Further tags

Ελάχιστα μειωτικό συνώνυμο του «άνθρωπος». Χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον σε λαϊκό context και κυρίως σε διηγήσεις ευτράπελων, δυσάρεστων και ταλαιπωρητικών ιστοριών της καθημερινότητας.

Επίσης: άνθρωπας, άθρωπας.

3 ώρες έκανα να πάω με το αυτοκίνητο από την Κολιάτσου στην Αμερικής. Τι τραβάω ο άθρωπας!

ή

Μία φορά έβαλα τρούπια κάλτσα και έτυχε να μου ζητήσουν στο αεροδρόμιο να βγάλω τα παπούτσια μου. Ρεζίλι έγινα πάλι ο άθρωπας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος που είναι τόσο πολύ κάγκουρας ώστε όταν πεθάνει θα βάλουν το σώμα του στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας για να το βλέπουν οι επόμενες γενιές και να παραδειγματίζονται. Διότι «όποιος λαός δεν ξέρει την ιστορία του, είναι αναγκασμένος να την ξαναζήσει».

Εντάξει, ο τύπος είναι Καγκουρόσαυρος Ρεξ. Φοράει λουστρίνι παπούτσι με τζην και άσπρη κάλτσα! Πως τόλμησε να γυρίσει να με κοιτάξει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκόμενα (ή αδελφή) που επειδή έχει διαβάσει κάποια ή όλα τα βιβλία του Γιάλομ αναλύει τα πάντα με ψυχαναλυτικούς όρους, θεωρεί ότι είναι ειδήμων στην ψυχολογία και ότι μπορεί να συμβουλεύει τους πάντες για τα πάντα!

Η Γιαλόμα επίσης θεωρεί ότι έχει την ικανότητα να βλέπει τα βαθύτερα ψυχολογικά κίνητρα σε κάθε κίνηση του συνανθρώπου της... και δυστυχώς του το λέει κιόλας!

- Η Μαρίνα είπε ότι ο λόγος που πάω με τα πόδια στην δουλειά είναι ότι γέμισα φραστρέσιον για τα αυτοκίνητα διότι ο πατέρας μου οδηγούσε γρήγορα όταν ήμουν μικρός και γι αυτό τον μισώ. Δεν την αντέχω, έχει γίνει τελείως Γιαλόμα, αναλύει με ψυχαναλυτικούς όρους μέχρι και το πως μασάω τσίχλα.

η γυναίκα του Γιάλομ (Μαίριλυν Γιάλομ) (από xalikoutis, 09/10/08)Πρόσφατο πόνημα της original Yaloma (από Vrastaman, 03/03/09)Μαγαζάκι στην Χώρα της Άνδρου. No comments. (από Vrastaman, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι νεαροί άντρες που κυκλοφορούν στον δρόμο, πεζή ή με το αυτοκίνητο, μιλώντας στο κινητό με το blue tooth που κρέμεται από το αυτί τους και έχουν την εντύπωση ότι γι αυτόν τον λόγο είναι κάτι αντίστοιχο του Κιάνου Ρηβζ στο Μάτρηξ. Χαρακτηρίζονται από «τεχνολογική αυταρέσκεια».

Σόρυ που άργησα αλλά ένα ματριξόπουλο με είχε κλείσει. Πήγαινε με 20 χιλιόμετρα γιατί μιλούσε στο κινητό και θαύμαζε ταυτόχρονα τον εαυτό του στο καθρεφτάκι του αυτοκινήτου.

(από Khan, 27/04/13)(από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειδική κατηγορία αριστερών πολιτικοποιημένων και ευαισθητοποιημένων νέων, που δεν μένουν απλά στα λόγια, αλλά περνάνε στη δράση, ξενιτευόμενοι/ -ες από λίγες εβδομάδες ως και μερικά φεγγάρια στη ζούγκλα της Τσιάπας μαζί με τους Ζαπατίστας, λίγο μετά το Εράσμους και λίγο πριν το μεταπτυχιακό.

Εκεί δοκιμάζουν στο πετσί τους την απόλυτη φρίκη του καπιταλισμού, γνωστή και ως «χειρωνακτική εργασία». Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι ότι, όταν είναι στην Ελλάδα συνήθως μένουν στα λόγια.

Με τις κακουχίες τις οποίες περνάνε εκεί, βελτιώνουν τα ισπανικά τους, και καθαρίζουν σ' ό,τι αφορά την πολιτικοποίηση για αρκετές δεκαετίες. Ανεβαίνουν πολύ στα μάτια επίσης των συμμαθητών στο φροντιστήριο ισπανικών.

Φοράνε όλοι/ -ες μπλουζάκι ΕΖLN (Ερωτο-Ζαλιστική Λουλουδο-Νεολαία). Να σημειώσουμε εδώ ότι πρόκειται για ειδική κατηγορία Σπανιώλη ή τζιβοντίβας.

- Πού χάθηκες εσύ;
- Μεξικό είχα πάει....
- Μεξικό, τι έκανες εκεί;
- Να, είχα πάει Τσιάπας ένα τρίμηνο...
- Καφέ ήπιες;
- Καλά, αυτό έχεις να με ρωτήσεις;
- Άντε ρε ζαπατουρίστα....

Θωμά είσαι σπίτι? (από Vrastaman, 08/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για υπερθετική διατύπωση του λολ, της διαδικτυακής δηλαδή επισήμανσης ότι σε κάποιον καθαρίζουν εικονικά αυγά και ξεκαρδίζεται στα γέλια. Καραλόλ προκαλούν τόσο πραγματικά αστεία, όσο και οι παπαριές που έχουν διατυπωθεί.

Το ιντερνετικό αυτό σλανγκ πραγματοποιεί πλέον την μετάβασή του στη ξεμπρίζωτη καθομιλουμένη.

Εκ του Τουρκικού kara- (μαύρο) και του αρχαίου καγχάζω (γελώ ωσάν xaxac), το οποίο συνδέεται ετυμολογικά με την λέξη laughing (βλ. www.etymonline.com).

- pasokkav Says: ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΖΟΜΑΙ ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΟΤΙ Η ΑΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΕΊΝΑΙ ΜΙΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ. ΟΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ BLOGGERS ΕΧΟΥΝ ΣΤΑΘΕΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΚΡΙΤΙΚΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΚΑΙ ΣΤΗ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΖΟΥΝ ΕΧΟΝΤΑΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΕ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΠΛΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ.Η ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΡΑΣΙΝΗ BLOGGER ΕΞΕΦΡΑΣΕ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ. ΔΕΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΟΥΤΕ ΥΠΕΡ ΟΥΤΕ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΑΛΛΑ ΣΤΑΘΗΚΕ ΚΡΙΤΙΚΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΜΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΊΧΕ ΝΑ ΑΝΑΔΕΙΞΕΙ ΤΙΠΟΤΕ ΚΡΙΣΙΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ. ΝΑΙ ΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ BLOGGER ΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΚΑΘΕΤΙ ΑΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΩΘΕΙ ΤΑ ΚΑΥΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΕΟΛΙΑΣ ΌΠΩΣ Η ΑΝΕΡΓΙΑ ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. ΑΥΤΟ ΕΙΠΕ Η ΜΑΡΙΖΑ . ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΦΗΣΑΝ ΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΕΙ, ΤΗΣ ΠΗΡΑΝ ΤΟΝ ΛΟΓΟ. ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΘΕΩΡΗΣΑΝ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, ΘΑΡΡΕΙΕ ΚΑΙ ΕΊΝΑΙ ΑΚΚΑΟ ΝΑ ΑΝΗΚΕΙΣ ΣΕ ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ ΣΤΟ ΠΑΣΟΚ ΠΟΥ ΚΑΠΟΙΟΙ ΤΟ ΜΙΣΟΥΝ . ΟΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΤΟ ΠΑΙΞΟΥΝ ΑΚΟΜΜΑΤΙΣΤΟΙ.

- exiled Says: Μιλάμε για καραλόλ καταστάσεις. Προς pasokkav: Είσαι σύμβουλος του Παπανδρέου;

(εντελώς τυχαία επιλογή από τις χιλιάδες αναφορές σε ιντερνετικά φόρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος εφηβικής ηλικίας που δίνει έντονα την αίσθηση ότι όταν γίνει ενεργός σεξουαλικά θα γίνει γκέης.

Ο Γιώργος ήταν φοβερό πουστάκι μικρός. Πώς έγινε τόσο μουνάκιας μεγαλώνοντας, είναι απορίας άξιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του «αδελφή», «ντιγκιντάγκα». Ομοφυλόφιλος. Απαξιωτικό και χιουμοριστικό.

«Πάμε στο gay parade να χαζέψουμε κανέναν κουδουνίστρα; It's gonna be fun» είπε ο Φανούρης και αμέσως κέρδισε ομόφωνα το βραβείο Μίστερ Υφήλιος Ομοφοβικός 2007

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τσακιτζής (Τσακίρτζαλη Μεχμέτ Εφέ) ήταν η τουρκική εκδοχή των δικών μας Κλεφτών και Αρματωλών, που έδρασε στην Ανατολία κατά τις αρχές του 20ου αιώνα. Η δράση του εναντίον της οθωμανικής εξουσίας και των πλουσίων τον ανέδειξαν σε θρυλικό λαϊκό ήρωα. Τον αποκάλεσαν «ιππότη της ανατολής» και η φήμη του διαδόθηκε σ' Ανατολή και Δύση. Η ζωή του και η δράση του έλαβαν διαστάσεις μύθου και έδωσαν υλικό για τη λαϊκή μυθολογία, το θέατρο και τον κινηματογράφο, τόσο της Τουρκίας όσο και της Ελλάδας.

Ο όρος χρησιμοποιείται συχνότατα σε ρεμπέτικα τραγούδια, γνωστό δε είναι και το άσμα της μοναδικής Ρόζας (Εσκενάζη). Ως ουσιαστικό η λέξη περιγράφει τον δυνατό και ντόμπρο άνδρα, τον μάγκα που τυγχάνει αποδοχής από όλους. Με άλλα λόγια, του επαναστάτη που δεν φοβάται τις συγκρούσεις.

  1. Άσμα Στράτου Διονυσίου:

Αν θα μ' αρνηθείς
Αν θα μ' αρνηθείς
Να ξέρεις πως θα γίνω Για σένα τσακιτζής
Θα γίνω θα γίνω
Για σένα τσακιτζής

Με τα χρυσά μου άρματα
Θα σκίσω την καρδιά σου
Θα κάψω το χαρέμι σου
Και τον ψευτοπασά σου

Πρέπει να το ξέρεις πως κυρά θα το πληρώσεις
Αν τύχει τα χείλη σου Σε άλλονε να δώσεις

Θα γίνω θα γίνω
Για σένα τσακιτζής
Αν θα μ' αρνηθείς
Να ξέρεις πως θα γίνω Για σένα τσακιτζής

Σε ξένα χέρια κούκλα μου
Ποτέ μου δεν σ' αφήνω
Εγώ για την αγάπη σου
Και τσακιτζής θα γίνω
Ξέρω πως σου τάξανε χρυσάφια και παλάτια
Κι αμέσως θαμπώσανε Τα όμορφά σου μάτια

Η Αμερικάνικη εκδοχή (από Vrastaman, 08/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα που κάνει παρέα μόνο με gays, από τους οποίους σχεδόν αποκλειστικά περιτριγυρίζεται. Συνήθως είναι χοντρή, όχι όμορφη και με υποτονική ερωτική ζωή (to put it mildly) και λειτουργεί ως μητρική φιγούρα για πολλούς από τους gay φίλους της που βλέπουν σε αυτή μία σύμβουλο / εξομολόγο / σύντροφο στο κουτσομπολιό.

Βάλε μέσα στην καρδιά σου την αδελφομάνα
και θα νιώσεις κάθε είδους μεγαλείο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified