Η μικρή αδελφούλα που ποτέ δεν είχες και που θα την έβαζες να κάνει όλες τις δουλειές που σε διέταζε η μαμά σου.
- Και ξύπνησα στις 8 το πρωί να πάω λαϊκή με τη μαμά μου. Αν είχα όμως μια αδερδούλα θα πήγαινε εκείνη.
Η μικρή αδελφούλα που ποτέ δεν είχες και που θα την έβαζες να κάνει όλες τις δουλειές που σε διέταζε η μαμά σου.
- Και ξύπνησα στις 8 το πρωί να πάω λαϊκή με τη μαμά μου. Αν είχα όμως μια αδερδούλα θα πήγαινε εκείνη.
Got a better definition? Add it!
Αυτός ο οποίος είναι τόσο βολικός ώστε αγγίζει την υπερβολή.
- Δεν είσαι καθόλου υπερβολικός, όλο κουνιέσαι! Δεν θα ξανακοιμηθώ μαζί σου.
Got a better definition? Add it!
Ο πάσχων από χρόνια ταπηροκρανίαση. Όχι αυτός που τα πήρε στο κρανίο μία φορά ή έστω περιστασιακά. Εδώ μιλάμε για τον τύπο ο οποίος παίρνει ανάποδες γενικώς και τα χώνει αδιακρίτως. Κάθε μέρα. 24/7.
Η κατάληξη -ογλου για το συγκεκριμένο χαρακτηρισμό δεν είναι τυχαία επιλογή και εκτιμώ ότι δεν αποτελεί κάποιου είδους μομφή για τους εξ Ανατολών γείτονές μας. Δεδομένου ότι η κατάληξη -ογλου σημαίνει ο γιος του, η επιλογή καταδεικνύει την γονιδιακή κληρονομικότητα της ιδιότητας της ταπηροκρανίασης από πατέρα σε γιο. Η γενετική στην υπηρεσία της γλώσσας.
Κατ' άλλους, το επώνυμο πάει γάντι σε διάφορα λαμόγια που μιζάρονται, δηλαδή τα παίρνουν ή τα πιάνουν. Κι αυτό καλό.
Στην περίπτωση δε που μιλάμε για λαμόγιο με χρόνια ταπηροκρανίαση, η έμφαση στο άρθρο ο και όχι στο Ταπαίρνογλου ξεκαθαρίζει την κατάσταση.
1 - Γαμώ την πουτάνα μου πρωί πρωί με τους μαλάκες πού 'μπλεξα, γαμώ την καταδίκη μου μέσα. Να κρατάνε το ασανσέρ για τρία λεπτά σταματημένο στον όροφο για να βάλουν λέει τη γιαγιά με το αναπηρικό... Και μετά μ' έπιασαν και 4 κόκκινα στο δρόμο για το γραφείο. Το φελέκι μου μέσα γαμώ...
- Ρε καλώς τον Ταπαίρνογλου. Κούλαρε ρε δικέ μου...
2 - Ρε συ, ο Βρασίδας έσκασε μύτη με Μερτσέντα κάμπριο προχθές και μού 'φυγε ο τάκος. Του λέω ρε Βρασίδα, πόθεν έσχες, και μου λέει ότι τού 'πεσε το Λαϊκό και καλά.
- Ποιο Λαϊκό ρε μαλάκα... Ο Βρασίδας ο Ταπαίρνογλου... Σε ποιον τα πουλάει αυτά ρε; Εδώ έχει βουίξει η αγορά ότι τα 'χει πιάσει κανονικά κι αυτός κάνει τον Κινέζο. Μη χέσω...
Got a better definition? Add it!
Τιμητικός τίτλος ο οποίος, σε κάποια στιγμή της ζωής του, αποδίδεται σε κάθε άρρενα Έλληνα πολίτη.
Δεν είναι, βεβαίως, δυνατόν να μπορέσουμε όλοι να αναρριχηθούμε στα ύπατα αξιώματα - π.χ. πρόεδρος της Δημοκρατίας, πρόεδρος του Αρείου Πάγου, πρόεδρος Δ.Σ., πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγουλινίτσας, πρόεδρος του Α.Ο. Κωλοπετεινίτσας κ.ο.κ. Θεωρούμε όμως ότι η πρωτοκαθεδρία - σε κάτι, ό,τι νάναι - είναι αναφαίρετο δικαίωμά μας και την διεκδικούμε σταθερά μέχρι νά 'ρθει η στιγμή που οι συμπολίτες μας, με ένα μείγμα σεβασμού, τρυφερότητας και ειρωνείας, θα απονείμουν και σε μας τον τίτλο του προέδρου.
Τον τίτλο του προέδρου δικαιούται:
ο πρώτος στην ουρά, π.χ. σε τράπεζα ή σε μποτιλιάρισμα, ειδικά όταν δεν κινείται με την δέουσα ταχύτητα (Παρ.10)
και πολλοί άλλοι. Η έρευνα δείχνει ότι, στην κλητική, το «πρόεδρε» υπολείπεται βέβαια αρκετά από το 'μαλάκα' ως η προσφιλέστερη προσφώνηση των Ελλήνων αλλά είναι μάλλον πολύ μπροστά από άλλα όπως τα «αρχηγέ», «μεγάλε», «ψηλέ», «μάστορα», «δικέ μου», ή «γιατρέ μου».
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Υφίσταται κατηγορία τις αθρώπων, οίτινες διατείνονται πως ακούνε μουζικήν αποκαλουμένην black metal. Επιπροσθέτως, ισχυρίζονται ούτοι πως η ποικιλία του εν λόγω είδους μουζικής δύναται εξαντλήσειν τας προσδοκίας οιουδήποτε νορμάλ ακροατού. Ερωτώμενοι, ουν, εις ποίον είδος μουζικής εντρυφούν, αποκρίνονται κατά κανόναν «μόνο μπλακ».
Γενίκευσις της απαντήσεως ταύτης δια τελείας επαγωγής οδηγεί εις την χρήσιν αυτής προς αποτύπωσιν της πλήρους ικανοποιήσεως και επιδοκιμασίας, της καύλας εις την τελικήν, βρε αδερφέ.
Καθώς το συγκεκριμένον είδος μουζικής θεωρείται ευρέως, και ουχί αδίκως, κάφρικον, ευκταίον εστί όπως η φράσις ταύτη μη χρησιμοποιήται δια τον χαρακτηρισμόν επιτυχημένης τεϊοποσίας, μετά βουτημάτων ή άνευ.
Ένεκα της μονομανίας δηλουμένης εκ της φράσεως τούτης, η χρήσις επεκτείνεται ομαλώς εις άνδρες επιφανείς τε και διακρινόμενους δια την προσήλωσίν των εις τον επιδιωκόμενον στόχον.
Got a better definition? Add it!
Οπαδός της μουσικής gothic, που αποτελεί παρακλάδι της post-punk. Το θηλυκό είναι: η γκοθού.
Πρόκειται για άτομο με πολύ μεγάλη θλίψη: η ζωή του είναι χάλια και όλα του φαίνονται κατάμαυρα. Αν αυτό σας θυμίζει τα σύγχρονα emo, σκεφτήκατε πολύ σωστά! Βέβαια στο γκόθικ γράφανε και κανένα κομμάτι της προκοπής (αν και πεθαμενατζίδικο) που και που, ενώ στο emo, άστα να πάνε...
Η ανωτέρω μελαγχολική/ρομαντική θεώρηση της ζωής δημιουργεί ένα θέμα: σε αντίθεση με την ζοφερή π.χ. Γερμανία, όπου και ξεκινήσαν όλα αυτά , εδώ στην Ελλάδα έχουμε πολύ ήλιο για τέτοιες στεναχώριες. Ο γοτθικός ρυθμός δεν ευδοκίμησε ποτέ στα μέρη μας, γεγονός που κάνει τον Έλληνα γκοθά να μοιάζει με ψάρι έξω απ' το νερό... Θα αυτοκτονούσε σίγουρα, αν δεν ήξερε κατά βάθος ότι όλη αυτή η μελαγχολία είναι θέμα μόστρας και μόνο.
Στα πιο πιπεράτα ζητήματα, οι γκοθούδες διατυμπανίζουν την σεξουαλική τους απελευθέρωση, ενώ επίσης είναι οι μόνες που εκτιμούν τον αβυσσαλέο ερωτισμό που αποπνέουν οι σουβλεροί κυνόδοντες. Έχοντας φετίχ με τον κόμη Δράκουλα, τους αρέσει να δαγκώνουν τα θύματα/εραστές τους, να τις δαγκώνουν αυτοί, ή εν πάσει περιπτώσει να κάνουν αλλαξοδοντιές. Πάντως οι γκοθούδες, αν δεν τους κάτσει κανένας μάτσο βαμπίρίκουλας, εκτιμούν πολύ το ανδρόγυνο λουκ στους άνδρες (κι άλλη ομοιότητα με το emo).
Ενδυματολογικές προτιμήσεις: μαύρα ρούχα συνδυασμένο με άσπρο (του θανατά) μέικ απ. Πολύ παίζουν και τα ρούχα από πολυέστερ, που θυμίζουν S/M καταστάσεις (η αχαλίνωτη σεξουαλικότητα που λέγαμε). Άλλη προτίμηση είναι επίσημο κουστούμι για τους γκοθάδες και νυφικό για τις γκοθούδες, γιατί κάπου ακούσανε ότι αν τα τινάξουνε, με αυτά τα ρούχα θα τους θάψουνε (άμωμοι οι εν οδώ, αλληλούια).
Όσον αφορά το ποτό, ο σωστός γκοθάς πίνει οτιδήποτε μοιάζει με αίμα: μαυροδάφνη, κόκκινο κρασί, στην ανάγκη και βυσσινάδα...
Λοιπά κολλήματα: διακοσμητικοί σταυροί, δισκοπότηρα, νεκροκεφαλές κτλ, ρομαντική λογοτεχνία του 19ου αιώνα, ταινίες τρόμου, επισκέψεις/φωτογραφήσεις στα νεκροταφεία (κατά προτίμηση τη νύχτα και με πανσέληνο).
- Πάμε στο Dark Sun να χαζέψουμε γκοθάδες;
- Μέσα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο εύστοχος παίκτης στα μπάσκετ.
Ειδικότερα, ο εύστοχος στα τρίποντα.
- Χεράς σαν τον Κορωνιό δε βγήκε και δε θα ξαναβγεί - 828 τρίποντα και 7,080 πόντους ...
Δέκα στα έντεκα γιατί είμαι χεράς εγώ και βλέπω το καλάθι σαν κολυμπήθρα (Από forum)
Got a better definition? Add it!
Published
Σχιστομάτης, κατα συνεκδοχή ο Κινέζος ή ασιάτης.
- Έχει γεμίσει ο τόπος από μουνομάτηδες.
Got a better definition? Add it!
Είμαι άσχημος εμφανισιακά ή αλλιώς είμαι μπάζο. Προέρχεται από το ουσιαστικό μπάζο. Χρησιμοποιείται στο τρίτο πρόσωπο δηλώνοντας ότι ένα πρόσωπο είναι άσχημο.
- Ρε την είδες αυτή που πέρναγε; Ωραίο μωρό!!
- Τι ωραίο ρε;; Η γκόμενα έμπαζε από παντού...
Got a better definition? Add it!
Ομάδα της Ηλιούπολης (ερασιτεχνικό).
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία συνάθροιση από γυναίκες γαρίδες και να επιτρέψει στους άντρες τις παρέας να συνεννοηθούν, ώστε να μην καταλάβουν τίποτα.
Η σύνδεση μεταξύ γαρίδας και Χαραυγιακού έχει γίνει, λόγω του ότι στην περιοχή Χαραυγή του Πειραιά, ως γνωστόν, υπάρχουν πολλά γαριδάδικα.
- Ρε Μήτσο αυτές είναι οι ωραίες που θα βγαίναμε;
- Δεν είχα δει φωτο πριν. Γαμώ το Χαραυγιακό μου!
Got a better definition? Add it!