως στην κορύφωση κάποιας λαϊκής διαμαρτυρίας.
  • Δρα μαζί με την ομάδα του και ποτέ μόνος (συλλογική αγανάκτηση).
  • Απευθύνεται στους αστυνομικούς με το μικρό τους κι αυτοί τον καλούν καμιά φορά από συμπ(ό)νοια, να φάει μαζί τους απ' την καραβάνα του συσσιτίου. Έτσι, να αισθανθεί κι αυτό σαν μέλος της Οικογένειας, το καψερό...
  • Παραλείπει σκόπιμα να καταχωρηθεί στον τηλεφωνικό κατάλογο (στο «Α» ή έστω στο «Π») ή ν' αφήσει μια κάρτα του και έτσι δεν μπορεί να τονε βρεί με τίποτα η Αστυνομία **Π**όλεων, όσο και να προσπαθήσει (κοίτα ο διάολος)! Μερικοί μύθοι λένε μάλιστα, ότι μεταμορφώνεται σε νυχτερίδα, γι' αυτό και γίνεται άφαντος μετά τα επεισόδια. Το Αρχηγείο της Αστυνομίας έχει βέβαια ζητήσει να εγκριθεί πίστωση για ν' αγοράσουν απόχες, αλλά τώρα με την Κρίση μην περιμένουμε και πολλά πράγματα...
  • Έχει συνήθως κοινότατα χαρακτηριστικά (μετρίου αναστήματος προς το κοντό του αλλά τον λες και τηλεγραφόξυλο, χοντρόλιγνος κλπ) αλλά δυσκολοπρόφερτο όνομα (π.χ. Αλεξικρόταλος Σαρρηβαλασουλάκης, Γεώφιλος Κουκλουτζαλίδης, Θεοδόλιχος Φαγιουμτζής, Θρασύδουλος Παπαγεωργοκωνσταντινογιαννόπουλος, Σπανοβαγγελοδημήτρης κ.α.), γιατί οι άνδρες των ΜΑΤ, καίτοι χαριεντίζονται μαζί του με τις ώρες έξω απ' τις κλούβες μέχρι ν' αρχίσει η πορεία, δυσκολεύονται και δεν θυμούνται να καταθέσουν μετά, ούτε πώς μοιάζει ούτε τ' όνομά του.
  • Η Αστυνομία διαψεύδει κατηγορηματικά τις φήμες ότι του κάνει πλάτες. Απλώς, όταν στέκει αστυνομικός μεταξύ διαδηλωτή και αγανακτισμένου, του γυρίζει την πλάτη (από περιφρόνηση). Καμιά φορά όμως, γίνεται τσακωτός από μανιάουρους, οι οποίοι του ανοίγουν το κεφάλι, προκειμένου να εξετάσουν το περιεχόμενό του (από καθαρά επιστημονικό ενδιαφέρον).
  • Θεωρεί εαυτόν «ήρωα της γειτονιάς», πλακώνοντας νόμιμους μεροκαματιάρηδες (σε σταθερή διεύθυνση διαμένοντες) και καχεκτικούς μετανάστες, αποφεύγοντας επιμελώς ωστόσο, να ζητήσει άδεια παραμονής από τίποτα θηρία από Ρουμανία-Ρωσία-Ουκρανία κλπ.
  • Καμιά φορά παίρνει το Νόμο (;) στα χέρια του σκοτώνοντας διάφορους μελαμψούς Λίμπερτυ Βάλανς, παραμένοντας διά παντός άγνωστος και οι δημοσιογράφοι διερωτώνται με ενδιαφέρον ποιος να ήταν (για κάνα μισάωρο και εκτός prime zone).
  • Δεν τον πειράζει που ο κόσμος δεν (ανα)γνωρίζει τους αγώνες του. Κάποτε όλοι θα καταλάβουν.
  • Οι ΚουσΚουσάρηδες λένε ότι καλύπτεται από μπάτσους, βουλευτές, δημοσιογράφους και δικαστές, αλλά ποιος τους γαμεί; Όλο τέτοια λένε αυτοί (μας έχουν κουράσει).

Να μην συγχέεται με τον αγανακτίστα, που είναι φλώρος...

[...]
Προσαγωγές υπόπτων είχαμε χθές το βράδυ μετά τα επεισόδια στην οδό Πανεπιστημίου, στο κέντρο της Αθήνας.
Οι διαδηλωτές εκτόξευσαν απειλές κατά της Κυβέρνησης και η Αστυνομία έκανε χρήση χημικών.
Οι «γνωστοί-άγνωστοι» έβαλαν φωτιά σε κάδους, ενώ Αγανακτισμένοι Πολίτες τους κυνήγησαν και επακολούθησε συμπλοκή.
Στον Εισαγγελέα οδηγήθηκαν τρία 16χρονα άτομα με την κατηγορία της σύστασης τρομοκρατικής οργάνωσης, ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, διακεκριμένης φθοράς, εμπρησμού, εσχάτης προδοσίας, μη καταβολής εργοδοτικών εισφορών, κιβδηλείας, παράβασης καθήκοντος, μονομαχίας, άρνησης αποδοχής νομισμάτων, διγαμίας, πρόκλησης ναυαγίου, απατηλής επίτευξης συνουσίας, παραβίασης οικοδομικών διατάξεων, δολίας χρεοκοπίας, μαστροπίας, αντίστασης, απείθειας, θρασύτητας κατά της Αρχής και άλλα αδικήματα. Με σύμφωνη γνώμη Εισαγγελέα και Ανακριτή, κρίθηκαν προπηλακιστέοι.
Κατ' ενός 45χρονου ατόμου, φερομένου υπαρχηγού της οργάνωσης Χ, επεβλήθη η ποινή της επίπληξης και αφέθηκε ελεύθερος.

Άλλα νέα απο την εσωτερική επικαιρότητα:

Με τον δικό τους τρόπο γιόρτασαν και φέτος, τα μέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου «Λέσχη Φίλων της Ταράτσας», που έκοψαν την πρωτοχρονιάτικη πίτα τους πάνω σε άρμα μάχης, όπως κάθε χρόνο στις 4 Αυγούστου, ανήμερα της Αγίας Βαρβάρας της Φαλαγγίτισσας [...]

Δες και ΑΓΑ.ΠΟ..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη με την οποία περιγραφόταν στις τάξεις του ΔΣΕ το συντριπτικό σοκ που βίωναν πολλοί αντάρτες συνεπεία των έντονων βομβαρδισμών στα μέτωπα των συγκρούσεων. Μεταξύ μας τώρα, αυτοί οι κατσαπλιάδες, τι αστοιχείωτα γομάρια ρε πστ. Όχι μόνο δεν ανοίγανε τη βίκυ να ξεστραβωθούνε, αλλά δεν σκαμπάζανε ούτε από ελληνική λογοτεχνία που αποδεικνύει πως εμείς οι Έλληνες είχαμε βρεί το φάρμακο για την πολεμίτιδα κάτι δεκαετίες πιο πριν. Μιά απλή επέμβαση στη χολή ήτανε, καταπώς τα λέει το βήτον παράδειγμα. Τι να κλάσουν ρε οι φράγκοι κομπογιαννίτες μπροστά στη μαγκιά της φυλής...

[...] προοδευτικά όλες οι μονάδες του ΔΣΕ αναγκάστηκαν να οργανώσουν τμήματα τραυματιοφορέων [...] Οι βομβαρδισμοί τους τρέλαιναν επίσης. Στα οχυρωμένα υψώματα, ειδικά στα κλειστά καταφύγια και πολυβολεία, άρχισε να εκδηλώνεται μιά ασθένεια που αργότερα πήρε τη μορφή επιδημίας. Την ονόμασαν "πολεμίτιδα" και ήταν ένας συνδυασμός ισχυρού τρόμου και κλειστοφοβίας. Όσοι την πάθαιναν περιέπιπταν σε μιά κατάσταση απάθειας και αδιαφορίας, που για μερικούς υπήρξε μοιραία στο ίδιο το πεδίο της μάχης. Πολλοί δεν συνήλθαν ποτέ και τέλειωσαν τις μέρες τους στα άσυλα των ανατολικών χωρών.

Γ. Μαργαρίτης, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949, εκδ. Βιβλιόραμα 2001.

Πέρασε ένας κοντός στρατιώτης με σγουρά μαλλιά και τετράγωνες πλάτες. Ο Αλιμπέρης Βασίλειος του Αθανασίου. Είπε [...] αυτά τα λόγια:
- Λαμβάνω την τιμή, κύριε λοχαγέ, να σας πω πως εγώ είμαι "δειλός". Σας παρακαλώ πολύ να μ' αφήσετε πίσω σαν θα γίνει η εξόρμηση.[...] Κάθε φορά που ακούγω οβίδα θαρώ πως θα βγει η ψυχή μου. Τρέμω σα να κρυώνω. [...]
- Λοχίας Παυλέλης!
- Παρών, κύριε λοχαγέ!
- [...] θα οδηγήσετε το στρατιώτη Αλιμπέρη [...] στη δεύτερη σειρά των συρματοπλεγμάτων [...] θα τον δέσετε σ' ένα σιδερένιο πάσσαλο [...] Θα μείνει εκεί να συνηθίσει τις οβίδες [...] Είναι ζήτημα συνήθειας αυτό. Ώσπου να σπάσει η χολή και να ξεφοβηθεί [...]
Την αυγή [...] τόνε βρήκαν ολότελα ήσυχο [...] Έκατσε χάμου κι έβλεπε τα χέρια του [...] άρχισε να σφυρίζει σιγανά, να κόβει τα κουμπιά του και να ξεφτά [...] τις κλωστές [...] σαν να μην άκουγε. Σκύψανε, τον είδαν καλά από κοντά μέσα στο μισόφωτο και τότες μονάχα κατάλαβαν. [ ...] σέρνοντας και σπρώχνοντας τόνε φέρανε στο χαράκωμα. Σφύριζε σ' όλο το δρόμο. Σφυρίζει πάντα και ξεφτά τα ρούχα του. [...] τόνε στείλανε στο Νοσοκομείο [...] Με μεγάλη δυσκολία τον κατάφεραν να σκύψει και να τρέξει. Οι οβίδες που περνούσανε στριγγλίζοντας πάνουθέ του, ήτανε πράματα που μήτε φόβο μήτε ενδιαφέρο μπορούσαν να φέρουνε στην τυραγνισμένη του ψυχή, που 'χε πεθάνει πιά.

Στρ. Μυριβήλης Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπερντάχι. Το βρωμόξυλο, η κλωτσοπατινάδα, το άγριο ξύλο. Παραπλήσια έννοια, με λιγότερο βίαιη σημασία, το σοπάκι. Συντάσσεται με τα ρήματα δίνω, ρίχνω ένα, κερνάω.

Παμπάλαια λέξη, η οποία όμως επιζεί μέχρι σήμερα. Την έχω σταμπάρει μόνο σε επαρχία, από Κρήτη μεριά, σε διαλόγους σβούρων, πέτσακων και κούργιαλων, βλ. παράδειγμα 1, ενώ βρίσκεται και σε ένα γλωσσάρι της Μεσσηνίας εδώ. Όμως ήταν συνηθισμένη έκφραση και της κλασσικής ρεμπέτικης αργκό, η οποία είναι γέννημα θρέμμα του άστεως (βλ. παράδειγμα 2).

Χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τους χωροφύλακες και λοιπά σώματα ασφαλείας της νεώτερης Ελλάδος. Διασώζεται η έκφραση «τάγιο χταποδάτο», πιθανή ερμηνεία: πολλοί μαζί βαράγανε έναν κάτω σα χταπόδι, μέχρι να μαλακώσει, βλ. παράδειγμα 3. Υπήρχε και η έκφραση «ρίξτε του ένα χωροφυλακίστικο και το πρωί στην αρχή». Δηλαδή λιανίστε τον όλη τη νύχτα και το πρωί τον περνάτε εισαγγελέα.

Δυσάρεστη έκπληξη δοκίμασαν αρκετοί αστοί πολιτικοί, όταν τους μπουζούριασε η Εθνοσωτήριος, αφού διαπίστωσαν έντρομοι και στο πετσί τους ότι τόσα χρόνια η χωροφυλακή είχε το ελεύθερο να βασανίζει και να χτυπάει κρατούμενους, διαθέτοντας και τον απαραίτητο εξοπλισμό και τεχνογνωσία προς τούτο. Φυσικά τα φαινόμενα αυτά σήμερα έχουν εκλείψει παντελώς, ως αποδεικνύουν εκατοντάδες πραγματοποιηθείσες αξιόπιστες Ε.Δ.Ε..

Η λέξη «τάγιο» προέρχεται από το ιταλικό taglio που σημαίνει μαχαίρωμα, κόψιμο, κομμάτι, βλ. παράδειγμα 4. Σύμφωνα με ιντερνετική εγκυκλοπαίδεια, στη χαρτοπαιξία, τάγιοείναι η διάρκεια ενός παιχνιδιού ανάμεσα σε δύο κοψίματα, μέχρις ότου τελειώσουν τα τραπουλόχαρτα ή μέχρι να σταματήσει οριστικά το παιχνίδι. Οπότε πιθανή δική μου ερμηνεία της έκφρασης είναι ότι σημαίνει δίνω μία καλή παρτίδα ξύλο, αυτό που λέμε ένα γερό χέρι ξύλο.

  1. - Εκιοσές ο παράουρος ο Παναής ρίχτηκε στο Μαριώ την κοπελιά του Μανώλη μας και την εξεγιβέντισε οψάργας στην πλατεία. - Ε και τι καθόμαστε, πάμε να τονε ζυγώσουμε να τονε κεράσουμε ένα τάγιο να βάλει και στις τσέπες του.

  2. «Τού 'χω δώσει ένα γερό τάγιο πριν χάσω τα μάτια μου», λέει ο τυφλός ρεμπέτης Δημήτρης Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας σε συνέντευξή του εδώ, αναφερόμενος σε βρωμόξυλο μεταξύ του ιδίου και έτερου γνωστού βαρύμαγκα (βλ. στο κεφάλαιο Αφηγήσεις του ίδιου του Μπαγιαντέρα).

  3. «Ουρλιάζει ο Χεμαγγιόρος στο παραδίπλα δωμάτιο και τρίτο τάγιο χταποδάτο, καθώς τ' ορίζει ο κανονισμός στο Σώμα για να μαλακώνουνε οι εθνοπροδότες, να γίνεται το γινάτι τους νιανιά που να μαρτυρήσουνε στην Εξουσία τα μυστικά του εχθρού».

Αλέξανδρος Κοτζιάς, από το μυθιστόρημα Αντιποίησις Αρχής, 1979, όλο το βιβλίο είναι μονόλογος ενός ασφαλίτη επί χούντας.

  1. Ἀλλὰ ἐγὼ ἤμουν πλιὰ ἀποτελειωμένος. Σὲ λίγες μέρες λαβαίνω ἀπὸ τὸ θεῖο μου τὸ οὔλτιμο τάγιο, τὴν τελειωτικὴ μαχαιριά. Μοῦ ἔγραφε:
    Ἀνηψιέ μου, ἤσουν πάντα κατεργάρης καὶ παραλυμένος. Σοὖρθε ἡ τύχη σὰν στραβὴ καὶ τὴν κλώτσησες. Πολὺ γρήγορα θὰ χτυπᾷς τὸ κεφάλι σου στὸν τοῖχο, μὰ θἆναι ἀργά. Τώρα κάτσε ἐκεῖ ποῦ κάθεσαι. Εἶναι περιττὸ νὰ ξεκουμπιστῇς ἐδῶ. Οὔτε θέσι θαὕρῃς, οὔτε προῖκα. Ἄειντε χάσου, τενεκέ!
    Ὁ θεῖος σου Ἀλέξης
    (1912)

Κ. Σκόκος, Τα Παράξενα της ζωής (Σελίδες ημερολογίου), Αθήνα, Κολλάρος, 1921, σσ. 9−13. Από εδώ.

  1. Με την σημασία «αποκοπή, νέα γραμμή άμυνας μετά από υποχώρηση», η λέξη εμφανίζεται και στον «Κρητικό Πόλεμο» του Ρεθεμνιώτη (ενετικής καταγωγής) Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή, χρόνος συγγραφής 1669 - 1677, πρώτη έκδοση 1869.

«Αμ΄ο Κορνάρος έτρεχε κ΄έπαιρνε πλήσους κόπους
κι αιδάριζε* με το μουσού** να φράσσουνε τους τόπους,
εκεί στο μέγα χαλασμό που πέσαν τα μουράγια
να κάμου παραχάντακα κι άλλα περίσσα τάγια».

  • βοηθούσε
    ** κάποιος γάλλος αξιωματικός.

Σύμφωνα με το γλωσσάρι της έκδοσης ετυμολογείται από το βενετσιάνικο tagio, ενώ παρατίθεται και το ιταλικό taglio.

Αδυνάτισα ο καημένος, απ\' το ξύλο το πολύ - πού\' φαγα στο δεκαδυο απ\' τη χωροφυλακή (Α. Κωστής 1931) (από HODJAS, 21/07/10)Μην τον βαράτε ρε παιδιά, για ένα παλιοσακάκι... (από HODJAS, 21/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λάθος Ήταν Μάνα Να Ορκιστώ Στρατιώτης.

Μετατροπή του ονόματος του ακριτικού νησιού σε αρκτικόλεξο υπό το πρίσμα του ταλαίπωρου Έλληνα φαντάρου που τον έστειλαν να κάνει τη θητεία του στο μαύρο νησί της παραμεθορίου που λόγω της στρατηγικής του θέσης βρίσκεται συνεχώς σε επιφυλακή. Η επιφυλακή αυτή μεταφράζεται σε περισσότερο τέντωμα, περισσότερο γυάλισμα, ξύρισμα, κούρεμα, αγγαρείες, εξωτερικές και ταξιαρχικές εφόδους και γενικά όλα αυτά τα σπασαρχίδικα προβλεπέ του στρατού.

Aυτή η παλιοκατάσταση κάνει τους πάντες, φαντάρους και μονιμάδες, να περιμένουν τη λυτρωτική μέρα της απολήμνωσης για να αποχωρήσουν εθνικά υπερήφανοι τραγουδώντας το ντόπιο λελέδικο σύνθημα:

«Να καεί, να καεί, το μπουρδέλο το νησί
να το πάρουνε οι Τούρκοι και να πα' να γαμηθεί!»

(Βλέπε φωτό)

Από φυλάκιο της Λήμνου... (από Cunning Linguist, 12/08/09)Ποτέ ξανά! (από Cunning Linguist, 26/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για παλαιά εξελληνισμένη λέξη για το γαλλικό τουφέκι Gras M80 1874 το οποίο είχε σε χρήση ο ΕΣ μέχρι και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Επίσης γνωστό και ως γκρας.

  1. Όταν μας γύρεψε ο Μεταξάς τα τουφέκια, δήθεν να τα στείλει στο Αλβανικό Μέτωπο για ενίσχυση, ο πατέρας μου είχε δυο γράδες και έδωσε μόνο την μια στην μάζωξη. Ετσιά εκάμανε και άλλοι που το σκεφτήκανε λίγο φυλαγμένα.

  2. Επέφτανε οι Γερμανοί, μιλιούνια, μαύρισε ο ουρανός.Εμείς τότε όπλα δεν είχαμε, είχανε φύγει και οι Άγγλοι, μόνο κάτι γράδες μείνανε και κάτι λιανοντούφεκα. Πολλές φορές και σφαίρες δεν ειχαμε. Όταν έπεφταν κάτω, τους χτυπάγαμε με ότι είχε ο καθένας, δεκράνια, πέτρες, με τα κοντάκια. Μετά αλλάζαμε τα δικά μας παλιά με τα αυτόματα.

(από Παπαντώνης, 18/03/12)(από Παπαντώνης, 18/03/12)

Χρησιμοποιείται και ο (λανθασμένος) τύπος η γκράδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο μη δόκιμες σημασίες, ακόμη:

  1. Κάτι που βρίσκεται σε τρομερή αναστάτωση, που είναι χάλια, ατακτοποίητο, σε οικτρή κατάσταση, που είναι μουνί καπέλο.

  2. Το δίκοχο των φαντάρων, λόγω των πτυχώσεών του και του σχήματός του σε κάτοψη, που παραπέμπουν αλλού. Κυριολεκτικά μουνί καπέλο!

Ασίστ: Χότζας. (Ένα ψίχουλο από την ευωχία της σλανγκικής του τραπέζης).

  1. Υπάρχει ένα ανέκδοτο σαχλίζον, που δεν έχω όρεξη να διηγηθώ με τρόπο, κατά το οποίο ένας μεθυσμένος ταξιτζής κοιτάζει στον καθρέφτη μια επιβάτιδα, η οποία ανοίγει τα πόδια της σε στυλ Σάρον Στόουν, και νομίζοντας πως είδε τον εαυτό του μονολογεί:
    Ρε πστ! Πάλι μουνί έγινα!

  2. Ρε ψάρουκλα, πώς το έχεις κάνει έτσι μουνί το μουνί σου;

Μουνί καπέλο στο ναυτικό. (από Khan, 08/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία από τις κλασικότερες φράσεις που ακούει κανείς στο στρατό, εκτελώντας σκοπιά ή περίπολο, όταν γίνεται έφοδος. Στα ελληνικά των καραβανάδων η προστακτική ενεστώτα δεν υφίσταται γραμματικά, αντίθετα ως προστακτική χρησιμοποιείται το πρώτο πρόσωπο του αορίστου (π.χ. ανέλαβε και κατέβα για αναφορά ή παρήγγειλε δύο γύρους).

Λοιπόν, με το που σας πλησιάσει ο εφοδεύων φωνάζετε «αλτ, τις ει» ψιθυρίζετε το σύνθημα και στη συνέχεια το παρασύνθημα. Να θυμάστε ότι σε περίπτωση που δεν ακούσετε καλά ή ο εφοδεύων ηθελημένα κάνει λάθος, πρέπει να φωνάξετε «επανέλαβε το αληθές». Όποιος δεν ακολουθήσει τις οδηγίες, θα βγει αναφερόμενος.

Η Έλλη Λαμπέτη διαβάζει το "Επέστρεφε", Κ. Π. Καβάφη (από patsis, 08/07/09)Αναγνώριση σκοπού - Τρελλό γέλιο!!! (από allivegp, 02/10/10)

Δες και προχωρώ στο παρασύνθημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified