Further tags

Κεκαλυμμένο και σπάνιο μάλλον είδος πέφτουλα ο οποίος πρεσάρει τα θηλυκά με γλύκες και χαζά βλέμματα όλο τρυφερότητα. Γλοιώδες, αλλά αν μπορεί κανείς να το υποστηρίξει μπορεί και να δουλέψει -αν και η άλλη μπει στο τριπάκι.

- Δεν τον μπορώ ρε μαλάκα τον αγκαλίτσα, όλο χαχαχούχου και και γλύκες με τα γκομενάκια....
- Ναι ρε φίλε, αλλά κοίτα τον πως την έχει στριμώξει στη μπάρα, η γκόμενα το διασκεδάζει...

The original Agkalitsas (από Vrastaman, 09/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση την οποία ομολογουμένως δεν έχω αυτηκοήσει αλλά παραθέτω λόγω του ότι είναι κατ' εμέ απολύτως unpektable και λίγο πολύ σε αυτό το πνεύμα... Τη διάβασα στην αυτοβιογραφία του Μάρκου (του Συριανού)και όσοι/ες ρεμπετολογίζουν ας την αναλύσουνε λιγάκι... Το νόημα στο φάσμα του κουραφέξαλα....

«Η ανάγκη δε µ' άφησε να µάθω γράµµατα, αλλά κι αυτοί που τα 'µαθαν
τζούρα µαχαλάς κι αέρας πελεκούδια είναι».

(από xalikoutis, 09/09/08)(από xalikoutis, 09/09/08)

Βλ. και τον πούτσο κλαίγανε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρετρό, βιντεογκέημ: έτσι ονομάζαμε το πλασματάκι που έβγαινε και κυνηγούσε σε διάφορα 80's παιχνίδια τύπου μπούμπλε μπούμπλε κ.λπ. όταν καθυστερούσες να τελειώσεις μια πίστα, και αφού είχες καθαρίσει όλους τους αρχικούς κακούς.

Για τα πλασματάκια αυτά υπήρχαν διαφορετικά ονόματα σε διάφορες περιοχές (το «Ρούλης» το άκουγα στα Χανιά, σε χωριό της Κρήτης όμως το είχα ακούσει και... Ζαχάρη [Ζαχαρίας])...

Σαν φράση χρησιμοποιούνταν για κάποιον που έσκαγε στο τέλος μιας φάσης απροειδοποίητα... χαμογελαστός και τρομαχτικός.

- Είχαμε μείνει τελευταίοι στο ρακάδικο, 3.30 ώρα, και πάνω που φεύγαμε σκάει ο Σωτήρης σαν το Ρούλη από τα σκοτεινά, από την πίσω αυλή...

η φάλαινα του μπούμπλε ήταν όντως αρσενική (από xalikoutis, 27/10/08)Αρκάς, Φάε το κερασάκι (από patsis, 05/06/09)

Βλ. και Λούσας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το τσόκαρο, το παραδοσιακό με ξύλινη σόλα, και το σαμπώ
    και κυρίως
  2. η γυναίκα τσόκαρο, η Κατίνα.

Ηχοποίητη λέξη από τον ήχο του τσόκαρου σε μαρμάρινα και ξύλινα κυρίως πατώματα.

  1. Άσε μας μωρές με την κλατσάρα, που έμαθε και τα σπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα με προκλητική εμφάνιση και έντονο ερωτισμό, σε βαθμό τέτοιο που να παραπέμπει σε ιερόδουλο. Για κοπέλες μικρότερης ηλικίας εναλλακτικά χρησιμοποιείται και ο όρος «βιζιτάκι».

Ωραία κοπέλα η Άννα, αλλά έτσι προκλητικά που ντύνεται και βάφεται, τονίζοντας πάντα το μεγάλο της στήθος, παραπέμπει σε βιζιτού.

Βλ. και σχετικό λήμμα βίζιτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συναντάται και ως φορτίκ (πλούσιος) ή καραφορτίκ (πολύ πλούσιος), σε πιο μαγκιόρικη διάσταση του δρόμου.

Η Γεωργία είναι καλό γκομενάκι και φορτίκ, αλλά η Ελευθερία φίλε είναι εκτός συναγωνισμού: μούναρος και καραφορτίκ μαζί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λεφτάς, ο πλούσιος. Από την τουρκική, para, τα χρήματα.

- Φίλε δεν έχω μία και ο μισθός μπαίνει σε 10 μέρες.
- Αφού το Σάββατο μου το έπαιζες παραλής στα μπουζούκια και άνοιξες δύο μπουκάλια, καλά να πάθεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από γνωστό ανέκδοτο για ξανθιές και αποτελεί κοροϊδευτικό υπαινιγμό για κάποια που δίνει σεξουαλικές νυχτερινές παραστάσεις καθ' εκάστη, ή σχεδόν έτσι.

-Καλά, τι γίνεται ρε μ' αυτή; Πάντα έτσι ταλαιπωρημένη γυρίζει κάθε πρωί; Σα να μην έχει κλείσει μάτι όλη νύχτα.
- Μάτι; Δε λες καλύτερα ...πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα.

Μπούτια ερμητικά κλειστά...χαχαχα (από GATZMAN, 19/09/09)(από GATZMAN, 07/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατορθώνει το ακατόρθωτο.
Υπερβολική έκφραση που χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση στην εξαιρετική επιδεξιότητα που έχει κάποιος - συνήθως πρόκειται για πολύ έξυπνο, έμπειρο και καπάτσο άνθρωπο.

Παρόμοιες εκφράσεις:
Πιάνει πουλιά στον αέρα
Καλιγώνει (πεταλώνει) τον ψύλλο
Είναι γάτα με πέταλα

- Τον έκοψες πώς τύλιξε τον πελάτη σε μία κόλλα χαρτί; για πότε τον έβαλε να υπογράψει την συνφωνία ούτε ο ίδιος το κατάλαβε...
- Ναι ρε, ο Βαγγέλας είναι γριά πουτάνα...
- Και με όρους, όχι μαλακίες φίλε μου! ένα μύριο ατάκα κι επιτόπου για εξοπλισμό που ήδη είχε στο μαγαζί του! ρε, αυτός είναι ικανός να πουλήσει πάγο σ' εσκιμώο!
- Εμ καλά λέω γω ότι αυτός σκίζει την τρίχα στα δύο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη κατάλοιπο της εμφύλιας διαμάχης που δίχασε τη χώρα στην περίοδο 1946-1949. Περιγράφει τους στρατιώτες του Δημοκρατικού Στρατού, κοινώς γνωστούς ως αντάρτες. Η σύνθεση αποτελείται από τρεις λέξεις: κομμουνιστής, ληστής και συμμορίτης

Πού είναι ο υπουργός Παιδείας να επέμβει; Δε μπορεί τα παιδιά στο σχολείο να διδάσκονται για τους κομμουνιστοληστοσυμμορίτες, που αιματοκύλισαν τη χώρα!

κομ-μούνα (από allivegp, 27/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified