Further tags

Στην Ύδρα έτσι φωνάζει το ένα φιλαράκι το άλλο. Το πώς βγήκε η λέξη, άγνωστο.

Έλα ρε πατσέτο για καμια μπύρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρόκ συγκροτήματα της δεκαετίας του εξήντα - εβδομήντα - ογδόντα που τραγουδάνε ακόμα και σήμερα και κάποιοι από αυτούς μοιάζουν πια με αρσενικές γριές.

Rolling Stones, Who, Whitesnake, Van Halen κλπ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπονοεί τον άσχετο με την τεχνολογία και ειδικά με την κινητή τηλεφωνία.

Βγαίνει από το χαμηλ(ή) μπαταρ(ία).

Πού 'σαι μεγάλε! Ο Χαμήλ Μπατάρ που σου έστειλε μήνυμα, δεν είναι καποιος άραβας τελικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του ινδιάνικου ονόματος «Ποκαχόντας». Υποννοεί τον μαλάκα.

Πολύ Ποκαχούφτας είσαι μωρ' αδελφάκι μου!

Got a better definition? Add it!

Published

Παραφθορά του εκκλησιαστικού όρου «Παναγιώτατος», αναφερόμενη σε εξτρεμιστή ιερέα της ορθόδοξης εκκλησίας, ο οποίος απειλεί με τον λόγο του και τη στάση του αντίχριστους, προδότες, κουλτουριάρηδες, ομοφυλόφιλους και γενικά όποιον έχει γνώμη και άποψη διαφορετική από την δική του και της επίσημης εκκλησίας.

Πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε για τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα το 1992, λόγω του εξτρεμισμού του λόγου του.

(χωρίς παράδειγμα)

Ο Παναγιώτατος Άνθιμος Θεσσαλονίκης. Στο 3:52. (από patsis, 06/09/11)Ο Παναγριότατος Σαρουμάνθιμος απειλεί "θα γίνει της Μόρντορ". (από Khan, 12/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε ομάδα πολλών χοντρών ανθρώπων που τριγυρνούν / κάθονται / χλαπακιάζουν μαζί. Προέρχεται από το αμερικάνικο «dream team», την ομάδα του μπάσκετ στους ολυμπιακούς του 1992.

- Ρε συ, θα έρθουν απόψε οι Σαχλεπίσογλου με την παρέα τους στο πάρτυ!
- Ωχ... δε χοντρήμ τημ... δεν θα μείνει μπουκιά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας με δεύτερο συνθετικό το όνομα Αντρέας, που προφανώς επιλέχθηκε γιατί ξεκινάει με άλφα και με το ίδιο γράμμα τελειώνει το πρώτο συνθετικό της λέξης. Είναι ίσως η μοναδική λέξη με ένα όνομα για συνθετικό το οποίο δεν είναι Θόδωρος ή Θοδώρα π.χ. γυναικοθόδωρος, Παστρικοθοδώρα. (αν κανείς ξέρει κανένα άλλο ας με διορθώσει)

Τρέχα ρε μαλακαντρέα θα χάσουμε το πλοίο.

Χαρακτηρισμοί με κύριο όνομα για συνθετικό: αστραπόγιαννος, βιαστικοθοδώρα, βουβαντώνης, γερολάζαρος, γυναικοθόδωρος, λωλοστεφανής, μαλακαντρέας, μαλακαντώνης, μουγγοθόδωρος, ντελημπάσχος, ντελήσαββας, παστρικοθοδώρα, στραβόγιαννος, τρελαντώνης, τρεμολάζαρος, τρομπογιώργης, τρυπαντωνάκης, ψευτοθόδωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπολειπόμενη ομορφιάς συνοδός αιθέριας ύπαρξης.
(παρατηρείται συχνά όμορφη νεανίς να συνοδεύεται από μη συνάδουσα φίλη).

Όταν οι ζεύγω δρώντες θηρευτές εντοπίσουν το θύμα, ρίχνουν τον κλήρο ποιος θα επωμισθεί το πακέτο.

Γενικότερα όταν είς εκ των θηρευτών ενδιαφέρεται ιδιεταίρως για την μία εκ των δύο, ο έτερος καλείται να ασχοληθεί με το πακέτο.

- Λοιπόν, εγώ την Λίτσα, εσύ το πακέτο!
- Να χαρώ το φιλαράκι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι σε θέση να λύνει προβλήματα κάθε είδους, και συνήθως τόσο εξωφρενικά, που κάθε άλλος θα παρέλυε από το σοκ ή την αμηχανία μπροστά τους, ο εξαιρετικά ψύχραιμος και αποτελεσματικός. Λέγεται και μίστερ γουλφ ή απλά γουλφ (όχι απαραίτητα σχετικό με τον ημεδαπό χρήστη).

Απο τον ήδη κλασικό ομώνυμο χαρακτήρα του «Παλπ Φίξιον» του Ταραντίνο, παιγμένο απο τον θεό Χάρβεϊ Καϊτέλ.

– Τί έγινε ρε μαλάκα στο εξοχικό σου προχθές; Κάνατε τη μάζωξη που λέγατε;
– Αμέ. Και είχαμε και ντράβαλα.
– Γιατί;
– Είχαμε ρε παιδί μου και καλά το σπίτι δικό μας για πουσουκού, έτσι; Έ, σκάμε Παρασκευή μεσημεράκι, και μέχρι το βραδάκι το είχαμε κάνει μπάχαλο: στα δωμάτια να πηδιούνται αβέρτα, στο σαλόνι άλλοι να σκάνε μπάφους και άλλοι να σνιφάρουν, καί οι δύο τουαλέτες πιασμένες απο αναίσθητους τελειωμένους που είχαν κλειδώσει κι' από πάνω οι γκιόζηδες, ο καθρέφτης θρύμματα απο τους μαλάκες που παίζανε μακριά γαϊδούρα στο χόλ, και γενικά γάμησέ τα κατάσταση σε λέω...
– Τί έγινε ρε μαλάκα; Όλοι τόσο φορτωμένοι ήσασταν;
– Ρε της πουτάνας σε λέω. Και τέλος πάντων, εκεί που παρανοούμε ωραία και καλά –μουσική στη διαπασών στο μεταξύ– πώς κι' άκουσα ρε μαλάκα το τηλέφωνο, ένας θεός ξέρει.
– Τί τηλέφωνο; Ποιος ήταν;
– Οι δικοί μου μαλάκα... Πήραν να πούν ότι θα ερχόντουσαν σε μισή ώρα. – Όχι ρε πούστη!
Γάμησέ τα...
– Και τί έκανες;...
– Ε τί να κάνω; Έπρεπε να τους ξενερώσω όλους το γρηγορότερο. Στο τσακ-μπαμ κλείνω μουσική, δίνω σύρμα και στο αδέρφι, και τους αρχίζουμε όλους στις σφαλιάρες. Μέσα σε δέκα λεπτά τους έχουμε τραβήξει όλους στην παραλία, μαζί και στάφ και ξύδια κι' όλα. Σ' άλλα είκοσι λεπτά έχουμε συμμαζέψει κακήν-κακώς ό,τι προλάβαμε. Αλλά κυριλέ, και τζιτζί να τό 'χαμε το σπίτι πιο ύποπτο θά 'τανε. Εντάξει, κι' οι δικοί δεν ήρθανε νταν σε μισή, οπότε πήραμε και μιά ανάσα.
– Κι' αυτοί στις τουαλέτες;
– Τους πετούσα κουβάδες με νερό απ' το παράθυρο...
– Ο καθρέφτης;
– Το παίξαμε τσακωμένοι με τον καρντάση. Συνηθισμένα τα βουνά στα χιόνια.
– Κι' αυτοί στα δωμάτια;
– Ε καλά ρε, αυτοί συνέχισαν στην παραλία απτόητοι...
– Καλά, μαλάκα, είσαι και πολύ γούλφ όμως ρε πούστη!
– Δε βαριέσαι, όλα μια συνήθεια είναι...

The real thing (από vikar, 11/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατ' αρχήν κουμπάρος είναι ο συνέταιρος στο έγκλημα που λέγεται γάμος, κατέχων μάλιστα την τιμητική και εξόχως σημαντική θέση του εκτελεστή.

Βέβαια η καλοκάγαθη φύση του Έλληνος θεωρεί τον κουμπάρο φιλικό και άκακο ον, με αποτέλεσμα η προσφώνηση «κουμπάρε» να είναι συνώνυμη με άλλες τιμητικές / θετικού χαρακτήρα προσφωνήσεις όπως πρόεδρε, αρχηγέ, ψηλέ, μάστορα, γιατρέ μου, δικέ μου, πατριώτη, φίλε, φιλάρα, παληκάρι, αδερφέ και διάφορα άλλα που μου διαφεύγουν (όχι για πολύ).

Οι πρώτοι διδάξαντες στη συγκεκριμένη προσφώνηση είναι οι Κύπριοι αδελφοί μας που τη χρησιμοποιούν με την ίδια συχνότητα που εμείς οι καλαμαράδες χρησιμοποιούμε το «μαλάκα».

1
- Γεια σου ρε Νώντα τσίφτη, τι χαμπάρια;
- Έλα ρε κουμπάρε, χαθήκαμε. Πάμε για κανα ουζάκι να τα πούμε με την ησυχία μας.

2
- Πόσο έχει αυτό εδώ το μπλε;
- 59 ευρώ.
- Ε, ρε κουμπάρε, όχι και 59. Να σου δώσω 50 και να το πάρω να είμαστε εντάξει;
- Να μου δώσεις 50 και να μου δώσεις κι άλλα 9 και να το πάρεις όπου θες αδερφέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified