Further tags

Έκφραση για μεθύστακες εμπνευσμένη από τον αθάνατο ελληνικό ήρωα των ταινιών του 50-60.

Κάθε μέρα ο γέρος μου γυρνάει μεθυσμένος. Έχει γίνει Ορέστης Μακρής.

(από rigo21, 07/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καταδότης, το καρφί, ο χαφιές.
Έκφραση εμνευσμένη από τον αγαπημένο κακό των παλιών ελληνικών ταινιών.

- Κατάλαβες τι έκανε το κωλόπαιδο; Μας κάρφωσεο ο βρωμο-Ανέστης Βλάχος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυφλός, ο γκαβούλιακας.

(Γεωργίου): Η διαφορά είναι τόσο εμφανής που την βλέπει και ο Ανέστης Βλάχος με το προσελάνινο μάτι!!!

(από polemarxos90, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεαρός συνήθως σε ηλικία που δηλώνει αναρχικός και πηγαίνει στις πορείες με μόνο σκοπό να ξεκινήσει ή να πάρει μέρος σε επεισόδια.

Συνήθως δεν έχει πολιτική συνείδηση, αλλά μονάχα μένος προς την αστυνομία και προς οποιονδήποτε θεσμό. Εμφανίζεται και χτυπάει μόνο στις μεγάλες πορείες ενώ σε άλλες εκδηλώσεις και συγκεντρώσεις (που δεν υπάρχει περίπτωση επεισοδίων) είναι άφαντος. Γνωστοί και ως μπαχαλάκηδες, και χαοτικοί.

- Κοίτα να δεις που θα γίνει σκηνικό, έχουν μαζευτεί πολλοί μπάχαλοι και μυρίζουν βενζίνη από τα 10 μέτρα. Ελπίζω να μην μας τρέχουν πάλι τα ΜΑΤ για μερικούς θερμόαιμους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι αστυνομικοί, κοροϊδευτικά. Κυρίως τα μέλη της ΟΠΚΕ (Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος) και οι τροχαίοι, λόγω της εμφάνισής τους που είναι με μπλέ στολές και άσπρα κράνη και μοιάζουν με τα (πολύ συμπαθή παρά την ομοιότητα αυτή) στρουμφάκια.

Μπλε στολές και άσπρα καπελάκια, αυτοί δεν είναι μπάτσοι, είναι τα στρουμφάκια (παλαιό σύνθημα).

μεγάλη νίλα τα στρουφάκια (από xalikoutis, 18/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός και ο μεσάζοντας για κάποια αξιόποινη πράξη ή για κάτι για το οποίο πρέπει να κουνηθούν τα νήματα, συχνά κάτω από το τραπέζι.

  1. - Έχεις καμιά άκρη να βρούμε τραπέζι σήμερα το βράδυ στον Μαζωνάκη; Σήμερα είναι η πρώτη μέρα και είναι όλα κλεισμένα.

  2. - Θέλω να ψωνίσω μαύρο αλλά η άκρη που έχω λείπει διακοπές, έχεις εσύ καμιά άκρη να βρούμε;

Βλέπε ακόμη βύσμα και δόντι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ανθρώπους αργόστροφους που όσο και αν προσπαθείς να τους εξηγήσεις κάτι δεν λένε να το καταλάβουν.
Εντοπίζεται πολλές φορές σε Δημόσιες Υπηρεσίες, όπου έχουν μπει με βύσμα.

Άσε ρε φίλε, έπεσα σε ένα μόγγολο υπάλληλο και έκανα μια ώρα να τελειώσω τη δουλειά μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.

Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.

Δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλάκας + Μαλάκας

-Μας τα 'πρηξε πάλι ο βαλάκας ο Μάνος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified