Selected tags

Further tags

Παλαμίδι είναι το χαστούκι, η μπάτσα με την παλάμη.

Στραβοπαλαμίδι είναι η ανάποδη, το χαστούκι όχι με την παλάμη, αλλά με το καπάκι του χεριού ή/και το παλαμίδι (με την παλάμη ή το καπάκι) που δεν πετυχαίνει ακριβώς μάγουλο, λόγω πολύ μεγάλης ορμής και δύναμης, και γι' αυτό πονάει και ταπεινώνει υπέρμετρα, αφού εξ ορισμού γίνεται στα πλαίσια χτυπήματος combo. Το «στραβό-» δλδ. μάλλον δηλώνει εδώ ότι πρόκειται για το «ανορθόδοξο» παλαμίδι.

Τοπικός ιδιωματισμός από Δυτική Κρήτη μέχρι αποδείξεως του εναντίου.

- Με το που μου λέει για τον ξάδερφο και μα μου σου του τον αρχίζω στα παλαμίδια και τα στραβοπαλαμίδια ... τον ουρανό σφοντύλι είδε... - Πάλι δε γαμήσαμε το Σάββατο;

Παλαμήδι (από Jonas, 11/05/09)~ πλακί (από xalikoutis, 11/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοριτσίστικη ή παιδική έκφραση, ισοδύναμη τής «αλλάζω τα φώτα (κάποιου/κάποιας)». Παράλληλα με τις έννοιες που εκεί αναλύονται, εκφράζει μια οργή ή απειλή απέναντι στον συνομιλητή μας. Ίσως η αρχική έκφραση είναι πολύ χάρντκορ για τις πιανίστριες.

Αυθεντικά ακουσμένη σλανγκιά που έπρεπε να καταγραφεί, sad but true.

  1. - Μαμάαα, ο Νίκος πάλι κατεβάζει ταινίες από το ίντερνετ!
    - Ρε μικρέ ρουφιάνε θα σε σκίσω, θα σου γ...
    - Νίκοοοο!
    - Θα σου αλλάξω τα λάδια ρε αμα σε πιάσω!

  2. - Τους έχω πει χιλιάδες φορές να μη μου τα στέλνουν χύμα αλλά με επιστολή! Νισάφι πια!
    - Άσ' τους ρε Ελένη, ξεκόλλα.
    - Θα σου πω εγώ, αν μου ξαναστείλουν έτσι έγγραφα θα τους τηλεφωνήσω και θα τους αλλάξω τα πετρέλαια!

(από Galadriel, 09/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από το επίθετο οριζόντιος, ήτοι αυτός που είναι ευθύς.

Περισσότερο χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια οριζόντια, ξαπλωτή κυρίως, φάση.
Ρήμα που χρησιμοποιείται τόσο στην ενεργητική, όσο και στην παθητική φωνή, διαφοροποιώντας την σημασία αντίστοιχα:

  1. Οριζοντιώνω κάποιον / α, κάτι κ.τ.λ. = τον / την φέρνω σε οριζόντια θέση, κυρίως μετά από απότομη μετάβαση (κοινώς για να δηλώσει είτε ευθεία απειλή, είτε τετελεσμένη πράξη συντριπτικής βίας και ποδοπατήματος).

  2. Οριζοντιώνομαι = φέρω εαυτόν σε οριζόντια θέση, κυρίως με σκοπό την ανάπαυση.

  1. - Φίλε, κάτσε ήσυχα μη σε οριζοντιώσω...

  2. - Πώπω, ερείπιο είμαι... Κάτσε να οριζοντιωθώ κανενα τρίωρο μηπως και πάρω τα ίσα μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι σφαλιάρες, οι φάπες. Παλιά έκφραση, μάγκικη, που την χρησιμοποιούσε κατά κόρον ο μέγας Τσιφόρος.

Μία από τις κατώτερες μορφές ξύλου, καμμία σχέση με το κλωτσομπουνίδι, το βαράτε, το βρωμόξυλο, το σάτα κιούτα.

Με τις ψιλές δεν κάνεις γκάιντα κανέναν, αλλά του σπας τον τσαμπουκά και τον κάνεις ξεφτίλα στον περίγυρο για να μην παίρνουν θάρρητα κι άλλοι. Έχει δηλαδή μία δόση υποτίμησης προς τον αποδέκτη, εννοώντας ότι δεν είναι και για παραπάνω, είναι για μισό μπουκέτο το πολύ.

Α, οι ψιλές συνήθως πέφτουν.

- Σιλάνς.
- Γιατί ρε, τι θα μου κάνεις; Θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια.
- Σιλάνς για θα πέσουν ψιλές λέμε.
- Σιγά τ' αυγ...
- [Φαπ]
- ...ά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τηλεκαρπαζοεισπράκτορας. Αυτός που βαριέται να μασάει μόνος του και λαμβάνει αλεσμένη τροφή από τις κατσίκες των καναλιών. Πάσχει από τις ασθένειες του τηλεκαρπαζοεισπράκτορα, καθώς και από κατινισμό βαριάς μορφής.

Ο τηλεφάπας είναι ο καλύτερος φίλος του εισαγγελάτου.

Με πήρε ο ύπνος κι έγειρα... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τηλεφάπας. Αυτός που στηρίζεται αποκλειστικά στην τι-βί για να διαμορφώσει άποψη. Ο καλύτερος πελάτης των τηλεδημοσιοκάφρων. Συνήθως εκτός από την σκλήρυνση κατά τσιμεντόπλακας, πάσχει και από οσφυαλγίες από τις πολλές ώρες που περνάει στον καναπέ.

Κάποια εκατομμύρια τηλεκαρπαζοεισπράκτορες και μερικοί πονηροί πανηγύρισαν...

Από μικρός στα βάσανα... (από Marco De Sade, 25/03/09)Γιά πελάτες που είναι γάτες... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά το ματσούκι είναι το μακρύ και χοντρό ραβδί. Η προέλευση της λέξης είναι ιταλική [ιταλ. mazzoca]. Μεταφορικά, η λέξη σημαίνει ξυλοδαρμός. Συνώνυμη λέξη είναι το μπερντάχι. Ως ρήμα χρησιμοποιείται το γνωστό ματσουκώνω. Βλ. επίσης κρεατομάτσουκο.

  1. Άρθρο του Ριζοσπάστη: Το ματσούκι κι ο μικρός Ματσούκα
    Είχα καιρό να πάω σινεμά. Κι είδα τη χιλιάνικη ταινία «Ματσούκα». Οσοι προλάβετε, σύντροφοι, να τη δείτε γιατί βέβαια δε φιλοξενείται και στα σινεμά-πολυκαταστήματα. Θα θυμηθείτε. Το πραξικόπημα στη Χιλή το '73 μέσα από μια υπέροχη παιδική φιλία δυο ταξικά αντίπαλων εφήβων που ξεπερνούν τη φρίκη της θηλιάς που σφίγγει τη ζωή και τη σχέση τους. Θα πονέσετε με την αφύσικη βιαιότητα γεγονότων και αισθημάτων, αλλά θα αποκρυπτογραφήσετε και το σημερινό νεοταξίτικο «πολιτισμό» της κατανάλωσης και του τρόμου που σκιάζει τα όνειρα των νέων και αλλοτριώνει τους λίγο μεγαλύτερους για να μας τους φέρει κατάμουτρα, εδώ και τώρα, σήμερα. Είναι η ...άρχουσα τάξη.

  2. Σχόλιο αναγνώστη του Ριζοσπάστη: «Θα τους πάρω με το ματσούκι
    Η μαρτυρία ανήκει σε 70χρονο συνταξιούχο, που τηλεφώνησε αγανακτισμένος στην εφημερίδα μας: «Ο γιατρός του ΙΚΑ έδωσε παραπεμπτικό στη γυναίκα μου να κάνει ακτινογραφία για οστεοπόρωση. Και επειδή το ΙΚΑ δεν έχει τέτοιο μηχάνημα, πήγε σε ένα συμβεβλημένο ιδιωτικό εργαστήριο χτες, όπου της κλείσανε ραντεβού για τον Οκτώβρη! Τι να κάνω, θα πάω σε άλλο εργαστήριο και θα τα πληρώσω. Αλλά μην τολμήσουν και περάσουν από δω για να ζητήσουν την ψήφο μου, θα τους πάρω με το ματσούκι». Η μαρτυρία αποτελεί χαρακτηριστικότατο παράδειγμα των πολύμορφων συνεπειών της πολιτικής εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης της Υγείας, που προώθησαν και προωθούν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Οσο για το «ματσούκι», μάλλον είναι η πλέον ενδεδειγμένη απάντηση στους πολιτευτές που στηρίζουν και προωθούν την αντιλαϊκή πολιτική του δικομματισμού και την άλλη ώρα βγαίνουν για να ζητήσουν την ψήφο του λαού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμμοχάλικο: Αδρανές υλικό που χρησιμοποιείται κυρίως στην οικοδομική τέχνη. Σχετικά: χαλίκι, λατύπη, ψαμμίαση, γαρμπίλι. Το αμμοχάλικο είναι στερεό μίγμα που διακρίνεται σε χονδρόκοκκο και λεπτόκοκκο ανάλογα με το μέγεθος των κόκκων από τους οποίους αποτελείται.

Σλαγκικά: Χρησιμοποιείται ως εμφατικό στην απειλητική έκφραση «θα σε γαμήσω», οπότε και η έκφραση παίρνει την μορφή «θα σε γαμήσω με αμμοχάλικο».

Βοηθητικά υλικά κατά την διείσδυση - κατάταξη:

Προς διευκόλυνση / μεγιστοποίηση της απόλαυσης: Ως γνωστόν σε περιπτώσεις διείσδυσης του πέους στο αιδοίο ή τον πρωκτό, μπορούν να χρησιμοποιηθούν βοηθητικά μέσα (κρέμες, ζελέ ή η κλασική βαζελίνη) με σκοπό την ελάττωση της τριβής κατά την είσοδο, ώστε να αποφευχθούν οδυνηρά φαινόμενα που θα εμπόδιζαν τον δέκτη να συγκεντρωθεί στο απολαυστικό τμήμα της διαδικασίας. Με την βοήθεια της κρεμούλας, αυτός που τον τρώει τον ευχαριστιέται περισσότερο.

Προς πρόκληση δυσχέρειας / μεγιστοποίηση του πόνου: Αντιθέτως με τα προηγούμενα, στην περίπτωση χρήσης αμμοχάλικου, το επιδιωκόμενο είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση της τραχύτητας και της σχετικής τριβής, με συνεπακόλουθο την κορύφωση της αντίστοιχης οδύνης και την πρόκληση του μέγιστου πόνου στον αποδέκτη του καβλιού που απειλεί.

Άλλα υλικά με τα ίδια αποτελέσματα, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κυριολεκτικά ή να χρησιμοποιηθούν αντιστοίχως σε απειλή: γρέζια, σκλήθρες, γυαλόχαρτο.

Συνοψίζοντας, η προσθήκη του «με αμμοχάλικο» στην απειλή «θα σε γαμήσω» καθιστά ενήμερο τον αποδέκτη της φράσης ότι, όχι μόνο θα τον φάει, αλλά θα τον τσούξει, θα τον ματώσει, θα τον σκίσει, θα, θα, θα και γενικώς θα τον πονέσει όσο δεν παίρνει άλλο.

Και δεν το θέλουμε αυτό, δεν το θέλουμε α-α.

-Μου πήδηξες την γκόμενα ρε καριόλη; Το παραδέχεσαι έτσι ξερά; Θα σε γαμήσω, ρε σκατόπουστα, με αμμοχάλικο θα σε γαμήσω!!! Θα πεθάνεις ουρλιάζοντας και θα χέσω στον τάφο σου μετά ρε!!! (αρασέ / ζετέ / μπουκετέ / σάπισμα μέχρι να προλάβει ο ελεεινός να φύγει τρέχοντας κουτσαίνοντας για να μάθει να σέβεται)

Πού ξέρει κανείς τί κρύβεται πίσω από ένα αθώο πρόσωπο. Αυτουνού δεν του πονάει το εργαλείο ούτε με αμμοχάλικο. (από Galadriel, 28/02/09)To Λίλιαν με αμμοχάλικο (από Vrastaman, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικά το ΠΑΣΟΚ. Πολύ πιθανό να βγήκε λόγω της υπόθεσης της δολοφονίας του Καλτεζά το '85 (επί ΠΑΣΟΚ).

Είτε ΝΔ είτε μΠΑτΣΟΚ βγει, τα ίδια σκατά θα είναι!!

Λογοπαίγνιο με το μπάτσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαλλοκρατική ρητορική ερώτηση, άμα περνάει όμορφη προκλητική γυναίκα. Είναι σαν τους μπάτσους, που ξυλοφορτώνουν Αλβανούς και μετά ο κοσμάκης λέει: «κι αυτοί ήταν προκλητικοί!».

Μπαίνει ο Πέρι κουνάμενος λυγάμενος.
Βάγγελας: - Μετά φταίει ο βιαστής;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified