Further tags

Φοιτητής γεωλογίας σε προχωρημένο έτος, συνήθως μεγαλύτερο/ίσο με 7 χρόνια. Τυπικό παράδειγμα «γεωhumor».

- Καλά, ποιοι είναι όλοι αυτοί που ήρθαν να δώσουν;
- Άσ' τα, με τους πτυχιόσαυρους θα γράψουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρωμαίος αυτοκράτορας που έζησε στο διάστημα 14-37 μ.Χ. Εδώ βέβαια το λήμμα αναφέρεται στην προειδοποιητική ατάκα αναγγελίας κλανιοβομβαρδισμών, ατάκα που σχετίζεται με τον εν λόγω αυτοκράτορα. Λέγεται πως κάποτε ο Τιβέριος βρισκόταν σε ένα meeting κορυφής στην αίθουσα της συγκλήτου. Μιλούσαν για πάρα πολύ σοβαρά θέματα, όταν του ήρθε ανάγκη για κλάσιμο. Ο πλανητάρχης και ουχί κλανητάρχης Τιβέριος, προσπαθώντας να καταπνίξει την ανάγκη αυτή, πέθανε. Πέθανε και στη θέση του ανέβηκε, ο σχιζοφρενής και γελοιωδέστατος Καλιγούλας. Οπότε η προσπάθεια της αποφυγής κλανιών έφερε την κουράδα στην εξουσία, επηρεάζοντας πολύ αρνητικά τις παγκόσμιες εξελίξεις.

- Τι φάγατε το ΣΚ;
- Άσε σκιστήκαμε στα φασόλια.
- Έτσι ε;
- Τιβέριος (δυνατή φωνή)
Ακολουθεί κλάσιμο διαρκείας.
- Καλά ... Σε εμπιστεύομαι. Μεταξύ φίλων, τα αποδεικτικά στοιχεία περιττεύουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από το παπάρι και τη λεσβία. Αναφέρεται στις λεσβίες εκείνες που έχουν κάνει αλλαγή φύλου και τώρα έχουν παπάρι. Άλλοι πάλι χαρακτηρίζουν έτσι τις δήθεν λεσβίες (παπάρια λεσβίες).

- Καλώς την Τασία την παπαρολεσβία...
- Α να χαθείς μωρή κρυόκωλη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουρούχα, μπάζο, η γκόμενα που δε βλέπεται.

- Α να χαθείς μωρή κλασοπαντιέρα που θα με πεις μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοντός ή ο υπερβολικά αδύνατος που λόγω κόμπλεξ του αρέσει να φωνάζει και να ορθώνει το ανάστημά του αλλά ωστόσο είναι άνθρωπος της καρπαζιάς.

- Τι σκούζει ο μαλάκας ο κοκαλιάρης; Θα φάει καμιά ανάστροφη και θα προσγειωθεί στο σπίτι του σε dt.
- Ε τον τσιτσίκο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που: - προσπαθεί να λύσει τα ανεξήγητα και του αρέσει να μπερδεύεται σε δολοπλοκίες, υποπτεύεται τους πάντες και τα πάντα, δεν εμπιστεύεται κανέναν, δεν του παίρνεις μυστικό, είναι μόνιμα καχύποπτος, το μυαλό του πάει πάντα στο πονηρό και φαντάζεται συνεχώς ιστορίες συνωμοσίας ακόμα κι αν αυτές δεν υφίστανται. Συνώνυμη έκφραση για άντρα:
Πουαρώ
Συνώνυμη εκφράσεις για γυναίκα:
Αγκάθα Κρίστι

- Όταν ο Δημήτρης ακούει για ακρίβεια ψάχνει τους ενόχους, όχι όμως τους οφθαλμοφανείς, αλλά αυτούς που κινούν τα νήματα. Όσο πιο μυστήριο έχει το story τόσο πιο αληθινό το βρίσκει. Όταν πάλι ακούει για φτήνια φαντάζεται μαύρο χρήμα, λαμογιά, κακή ποιότητα, εξαπάτηση εργαζομένων - Καλά, τι Σέρλοκ Χόλμς είναι αυτός ρε; Μιλάμε... το άτομο δεν παίζεται με τίποτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλούν αρκετοί Κύπριοι ειρωνικά τους Έλληνες. Αυτοί πιστεύουν πως οι Έλληνες είναι παραμυθιασμένοι με το λόγιο στυλ τους, τη χώρα τους, τον πολιτισμό τους.

Κύπριος: Ο Καλαμαράς ξέρει τα πάντα, για τα πάντα και πάντα έχει δίκιο. Θεωρεί πως τα νησιά του Πάσχα είναι Ελληνικά, πως η Αμερική ανακαλύφθηκε από τον Οδυσσέα, πως οι Έλληνες έχουν διαφορετικό DNA κλπ.

Οι Έλληνες θεωρούν πως όλοι οι άλλοι λαοί θέλουν να είναι Καλαμαράδες, αλλά δεν μπορούν. Γι' αυτό αδικούν την Ελλάδα στις διεθνείς οργανώσεις, επειδή ζηλεύουν. Θεωρούν πως η Ελλάδα έδωσε τα φώτα του πολιτισμού στον κόσμο.

Λένε πάλι πως η φέτα είναι το καλύτερο τυρί. Τα υπόλοιπα είναι άσπρα και κίτρινα σκατά.

Kyrios Kalamaris (από Vrastaman, 19/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικός υβριστικός χαρακτηρισμός για τον αστυνομικό.

Προέρχεται από τα τούρκικα και συγκεκριμένα από τη λέξη baskin =αιφνίδια έφοδος, ντου της αστυνομίας. Στην Ελλάδα, απαντάται στην αργκό των αστικών κέντρων σίγουρα από τον μεσοπόλεμο και φαίνεται να υπήρχε ακόμη πιο παλιά στα ιδιώματα της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.

Πέραν του *ο μπασκίνας *υπάρχει και το θηλυκό ***η μπασκίνα*** (Βλ. παράδειγμα 2) και το ουδέτερο ***το μπασκίνι***. Επίσης, τα περιληπτικά ουσιαστικά ***το μπασκιναριό***, ***η μπασκιναρία*** και το γαλλοπρεπές ***μπασκινερί*** (βλ. παράδειγμα 3)

  1. Από το athens.indymedia.org

... θα διενεργηθεί και πάλι ΕΔΕ και θα την πληρώσουν οι βασανιστές με 15 μέρες.ΟΥΣΤ και πάλι ΟΥΣΤ.Φανταστείτε τι θα κάναν στα παιδιά που κατηγορούνται για τα γκαζάκια...όχι επειδή εκεί δεν τράβηξε videaκι κανένας μαλακοκαύλης μπασκίνας να το δείχνει στους μπατσόχοιρους φίλους του όπως έχει δείξει και άλλα τόσα με γυμνές γκόμενες που τυγχάνουν δείγματα της αρρωστημένης τους φαντασιάς ...

  1. Η δεύτερη στροφή από το «Αν μ'αξιώσει ο Θεός» του Βαμβακάρη

Η Γκρέτα Γκάρμπο μάγκα μου θ' ανάβει το τσιμπούκι
κι ο Ζακ Κιεπούρα στη γωνιά θα παίζει το μπουζούκι
ο Τζίμι Λόντος για νταής θα κάθεται στις τσίλιες
κι η Λίλιαν η Χάρβει θα διώχνει τις μπασκίνες

  1. Δίστιχο της προδικτατορικής περιόδου

Μπάς κι 'ναι δω, μπας κι' ναι κει
Γκρεκ Ροαγιάλ Μπασκινερί

Τούρκος Ζαφτιγιές στην Κρήτη από την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής Διοίκησης - αγνώστου φωτογράφου (από xalikoutis, 17/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος που κουβαλάει τα πιο άχρηστα πράγματα μαζί του, αλλά και τα χρήσιμα τα οποία σπάνια βρίσκονται γρήγορα. Αναφορά στον ήρωα-καρτούν της δεκαετίας του 70-80.

- Ρε συ, έχεις κανα στυλό;
- Ορίστε...
- Πωπω, ποιος είσαι ρε μαν, ο σπορτ μπίλλυ;

Το intro του παιδικού στην ελληνική (από mpiftex, 25/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από τα χάφτας + βλάκας. Όταν μόνο μία εκ των δύο λέξεων δεν επαρκούν για να εκφράσουμε την αγανάκτηση μας για κάποιον άλλο, αυτή είναι η τέλεια λέξη!

- Άντε ρε παλιο$%^# γαμώ το μουνί&^%$^(#@$.....!!
- Τι βρίζεις και συ ρε... Χαφταβλάκα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified