Selected tags

Further tags

Άντρας ή γυναίκα με πρόσωπο όχι απαραιτήτως άσχημο, αλλά που μοιάζει με καρτούν, έχει δηλαδή κάτι το αστείο, ή που θυμίζει ζωάκι, ή που, απλά, είναι συνηθισμένο μέχρι αηδίας. Κυρίως όμως λέγεται για ασχημόπαπα.

- Τι λέει η καινούργια γειτόνισσα;
- Γαμώ τα παιδιά.
- Ωραίο μουνί;
- Συμπαθητική.
- Με άλλα λόγια: μπάζο.
- Όχι μωρέ, απλώς είναι λίγο φάτσα καρτούν.
- Μανάρα;
- Στρουμφ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συσσωρευμένο λίπος στο κάτω μέρος του μπράτσου μιας μεσήλικης και εύσωμης γυναίκας.

Προέρχεται από την εικόνα της εν λόγω κυρίας στην παραλία να φωνάζει στον γιο της τον Γιαννάκη να μην πάει στα βαθιά, και να του κουνάει το χέρι με αποτέλεσμα το λίπος να πηγαίνει δεξιά αριστερά.

Κοίτα έναν γιαννάκη που έχει αυτή η θειά. Είναι τεράστιος!

(από ironick, 06/12/12)(από ironick, 07/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορκ, το.

  • Το άτομο με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Είναι συχνή η συν-νοσηρότητα με τοξικομανία και αλκοολισμό.
  • Ο κακοποιός, ο κωλάνθρωπος, η σκατόφατσα. Κάποιος που σε τρομοκρατεί και μόνο με το παρουσιαστικό του, αλλά και που η συμπεριφορά του επιβεβαιώνει τους φόβους σου.

    Κάποιος που δεν θες να συναντήσεις την νύχτα σε έρημο δρόμο ή, αν το καλοσκεφτείς, ούτε την ημέρα, ούτε ποτέ σου τέλος πάντων.

- Το κέντρο της πόλης έχει παραδοθεί στα ορκ και δεν τολμάω να κυκλοφορήσω. - Σιγά, ρε λελέ...

Ένα κλασικό ορκ. (από Dr. Steve Brule, 16/11/12)τελικός κυπέλλου ΠΑΟ - ΠΑΟΚ 26/4/14  (από xalikoutis, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H χήρα του John Lennon έδωσε το όνομά της σε όλες τις γυναίκες οι οποίες:

α) είναι υστερικές και λόγω της ξινομουριάς, κακάσχημες, αλλά κάποιος στραβώθηκε και τις έπιασε γκόμενες,
β) έχουν περίοδο κάθε μέρα,
γ) τουπεδιάζουν επειδή ο γκόμενός τους είναι κάποιος,
δ) δεν αφήνουν τους γκόμενους να κάνουν βήμα χωρίς αυτές,
ε) χειραγωγούν τους γκόμενους (για να μη πω ψωλ-αγωγούν) (σημείωση: υποψιάζομαι πως πρέπει να είναι άσσοι στις πίπες και στα κόλπα, διότι αλλιώς δε κατανοώ το κόλλημα των γκόμενών τους),
στ) δεν τους αφήνουν να τη βρίσκουν με τα φιλαράκια τους,
ζ) χώνονται στις παρέες τους και σπέρνουν τη διχόνοια,
η) ζηλεύουν,
θ) παρεμβαίνουν σε επαγγελματικά, οικογενειακά και σαφώς ορισμένα προσωπικά ζητήματα,
ι) παρ' όλα τα παραπάνω, ο γκόμενος τις έχει θεές και τις υπακούει σα σκύλος.

Προσοχή σε δύο πράγματα:

  1. Για να χαρακτηριστεί μια γυναίκα ως Γιόκο (το Όνο μπορεί να παραλειφθεί) πρέπει να πληρεί όλες τις παραπάνω προϋποθέσεις.
  2. Μια γυναίκα μπορεί να είναι Γιόκο, αλλά να μη το εμφανίζει μέχρι να βρει τον Λένον της, δηλαδή τον κατάλληλο λαλάκη που θα την ανεχτεί και δεν θα τη σουτάρει με τη πρώτη γιαπωνεζιά.

Η γκόμενα του Κυριάκου είναι σκέτη Γιόκο. Τον έβαλε και τσακώθηκε με τα αδέλφια του, δεν τον αφήνει να βγαίνει μόνος με φίλους, του έχει απαγορέψει να κάνει επαγγελματικά ταξίδια στην επαρχία και εχτές που του έβαλε τις φωνές επειδή δε κατέβασε τα σκουπίδια, με πήρε τηλέφωνο και μου κλαιγόταν σαν μπούλης 3 ώρες...

Οποία ξευτίλα! (από Hank, 13/03/09)Λιώνω όπως ο Λένον για τη Γιόκο Όνο λιώνω (από Khan, 07/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο μπαζοκρύφτης, δηλαδή τα τεράστια τρέντι γυαλιά τύπου πούλμαν, που θυμίζουν παρμπρίζ λεωφορείου, έχουν δε ως κύριο σκοπό να κρύψουν την μπαζοσύνη του μπάζου που τα φορά και να κόψουν κάτι από την επιθετικότητα της ωστικής δύναμης του μπαζούκας.

Συνηθίζονται πολύ στο Facebook, από κοπελιές που δεν το έχουν με την εμφάνιση, πλην είναι φιλότιμες και δεν θέλουν να παραιτηθούν από το παίγνjιο της σαγήνjης.

Αρχαιοκαυλιστί: ἀλεξίμπαζον, φωγαλλιστί: para-baze, ενώ ο μπαζοκρύφτης είναι το cache-baze. (Πλάκα κάνω γερμανέ μεταφραστή).

Πάσα: allivegp.

- Ωραίο γκομενάκι αυτή η φίλη σου η Εύα92, κάτσε να την κάνω κι εγώ μια προσθήκη.
- Όπα, κοτζάμ μπαζοκόφτη δεν τον είδες, γιατρέ μου; Γιατί νομίζεις ότι τον φοράει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την προκλητική ανάδειξη αβυζαλέου ντεκολτέ εν είδει αντισταθμιστικού μέτρου από αχλαδομουνοπατσαβούρες, γκόμενες-γαρίδες, πεσκανδρίτσες, κ.α. να-μασάς-σκατά-και-να-φτύνεις-μποχλάδες.

Σε περίπτωση δε που η βυζαναδεικνύουσα τυγχάνει καλλίπυγος, το κλασικό αυτό τερτίπι συνοδεύεται με τσουπωτό ξεκωλτέ.

Αγγλιστί: tit flaunting.

Πάσα: Hodjas.

- Μπάει δε γουαίει, η κωλόκρυψη πάει χέρι-χέρι με την βυζανάδειξη (ιδίως όταν πρόκειται για βυζόμπαζο), προκειμένου να στρέφεται το βλέμμα του άρρενος αλλού. Πρώτη διδάξασα η Κλεοπάτρα, που πέταγε όξω το καλοσχηματισμένο της ζιβύ, για να μην προσέχει κανείς την protruding μυταρέλλα της...
(Ηodjas, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αντρογυναίκα, η γυναίκα αλόγα, η ψηλή και άχαρη, η νταρντάνα στα χειροτερότερά της, αυτή που θα πεθάνει από καρκίνο του προστάτη. Μπορεί να είναι και τζιβιτζιλού, μπορεί όμως και να μην είναι.

Καθόσον η χρήση της έκφρασης προϋποθέτει μια έστω στοιχειώδη εξοικείωση με την πολιτική και τα διεθνή θέματα, θα την ακούσεις κυρίως σε πιο ιντελεκτουέλ / κολωνακιώτικους κύκλους, που αποφεύγουν συνειδητά την αναπαραγωγή λαϊκάντζικων και κακόηχων λέξεων, όπως οι παραπάνω.

Ο συνταγματάρχης Μουαμάρ ελ Καντάφι, δικτάτορας κατ' ουσίαν της Λιβύης από το 1969, είναι ένας ζωντανός πολιτικός θρύλος. Η εκκεντρικότητά του ξεπερνά κάθε όριο. Μορφή υπερτεράστια και γκροτέσκα, τροφοδοτεί με τα καμώματά του τα διεθνή Μήδια σε συνεχή βάση. Ιδίως οι διεθνείς επισκέψεις του φέρνουν σε περιφερόμενο τσίρκο, ένα πανηγύρι του τρελού: στήνει τη βεδουίνικη σκηνή του στα πάρκα των πόλεων, πραγματοποιεί αυτοκρατορικές εμφανίσεις με κουστωδίες και παράτες και άλλα ων ουκ έστιν αριθμός.

Οι επισκέψεις του Καντάφι είναι όμως κι ένα πανηγύρι του μουνιού, καθώς ο ίδιος, γνωστός μουνάκιας, συνοδεύεται πάντοτε από καμιά σαρανταριά και βάλε γυναίκες-σωματοφύλακες, για την προστασία του από τους κακούς απογόνους των αποικιοκρατών. Οι γυναίκες αυτές είναι και καλά πολεμικές μηχανές, εκπαιδευμένες σε ειδική κανταφοσχολή, δεμένες με όρκο ζωής και θανάτου προς τον ηγέτη. Υποτίθεται - εδώ γελάμε - πως παραμένουν παρθένες, οι κακές γλώσσες όμως λένε πως ο Καντάφας τις έχει περάσει από ένα χεράκι, έτσι να ξέρει τι ψωνίζει ο άνθρωπας..

Τα ιντερνάσιοναλ Μήδια αρέσκονται να τις ανεβάζουν και να τις κατεβάζουν ως ωραίες και σεξουλιάρικες, όμως η θλιβερή πραγματικότητα είναι πως οι περισσότερες μοιάζουν σα να έχουν τρακάρει με τρόλεϊ, μπαζόλες, ανδροειδή του κερατά... Αυτά βέβαια ισχύουν μάλλον για τα εκλεπτυσμένα λαϊφσταλάδικα γούστα μας, ενώ ως γνωστόν περί ορέξεως κολοκυθόπιτα..

- Μαλάκα πως σου φαίνεται η Γεωργία η ρεσεψιονίστ; Μου σκάει κάτι χαμόγελα τον τελευταίο καιρό όταν μπαίνω, κόλαση σε λέω...
- Εσύ αγόρι μου πρέπει να 'χεις να γαμήσεις πολύ καιρό. Ή μήπως να σου συστήσω κανά καλό οφθαλμίατρο; Ρε δε τη βλέπεις πως είναι η γυναίκα, καμήλα με τα όλα της, σαλάχι, υβρίδιο, ιππόκαμπος, σωματοφύλακας του Καντάφι και δε συμμαζεύεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φωτοσοπιά, δηλαδή η επεξεργασία φωτογραφίας με photoshop, που λειτουργεί ως σουπιά, δηλαδή πονηρά, ύπουλα και «θολώνοντας τα νερά» και καλλιεργώντας ψεύδη.

Μεγάλη φωτοσουπιά η Πάμελα Άντερσον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπουγατσομάχαιρο έχει σχήμα μισοφέγγαρου. Η φοιτητριούλα για την οποία φτιάχτηκε η έκφραση είχε μύτη καμπουριαστή σαν το μπουγατσομάχαιρο και την είχε και... ψηλά, επειδή ήταν κόρη καθηγητή της σχολής.

- Σωπάτε, σους. Έρχεται η μύτη μπουγατσομάχαιρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό σε άτομα με γελοία εμφάνιση. Κυρίως όταν αυτοί προσπαθούν να εντυπωσιάσουν και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα η προσπάθεια αυτή να είναι αποτυχημένη!

Συνήθως χρησιμοποιείται με προσβλητική σημασία.

  1. - Ρε μαλάκα πώς είσαι έτσι;
    - Γιατί ρε μαν, τι έχω;
    - Ρε σαν γλειμμένο μουνί είσαι!

  2. - Ποο φίλε, είδες χθες τον Αλέξη στον χορό;
    - Όχι γιατί;
    - Άσε, σαν γλειμμένο μουνί ήταν, 5 τόνους ζελέ έβαλε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified