Further tags

Τεχνικός χαρτοπαικτικός όρος στην Ξερή. Ο διενεργών το καμάντσο κρατάει στο χέρι του βαλέ και άλλο χαρτί. Ο αντίπαλος έχει το ίδιο χαρτί διπλό. Αντί ο μάγκας να κόψει με το ίδιο χαρτί και να κρατήσει τον βαλέ για να κόψει ξανά, κόβει με τον βαλέ αρχικά, ώστε να δημιουργήσει την εντύπωση στον αντίπαλο ότι είναι ασφαλές να παίξει πάλι το ίδιο χαρτί, στην οποία περίπτωση γίνεται κατά πάσα πιθανότητα ξερή. Ωραία πράματα...

Ετυμολογικά το θέμα τελεί υπό διερεύνηση, όμως μια εκδοχή υποστηρίζει ότι είναι παράφραση του αγγλικού come on, το οποίο εκφυλίσθηκε σε καμάν και τελικά σε καμάντσο, υπονοώντας ότι ο διενεργών προτρέπει τον αντίπαλο να πέσει στη λούμπα.

- Εφτά κούπα Αβράμη.
- Βαλές, να τα πάρω αυτά.
- Κι άλλο εφτά Αβράμη.
- Βρε, βρε, βρε. Κι άλλο εφταράκι βρε παιδάκι μου; Να κι εγώ άλλο ένα. Ξερή! Για διε!
- Ω, τον κωλόφαρδο. (σ.σ. ο αδαής δεν την έχει πάρει πρέφα τη δουλειά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπυρί που βγαίνει εξαιτίας της μακροχρόνιας αποχής από το σεξ ή εξαιτίας της ανεκπλήρωτης σεξουαλικής επιθυμίας. Κατά άλλους, αιτία είναι ότι ο φορέας του σέξσπυρ την έχει κάνει λάστιχο. Με λίγα λόγια, σέξσπυρ λέμε το το καυλόσπυρο.

Ετυμολογία: από το σεξ και το σπυρί ==> σέξσπυρ, κατ'αναλογία προς τον μεγάλο θεατρικό συγγραφέα Σέξπιρ.

Ο πληθυντικός ίδιος με τον ενικό: τα σέξσπυρ.

  1. - Δεν την παλεύει η Μαρία... Κοίτα πώς έχει γίνει, τίγκα στα σέξσπυρ!

  2. - Όχι ρε γαμώτο, πάλι σέξσπυρ έβγαλα κι έχω ραντεβού σήμερα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τα ελληνικά με αγγλικούς χαρακτήρες. Χρησιμοποιούνται για SMS ή στο MSN ή στο mail από Έλληνες του εξωτερικού (γιατί αν στείλεις με ελληνικούς χαρακτήρες θα εμφανίζονται μόνο σύμβολα).

einai apisteuto

Αντίστροφο: engreek.

Το αντίστοιχο σε άλλες γλώσσες: عربيزي, عربي (αραβικά), шльокавица, методиевица, методиица, кирливица, мейлица, чатица, латинец, есемесица, Интернет жаргоница (βουλγαρικά), فارگیلیسی (περσικά), волапюк (ρωσικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο σουπερήρωας που η κάθε αγάμητη περιμένει να την πηδήξει.

  2. Ο υπερήρωας επιβήτορας που δεν συνάπτει σταθερές σχέσεις, αλλά εμφανίζεται μόνο μετά από επίκληση. Πηδάει μόνο σποράδην και όχι σε τακτά διαστήματα.

  3. Ο υπερήρωας που σε πηδάει άπαξ και μετά εξαφανίζει κάθε ίχνος του.

>από το αγγλικό fuck + man κατά παράφραση των ονομασιών ηρώων κομιξ (superman, batman, spiderman).

  1. - Πού είναι ένας φάκμαν όταν τον χρειάζεσαι;

  2. - Την έχει φάει η αγαμία. Γιατί δεν τηλεφωνεί στον φάκμαν της να της ρίξει ενα ψιλό;

  3. - Μα ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρε. Εντελώς φάκμαν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καταιγισμός από μάπες, δηλαδή σφαλιάρες, το ξυλοκόπημα σε μέτρια προς μεγάλη ένταση.

συνώνυμο: μαπίδια

Αν έρθει προς εμένα το κωλοπαίδι θα έχουμε μάπετ σόου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση της ιδιαίτερης απαξίας την οποία τρέφει κάποιος για το λειτούργημα του μόντελινγκ, αλλά και του μάρκετινγκ και για όλα τα λήγοντα σε -ινγκ, όπως πχ το μάρκετινγκ, όταν εκτελούνται από κοπέλες χωρίς ιδιαίτερες ηθικές αναστολές.

- Η κόρη του Χ κάνει μόντελινγκ, το ξέρεις;
- Αυτά είναι μπόρντελινγκ, όχι μόντελινγκ!

ή

- Το πιπίνι σπουδάζει μάρκετινγκ!
- Ναι καλά, μπόρντελινγκ σπουδάζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστεϊσμός της έκφρασης «σιγά τον πολυέλαιο» στα αγγλικά.

Ε δεν χρειάζεται σχόλιο... είναι αρκετά γελοίο από μόνο του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έμπορας ουσιών.

Πάω στον Μπομπ Ντίλιαν να μου πει κανα τραγούδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια όχι και τόσο γνωστή έκφραση, που υπάρχει όμως στην αγγλική γλώσσα (jump the shark).

Αναφέρεται σε καθοδική πορεία που έκανε ένα προϊόν (συνήθως στην τηλεόραση) μετά από κάποιο συγκεκριμένο γεγονός.

Αιτίες που συνήθως κάποιο σήριαλ πηδάει τον καρχαρία, είναι όταν π.χ. «σκοτώνεται» κάποιος πρωταγωνιστής, όταν αποχωρεί ένας ηθοποιός και αντικαθίσταται από άλλον, όταν μπαίνει καινούργιο πρόσωπο στο καστ, όταν γίνεται μια σημαντική αποκάλυψη και αλλάζει το σενάριο, ο χαρακτήρας κ.λπ.

  1. - Είδες το Παρα-πέντε προχτές; - Μπα, δεν το βλέπω πια. - Γιατί ρε; - Ε απο τότε που έμαθαν ποιός είναι ο κακός, πήδηξε τον καρχαρία.

  2. - Εγώ πιστεύω οτι απο τότε που ο Μάκης μάλωσε με τον Θέμο, έχει πηδήξει τον καρχαρία το ΟΛΑ... Δεν είναι όπως πριν.

  3. - Έλεγαν οτι το περιοδικό θα γινόταν γαμάτο με τον καινούργιο συντάκτη, αλλά απο τότε που το ανέλαβε, πήδηξε τον καρχαρία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σίγουρα, εκατό τοις εκατό, εγγυημένα.

Από το αγγλικό guarantee.

- Θα ξηγηθεί ο Ζάχος αμαξάκι, σίγουρα; Γιατί την άλλη φορά την έκανε από νωρίς!
- Ναι ρε σε λέω, αφου με είπε ότι θα κάτσει μέχρι το τέλος, γκαραντί!

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified