Further tags

Το πέος, το παλαμάρι. Συχνά αναφέρεται στο καβλί νεότερου σε ηλικία ανδρός.

- Έλα ρε τι έμαθα; Με τη Μαρία, μπαγασάκο; Πώς έγινε;
- Ε, όλο μου τριβόταν και σούξου μούξου. Της πετάω κι εγώ το πιτσιφλίκι και την πήγα πίπα-κώλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παίρνω στην κράνα με μαλακία που έχει κάνει άλλος. Ο όρος προέρχεται από ελληνικό σατιρικό κόμικ.

- Ρε συ, ο Μπάμπης βάζει λόγια για σένα στη Νίκη!
- Α το σκουλήκι! Τώρα μπουτζαγκλαντίστηκα για τα καλά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνοδεία του, καβάλα σε καναπέδες, έχουν γράψει ιστορία πολλές παρέες, συχνότατα μπροστά σε τηλεοπτικές οθόνες όπου λαμβάνουν χώρα ποδοσφαιρικά κι άλλα πρωταθλήματα, διαγωνισμοί της Eurovision, εκλογικά αποτελέσματα, εγκληματικά αποκτημένες ταινίες αλλά κι όποτε άλλοτε κάτι φέρνει πιο κοντά.

Βολικό· δεν χρειάζεται να πλυθεί σχεδόν τίποτε μετά, αφού «η κότα, η πίτσα κι η γυναίκα θέλουν χέρι», συχνά ρεφενέ, με χρόνο προετοιμασίας ένα τηλέφωνο κι ένα μισάωρο, έχει μεν σχεδόν αντικαταστήσει πλήρως τον κοντινότερο στην παράδοση συνδυασμό ούζου – μεζέ, αλλά δίνει δουλειά σε πολλούς πιτσαδόρους που νιώθουν κάτω από παντελόνι και ..σκελέα πως το δίπλωμα δίτροχου είναι, φευ, αποδοτικότερο του μεταπτυχιακού.

Αν και δύναται να προσφέρει τεράστια γευστική ποικιλία ανάλογα με τα γούστα, σαφώς ο συνδυασμός χορτοφαγική με μοναστηριακή υπολείπεται τραγικά τού απ’ όλα με οποιαδήποτε ξανθιά.

Για την ώρα ελάχιστοι έχουν προβληματιστεί αν το περιεχόμενο λουκάνικο παλιά χλιμίντριζε.

Με μόνο σκοπό την πληρότητα ενός πικάντικου menu, να πληροφορήσω πως η αβέβαιη ετυμολογία της ιταλικής «pizza» από το ελληνικό «πίττα» έχει πολλά ερείσματα, ενώ η «μπύρα» μας ήρθε από το βενετσιάνικο «bira» κι αυτό απ’ το γερμανικό «Bier».

Σαφώς σπανιότερα σερβίρεται και το «πιτσόμπιρο».

1. Πώς σας αρέσει να παίρνετε μάτι τον Θρύλο; Άλλοι με πιτσόμπυρο, άλλοι με βουντού και μόνοι, άλλοι με παρέα γένους θηλυκού να τους σπάει τα παπάρια με το οφσάιντ, άλλοι να ασφαλίζουν το σπίτι κα να αυτοσυγκεντρώνονται...

2. Για να καταλάβεις μαντάμ ΑΚΡΙΒΩΣ τι πιστεύει για τη μόδα ο οπαδός, κάνε αυτό το πείραμα. Κουραστική μέρα στη δουλειά τέλος και γυρνάει το αρρωστάκι σπίτι το βράδυ. Παραγγέλνει τηλεφωνικά το πιτσόμπυρο, βάζει τα πόδια πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού και βλέπει με το στόμα ανοιχτό το παιχνίδι μπάσκετ της ομαδάρας του. Εσύ περνάς μια, δυο, τρεις φορές μπροστά απ την τηλεόραση και στο τέλος κάθεσαι μπροστά της (κόβοντας τον Μπατίστ στο κάρφωμα) και του λες:
“Κοίτα αγάπη, αγόρασα αυτό το τζιν σήμερα στις εκπτώσεις. Απ τη «γραμμή» του μπορείς να καταλάβεις ότι είναι ARMANI;”
Σου κόβω στοίχημα μαντάμ, ότι θα στο σκίσει το ΑRΜΑΝΙ ο ΠΑΝΑΘΑΣ

3. Pro evolution πρωταθληματάκια με πιτσόμπιρο από 8 βράδυ μέχρι 8 το πρωί!! α, και το Ninja Gaiden στο χρονόμετρο του παιχνιδιού έχει γράψει 62 ώρες αλλά για να βγάλεις τα bosses σου έβγαινε η ψυχή . οπότε υπολογίζω να μου έχει φάει περίπου 90-100 ώρες καθαρού gaming.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

(από sstteffannoss, 23/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πονηρόπουστας που φέρεται ως πονηρή αλεπού και ως εκ τούτου τον παίρνει πού και πού.

  1. αλεπού(στης). Το καταλάβαμε. (Εδώ).

  2. - Μια που αρχίσαμε τα φιλοσοφικά, πώς λένε την αρσενική αλεπού;
    - Άμα τον παίρνει κιόλας, αλεπούστη (Εδώ)

(από Khan, 23/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Κουΐκ εντ ντέρτυ αποδελτίωση συνταγών (οδηγός μαγειρικής στο πόδι) από τα μέλη του σλανγκρ, για τις ιδιαίτερες εκείνες στιγμές που θέλουμε να μαγειρέψουμε γρήγορα και απλά ένα καλό γεύμα.

Τα περισσότερα εδέσματα (εκτός των κλασσικών: φασολάδα, κλπ) εμπίπτουν στο χαρακτηρισμό της γκουρμεδιάς.

Καλή μας όρεξη!

(από peregrine, 17/03/13)(από σφυρίζων, 19/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπακουρογαμόσαυρος είναι μακρινός συγγενής του καμπουρογαμόσαυρου και πρωτοξάδελφος του καγκουρογαμόσαυρου.

Στις παρέες του, αναλώνεται στην εξιστόρηση δήθεν ερωτικών περιπετειών και πρήζει τα ούμπαλα στον περίγυρο του με παπαρολογίες, οι οποίες εν πολλοίς έχουν λάβει χώρα μοναχά στην φαντασία του, άντε και σε κανα σίκουελ του φασινέισον. Μόνιμη και πιστή σύντροφός του, κανονική δούλα και κυρά, η Πάμελα Χάντερσον.

- Πάμε για καμιά ψυχοκαφεδιά με το μπακουρογαμόσαυρο το Τάκη ρε να τον συνεφέρουμε λιγάκι γιατί θα τυφλωθεί το παλικάρι από την μακακία;
- Μπα δεν είμαι για να κάνω ψυχικά, με ρίχνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά στην εικαστική αισθητική των κινηματογραφικών οδοιπορικών εκδίκησης του ωτέρ Κουέντιν Ταραντίνο.

Οι εμμονές και επιρροές του Ταραντίνο περιλαμβάνουν το γαλλικό νέο κύμα, τα σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε, σπλατεριές τ. grindhouse, τζαπανάκια του Κουροσάβα, ταινίες blaxploitation και πάσης φύσεως περιθωριακές καλτιές των εξήνταζ και εβδομήνταζ. Το αίμα πάντα ρέει άφθονο, το χιούμορ είναι μαύρο, οι διάλογοι μένουν διαχρονικοί και οι μουσικές επιλογές προσεγγίζουν σε εκλεκτισμό εκείνες του Κιούμπρικ.

Μερικές εκσλανγκευμένες ταραντινιές: γουίνστον γουλφ, γουόκ δη ερθ, η αράχνη έπιασε δυο μύγες, κιλ μπιλ, να συνεχίσουμε εδώ ή στη στενή;

χ. Το Django είναι μια Ταραντινιά. Εχει τους γνωστούς χαοτικούς διαλόγους, τη γνωστή θεαματική βία, τη γνωστή πίστη στο κινηματογραφικό είδος που αντιγράφεται ή αναλύεται - ανάλογα πως το βλέπει κανείς. Εχει τις γνωστές ερμηνείες, την γνωστή κατακρεούργηση των κλισέ, τη γνωστή αποθέωση της παιδικής μνήμης.

χ. αδοξοι μπασταρδοι ταραντινια η τη λατρευεισ η τη μισεισ χωρισ κανενα βαθυτερο νοημα αλλα εχει γελιο η υποθεση: το 40 ενασ αμερικανοσ εχει μια ομαδα εβραιων και προσπαθει να σκοτωσει οσο περισσοτερουσ γερμανουσ γινεται το σεναριο ειναι καταπληκτικο εχει δραση και σημεια που βγαζει γελιο

χ. Ο Gaslamp επέστρεψε με έναν full ταραντινιά electro psychedelic prog δίσκο καλό σε γενικές γραμμές αλλά ελαφρώς φλύαρο σε σημεία, ενώ ο Lotus, κουστουμάρετε, γίνεται πιο σοφιστικέ και δημιουργεί έναν πιο εκλεπτυσμένο ας πούμε ήχο.

Δες και -ιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κεφαλιά από καραφλό ποδοσφαιριστή. Συνήθως είναι πολύ δυνατότερη από την κοινή κεφαλιά.

- Πάλι κουβά σήμερα..
- Τι είχες παίξει;
- Καραφλιά του Zidane από ημίχρονο...
- Ωραίος, στ' αρχίδια μας.
- Άντε ρε γαμήσου... κάθομαι και σου μιλάω κιόλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκεί που σμίγουν οι γλωσσικοί αέρηδες της λεξιθηρίας, της υπερδιόρθωσης, του λογιωτατισμού και της καθημερινής γλωσσικής εκφραστικότητας που γεμίζει το στόμα, εκεί μπορούμε να βρούμε το φαινόμενο του σλανγιωτατισμού, ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός (ή γιατί όχι της σλανγκοποίησης, κατά το αγιοποίηση, του βίαιου εκσλανγκισμού, του σλανγκικού αντιδανείου, και πάει έρποντας -δε μπορώ ακριβώς να το θέσω).

Εν προκειμένω αναφέρομαι στις περιπτώσεις που μάλλον εξεζητημένες και λόγιες λέξεις χρησιμοποιούνται αντί συνώνυμων πιο σλανγκικών της καθομιλουμένης. Κι αυτό ένεκα της ηχητικής τους μεστότητας, παρηχήσεων και αντηχήσεων, και της αλλότριας κοινωνικογλωσσικής τους προέλευσης, που όλο αυτό τέλος πάντων κάτι μας κάνει.

Δεν εννοώ όταν αυτές οι λέξεις χρησιμοποιούνται σε κάποια πλαίσια επειδή είναι πιο εύσχημες. Εννοώ όταν τις χρησιμοποιούμε ακριβώς για την εκφραστική τους δηκτικότητα, προκειμένου να τονίσουμε αντί να απαλύνουμε το περιεχόμενό τους, έστω κι αν την ίδια στιγμή τις χρησιμοποιούμε λιγάκι και για να μην πούμε κάτι βαρύτερο και να μην έχουμε κυρώσεις.

Μερικές τέτοιες λέξεις είναι το παχύδερμο (αντί π.χ. του παιδοβούβαλος), το ενθυλακώνω *(αντί του τσεπώνω), το *εσχατόγηρως (αντί σκατόγερος), κτηνοβάτης *(αντι κατσικογάμης), ***καλλίπυγος** *(αντί κωλάρα), ***κίναιδος** *(αντί πούστης), *διακορεύω (αντί ξεπαρθενιάζω ή γαμάω), ακόμα ίσως και το *παιδόφιλος *(αντί για κωλομπαράς), νυμφομανής (αντί για κρεβατογεμίστρα).

Και άλλα, ίσως. Πιθανόν φλωράδικης εμπνεύσεως γαμοσλανγκοτέτοιο φαινόμενο.

(Δηλαδή, το συμφραζόμενο έχει σημασία...).

  1. Άντε ψόφα ρε εσχατόγηρε, θες και μανούρες...

  2. Θα 'ρθω εκεί και θα σε διακορεύσω, δε σου κάνω πλάκα, μην κουνηθείς από κει, τη γάμησες!

  3. Αυτή ρε μαλάκα είναι νυμφομανής, όλοι την έχουμε πάρει να 'ούμε', βιασμός με αυτή δεν πιάνεται...

  4. Τον ενθυλάκωσες τον αναπτήρα ρε γύφτο!

  5. Έμπλεξα ρε μαλάκα με τους κτηνοβάτες εκεί στο χωριό, δεν παλεύεται η φάση.

κ.λπ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος φατσοβιβλικού ανορθογραφισμού εφήβων νέας κοπής. Βασικός κανόνας: κόβονται όσο περισσότερα φωνήεντα γίνεται, με αποτέλεσμα η γραφή να φέρνει προς Φοινικικό αλφάβητο. Ενίοτε συνδυάζεται και με στοιχεία γκρηκλισμού.

Αφιερώνεται στην τρεντογλωσσού mariahomorfi, όπου κι αν βρίσκεται.

σορρυ ρ κολλητουμπα μ!! απλα τ σ/κ ειχα παει στν κολλητη μ εκτοσ path κ δν μπηκα καθολου!! τ νεα;; μ ελειψεσ ρρ!!

(Τυπικό παράδειγμα από το φουβού)

(από Khan, 19/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published