Further tags

Ο παροιμιώδης λαδοπόντικας-ρουφιάνος που μας ακολουθεί και μας καρφώνει στις όποιες αρχές (αστυνομία, πολιτικό φορέα, κ.ταλ.). Παλιά ρεμπετιά του υποκόσμου.

Το λήμμαν σχηματίζεται από το φέρνω και το μειωτικό γαμοσλανγκοτέτοιο -άκιας (βλ. εδώ). Ο χαφιές άλλωστε πάντα φέρνει πλεροφορίες στον εντολοδόχο του.

Πέον να σημειωθεί κι ο εννοιολογικά ταυτόσημος νεολογισμός κομιστής που μάς κληροδότησε η Ζαχοπουλιάδα (βλ. 4ο μήδι).

Από το ΔΠ: betatzis.

1.
Ελία Καζάν «Λεωφορείο ο πόθος» 1951, «Βίβα ζαπάτα» 1952, «Ανατολικά της Εδέμ» 1955 κ.α. Αν και «φερτάκιας» στον Μακαρθισμό, ήταν καλός σκηνοθέτης

2.
Η ιστορία του χώρου (αλλά και των ΚΚ) βρίθει απο προσπάθειες χαφιεδολογήματος. Πολλοί παίξανε και το παιχνίδι του χαφιε, για να ξεστήσουν το σκηνικό του, που πιθανά ήταν και πολυπλόκαμο. συχνά και οι ίδιοι είναι απλά φερτάκηδες, εξαρτημένοι κλπ. παλιά τερτίπια, ως και το σινεμά τα δείχνει.

3.
Γνώρισα όμως τον Αντωνίτση. Ούτε αποφάγια μάγκας δεν ήτανε αυτός, φερτάκιας μέχρι τα τελευταία του.Πέντε φορές τον έδειρε ο Μαρίνος ο Μουστάκιας (ξακουστός νταής,γνωστός και από την φωτογραφία με τον Μάθεση)

4.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς (για να έλθουμε και στο θέμα) ότι ο δημοσιογράφος που λέγεται ότι παρέδωσε το dvd στον υπεύθυνο Τύπου του Μαξίμου δεν καλύπτεται από κανένα δημοσιογραφικό απόρρητο, γιατί απλούστατα στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν λειτούργησε ως δημοσιογράφος, αλλά ως ρουφιάνος και φερτάκιας του πρωθυπουργού

Φερτάκηδες νέας κοπής.  (από σφυρίζων, 06/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανακεφαλαιώνοντας και συμπληρώνοντας:

Προέρχεται απ’ το βλάχικο čiona που σημαίνει σπουργίτι. (άσχετο: στ’ Αρβανίτικα τσόνι= βρίσκω -παθητική φωνή, τσόνεμ= βρίσκομαι)

Είναι το στρουθιόμορφο πουλί σπίνος - σπίζα η άγαμος - (επίσης πίπιζα και τσουνάς). Ακριβώς επειδή είναι στρουθιόμορφο και λόγω ετυμολογίας, πολλές φορές σημαίνει και το σπουργίτι και γενικότερα ένα οποιοδήποτε πουλάκι.

Καθότι μικρό, χαϊδευτικά «τσόνι μου»: μικρό μου / πουλάκι μου / παιδάκι μου.

Σημαίνει:

  1. Τον έξυπνο και συνετό άνθρωπο, που αποφεύγει τις παγίδες και ξέρει να επιβιώνει. Ειρωνικά, το ντεμέκ τζένιο που σ’ ό,τι μπλέκεται «τα χέζει» / «τα γαμάει τη μάνα» (βλ & 6).

  2. Σε κυνηγετικά σινάφια: μικρό θήραμα χωρίς αξία, που δεν γεμίζει το μάτι, ένα τίποτα.

  3. Η τσουτσούνα (της παιδικής slang) οπότε και το πέος.

  4. Στην Λαρισαίϊκη έκφραση – γείωση «Τρία π’λιά (πουλιά) κι ένα τσόν» σημαίνει ό,τι και τα: «Άσχετο», «άλλ’ αντί άλλων», «από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα», «Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω» στην καλύτερη εκδοχή - και στη χειρότερη: «μιλούνε όλοι, μιλούν κι οι κώλοι» για κάποιον που πετάγεται σαν πούτσα / πορδή εκεί που δεν τον σπέρνουν.

  5. Στην έκφραση: «Μυαλό από τσόνι» σημαίνει ό,τι και το «μυαλό κουκούτσι» κι αναφέρεται σε βλάκες, ουγκ, στόκους δηλώνοντας κάτι που δεν υπάρχει και μοιάζει πολύ με το «Μαλλιά από τσόνια, και γάλα από χελώνες» (βλ σχόλιο του krepsinis στον έτερο ορισμό)

  6. Σε πιο slang χρήσεις μπορεί να σημαίνει (συνήθως υποτιμητικά):
    α) τον σφίχτερμαν / μπρατσαρά (απ’ το μπρατσόνι),
    β) τον μπάτσο (απ’ το μπατσόνι) των ΜΑΤ.

Αναφέρω παραδείγματα όπου γίνεται παιχνίδι με πολλές έννοιες ταυτόχρονα.

  1. - Εγώ λέω μπήκε ένα τσόνι κάτω απ’ τη σέλα ... λίγο πιο πάνω απ’ τη μπαταρία περίπου και κελαηδάει σε κάθε αλλαγή ταχύτητας γιατί γουστάρει τα γκάζια!!! πάντως ειλικρινά... δεν έχω καταλάβει τίποτα γι’ αυτό το θόρυβο... γι’ αυτό δεν μπορώ να δώσω σοβαρότερη απάντηση. Πάντως ψάξε και για το τσόνι, ποτέ δεν ξέρεις!
    - Τι είναι το τσόνι; Εδώ στο χωριό μου δεν τα ξέρουμε αυτά!
    - Χα χα χα!! Από πού είσαι;
    - Ανήκω στην φυλή των δρομιάρηδων. Εμείς δεν έχουμε τέτοια πράγματα. Μόνο γράσο, λάδι και καμένο λάστιχο!
    - Το ξέρεις το τσόνι! Σίγουρα! Είναι αυτό που κελαηδάει ανάμεσα απ’ τα πόδια σου όταν είσαι με κοπέλα! Εκτός αν είσαι απ’ το χωριό Συκιές. (αγορασμένο)

  2. - Κι αν είναι προβοκάτσια που λες, μη την ψάχνεις σε ξένες πρεσβείες! Αν ήταν τέτοια, θα την έστηνε μια χαρά ο Κ..κος, που ψάχνει εναγωνίως διάψευση ότι η ΝΔ του Σαμαρά, τον οποίον έτρεξαν να στηρίξουν τα πρώην τσόνια που τον είχαν προτιμήσει για τους λόγους που περιγράφονται, αρνείται την ανάγκη υπεράσπισης και τον ανένδοτο αγώνα για το όνομα!
    - Όχι ρε φίλε! Τσόνι είμαι! Πάω όπου μπορώ να σταθώ! Κοιτώντας αν μου παρέχουν ενδιαίτημα! Όχι Ξόβεργες! (από εφημερίδα)

  3. – Χτύπησες τίποτα;
    - Μπα!! Ούτε τσόνι, γαμώ την γκαντεμιά μου.

  4. «Μιλώντας ο υφυπουργός άκουσε τον Γ. Τ..κη να τον διακόπτει λέγοντας κάτι άσχετο με την ομιλία. Έτσι, λοιπόν, επιστράτευσε κάτι που λένε στην πατρίδα του για να του «κόψει τον αέρα». «Στη Λάρισα λέμε “τρία πλιά κι ένα τσόνι” κυνηγάνε τον Αντώνη»! (προσαρμοσμένο από το δίχτυ)

  5. – Μωρό μου; Γουστάρεις τις καινούργιες μου γόβες - στιλέτο;
    – Πού θα τις βάλεις μωρή;
    - Στην εκδρομή.
    - Στο Καϊμάκ για σκι; Ε!! ρε!! μυαλό από τσόνι.
    - Κλαψ! Λυγμ!. Κι εγώ που άκουσα ξεσκί.
    - Νταξ!! Μ’ αρέσει ο τρόπος που …ακούς.

  6. α. «…Ο C…la δεν είναι άγνωστος παίχτης αλλά είναι αστείο να αναφέρεται σαν λύση, επειδή είναι τσόνι και ντούκι! Ο τύπος είναι κοκάκιας και μπασκετικά δεν είναι και τίποτα σπουδαίο! Αλλά το μπάσκετ θέλει μυαλό και μετά μούσκουλα!...» (από μπλογκ)

ένα τσόνι  (από sstteffannoss, 07/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι αστυνομικοί, κοροϊδευτικά. Κυρίως τα μέλη της ΟΠΚΕ (Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος) και οι τροχαίοι, λόγω της εμφάνισής τους που είναι με μπλέ στολές και άσπρα κράνη και μοιάζουν με τα (πολύ συμπαθή παρά την ομοιότητα αυτή) στρουμφάκια.

Μπλε στολές και άσπρα καπελάκια, αυτοί δεν είναι μπάτσοι, είναι τα στρουμφάκια (παλαιό σύνθημα).

μεγάλη νίλα τα στρουφάκια (από xalikoutis, 18/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην ιατρική αργκό, είναι ο ασθενής που πάσχει από κυάνωση και την έχει στρουμφίσει, δηλαδή έχει φτάσει σε αυτό που οι επιστήμονες αποκαλούν σημείο στρουμφ.

  2. Στην κλασική αργκό, βέβαια, στρουμφάκι είναι ο αστυνομικός λόγω της μπλε στολής. Πρβλ. στρουμφάκια, παπαστρούμφ, στρουμφίτα, στρουμφοχωριό.

  1. - Πώς πήγε το απόγευμά σου γιατρέ μου;
    - Καλά πήγαινε μέχρι που έσκασε μύτη ένα στρουμφάκι.
    - Μη συνεχίζεις γιατρέ μου, κατάλαβα. Πούτσες μπλε! Ένας Δρακουμέλ μας χρειάζεται...

  2. Social time ακρως ικανοποιητικο,καμια σχεση με τις τουρίστριες..... Βέβαια τα στρουμφάκια έπιασαν αυτή ενώ άλλες ανατολικές αλωνίζουν.
    (εδώ)

Νεογνό πάσχον από σύνδρομο Στρουμφ (από Khan, 28/09/10)(από Khan, 04/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάτσος ειδικών αποστολών που κυκλοφορεί αντακάβα (under cover, παραλλαγμένος/ιν κόγκνιτο) στα στέκια των παρανόμων, διεισδύει στις συμμορίες και συγκεντρώνει εκ των ένδον στοιχεία για το συνδικάτο του εγκλήματος και την ιεραρχία των προσώπων μέσα σ' αυτό.

Πλείστες αμερικλάνικες ταινίες έχουν αντλήσει τη θεματολογία τους από τις εν λόγω αστυνομικές επιχειρήσεις, με κορυφαίες το Donnie Brasco (βασισμένο στην αληθινή ιστορία του Joseph Pistone, με τον Johnny Depp στον ομώνυμο ρόλο) και, φυσικά το θρυλικό Serpico με τον Al (fonso) Pacino στον ρόλο του πράκτορα Frank Serpico, ερμηνευμένο με τέτοια επιτυχία, που χάρισε την ταυτωνυμία «Σέρπικο» σε κάθε μπάτσο του συγκεκριμένου είδους.

Ο Σέρπικο παίζει συχνά την ζωή του κορώνα-γράμματα καθώς, αν αποκαλυφθεί ο διπλός ρόλος του από τους γκάνγκστερ τους οποίους συναναστρέφεται, είναι πολύ πιθανό να βρεθεί με ένα τρίτο μάτι, ενώ και στις περιπτώσεις που φέρει σε πέρας την αποστολή του, δεν τον αναμένει παρά μια πενιχρή αμοιβή (στα όρια της δημοσιονομικής λιτότητας) και μια ζωή στην εξορία με νέο πιστοποιητικό γέννησης και υπό πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων.

ΥΓ: Ρισπέκ στη salina για το λ. σεκιουριτάς

  1. Έλληνες «Σέρπικο» κατά των εμπόρων ναρκωτικών. (εδώ)

2.«Σέρπικο» κατά φοροφυγάδων (εδώ)

Ο Frank Serpico κατά την τελετή αποφοίτησης του από την Αστυνομική Ακαδημία (από allivegp, 21/04/12)Ο Frank Serpico επί τω έργω, under cover (από allivegp, 21/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που: - προσπαθεί να λύσει τα ανεξήγητα και του αρέσει να μπερδεύεται σε δολοπλοκίες, υποπτεύεται τους πάντες και τα πάντα, δεν εμπιστεύεται κανέναν, δεν του παίρνεις μυστικό, είναι μόνιμα καχύποπτος, το μυαλό του πάει πάντα στο πονηρό και φαντάζεται συνεχώς ιστορίες συνωμοσίας ακόμα κι αν αυτές δεν υφίστανται. Συνώνυμη έκφραση για άντρα:
Πουαρώ
Συνώνυμη εκφράσεις για γυναίκα:
Αγκάθα Κρίστι

- Όταν ο Δημήτρης ακούει για ακρίβεια ψάχνει τους ενόχους, όχι όμως τους οφθαλμοφανείς, αλλά αυτούς που κινούν τα νήματα. Όσο πιο μυστήριο έχει το story τόσο πιο αληθινό το βρίσκει. Όταν πάλι ακούει για φτήνια φαντάζεται μαύρο χρήμα, λαμογιά, κακή ποιότητα, εξαπάτηση εργαζομένων - Καλά, τι Σέρλοκ Χόλμς είναι αυτός ρε; Μιλάμε... το άτομο δεν παίζεται με τίποτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αστυνομικός στα καλιαρντά (και όχι μόνο) εκ του γουρούνα.

Με τα ξεφωνητά και τις τσιρίδες μου αριβάρανε οι ρούνες και με αβέλανε στο ρουνάδικο.

(από Khan, 01/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διοικητής αστυνομικού τμήματος. Η λέξη προέρχεται από το κοινό χρώμα που έχουν τα στρουμφ με τις αστυνομικές στολές (μπλε).

Το σκηνικό στην πλατεία ήταν χοντρό. Μεχρι κι ο παπαστρούμφ από τα κεντρικά ήρθε να δει τι παίζοταν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που λέγεται προειδοποιητικά ύστερα από την επισήμανση αστυνόμων στον οπτικό ορίζοντα, προς παρευρισκομένους που δεν έχουν χαμπαριάσει.

Η φράση προέρχεται από παιδικά βιβλία και παιδικές εκπομπές που μάθαιναν και μαθαίνουν στα παιδιά τα ζώα του αγρού, της φάρμας, της ζούγκλας κ.λπ.

Η φράση λέγεται στους μικρούς μας φίλους με παρηγορητική και παραμυθιακή προσωδαία, καθώς με την εμφάνιση των μπάτσων, δώσ' του κλότσο να γυρίσει κ.λπ.

- Και... οι φίλοι μας τα ζώααα... εκεί στο στενό με τα δέντρα...
- Έτσι, έτσι, και είχα ανησυχήσει...

(από xalikoutis, 19/01/09)(από xalikoutis, 19/01/09)(από xalikoutis, 19/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους πάσης φύσεως υποχθόνιους, η Δίωξη Ναρκωτικών (για τους φίλους, απλά «δίωξη»). Διδάκτορες της ρουφιανιάς, οι ναρκόμπατσοι δεν είναι και τίποτα τζιμάνια (όπως άλλωστε και τα περισσότερα στρουμφάκια). Αν ξαφνικά ανοίξει ο ουρανός και χιονίσει ναρκόμπατσους, το ψάρωμα αντενδείκνυται. Όλο και κάποιος τρόπος θα βρεθεί να τη σκαπουλάρεις, αν βέβαια δεν κοιμάσαι όρθιος. Φουντάρισμα και ξεφόρτωμα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε περίπτωση μπαστ...

Η νάρκα ποντάρει κυρίως στην τσαπατσουλιά και την αποθράσυνση των νταραβεριτζήδων. Η νάρκα φυσικά κυνηγά τους φτωχομπινέδες, όχι τα μεγάλα κεφάλια. Η νάρκα είναι οργανικό μέρος του συστήματος εξουσίας που συντηρεί την απαγόρευση των ναρκωτικών. Απ' την κάθε σύλληψη όλοι κονομάνε: μπάτσοι, δικηγόροι, δικαστέοι, φυλακές, δημοσιογράφοι, ταξιτζήδες και πάει λέγοντας...

- Τι έγινε με το θεματάκι που λέγαμε; Θα βρούμε καμιά άκρη να την κάνουμε λαχείο;
- Φιλαράκι, τι να σου πω, ο δικός μου έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης τελευταία.
- Κατάλαβα, θα έσπρωξε τίποτα πακέτα και κρύβεται μην αρπάξει καμιά ξώφαλτση... Θα πάρω το Μπάμπη τον κατσαρίδα να δω αν μου 'χει κάτι.
- Ρε συ, δεν ξέρω... Πρόσεχέ τον αυτόν. Έχει βγει βρώμα ότι είναι ρουφιάνος της νάρκας.
- Όχι ρε, καθαρός είναι, τον ξέρω απ' το σχολείο...
- Εγώ μαλάκα μια φορά στο είπα.

Γαμώ το σπίτι σας γαμώ! (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified