Further tags

Η πόρνη, η τσούλα ή η πολύ πρόθυμη να ικανοποιήσει σεξουαλικά όλους τους ενδιαφερόμενους άντρες, με σαφή κοροϊδευτική αναφορά σε γυναίκες που προέρχονται από το πρώην ανατολικό μπλοκ κι έχουν συνδεθεί με την πορνεία.

- Άκουσες ότι ήρθε στην Ελλάδα η νέα πρέσβειρα καλής θέλησης του ΟΗΕ από την ......νία; (χώρα ανατολικής Ευρώπης)
- Ναι; Ποια, η Νατάσα Τσουτσουνοπέρνοβα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα. Συνώνυμα: μπουρούχα, μουφλόζα, πατόζα.

- Δυστυχώς όλες οι φίλες της αδερφής μου είναι τελείως χαμούρες: δε βλέπονται με τίποτα!

Αστοδγιάλο από δω χαμούρα που να μη σώσεις. (από Galadriel, 01/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έγινε Λούης = εξαφανίστηκε, έφυγε γρήγορα. Από τον Ολυμπιονίκη Σπύρο Λούη.

Βούτηξε τα λεφτά και μέχρι να τον πάρουν χαμπάρι, είχε γίνει Λούης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα. Συνώνυμα: χαμούρα, μπουρούχα, πατόζα.

Η Καίτη είναι τελείως μουφλόζα: δεν βλέπεται με τίποτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κατά συρροή και κατ' εξακολούθηση βιαστής ή/και δολοφόνος γυναικών, π.χ ο δράκος του Σέιχ-Σου.

Αποφυλακίστηκε ο «δράκος» Κυριάκος Παπαχρόνης. (ΜΜΕ)

(από perkins, 20/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα. Συνώνυμα: χαμούρα, μπουρούχα, μουφλόζα.

- Καλά η γκόμενά σου είναι τελείως πατόζα: δεν βλέπεται με τίποτα!

Η πατόζα (γεωργικό μηχάνημα). Από www.gorgopotamosvillage.gr. (από patsis, 22/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός είναι ίδιος με το λήμμα αξιαγάμητος.

- Η Μαρία θα φέρει και μια φίλη της το βράδυ.
- Καλή;
- Fuckable!

Από την αγγλική λέξη fuck και την κατάληξη -able (=αυτός που είναι ικανός για κάτι, π.χ. CD-Rewritable)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ζωηρός, δυνατός.
  2. Σεξουαλικά ερεθισμένος, καυλωμένος.

- Αμαν Ελενίτσα, νταβραντισμένος είναι σήμερα ο βλάχος...
(από ελληνική ταινία)

Κι εγώ που νόμιζα πως νταβραντισμένος σημάινει να λούζεσαι(ραντίζεσαι) με Ντάβ;  (από GATZMAN, 29/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαχλό κορίτσι με κάποια δόση προκλητικότητας.

-'Ηταν και η Ελενίτσα στο πάρτυ.
- Αυτό το παρτσακλό;

Δες και κάρτσικλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήρωας ομώνυμης τηλεοπτικής σειράς των '80s. Σημαίνει κάποιος που βρίσκει απίθανες λύσεις και τεχνάσματα για κάποιο πρόβλημα.

  1. Πώπω χαμός από καλώδια εδώ πέρα... Μόνο ο Μαγκάιβερ βρίσκει άκρη!

  2. Πσσσσς... Πώς τα κατάφερες ρε μαγκάιβερ;;

Νήσος Σάμος, ή, κατά Google, Μαγκάιβερ. Χακεριά στο google maps. (από patsis, 07/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified