Further tags

Μεγάλο πέος. Μτφ: ο μαλάκας.

- Πήρες τον Παναγιώτη να 'ρθει;
- Δεν θα 'ρθει ο ψωλιόγκος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκλάβος του αιδοίου.
Βλ. μουνόδουλος, μουνοτρέχας.

Ο μουνοείλωτας βρήκε την Κλεοπάτρα και χαίρεται ο μαλάκας.

Σχετικά: μουνοσαλιάρης, πουτόπιστος, χαζομούνης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χυμείο, ο αραχτός, ο αρντάν, που δεν τον νοιάζει τίποτα σοβαρό, συνήθως σταρχιδιστής.

-Πάω για φραπεδιά με τον κολλητό.
-Άραξε ρε παραλία, δεν έχεις διάβασμα;
-Κουλάρησε ρε μαν, όλα καλά θα πάνε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο προδότης, αυτός που το άγγιγμά του καίει.

- Τι κάνεις Γιώργο φίλε μου; (συνοδεύεται με φιλικό σκούντημα στην πλάτη).
- Άντε γαμήσου φλεγόμενη μπάλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων αραιωμένη την κορυφή του τριχωτού της κεφαλής και αφήνει κοτσίδα ή μακριά μαλλιά, κατάλοιπο νεανικών χρόνων.

Πουλικάκος, τίποτα άλλο.

(από Cunning Linguist, 20/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο ως μουνί της λάσπης.

Πού πας ντυμένος έτσι ρε μουνί της λάσπης; Ουστ!

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης.

- Μα τι ψωριάρης είναι αυτός ο Κώστας; Ακόμα και για εναν καφέ να βγει με τη κοπέλα του, ζητάει να πληρώνουν μισό - μισό. Απορώ πώς είναι μαζί του ακόμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φοβητσιάρης.

Μα καλά τι χέστης είσαι εσύ; Φοβάσαι να πας στην αποθήκη να σκοτώσεις μια κατσαρίδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρικός όρος που χαρακτηρίζει ποδοσφαιριστή τόσο αργό σε αντανακλαστικά και κινήσεις που μέχρι να στρίψει βγάζει γένια.

Συνώνυμα:

  • γκαστρόμπαλος
  • καφεκόφτης (συναντάται σε αμυντικούς χαφ και η ρίζα του προέρχεται απο τον γνωστό ποδοσφαιριστή Καφέ)
  • χασμουροτόπης
  • αργόσλωος (συνθετο εκ του αργός και αγγλιστί slow)

Αντώνυμα:

  • στοπατρέχας (χαρακτηρίζει γρήγορο αμυντικό)
  • τρεχαμπούκας (κυρίως για μπουκαδόρους επιθετικούς)
  • μαραντονοδρόμος (ευέλικτος ποδοσφαιριστής με ύψος σόμπας)

Καλός μωρέ ο Ρίμπο αλλά πολύ στριψοξούρας ο κερατάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ατζαμής οδηγός, ο επιρρεπής στα ατυχήματα, κίνδυνος για τη σωματική ακεραιότητα πεζών και οδηγών.

- Τα έμαθες για τον Τάκη; Αφού τον έκοψαν 8 φορές στις εξετάσεις οδήγησης, τελικά στην 9η πήρε το δίπλωμα. Τώρα του αγόρασαν και αμάξι και θα το παίρνει για να μάθει σε πραγματικές συνθήκες. - Ωχ, δηλαδή βγήκε ο χάρος παγανιά από δω και πέρα; Να μας λέει πότε θα βγαίνει να μένουμε μέσα εμείς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified