Ο υπερβολικά παχύσαρκος, χρησιμοποιείται ρατσιστικά για κάποιον ο οποίος είναι υπέρβαρος, πολύ χοντρός, με άλλα λόγια ζυγίζει όσο και ένα βυτιοφόρο μεταφορικά.
Ο υπερβολικά παχύσαρκος, χρησιμοποιείται ρατσιστικά για κάποιον ο οποίος είναι υπέρβαρος, πολύ χοντρός, με άλλα λόγια ζυγίζει όσο και ένα βυτιοφόρο μεταφορικά.
Got a better definition? Add it!
Ο υπερθετικός του καραγκιόζη, ο τριμάλακας.
- Γιωργάκης ή Μπένυ;
- Τριμάλακας ή μεγαγκιόζης ε; Ιδού η απορία!
Got a better definition? Add it!
Επουστήθιος, (φίλος συνήθως), είναι ένα λογοπαίγνιο, αφού προκύπτει από την τροποποίηση της λέξης επιστήθιος, προσδίδοντας την εντελώς αντίθετη σημασία. Ο επουστήθιος, είναι ο άσπονδος φίλος, ο διπρόσωπος, εκείνος που προσποιείται την φιλία, ενώ μαχαιρώνει τον άλλο πισώπλατα. Χαρακτηριστική έκφραση: «μου 'παιξε πουστιά». Χρησιμοποιείται κυρίως μεταξύ ανδρών και συνοδεύεται από ειρωνικό τόνο. Συντίθενται από τις λέξεις: πούστης, φίλος (στην προκειμένη πούστης είναι ο διπρόσωπος).
Ωραίος φίλος είσαι μαλάκα... επουστήθιος με τα όλα σου. Μόλις είδες το γκομενάκι που γουστάρω, αμέσως να της την πέσεις.
Got a better definition? Add it!
Ο μαλακομουνόδουλος είναι μία σύνθετη λέξη, η οποία αποτελείται από τις επιμέρους: μαλάκας, μουνί, δούλος.
Σημασιολογικά αναφερόμαστε σε κάποιον ως μαλακομουνόδουλο, όταν τρέχει πίσω από κάποια γυναίκα λόγω σεξουαλικής στέρησης, η οποία όμως τον εμπαίζει διαρκώς, υποτιμώντας τον και μειώνοντας την αξιοπρέπειά του, χωρίς εκείνος να αντιδρά σε τίποτα από τα παραπάνω. Δηλαδή υποτάσσεται σε κάθε μορφή υποτίμησης από ανάγκη για σεξουαλική δραστηριότητα.
Συνήθως χρησιμοποιείται μεταξύ πολύ στενών φίλων ως συμβουλή, ότι δηλαδή κάποια γυναίκα κάνει ό,τι θέλει τον άντρα, ή πολύ προσβλητικά, ως βρισιά, προς μείωση του ανδρισμού κάποιου.
Ρε μαλακομουνόδουλε, αφού η γκόμενα σε έχει στο περίμενε, τι κάθεσαι και περιμένεις; Χέσ' την.
Got a better definition? Add it!
Ο δήθεν εμπειρογνώμονας που το παίζει γκουρού ενώ κατά βάση δεν ξέρει τ' αρχίδια του. Η φράση σημαίνει ως γνωστόν ο προτεστάντης ιερέας, μόνο που στην περίπτωσή μας αναφέρεται ειρωνικά.
- Ρε θα ανέβουμε στο Ολντ Τράφορντ κι αυτή τη φορά θα πάρουμε το διπλό σου λέω. Δεν είδες τι πλάγιους πήρε ο πρόεδρος εφέτο;
- Άσε ρε πάστορα που θα πάρεις και το διπλό. Όταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έπαιρνε ευρωπαϊκά εσείς στον Πειραιά πληρώνατε τους παίκτες με λεμονάδες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο αυταράς. Με πεταχτά αυτιά σα λαλάγγια, τηγανίτες. Το λέγαμε πιτσιρίκια, έχω πολλά χρόνια να το ακούσω.
- Πάμε να παίξουμε μπάλα με τον Γιάννη;
- Ποιον Γιάννη ρε, το λαλάγγα;
Got a better definition? Add it!
Ο καμένος μικρομπλογοτέχνης που ξημεροβραδιάζεται με το εξυπνόφωνο ανά χείρας τουιτάροντας δίχως αύριο. Πρόκειται για πρόσφατο φαινόμουνο, καθώς το πρώτο κελάηδισμα έβερ τοιουτίστηκε το 2006 εν είδει σουμουσού. Έκτοτε οι τουιτεράδες αυξήθηκαν και πλήθυναν εκθετικά και πλέον ευθύνονται για το τιττύβισμα και το τιττιττύβισμα (re-tweet) εκατομμυρίων πληροφοριώνε και παραπληροφοριώνε σε όλο τον γλόμπο σε πραγματικό χρόνο. Πέραν της ψώρας που τα διακρίνει, τα τσίου έχουν εξελιχθεί σε σημαντικό εργαλείο μάρκετινγκ, προπαγάνδας, δημοσίων σχέσεων αλλά και κοινωνικών εξεγέρσεων (βλ. αγανακτίστας, αραβικές ανοίξεις, Ιράν, Κίνα και δεν συμμαζεύεται).
Οι τουιτεράδες βρίσκονται στην μπούκα όχι μόνο απολυταρχικών καθεστώτων (π.χ. το 2010 η κινεζούλα τουιτερού Cheng Jianping καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα για κάποιο ατυχές της κρα) αλλά και δυτικοευρωπαϊκών τοιούτων (το 2011 ο David Cameron ως νέος Δημήτρης Μαρούδας απείλησε να μπλοκάρει το τιτιβιστήριο κατά την διάρκεια ταραχώνε).
Α, ας προβώ και στο αναμενόμενο νεοφιλελέ τσίγκλισμά μου (όχι Βράστα, μηηηηη!!!): η εταιρεία Twitter έχει περίπου 2.256 λιγότερους υπαλλήλους από την παλιά ΕΡΤ· #diedwste.
1. Κατηγορία απόλυτο αρσενικό, άντρας μετροσέξουαλ, γιάπης της κακιάς ώρας, Χρυσαυγίτης περιωπής, ψυχωτικός επαναστάτης, κομπλεξικός τουιτεράς, οι γελοίοι βρίσκονται λίγο-πολύ παντού και μουγκρίζουν περηφάνια. Η ποίηση είναι για τις αδερφές και η λογοτεχνία για τους φλώρους. Μην εμπιστεύεστε τις λέξεις. Δεν σημαίνουν.
2. Όταν ένας τουιτεράς φιλοσοφεί, το άγαλμα του Αριστοτέλη παραγγέλνει φρέντο με μαύρη ζάχαρη και ανοίγει το φβ για να παίξει κάντι κρας.
3. Φανατικός «τουιτεράς» ο 19χρονος τρομοκράτης
4. Σημερα έφυγε ένας φίλος τουιτερας, μια αγνη ψυχη..
Got a better definition? Add it!
Ένας ακόμα όρος που προέρχεται από την μήτρα του ΕΛληνισμού, Σπάρτη. Αναδεξιμιός/ά, ίσον βαφτιστήρι. Προέρχεται από τον επίσημο θρησκευτικό όρο που περιγράφει την (έκπτωτη σήμερα, από δογματικής απόψεως) ιδιότητα του Νονού, «ανάδοχος».
«Είναι ανάγκη να εξετάσουμε τις πτυχές του θέματος αυτού, διότι, δυστυχώς, αρκετοί είναι οι Χριστιανοί που αναλαμβάνουν την ευθύνη του να γίνουν ανάδοχοι (νονοί), χωρίς να γνωρίζουν τις σοβαρές υποχρεώσεις και ευθύνες που συνεπάγεται η πράξη τους αυτή, νομίζοντας ότι το να βαπτίσει κανείς ένα παιδί ή έναν μεγάλο άνθρωπο, αυτό δεν είναι παρά μια κοινωνική εκδήλωση, που σκοπό έχει να συνδέσει περισσότερο φιλικά τις οικογένειες και τους ανθρώπους. Πιστεύουν δηλ. ότι το μυστήριo του βαπτίσματος και το να γίνει κανείς νονός, είναι απλά μια κοινωνική εκδήλωση.»
(από: http://www.oodegr.com/)
Η αναδεξιμιά μου πήγε να αποφύγει μια λούμπα, αλλά τελικά έπεσε σε έναν ρεύτη.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η μούτα είναι η άσχημη, έως πολύ άσχημη, γυναίκα. Προέρχεται από την αρβανίτικη λέξη μούτι, η οποία στη νεοελληνική σημαίνει σκατά.
Η αναφορά γίνεται κυρίως για το πρόσωπο, αλλά πολλές φορές είναι το συνολικό αποτέλεσμα που θα σε κάνει να καλέσεις μία γυναίκα μούτα.
- Τι έγινε τελικά με αυτή που μιλούσατε στο facebook; Καλή; - Μούτα ρε φίλε, άστα να πάνε... Δε βλέπεται η γκόμενα...
- Δε σου γνώρισε η αδερφή σου ρε καμιά φίλη της; - Τι να μου γνωρίσει μωρέ; Όλο με κάτι μούτες κάνει παρέα.
- Μόλις περάσουμε από δίπλα, τσέκαρε αυτές που κάθονται δίπλα στο παράθυρο... - Προχωράτε! Μούτες και οι τρεις...!
Got a better definition? Add it!
Όρος που γεννήθηκε στα πλακόστρωτα της Κομοτηνής, όπου ο σχολιασμός των γυναικών είναι πρόσφορη ασχολία αναψυχής ανάμεσα στον αρσενικό πληθυσμό, δεδομένου του υπερβολικά μεγάλου υλικού προς συζήτηση και σύγκριση.
Η σύνθετη λέξη περιγράφει τον παραγοντίσκο φοιτητή Νομικής που κρατά στο μυαλό του αρχείο για όλες τις κοπέλες που περιφέρονται στον δακτύλιο Azzuro-Mocca-Theatro-Lobby-Ηχοδρόμιο και ξέρει τα πάντα για αυτές, ενώ σε μεγάλα φόρτε φιδεμπορίας, θα παρουσιάσει εκ παραδρομής και κάποιες περιπέτειες φορτωτικής με μερικές εξ αυτών. Τα συνθετικά του όρου αντανακλούν την άρρωστη εμμονή του να ασχολείται με την αρχειοθέτηση / συγκερασμό δεσποινίδων, αντί να διαβάζει Ατομικό Εργατικό καθώς και να φλομώνει την φραπεδοπαρέα με ιστορίες που κανείς δεν πιστεύει.
Νίκος: Ποια είναι η κωλάρα στο ποδήλατο;
Πάνος: Πού; Δεν βλέπω καν.
Άλεξ: Η Κατερίνα, από Σάμο, Κοινωνική Διοίκηση, χρωστά τέσσερα μαθήματα για το πτυχίο, συχνάζει Square, την πετυχαίνω κάθε πρωί να βγάζει το Ντάσχουντ της, ονόματι Λουκ, βόλτα, μένει πίσω από το Σπαθί και στο τελευταίο μπιτς πάρτυ φασωθήκαμε πίσω από την ανθισμένη την αμυγδαλιά.
Νίκος & Πάνος (με μια φωνή): Ίσα ρε καγκεμπήχτη!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified