Selected tags

Further tags

Ο ενοχλητικός τροβαδούρος που συνηθίζει να ζαλίζει μετά μουσικής τα αυτιά των τριγύρω ανυποψίαστων συνανθρώπων του. Συνοδεύοντας τον εαυτό του με κιθάρα (φοριέται σπανιότερα και το ακορντεόν) και τραγουδώντας ακάλεστος ατελείωτα playlists, είναι σκέτος πειρασμός για ένα καλό μπουγέλωμα (αν τραγουδάει και παίζει άσχημα, τόσο το χειρότερο)!

Συχνότατη κατηγορία τρομπαδούρων είναι οι νεαροί με τις ακουστικές κιθάρες που πολλαπλασιάζονται ραγδαία σε περιόδους διακοπών. Τραγουδούν σε πλοία, τρένα, λιμάνια, πεζούλια, σοκάκια και γενικά σε οποιοδήποτε μέρος βρίσκουν κατά τη διάρκεια των διακοπών τους, με απώτερο σκοπό πάντα να βρουν κάποια Σοφία την οποία θα ρίξουν με την τέχνη τους. Άλλη κάστα τρομπαδούρων είναι τα πλανόδια συγκροτήματα ακαθορίστου εθνικότητος που σκάνε αιφνιδιαστικά σε καφετέριες συνήθως και ζητούν μετά μουσικής τον οβολό των πελατών.

Η λέξη προέρχεται από τον γνωστό λεξιπλάστη και αστειάτορα Μάρκο Σεφερλή (βλέπε και πισωγλέντης, σπασοκλαμπάνιας).

  1. (στο στρατιωτικό νοσοκομείο 401, διάλογος μεταξύ φαντάρων)
    - Τι έχεις ρε σειρά; Χάλια φαίνεσαι!
    - Τι να έχω, γάμησέ τα! Από Λήμνο έρχομαι, βάρεσα υπηρεσία 3-6, μετά έφυγα το μεσημέρι για το λιμάνι φορτωμένος με τα πράγματα, ταξίδευα και 14 ώρες χωρίς καμπίνα με ένα σαπιοκάραβο, προσπαθούσα να κοιμηθώ σε μια ακρούλα που βρήκα στο πάτωμα και είχα και κάτι τρομπαδούρους εκεί που έπαιζαν κιθάρα και με ξυπνούσαν συνέχεια!
    - Πώωω, πίπα κώλο εμπλοκή! Ζήτα αναρρωτική!

  2. (από το «Πλαθολόγιο» του Λύο Καλοβυρνά)
    «Τρομπαδούρος, ο: τραγουδιστής (κατά φαντασίαν) ασύλληπτα κακόφωνος, παντελώς ατάλαντος και εντελώς ανάξιος, που ωστόσο όλο ακκίζεται, κομπάζει και – χωρίς ίχνος συναίσθησης του πόσο γελοίος είναι – ταλαιπωρεί τους πάντες ασκώντας την «τέχνη» του. Π.χ. «- Ρε συ, δεν αντέχω άλλο! Θα τον κρεμάσω άμα συνεχίσει να γκαρίζει, όπως τον Κακοφωνίξ στον Αστερίξ.», «- Μα για ποιόν μιλάς», «- Γι αυτόν τον άχρηστο, τον τρομπαδούρο!». »

Το τραγούδι του Διονυσίου στην αρχή όλα τα λεφτά!!! (από Cunning Linguist, 26/09/10)Τα τρομπαδούρικα! (από Cunning Linguist, 26/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Είδος χιμπατζή που αυνανίζεται πού και πού...
  2. Το χρησιμοποιούμε για να πούμε κάποιον πιο ευγενικά μαλάκα.
    (Έγινε πιο γνωστός από τότε που τον ανέφερε ο Λαζόπουλος!)
  1. - Κοίτα έναν μακάκα στο δέντρο!

  2. - Είσαι πολύ μακάκας όμως!

(από Khan, 17/05/12)

Ο χιμπατζής λέγεται μακάκος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται έτσι συχνά ο μεγάλος δονητής, ο γαμπρός.

  1. περιεργασου πρωτα την περιοχη και μετα χρησιμοποιησε το δονηταρι....παιξε συγχρονος ενω μπαινοβγαζεις το ντιλντο και δες αν εχεις οργασμο.... θα ελεγα να συνεχισεις αυτη την συνηθεια ακομα και εαν βρεις κανονικη τσαπου....καλους οργασμους..
    στο ερωτημα αν εισαι παρθενα η οχι καλυτερα να πας στο ερωτοδικιο.... (Εδώ).

  2. Η ΜΙΑ ΣΦΑΛΙΑΡΑ ΠΙΣΩ ΑΠ ΤΗΝ ΑΛΛΗ,ΕΧΕΙ ΠΑΡΕΙ ΕΝΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΜΕΧΡΙ Κ ΤΟ ΑΕΚΑΚΙ Κ ΕΣΕΙΣ ΕΝΑ ΔΟΝΗΤΑΡΙ... (Εδώ).

Για όλη την οικογένεια (γαμιόμαστε). (από Khan, 10/01/12)Θου Κύριε... (από σφυρίζων, 11/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ενδοπαλαμική πεοπαλινδρόμηση, η μαλακία στα Πατρινά. Εκ του διασήμου ρήματος μινάρω.
Κατά το κουτσουκέλα.

  1. πω πω βγάζω γούστα στο σπίτι με παρεάκι. λατρεμένες κουβέντες, μπηχτές και μιναρέλα (εδώ)

  2. μιναρισμα, μιναρέλα, μιναρω κλπ. Πατρινη λέξη που σημαίνει πολλα! Χαχα (εδώ)

  3. τεντουρα παρτυ σου λεει σημερα στη Πατρα...να το κανατε μιναρελα παρτυ θα του ταιριαζε περισσοτερο οσο να πεις!#ka8olou_humor (εδώ)

  4. Συνεχομενα Retweets aka η νεα μιναρελα! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπολογικό όνομα που δηλώνει τον μαλάκα, συνώνυμο του μαλακαντρέας. Πιθανολογώ ότι ο λόγος που επελέγησαν τα ονόματα Αντώνης και Αντρέας και όχι κάποια άλλα σχετίζεται με τους πολιτικούς Αντώνη Σαμαρά και Ανδρέα Παπανδρέου αντιστοίχως με το ότι αρχίζουν από άλφα και είναι τρισύλλαβα. Για τη σλανγκικότητα εξάλλου του ονόματος Αντώνης, βλέπε τα βουβαντώνης, τρελαντώνης, αλλά και το αντώνης. Καίτη, λοιπόν, η μεγάλη πλειοψηφία των αποτελεσμάτων στον γούγλη αναφέρεται στον πρώην πρωθύ Αντώνη Σαμαρά, το τυπολογικό όνομα προϋπήρχε.

  1. Οι καραγκιόζηδες και οι μαλακαντώνηδες νόμιζαν ότι πουλώντας τρέλα θα έκρυβαν την αδυναμία βιωσιμότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Και ναι. Οι νέοι με ικανότητες δεν θα μείνουν στο τριτοκοσμικό κωλοχανείο για να ψήνουν τυρόπιτες και να φτιάχνουν καφέδες. (Κάπιταλ).
  2. Το βέβαιο είναι ότι δεν κινδυνεύει από μαλακαντώνηδες και μαλακαδώνηδες. (Τοίχο-τοίχο: Αυτή η κυβέρνηση έχει κερδίσει τον σεβασμό μου).
  3. Τὸ ὅτι ὁ Σαμαρᾶς εἶναι Μαλακαντώνης καὶ ὄχι Τρελλαντώνης ἀποδεικνύεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἐφορτώθη βλακωδῶς αὐτὰ τὰ φυράματα τὰ ὁποῖα βεβαίως εὐκαιρίας δοθείσης θὰ προδώσουν καὶ αὐτόν. (Ἐδῶ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική παραλλαγή κατά τη γραφή της έκφρασης «τον παίζω».

Η ευστοχία της οφείλεται στο γεγονός ότι ενώ ακούγεται και διαβάζεται ως μία εντελώς political correct έκφραση αναφερόμενη στον ηθοποιό Γιάννη Μπέζο, παρ' όλα αυτά μπορούμε να υπονοήσουμε κάτι όχι και τόσο σεμνό.

(συναντάται κυρίως σε sms, msn και γενικά net communities, γι' αυτό και τα greeklish)

- ela man. ti kaneis;
- ton Mpezo.

(από Hank, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος που έχει αυνανιστεί σε κάθε ήπειρο και σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Το να τον έχει παίξει καθώς οδηγούσε τράκτορα, είναι προαιρετικό.

Προέρχεται από το συνδυασμό του Globetrotter (=κοσμογυρισμένος) και της τρόμπας.

Globe- -trobber

-Αφού τον έπαιξα στην Αυστραλία, κοιτάζοντας γυμνές αράχνες, ένιωσα πλέον πραγματικός Globetrobber.

-Άμα δεν τον έχεις παίξει στην Ανταρκτική, γυμνός στα χιόνια με τους πιγκουίνους, Globetrobber δεν γίνεσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stock» σημαίνει: «αποθηκεύω (ή γενικότερα συγκεντρώνω) σε συγκεκριμένο χώρο κάποια είδη· συνήθως προϊόντα ή εμπορεύματα».

Β) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το βενετσιάνικο «stocar» όπως βεβαιώνει ο Τριαντάφυλλος σημαίνει: «βάζω στόκο σε μια επιφάνεια ξύλου, μαρμάρου κτλ., για να κλείσω τους πόρους, τις ρωγμές ή για να καλύψω άλλες ανωμαλίες».

Σλαγκικότερα εμφανίζεται με την έννοια τού:

  • «μακιγιάρω υπερβολικά για να καλύψω ατέλειες» και χρησιμοποιείται, συνήθως στο τρίτο πρόσωπο, αρκετά συχνά από άντρες εκφράζοντας απέχθεια, και σπανιότερα από κακεντρεχείς κουτσομπόλες,

  • «μαλακίζομαι» / «πασαλείφω με τα χύσια μου», οπότε ενίοτε υπονοούνται μεγάλες καύλες, ανάλογη ποσότητα ψωλοχύματος, ακόμη και μια... βιρτουοζιτέ στην τεχνική.

Γ) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stalk» (που προφέρεται «στοκ» με ελαφρά τραβηγμένο το «ο») είναι σαφώς πιο φρέσκο και σημαίνει: «παρακολουθώ στενά κι εξαιρετικά επίμονα κάποιον (ή γενικότερα τη δραστηριότητα κάποιου), συχνά σε βαθμό παρενόχλησης».

Για την ώρα χρησιμοποιείται συχνότερα για να περιγράψει τέτοια συμπεριφορά (όχι πάντα επικίνδυνη) κυρίως στο νέτι.

  1. Η είδηση κάνει το γύρο του κόσμου γιατί είναι πράγματι εντυπωσιακή: το Βέλγιο σχεδιάζει να κατασκευάσει τεχνητό νησί σε σχήμα δαχτυλιδιού που θα του επιτρέπει να στοκάρει την ενέργεια που θα παράγεται στα αιολικά του πάρκα στη Βόρεια Θάλασσα.

  2. Θέλω σε εξωτερικό τοίχο που έχει εμφανίσει τριχοειδείς ρωγμές να τις ανοίξω λίγο παραπάνω (3-4 χιλιοστά) , να τις στοκάρω και να τις ασταρώσω προκειμένου να ξαναβάψω τον τοίχο.
    (έως εδώ καθαρά διεκπεραιωτικά)

  3. Μμμ Έχετε ιδεί βλογιοκομμένο πρόσωπο το οποίον να έχει λακκουβάκια στην επιφάνεια τα οποία λακκουβάκια δημιουργήθηκαν από τα κενά που άφησε το πύον που αφαιρέθηκε ναι; Μάλιστα. Η «εθνική» «σταρ» Αλίκη που είχε πολλά τέτοια στο πρόσωπό της, τα στοκάριζε, κι έτσι κάλυπτε το σεληνιακόν τοπίον...

  4. Στοκάρισε τώρα την οθόνη σου παίχτη!!
    (μεταφερμένο από γκρίγκλις· σαν λεζάντα κάτω από προκλητικά σέξι φωτογραφία αλόγου παροτρύνει τον παραλήπτη σε μαλακία)

  5. Αφού τον σουτάρισε το Μαράκι, πέρασε έναν χρόνο να το στοκάρει στο Facebook και το Instagram για να δει με ποιον βγαίνει και πού πηγαίνει.

  6. Είδε τη φωτογραφία μου. Του άρεσε. Και το εξέφρασε με ένα απλό like και ένα σχόλιο. Παρόλο που στοκάρω ανελέητα όλους τους fb φίλους μου, έχω βρεθεί άπειρες φορές σε αντίστοιχη θέση και δεν έχω κάνει like ή comment για να μην θεωρήσει ο/η άλλος/η οτιδήποτε. Το ξέρω ότι δεν είναι φυσιολογικό, αλλά το ξέρω ότι δεν είμαι μόνος.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

(από σφυρίζων, 04/10/13)(από Khan, 01/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χάριν πληρότητας του σαητόστ, πέον να καταγραφεί η σχετικά νεόκοπη και ολοένα αυξανόμενη χρήση του αρσενικού γένους ουσιαστικού μαλάκας μεταξύ γυναικών, με το ίδιο πνεύμα που προσάπτεται και σε όσους κατουράν όρθιοι.

Ο τσαχπινιάρικος για ορισμένους και εξεζητημένος κατ άλλους εξανδρογυνισμός της δημοφιλέστερης ελληνικής σλανγκιάς έβα ήρθε για να καλύψει ένα υπαρκτό κενό: το θηλυκού γένους μαλάκω πέφτει πολύ βαρύ για να χρησιμοποιείται ως πασπαρτού φιλοφρόνηση (τόσο με την καλή όσο και με την ηπίως κακή έννοια).

- παίδες πείτε με μαλάκα, όμως δεν αντέχω άλλο και δεν δέχομαι το ναρκισσιστικό - εθνικιστικό επιχείρημα ότι όλη η Ευρώπη και όλος ο δυτικός κόσμος είναι εναντίον της χώρας μας.
(ironick, εδώ)

- ψάχνοντας κάτι άλλο σκόνταψα στο παρόν λήμμα και σκέφτηκα πόσο μαλάκας είμαι που δεν το έψαξα όταν έγραφα τον σεκιουριτά για να βάλω λιγκ προς τα δω :DDD (salina, εκεί)

- έλα ρε μαλάκα Κατερίνα
(σχόλιο Πανκελῆ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πουτσοπνιχτών, ενίοτε αλληλεπικαλυπτόμενες:

Ι. Πουτσοπνίχτης ο αυνάνας

Τη μαλακία πολλοί αγάπησαν: σε σκοτεινές στιγμές ένδειας και ελλείψει συντρόφου με εφές πίλσεν στο πνίξιμο κουνελίων, οι λεβέντες πάντα παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους. Άλλωστε, αν πετύχει η μαλακία, τύφλα να 'χει το γαμήσι που λένε και στο χωριό μου.

Προσοχή όμως: πουτσοπνίχτες δεν αποκαλούμε τους συμβατικούς εραστές της Μαρίας Παλάμη. Μόνο τους χοντρομαλάκες, αυτούς δηλαδής που βγάζουν ρόζους στα χέρια από το χερογλύκανο.

Για πιο εγκεφαλικούς τύπους που δεν αρκούνται στο κάτω κεφάλι, βλ. πνιχτή.

ΙΙ. Πουτσοπνίχτης ο καίων τη βάτα

Άλλο ένα συνώνυμο του πούστης. Οι πουτσοπνίχτες αυτής της κατηγορίας είναι συχνά και μοντελοπνίχτες, καθ' ότι την πηδάνε τη Μακρυπούλια.

Ασίστ για τον δεύτερο ορισμό: vikar.

- Ευτυχώς που ακούγαμε κανένα «μάζεψε τα φύλλα από τα δέντρα», «η εξάρτυση σου έγινε βυζοθήκη» , «είσαι πουτσοπνίχτης» , «έφαγα μπιφτέκωμα» ,«νιούτον», «νεοστραβούλιακα»,« φίδιασα και δε με μπάνησαν»,«ψαρίλαε βρωμοπόντιξ», «περνάει ο στρατός», «σφίξε μου τον πάπαρο», «ο τάκος στη σέντρα», «ημιανάς», «ξέρετε ποιων είστε απόγονοι» και γελάγαμε. Ευτυχώς που τα πέρασα σε ηλικία 20 ετών και δε με «τσούξανε» τόσο. (εδώ)

- ΕΜΕΙΣ ΞΕΡΑΜΕ ΤΟΝ ΠΟΥΤΣΟΠΝΙΧΤΗ ΤΩΡΑ ΜΑΣ ΠΡΟΕΚΥΨΕ ΚΑΙ ΠΟΥΤΣΟΠΝΙΧΤΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑ..ΟΚ..ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ,,ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΤΟ ΛΑΜΟΓΙΟ ;ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΥΤΣΟΠΝΙΧΤΗΣ..
(εκεί)

- κομπλεξικε πουτσοπνιχτη κλαψεεεεεεεεεεεε..γαμω το σπιτι σου παλιοπουσταρα..Υ.Γ τα παραπανω τα εγραψα για να σε επιβεβαιωσω μωρη αχορταγη χυσορουφηχτρα..συνεχισε τωρα την κλαψομουνιαση..σε επανασυνδεω με την καραπουτσακλαρα μου,μεχρι να βρεις το θαρρος να ερθεις να μου κλαφτεις μπροστα μου παλιοπεοεπαιτη..
(παραπέρα)

- Το πορτραιτο του Ντοριαν Πεη, Το ρέμα του Πουτσοπνιχτη, Στον Βόλο θα σε πάρω απ τον κώλο, Το σκληρό πουλί της νιότης
(τίτλοι κινηματογραφικών υπερπαραγωγώνε)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified