Further tags

Η λέξη νταούλι παραπέμπει στο θηλυκό το οποίο ντύνεται (ή μάλλον δεν ντύνεται) και βάφεται υπερβολικά κατά τη διάρκεια όλης της ημέρας (στις περισσότερες περιπτώσεις) ή μόνο σε βραδινή έξοδο (κυρίως σε μπουζούκομάγαζα), θεωρώντας πως έτσι ελκύει το αντίθετο φύλο.

Χαρακτηριστικό το οποίο βοηθά στο να αναγνωρίσουμε ένα νταούλι είναι το φουσκωμένο / κρεπαρισμένο μαλλί. Τα νταούλια χαρακτηρίζονται πολλές φορές πως ντύνονται κίτς βλ. κιτσαρία.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Το επίπεδο μόρφωσης δεν παίζει ρόλο για να χαρακτηριστεί νταούλι ένα θηλυκό.

- Ρε φίλε, πού μ' έφερες εδώ μέσα, το μέρος παίζει σκυλάδικα.
- Εκτός αυτού είναι και γεμάτο νταούλια... πάμε να φύγουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή το θέμα μ' απασχολεί, ρώτησα έναν γιατρό κι έναν ψυχολόγο να μου δώσει ο καθένας από έναν ορισμό της «Ελλεεινίδας».

Ο γιατρός μου είπε ότι είναι η γυναίκα με υπερβολικά επίπεδα τεστοστερόνης.

Ο ψυχολόγος συμπλήρωσε ότι είναι η γυναίκα με υπερβολικά επίπεδα τεστοστερόνης, που κάνει υπεραναπλήρωση αυτού του γεγονότος με το να δείχνει μια δόση παραπάνω θηλυκή από όσο θα έπρεπε.

Με λίγα λόγια, κάθε άντρας θέλει έναν ορισμένο βαθμό θηλυκότητας απ' την γυναίκα του. Έστω ο βαθμός αυτός «θ». Η Ελλεεινίδα θα είναι πάντα θ + ν . Λίγο παραπάνω. Ως ένα πρόχειρο παράδειγμα θα αναφέρω την ονομασία όλων των αντικειμένων με τα υποκοριστικά τους.

Εννοείται ότι εξαιρούνται οι παρούσες, ήτοι οι γυναικείες παρουσίες- κόσμημα για το site μας. Κι επιπλέον, νομίζω ότι πρέπει να οριστεί και ο Έλλεεινας, (προσοχή: όχι απλώς ο Ελληνάρας), που ως πατέρας, γκόμενος και γιος έχει κάνει τις Ελληνίδες Ελλεεινίδες!

Αν έχετε δει το «Ψυχραιμία. Όλα παίζουν» του Περάκη, η Θεωνά είναι η κλασική Ελλεεινίδα. Η Αλεξανδράτου η υπερβολική Ελλεεινίδα. H Καβαλιεράτου είναι η αντιδραστική Ελλεεινίδα κι η Γιακουμή, κατά την υποκειμενική μου άποψη, ο καλύτερος δυνατός τύπος Ελλεεινίδας (με την ευρύτατη δυνατή χρήση του όρου). Επαναλαμβάνω ότι η κλασική Ελλεεινίδα είναι η Θεωνά.

(Αναφέρω επίτηδες παραδείγματα σέξι γυναικών, που τιμάνε τον όρο «Ελλεεινίδα», δηλαδή οι παραπάνω είναι οι ιδεατές Ελλεεινίδες. Στην πραγματική ζωή, η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη).

Τζένη Θεωνά (από Hank, 30/12/08)(από jesus, 22/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός των μπάτσων σαν σύνολο, λόγω του μπλε χρώματος της στολής. Είναι παρόμοιο με το «κίτρινη φυλή» που λέγεται για τους ταξιτζήδες.

- Ρε συ μην πάμε από τον κεντρικό δρόμο, τώρα εκεί είναι μαζεμένη όλη η μπλε φυλή. Κόψε καλύτερα από κανα στενό γιατί δεν έχω όρεξη να τους βλέπω τους βλάκες!

Got a better definition? Add it!

Published

Μπάτσοι μαζεμένοι, συνήθως σε μπλόκο με περιπολικά.

(στο αμάξι)
- Μπάμπη, γιατί έστριψες από δω; Πιο γρήγορα θα φτάναμε αν συνέχιζες ευθεία.
- Άκουσα ότι μπροστά έχει μπατσαρία και φοβάμαι μη μας πιάσουν με το χόρτο...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο όρος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα, τα οποία γνωρίζουν τους πάντες, είναι δικτυωμένα, έχουν όλα τα κονέ και υπόσχονται ότι μπορούν να εξυπηρετήσουν οποιοδήποτε αίτημα.

Η λέξη προέρχεται από το χαρακτηριστικό των υποψηφίων της επαρχίας, όπου βασική προϋπόθεση νίκης είναι η προσωπική, εις βάθος γνωριμία με το σύνολο του εκλογικού σώματος και κυριότερα, η αποδεδειγμένη ικανότητα ικανοποίησης κάθε αιτήματος.

Χρησιμοποιείται η λέξη «-δήμαρχος», καθώς υφίσταται η εξής αλληλεπίδραση:
α. στην επαρχία υπάρχει πολύ πιο άμεση σχέση των κατοίκων με τους τοπικούς άρχοντες.
β. οι τοπικοί άρχοντες στην επαρχία έχουν πολύ μεγαλύτερη επιρροή απ' ότι στα αστικά κέντρα.

Ωσεκτουτού, ο Βλαχοδήμαρχος γνωρίζει τους πάντες και πιο σημαντικά, γνωρίζει τι χρειάζεται και ταυτόχρονα, τι μπορεί να του προσφέρει ο καθένας. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να πιέζει ή/και να εξυπηρετεί διάφορα αιτήματα και έτσι να εξασφαλίζει περαιτέρω υποστήριξη.

Στην καθομιλουμένη, η λέξη χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα τα οποία έχουν έναν ευρύ κύκλο γνωριμιών και μπορούν να εξυπηρετήσουν διάφορες δουλειές, οι οποίες υπό Κ.Σ. είναι αδύνατον ή εξαιρετικά χρονοβόρο/κοστοβόρο να ολοκληρωθούν.
Ο σωστός Βλαχοδήμαρχος, δεν θα δεχτεί χρήματα για τις υπηρεσίες του, αντιθέτως θα αρνηθεί σθεναρά οποιαδήποτε προσπάθεια άμεσης αποζημίωσης. Αντ' αυτού, ο εξυπηρετούμενος εντάσσεται στη «λίστα» γνωριμιών και κάποια στιγμή, μπορεί να κληθεί να εξυπηρετήσει με τη σειρά του, κάποιο αίτημα.

Στην κατηγορία των Βλαχοδήμαρχων, εντάσσονται επίσης και άτομα τα οποία λόγω της δημοσιότητας τους (π.χ. αθλητές, ηθοποιοί, τραγουδιάρηδες, κλπ.), απολαμβάνουν ταχύτερης, καλύτερης και αποτελεσματικότερης εξυπηρέτησης στην καθημερινή τους ζωή, ειδικά σε δημόσιες υπηρεσίες. Ομοίως, αλλά σε σαφώς μικρότερη κλίμακα, λειτουργεί και η «ιδιαίτερη πατρίδα» (π.χ. οι κύκλοι γνωριμιών που δημιουργούν οι Κρητικοί εκτός Κρήτης).

Παραδόξως, ο όρος δεν χρησιμοποιείται για τους «μεγάλους» πολιτικάντηδες (βουλευτές, υπουργούς), αλλά συχνά για τους «παρά τω» αυτούς (γραμματείς και παρατρεχάμενους), οι οποίοι ως γνωστόν, αποτελούν την πραγματική ραχοκοκαλιά αυτού που ονομάζουμε «κράτος».

Παρόλο που ο χαρακτηρισμός είναι σχετικά ειρωνικός λόγω του πρώτου συνθετικού, συνήθως χρησιμοποιείται ως εκδήλωση θαυμασμού ή αξιοσύνης του φέροντα τον τίτλο.

Παρόμοια έκφραση είναι και ο Γυφτοπρόξενος.

- Τι πράγμα είναι αυτός ο Κώστας;
- Γιατί τι έκανε;
- Δύο μήνες τραβιόμουνα στη Νομαρχία και την Πολεοδομία με κείνες τις άδειες και δεν έβγαζα άκρη. Το είπα στον Κώστα, έκανε μερικά τηλέφωνα, μου έδωσε δύο ονόματα και μέσα σε δύο ημέρες τα κανόνισα όλα.
- Αφού είναι μεγάλος Βλαχοδήμαρχος ρε συ...

(από Desperado, 29/12/08)Βλαχοδήμαρχος Δημητσάνας Αναστάσιος Βλάχος. Κύριο μέλημά του η αποδόμηση του έργου του προκατόχου του. (από Vrastaman, 29/12/08)(από MXΣ, 06/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λαίμαργος, αυτός που τρώει πολύ γρήγορα.

Άσε, χθες ήρθε επίσκεψη ο Λάκης ο χλαπαχλούπας και μου άδειασε το μισό ψυγείο! Όλη την ώρα ήθελε κάτι να τρώει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που δεν μπορεί να φτάσει σε οργασμό. Σχηματίζεται κατά τα θηλυκά ουσιαστικά νέας κοπής σε -κιά. Η ιδιότητα αυτή τεκμαίρεται απ' το γεγονός ότι δεν θέλει να κάνει σεξ μαζί μας, απολύτως, ή σχετικώς, δηλαδή όσο συχνά θα θέλαμε. Η υποκειμενική αυτή αίσθηση που μας αφήνει η εν λόγω γκόμενα συνήθως είναι ασφαλές κριτήριο για την ένταξή της στην αποτρόπαιη κατηγορία (ως λέξη σλανγκ εννοείται ότι μας απασχολεί μ' αυτήν την ευρεία έννοια κι όχι με την κυριολεκτική).

Αν δούμε στρουκτουραλιστικά την έννοια σε μια γκομενική συγχρονία, τότε έχουμε την πουτάνα που πάει με όλους, την καριόλα, που πάει με όλους εκτός από σένα, και την ανοργασμικιά, που είναι η τείνουσα προς την καριόλα, η would-be καριόλα, αυτή δηλαδή που υποψιαζόμαστε ότι είναι καριόλα, αλλά δεν την έχουμε ακόμη πιάσει επ' αυτοφώρω. Οπότε εν τω μεταξύ την τοποθετούμε στους αντίποδες της πουτάνας, ως αυτή που δεν πάει ούτε με άλλους, ούτε με εμένα, μέχρι να συμπέσει με την καριόλα.

Τον ορισμό και το φήλινγκ της ανοργασμικιάς τα έχει βγάλει με τρόπο κλασικό ο Μηλιώκας στο αρχετυπικό άσμα του, βλέπε παράδειγμα.

Σκύλα, δε θα σου τηλεφωνήσω
κι αν με πάρεις θα στο κλείσω, θα σου δείξω εγώ
Κάργια, έσκισα τα γράμματά σου
μάζεψα τα πράγματά σου, τέρμα ως εδώ

Γιατί είσαι άχαρη, είσαι αχάριστη
είσαι μονόχνωτη, κομπλεξικιά
Γιατί είσαι άγαρμπη, είσαι αναίσθητη
είσαι κρυόκωλη, και ανοργασμικιά και ανοργασμικιά

Κτήνος, δε μου φτάνει ένα μπουκάλι
με κατάντησες ρεμάλι κι αλκοολικό
Βούρλο, πρώτα θες να με φυτέψεις
κι ύστερα θα με πιστέψεις πόσο σ' αγαπώ.

Επωδός.

Το άσμα του Γιάννη Μηλιώκα, μετά το άσχετο σκετσάκι (από Hank, 30/12/08)Και εδώ χωρίς σκετσάκι. (από vikar, 18/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως χρησιμοποιείται ως «νάνος - νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια να!» Σημαίνει ότι παρόλο που κάποιος είναι κοντός και, ωσεκτουτού, όχι ιδιαίτερα δυνατός και άρα θα έπρεπε να «κάνει την κότα» σε καταστάσεις σύγκρουσης, αυτός δεν «μασάει» και αντιδρά επιθετικά. Το πρώτο μέρος της πρότασης μπορεί ν' αλλάξει κατά την περίσταση. π.χ. «Χαλβάς - χαλβάς, αλλά με...» ή «Μαλάκας - μαλάκας, αλλά με...».

Κοντός πελάτης σε πορτιέρη: - Τι θα γίνει ρε μεγάλε, μια ώρα είμαστε εδώ! Θα μπούμε καμιά φορά;
Πορτιέρης Α: - Γάμησέ μας ρε νάνε βραδυάτικα, που βιάζεσαι κιόλας...
Κοντός πελάτης: (ορμώντας)
- Τι είπες ρε αρχίδι μη σου γαμήσω...
(Αφού τελειώνει το συμβάν)
Άσχετος παρατηρητής σε άσχετο παρατηρητή: - Νάνος - νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια να...

O νάνος, έργο του Braccio di Bartolo. (από Khan, 15/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που ζει, αισθάνεται και αναπνέει αποκλειστικά για να μαζεύει συσκευές, χωρίς να ενδιαφέρεται στο ελάχιστο αν του είναι χρήσιμες ή όχι. Αποτελείται από την αγγλική λέξη gadget, που σημαίνει συσκευή και την κατάληξη -άκιας (κατά το πρεζάκιας, κοκάκιας, ροκάκιας κλπ). Δείχνει την αγάπη, έως και εμμονή κάποιου για την περισυλλογή χάι τεκ ματζαφλαριών, υπερσύγχρονων μαρκουτσιών και μοντέρνων μαραφετιών (βλ,μπλιμπλίκιτρον). Δεν είναι απαραίτητα αρνητικός χαρακτηρισμός, αλλά δεν κολακεύεσαι κιόλας αν σε πουν έτσι...

- Καλά Κώστα, τι να σου λέω κολλητέ... Βρήκα ένα απίστευτο ανακατευτήρι στη Σκουφά, το οποίο ταυτόχρονα είναι και ανοιχτήρι και ξεσκατιστήρι και άμα το βάλεις σε ξίδι μπαλσάμικο σου λέει και για το ζώδιό σου. Την προηγούμενη βδομάδα εν τω μεταξύ, πάω στη Θεσσαλονίκη και εκεί που τρώω μια απίστευτη μπουγάτσα με κεριά -μας είχε βγάλει ο Θύμιος για τα γενέθλιά του-, μπανίζω στη Τσιμισκή ένα κατάστημα με ηλεκτρονικά, μπαίνω μέσα και τι να δω;;; Ένα τζιπιές απίστευτο, μέχρι και για Μογγολία είχε χάρτες ρε, ας το πάρω λέω! Τώρα, θα μου πεις δεν έχεις αυτοκίνητο... Ποιος χέστηκε μωρ' τώρα!!! Α, και δε σου πα για το γιουεσμπί που αγόρασα και κρατάει ζεστό τον καφέ...
- Αγόρι μου, τι να σου πω... Είπαμε, είσαι γκατζετάκιας ρε πουλάκι μου, αλλά εσύ το 'χεις σκίσει το θέμα!!! Η μάνα σου τι λέει, που 'χεις γεμίσει το δωμάτιό σου με όλα αυτά τα καβλιτζέκια;;;
- Κοίτα, έπαθε ένα εμφραγματάκι όταν είδε και τα καινούρια και την πήγαμε στο νοσοκομείο, αλλά είχα βρει κι ένα άλλο απίστευτο τρανζιστοράκι για τους καρδιακούς που προστατεύει τις αρτηρίες ενώ παίζει μουσική, οπότε...
- Ε, δεν παίζεσαι ρε πούστη μου!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα εκατοντάδες συνώνυμα του πούστη, που μπορείς να βρεις στο slang.gr.

Ο όρος καθιερώθηκε από το αρχετυπικό τραγούδι του Κώστα Τουρνά, που το τραγουδούσε σε ντουέτο με τον Σταμάτη Κραουνάκη. (Βλέπε παράδειγμα).

Καθώς περιγράφει έναν Αιγυπτιώτη πούστη, πιστεύω ότι για την καθιέρωση του όρου συνέβαλε και η παράδοση που ξεκινά με τον Καβάφη. Το προφίλ του Αχιλλέα απ' το Κάιρο ως πούστη είναι: Ευαίσθητος έως μελό, περιθωριακός, ποιητική φλέβα, πουστρίγκος, γενικά συμπαθητικός τύπος και, μέσω της αιγυπτιώτικης παράδοσης μας, συνδέει με τις ρίζες του ελληνικού πουστρηλικιού, που χάνονται στα βάθη των αιώνων...

Είναι ο τύπος που εκτός από το να τρίζει την όπισθεν, επιπλέον: τον ανάβει τον φάρο, την αποχαιρετά την Αλεξάνδρεια, τους περιμένει τους βαρβάρους κ.ο.κ.

Ο Αχιλλέας απ' το Κάιρο
εδώ και χρόνια ζει στην Αθήνα
σ' ένα υπόγειο σκοτεινό
γωνιακό κάπου στην Σίνα

Μαζί του ζει κάποιος Μηνάς
γι' αυτούς τους δυο και τι δεν λένε
οι πιο σεμνοί της γειτονιάς
ξέρουν επίθετα που καίνε

Είναι κάτι παιδιά που δε γίνονται άντρες
και δε ζουν τη ζωή τη δικιά σου
είναι κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες
Θα μπορούσαν να είναι παιδιά σου

Ποτέ δε βγαίνουνε μαζί
κανείς δεν ξέρει πώς περνάνε
υπόγεια κάνουνε ζωή
κι όλοι οι αργόσχολοι ρωτάνε

Η κυρά Λέλα η Σμυρνιά
στην αμαρτία λέει βουλιάζουν
και διώχνει τα μικρά παιδιά
όταν στο υπόγειο πλησιάζουν

Είναι κάτι παιδιά που δε γίνονται άντρες
και δε ζουν τη ζωή τη δικιά σου
είναι κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες
Θα μπορούσαν να είναι παιδιά σου

Τα βράδια απ' έξω σαν περνάς
μια μουσική ακούς και γέλια
και στο υπόγειο αν κοιτάς
βλέπεις μια ολάνθιστη καμέλια

Ο Αχιλλέας απ' το Κάιρο
ας είναι χρόνια στην Αθήνα
η μάνα του δεν τον ξεχνά
κι ας είναι απ' τα παιδιά εκείνα...

...που είναι κάτι παιδιά που δε γίνονται άντρες
και δε ζουν τη ζωή τη δικιά σου
είναι κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες
Θα μπορούσαν να είναι παιδιά σου

(από Hank, 30/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified