Further tags

Το απόπιομα, αυτό που μένει από το ποτό στο ποτήρι και κατ' επέκταση το κακής ποιότητας κρασί ή άλλο ποτό. Ίσως από το ενετικό vadagno. (Δες).

Μας κέρασε βιδάνιο.

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς η γκανιότα, δηλαδή το ποσοστό που καταβάλλει αυτός που κερδίζει στη λέσχη ή στο σύστημα του παιγνίου.

Δώσαμε και τον αράπη και φύγαμε.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο μπουγαδοκλέφτης.

Προσοχή στις ασπρορουχούδες!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο αστυνόμος της καταδιώξεως στην κλασική αργκό.

Μας ακολούθησε ο δάσκαλος.

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς η κρεμάλα, δηλαδή ο γάμος.

Πάει για κρέμασμα ο Γιάννης.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο αστυνομικός της δημοτικής αστυνομίας.

Εξομολογήσεις ενός δημοτόμπατσου. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποικιλία της Κεφαλονιάς είναι η μυρωδιά του πρόβατου την εποχή του ζευγαρώματος.

Μυρίζει βαρβατσουλιά ο άπλυτος.

Got a better definition? Add it!

Published

Όρος, μεταξύ άλλων, του TikTok, είναι η μόδα που εμπνέεται από το μπαλέτο.

Η ταινία του Λάνθιμου έχει balletcore στοιχεία.

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για υπαρκτό διαδεδομένο ελληνικό επώνυμο, το οποίο, όμως, ανανοηματοδοτείται και χρησιμοποιείται για να μεταφέρει στα ελληνικά κάπως πιο φυσικά τον αγγλικό όρο mangina, εκ του man= άνδρας και vagina= μήτρα, ο οποίος σημαίνει σκωπτικά και αποδοκιμαστικά τον άνδρα που θεωρείται ως εκθηλυσμένος, ως έχων φεμινιστικές ανησυχίες λόγω εκθηλυσμού και ως μάταια κολακεύων τις θηλυκότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με το να παρουσιάζεται ως μη τοξική αρρενωπότητα, αλλά ως σύμμαχος (το θηλυκό αντίστοιχο στην τελευταία περίπτωση που παρουσιάζεται ως σύμμαχος των ανδρών ενάντια στις γυναίκες λέγεται pick me). Κάπως πιο κυριολεκτικά είναι ο άντρας που κρύβει το πέος του ανάμεσα στα μπούτια του, ώστε να φαίνεται σαν να έχει αιδοίο.

Διαμαρτυρήθηκε ότι της έκανε κάποιος καμάκι στο νησί με παρενοχλητικό τρόπο και έχουν βγει όλοι οι μαγγίνες να τη γλείφουν.

Got a better definition? Add it!

Published