Further tags

Αυτός ο οποίος:

  1. Πηγαίνει με αλλοδαπές
  2. Δεν ξέρει με πόσες έχει πάει.

- Είδα τον Νίκο ρε συ προχτές!
- Τί κάνει αυτός ο μπασταρδομούνης;
- Γιατί τον λες έτσι;
- Όλο με κάτι Αφρικανοπακιστανές τη βγάζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος σοβιετικών καταδιωκτικών αεροσκαφών. Επίσης, συλλογική ονομασία για τα σμήνη των καλλιτέχνιδων που ενέσκηψαν στην Ελλάδα - επίσης στην Κύπρο και την Τουρκία - από τις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού στις αρχές της δεκαετίας του '90.

Τα γνήσια μιγκ ήταν κατασκευασμένα στη Ρωσία και την Ουκρανία, αλλά ο όρος χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικά και για μοντέλα από άλλες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, κυρίως την Τσεχία και, μάλλον απροσδόκητα, την Μολδαβία. Στην έκδοση export είχαν ύψος τουλάχιστον 1.75, διαστάσεις 36-25-34, ξανθό μαλλί και γαλανό μάτι που χάραζε κρύσταλλο στα 20 μέτρα. Οι γλωσσικές τους δυνατότητες ήταν μάλλον περιορισμένες: «πώς σε λένε;», «εμένα με λένε Νατάσα/Ταμάρα» και «δέκα χιλιάδες» το οποίο με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε σε «διακόσια πενήντα γιούρο».

Τα πρώτα χρόνια τα Μιγκ είχαν τις βάσεις τους κυρίως στα επαρχιακά κωλόμπαρα, όπου χάρη στον προηγμένο επιχειρησιακό εξοπλισμό τους άκοπα έκαμψαν τις περιορισμένες ούτως ή άλλως αντιστάσεις των επί δεκαετίες στερημένων τοπικών παραγόντων και ρήμαξαν χιλιάδες αγροτικές περιουσίες. Βαθμιαία εξαπλώθηκαν σε τουριστικά θέρετρα και τα μεγάλα ξενοδοχεία της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Λευκωσίας και της Λεμεσού. Σήμερα τα μιγκ είναι πιθανότερο να τα συναντήσουμε σε διευθυντικούς ρόλους σε κτηματομεσιτικά γραφεία με Ρωσική πελατεία ή σε εταιρείες διοργάνωσης συνεδρίων.

- Τι καλλιτεχνικό γραφείο, ρε παραμυθά, σοβαρά μιλάς; Είχε πρίζες στο Αλλοδαπών κι έβγαζε βίζες για τα Μιγκ. Έτσι τά 'κανε τα λεφτά.

(από Khan, 29/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χαμηλοβλεπούσα, κυριολεκτικά αυτή που κοιτάει συνεχώς κάτω σαν να καμαρώνει τα παπούτσια της. Αυτές να φοβάσαι παιδάκι μου, έλεγε η γιαγιά μου.

- Είναι σεμνό κορίτσι η Ευθαλία. Μάτια δε σηκώνει να σε κοιτάξει. Καμαρωπαπούτσω σωστή.
- (Μωρέ και 'γω για έναν πούτσο τη θέλω).
- Τι;
- Τίποτε. Λέω: κι εγώ μια τέτοια θέλω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του μαλακοπίτουρα και σωρείας άλλων σύνθετων λέξεων με πρώτο συνθετικό το μαλάκας. Ο μαλακοπέρδουλας είναι η τελευταία μετάλλαξη του μαλάκα, ώστε να κρατιέται πάντα στη μόδα. Πώς η Porsche βγάζει εδώ και σαρανταφεύγα χρόνια την 911 και συνεχώς την εξελίσσει ώστε να συμβαδίζει με την εποχή; Ε, το ίδιο πράμα.

- Μας γκάστρωσε ο μαλακοπέρδουλας. Μία ώρα δεν έβαλε γλώσσα μέσα. Και με είχε βάλει πρώτο θρανίο και να μην μπορώ να κοιμηθώ... Τα είδα όλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαριτωμένο πλην όμως μαλακισμένο. Γλυκούλι πλην όμως εκνευριστικούλι. Συσκευασία dimension 2 σε 1. Τα πεκινουά, τα τσιουάουα, διάφορα μικρά κατοικίδια που κάνουν βαβούρα και κάτι περίεργοι τύποι που σου τη δίνουν μεν αλλά για κάποιο περίεργο λόγο έχουν κάτι που δρα ανασταλτικά προς το να τους την πεις χοντρά.

- Έλα δω ρε μπίθρο. Κάνεις και τον μάγκα, ε; Ρε, με δάγκωσε το μαλακισμένο, που άμα το δαγκώσω εγώ θα λυσσάξει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξέψωλο. Το ξεψωλίδι. Η ψώλα. Αυτή που αγαπάει την ψωλή, η επονομαζόμενη και ψωλαρπάχτρα. Απαντάται σε όλη την επικράτεια, αν και η λεβεντογέννα Κρήτη έχει δική της τοπική βερσιόν, τη λεγόμενη χανιώλα (χανιώτισσα ψώλα).

- Να σου εξηγήσω αγάπη μου...
- Μη με λες αγάπη σου. Δεν είμαι η αγάπη σου.
- Μα δεν καταλαβαίνεις. Δεν είναι έ-
- Τι δεν είναι έτσι ρε; Πώς είναι; Που βρήκες το ψωλίδι αυτό και...
- Δεν είναι ψωλίδι. Μη μιλάς έτσι για την Κούλα.
- Ναι δεν είναι ψωλίδι. Είναι ξέψωλο. Είναι τσουλί. Ρε άει στο διάολο, που θα μου πεις ότι δεν καταλαβαίνω κιόλας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βασικά, φλώρος που το παίζει σκληρός. Και καλά.

- Θα του κάνω τα μούτρα κρέας, θα το γαμήσω το πουστράκι το ιμο.
- Ίσα ρε γαμαωδέρνουλα. Κατούρα και λίγο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι επίσης φιλική προσφώνηση (μερικές φορές και ειρωνική) προς άνδρες.

- Έλα ρε τσολιά μου, πού ήσουν;

Got a better definition? Add it!

Published

Ο υπερβολικά ευαίσθητος, ο υποχόνδριος άνθρωπος που τον ενοχλούν τα πάντα σε βαθμό υστερίας.

- Γαμώτο, έπεσε φαγητό στο καινούργιο μου σακάκι, θα πρέπει να το πάω αμέσως στο καθαριστήριο! - Έλα ρε φίλε, πολύ μη μου άπτου έχεις γίνει τελευταία! Καθάρισε το με ένα βρεγμένο πανί, δεν είναι τόσο σοβαρό, χαλάρωσε και λίγο!

Το "μη μου άπτου". (από Galadriel, 22/03/09)Tiziano Vecellio, Noli me tangere (από Hank, 22/07/09)"Μη μου Άπτου" (1996): Η ιστορία ενός εφαψία στα λεωφορεία της Αθήνας... (από HODJAS, 01/11/10)

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified