Selected tags

Further tags

Άι παράτα μας, χέσε μας.

Έμεινε στην ιστορία μετά από τη γνωστή δικαστική αντιπαράθεση Γιώργου Νταλάρα - Τζίμη Πανούση. Πασίγνωστο σε όλη την χώρα.

- Ελάτε μαζί μου σήμερα, θα είναι γεμάτο γκόμενες το μαγαζί ρε, γκαραντί!
- Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα... κάθε φορά τα ίδια μας λες και όποτε ερχόμαστε το μέρος είναι αρχιδόκαμπος!

Βλ. και δε μας χέζεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Όχι, δεν το είχαμε). Κοινότατη έκφραση που σημαίνει πως κάποιο συγκεκριμένο θέμα δεν πρέπει να το θίγουμε καθότι ενοχλεί, πονάει, τσούζει, σφάζει, μας φέρνει σε δύσκολη θέση τεσπα. Καυτή πατάτα ένα πράμα.

Απ' όσο καταλαβαίνω τούρκικο πρέπει να είναι, καθ' όσον έχουμε (νταξ, όχι εμείς, οι γειτόνοι) την ευρέως γουγλιζόμενη έκφραση içi cız etmek = κάνει τζιζ το μέσα μου = θλίβομαι, στεναχωριέμαι, πονάει η καρδιά μου.

Στον Μπάμπη που διαθέτω γιόκ. Ο Τριαντά το 'χει ως παιδική έκφραση με μιά ψιλοανορθογραφία στην ετυμό (είπαμε, στα τούρκικα άλλο το -ı- κι άλλο το -i-, να προσέχετε βρε χαϊβάνια όταν μιλάω).

Nöbetçi voltasını sürdürüyor. Bakmadan. Konuşmadan. Cigarasını bizim hücrenin önüne geldiğinde yere attı. Ayağıyla ezdi. Etimde söndürülmüş gibi cızz etti yüreğim. (Ο σκοπός συνεχίζει τη βόλτα του. Χωρίς να κοιτάζει. Χωρίς να μιλάει. Φτάνοντας μπροστά στο κελί μας πέταξε το τσιγάρο του στο πάτωμα. Το πάτησε με το πόδι του. Πόνεσε η καρδιά μου, σαν να το είχε σβήσει πάνω μου).

Χαρμάνης κομμουνιστής, κρατούμενος επί χούντας Εβρέν λιγουρεύεται νύκτωρ το τσιγάρο του φρουρού. Ιστορία με καλό τέλος από το αυτοβιογραφικό En Uzun Eylül του Sinan Oza, καλή του ώρα. Εκδ. Amaç, 1989.

Η Ελισώ για φυλακές και εξορίες άκουγε, το μέσα της τζιζ έκαμνε, καλά που ο Χρηστάκης της πότε πότε ένα τηλέφωνο την έκαμνε, καλά είμαι, μην ανησυχείτε, την έλεγε, κομμάτι ηρέμιζε, η καρδιά της στη θέση της πήγαινε άμμα, για πολύ λίγο.

Τα ρωμέικα της Πόλης ως γλωσσική γέφυρα. Δημ. Τσαλίδης Ο τουρκόσπορος (γιόκ τζάνιμ 2), εκδ. Νεφέλη.

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΥΜΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ, ΟΥΤΕ ΛΕΓΟΝΤΑΙ, ΕΠΕΙΔΗ ΚΑΝΟΥΝ 'ΤΖΙΖ'!!!

Ένα θέμα που κάνει τζιζ...Διαβάστε το πριν αποσυρθεί!!!
Ο προπονητής αξίας [...] για να έρθει θα ζητήσει μεταγραφές ουσίας,δυστυχώς αυτο κανει τζιζ.

Από το νέτι.

Got a better definition? Add it!

Published

Ακόμη ένας τρόπος για να δηλώσεις πως αισθάνεσαι τόσο πολύ άβολα με κάτι ώστε να ανθρωπομορφοποιήσεις τμήμα των γεννητικών οργάνων σου για να νιώθουν ζαλάδα. Από τη μια ευχάριστο η σλανγκ να εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες λέξεις από την άλλη δυσάρεστο να έχουν τέτοιο νόημα.

- Κι έτσι που λες φίλε ο μαλάκας.
- Ποιος μαλάκας;
- Τι ποιος μαλάκας ρε Τάκη; Τι σου λέω εδώ και 204 συνεχόμενα λεπτά; Το αφεντικό μου! Δες εδώ, μου έχει ζαλίσει τα αρχίδια.
- Όχι εσύ δες εδώ για να καταλάβεις ότι η ζαλαρχίδα είναι μεταδοτική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταναλωτής κριτσινιών με σουσάμι, κυρίως υπάλληλος του ΟΤΕ και μελετητής του σύμπαντος. Γεμίζει σουσάμι το γραφείο απο την υπερβολική κατανάλωση κριτσινιών.

- Χρήστο γέμισε σουσάμι το γραφείο σου πάλι.
- Άσε έφαγα 3 κιλά κριτσίνια σήμερα, έφταιγε η ευθυγράμμιση της Πανσελήνου με τον Δία.

(από ela, 01/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες τσάκα-τσούκας:

  • Τα ξηροκαρπίδια: ονοματοποιία κυρίως του πασατέμπου και του ηλιόσπορου, λόγω του κριτς-κριτς που παράγεται όταν δαγκώνουμε τα τσόφλια,
  • Διάφοροι εκνευριστικοί θόρυβοι: πιχί ανθρώπινη φασαρία ή μπλιμπλικώδεις ήχοι που μας προειδοποιούν ότι σωμ θυρών,
  • Παρατσούκλια γραφικών χαρακτήρωνε: του θρυλικού πλανόδιου πωλητή πασατέμπο (R.I.P.) που όργωνε την Ομόνοια και τα Εξάρχεια, και του τιτανοτεράστιου Βλάση Τσάκα.

1.
Τσιπς, κωκ, σάμαλι και τσάκα - τσούκα

2.
Λίγο ησυχία ρε παιδιά. Τσάκα, τσούκα, τσάκα, τσούκα

3.
Αν σου κάνει τσάκα τσούκα λόγω βυσμάτων, σκέψου να οδηγήσεις τον ένα ενισχυτή απευθείας από το άλλο σετ RCA του μίκτη, αυτό που είναι για την ηχογράφηση.....

4.
Vrastaman:
- Άλλη θρυλική φιγούρα της Αθήνας, ο Τσάκα-Τσούκας που πουλούσε ξηρούς καρποί στην Ομόνοια.
betatzis:
- Νομίζω είχε ταμπέλα ο βασανιάρης τσάκα τσούκας

5.
Θυμάμαι επί πάρα πολλά χρόνια, και μέχρι σχετικά πρόσφατα, έναν όλο και πιο ηλικιωμένο κύριο (θα πρέπει να πέθανε δουλεύοντας) να παίρνει σβάρνα όλα τα καφενεία και τα μπαράκια στα Εξάρχεια πουλώντας ξηρούς καρπούς, μ' ένα τρίκυκλο όπου έγραφε «Ο Τσακατσούκας - Πάω αργά γιατί βιάζομαι».

6.
Η ιστορία του «τσάκα τσούκα» μόνο γέλιο μπορεί να μας προκαλέσει. Ένας δήθεν εκπρόσωπος που ούτε το όνομα αυτού που εκπροσωπεί δεν ξέρει καλά καλά, ένας άνθρωπος που κοροϊδεύει τον κόσμο του Παναθηναϊκού, λέγοντας ότι ο «πρίγκιψ» είναι δήθεν οπαδός της ομάδας και μάλιστα ανησυχεί και για τους τραυματίες από τα επεισόδια και φυσικά δεν χρειάζεται να αναφέρουμε και στις πολλές αντιφάσεις στις οποίες έχει πέσει ο δήθεν εκπρόσωπος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιδίδομαι σε σποϊλεριές, δηλαδή αποκαλύπτω κρίσιμα σημεία της πλοκής ενός έργου με αποτέλεσμα να την χαλάω (to spoil it) αφάνταστα σε όποιον δεν το έχει παρακολουθήσει ή διαβάσει. Κίνητρα; η αφέλεια, η ασυνειδησία ή απλά η τρολιά.

Εκ της αμερικλανιάς spoiler και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιάζω (κατά τα κασιδιάζω, λεβελιάζω, χιτλεριάζω, κ.ταλ.)

Ασίστ: Hank, johnblack.

1.
μα θες να μαθεις τι γινεται παρακατω και δεν θες να δωσεις λεφτα για να αγορασεις τα βιβλια,σου σποιλεριαζω τη 4η σεζον με π.μ.

3.
ΕΦΗ μου,στο τέλος του 3ου κύκλου (και ελπίζω να μην σε σποϊλεριάζω άσχημα Mr. Green) άλλοι παραιτήθηκαν, άλλοι απολύθηκαν, και τελικά ο δόκτωρ έχασε και τα 3 μέλη της ομάδας του...

4.
Τεσπά μη σας το σποϊλεριάζω άλλο, δείτε το όπως και δήποτε :-)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φλύαρος, αυτός που μιλάει πολύ χωρίς να λέει τίποτα το ουσιαστικό, εκ του μπλαμπλά που αποτελεί ηχομιμητική λέξη, η οποία δηλώνει την συνομιλία. Ενίοτε δηλώνει και τον κομπορρήμονα, τον καυχησιάρη. Επίσης, όσους εξ επαγγέλματος καταφεύγουν σε ατέρμονη αναπαραγωγή ξύλινης γλώσσας, καθώς οι πολιτικοί και οι δημοσιομπλαμπλάδες.

Trivium: Ο μπλαμπλάς ήταν επίσης «παιχνιδάκι που είχε κυκλοφορήσει από την AS γύρω στο 1995. Ήταν μια μικρή συσκευούλα σε μέγεθος παλάμης που ήταν στην ουσία ένα μίνι μαγνητοφωνάκι. Μπορούσε να ηχογραφήσει λίγα δευτερόλεπτα και μετά να τα επαναλαμβάνει. Είχε ένα μεγάλο μεγάφωνο, δύο κουμπιά (ένα για να ξεκινήσει η ηχογράφηση και ένα για να παίξει η ηχογράφηση) και στο πλάι μια ροδέλα ρύθμισης της έντασης του ήχου». (Δες).

  1. Για να δούμε, θα ακούσουμε κάτι συγκεκριμένο ή θα είναι και πάλι μια σούπα από μπόλικους μπλαμπλάδες και ακατανόητα ιδεολογήματα... (Εδώ).

  2. Ο άσχετος δημοκράτης μπλαμπλάς. (Εδώ).

  3. αφιερωμενο σε όλους τους γαμιάδες μπλαμπλάδες (Εδώ).

Και μπλαμπλάκιας. Στο 1.53. Μυδασίστ: Σφυρίζων. (από Khan, 21/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stock» σημαίνει: «αποθηκεύω (ή γενικότερα συγκεντρώνω) σε συγκεκριμένο χώρο κάποια είδη· συνήθως προϊόντα ή εμπορεύματα».

Β) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το βενετσιάνικο «stocar» όπως βεβαιώνει ο Τριαντάφυλλος σημαίνει: «βάζω στόκο σε μια επιφάνεια ξύλου, μαρμάρου κτλ., για να κλείσω τους πόρους, τις ρωγμές ή για να καλύψω άλλες ανωμαλίες».

Σλαγκικότερα εμφανίζεται με την έννοια τού:

  • «μακιγιάρω υπερβολικά για να καλύψω ατέλειες» και χρησιμοποιείται, συνήθως στο τρίτο πρόσωπο, αρκετά συχνά από άντρες εκφράζοντας απέχθεια, και σπανιότερα από κακεντρεχείς κουτσομπόλες,

  • «μαλακίζομαι» / «πασαλείφω με τα χύσια μου», οπότε ενίοτε υπονοούνται μεγάλες καύλες, ανάλογη ποσότητα ψωλοχύματος, ακόμη και μια... βιρτουοζιτέ στην τεχνική.

Γ) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stalk» (που προφέρεται «στοκ» με ελαφρά τραβηγμένο το «ο») είναι σαφώς πιο φρέσκο και σημαίνει: «παρακολουθώ στενά κι εξαιρετικά επίμονα κάποιον (ή γενικότερα τη δραστηριότητα κάποιου), συχνά σε βαθμό παρενόχλησης».

Για την ώρα χρησιμοποιείται συχνότερα για να περιγράψει τέτοια συμπεριφορά (όχι πάντα επικίνδυνη) κυρίως στο νέτι.

  1. Η είδηση κάνει το γύρο του κόσμου γιατί είναι πράγματι εντυπωσιακή: το Βέλγιο σχεδιάζει να κατασκευάσει τεχνητό νησί σε σχήμα δαχτυλιδιού που θα του επιτρέπει να στοκάρει την ενέργεια που θα παράγεται στα αιολικά του πάρκα στη Βόρεια Θάλασσα.

  2. Θέλω σε εξωτερικό τοίχο που έχει εμφανίσει τριχοειδείς ρωγμές να τις ανοίξω λίγο παραπάνω (3-4 χιλιοστά) , να τις στοκάρω και να τις ασταρώσω προκειμένου να ξαναβάψω τον τοίχο.
    (έως εδώ καθαρά διεκπεραιωτικά)

  3. Μμμ Έχετε ιδεί βλογιοκομμένο πρόσωπο το οποίον να έχει λακκουβάκια στην επιφάνεια τα οποία λακκουβάκια δημιουργήθηκαν από τα κενά που άφησε το πύον που αφαιρέθηκε ναι; Μάλιστα. Η «εθνική» «σταρ» Αλίκη που είχε πολλά τέτοια στο πρόσωπό της, τα στοκάριζε, κι έτσι κάλυπτε το σεληνιακόν τοπίον...

  4. Στοκάρισε τώρα την οθόνη σου παίχτη!!
    (μεταφερμένο από γκρίγκλις· σαν λεζάντα κάτω από προκλητικά σέξι φωτογραφία αλόγου παροτρύνει τον παραλήπτη σε μαλακία)

  5. Αφού τον σουτάρισε το Μαράκι, πέρασε έναν χρόνο να το στοκάρει στο Facebook και το Instagram για να δει με ποιον βγαίνει και πού πηγαίνει.

  6. Είδε τη φωτογραφία μου. Του άρεσε. Και το εξέφρασε με ένα απλό like και ένα σχόλιο. Παρόλο που στοκάρω ανελέητα όλους τους fb φίλους μου, έχω βρεθεί άπειρες φορές σε αντίστοιχη θέση και δεν έχω κάνει like ή comment για να μην θεωρήσει ο/η άλλος/η οτιδήποτε. Το ξέρω ότι δεν είναι φυσιολογικό, αλλά το ξέρω ότι δεν είμαι μόνος.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

(από σφυρίζων, 04/10/13)(από Khan, 01/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στο σύνολο των παρελκόμενων μιας συσκευής. Προσοχή: ποτέ έντερα. Συνώνυμα: κολοκύθια, κέρατα, σκατολοΐδια.

Ο όρος είναι ελαφρώς αποδοκιμαστικός, και συχνά δεν λέγεται από τον χρήστη της συσκευής, αλλά από κάποιον του περιβάλλοντός του, που ενδέχεται και να δυσανασχετεί για το κόστος, τη φασαρία, ή το χασομέρι που επιφέρει η χρήση αυτής της συσκευής.

Η αποδοκιμασία φαίνεται και από το γεγονός ότι ο χρήστης του λήμματος αποφεύγει επιδεικτικά να δείξει ότι ξέρει πώς λέγονται τα εξαρτήματα.

Μάζεψε τα άντερα της κιθάρας σου (δηλαδή καλώδια, σταντ κλπ), έρχονται επισκέψεις.

βλ. και γαμίδι, άντερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση κατά την οποία οι αφίσες και τα φέιγ-βολάν στους παρακείμενους χώρους είναι τόσα πολλά που σιχαίνεσαι την ίδια την ύπαρξη. Από τη στιγμή που ο καθένας που έχει δική του εφημερίδα, έχει δικό του φροντιστήριο, διοργανώνει εκδρομές, διοργανώνει συναυλίες - πάρτυ, αγαπάει την Μαίρη που μένει σε μια συγκεκριμένη γειτονιά, μπορεί να κολλήσει παντού αφίσες ώστε να το κάνει γνωστό σε όλο το κόσμο, είναι αναμενόμενο να μην μπορείς να βρεις τοίχο ή και σε ακραίες περιπτώσεις έδαφος. Η πραγματική ειρωνεία έρχεται από εφημερίδες που διαλαλούν περίτρανα πως δημιουργούνται από ανακυκλωμένο χαρτί και την ίδια ώρα προκαλούν αφισορύπανση βιβλικών διαστάσεων. Δηλαδή όλο το ανακυκλωμένο χαρτί αυτοί το παίρνουν;

Δυστυχώς οι διαφημιστικές εταιρείες αργούν να καταλάβουν πως αυτή η λογική δεν θα μας βγάλει πουθενά, είναι γελοιωδώς ανεγκέφαλη σπατάλη χαρτιού, αντιαισθητική μέχρι αηδίας και πάνω από όλα δεν αποτελεί διαφήμιση αλλά το αντίθετο. Και «απαγόρευσαν» τα κομφετί τις απόκριες για να αποφύγουν ακριβώς αυτό.

Μπορεί να μην είναι εξίσου επώδυνη με τις άλλες μορφές ρύπανσης (ήχο-, οζονο-, ατμοσφαιρική) αλλά τείνει τώρα τελευταία να αποτελεί το νούμερο ένα πρόβλημα τόσο για τους δημότες, λόγω της εκτεταμένης της παρουσίας, όσο και για τον Τάκη, που μπήκε με μέσο στο Τμήμα Σαρώματος μεγαλούπολης και ο καημένος παραπονιέται ότι έχει πολύ δουλειά.

(Μπαίνοντας στο αμφιθέατρο καθηγητής Διαχείρισης Περιβαλλοντικών Πόρων βλέπει τα άπειρα φέιγ-βολάν και αφίσες και φρικάρει)

- Καλά είναι απίστευτοι οι άνθρωποι (δάγκωμα χειλιών). Τόση αφισορύπανση πρώτη φορά έχω δει στη ζωή μου (ασαφές βλέμμα που κοιτάει στο κενό, πιθανότατα για να ανασύρει αναμνήσεις). Δηλαδή με 179 ευρώ βγάζουν και τα εισιτήρια της εκδρομής, και το ξενοδοχείο και όλη αυτή τη σαβούρα για διαφήμιση; (σκέψη ότι πιθανόν να επέλεξε λάθος καριέρα που απεικονίζεται με σφίξιμο της γροθιάς)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified