Further tags

Οι κλώσσες γενικά μιλάνε πολύ για μαλακίες που δεν αφορούν κανέναν, κάνουν θόρυβο, ρωτάνε αδιάκριτες λεπτομέρειες για τα πάντα, έχουν «φίλες» με τις οποίες συνήθως κινούνται μαζί σε διάφορα σημεία όπως καφετέριες, πολυκαταστήματα κλπ, τους ενδιαφέρουν οι άντρες ως μέσο επίδειξης στις «φίλες», θείες, γιαγιάδες τους, καθώς και ως χρηματοδότες, κόλακες και ταξιτζήδες τους, και οι προτεραιότητές τους ειναι γενικά πώς θα φανούν στους «άλλους», τι θα φορέσουν, πού (θα πουν ότι) πήγαν διακοπές και πώς θα ανελιχθούν με τον μικρότερο δυνατό εγκεφαλικό(;) κόπο. Κατά τα άλλα δεν έχουν πραγματικά ενδιαφέροντα, είναι δήθεν υποτακτικές στους άντρες τους, με τους οποίους ασχολούνται διαρκώς επειδή αρέσκονται κατά βάθος να τους ελέγχουν και λατρεύουν να οδηγούν τζιπ.

Κλασική κλώσα ρε γαμώτο η Κατερίνα, αφού μας τα 'πρηξε μια ώρα με τις διακοπές που την πήγε ο γκόμενός της, άρχισε να μας λέει ότι τα καινούργια γυαλιά της κολλητής της είναι μαϊμού, δεν αντέχει που της την πέφτει ο προϊστάμενός της και πόσο κιτς ήταν ο γάμος της ξαφέλφης της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η νεοκατίνα είναι μια νεωτερική εκδοχή της κατίνας. Η διαφορές τους εντοπίζονται τόσο στο μορφωτικό επίπεδο και την εμφάνιση όσο και στον τρόπο έκφρασης της κατινιάς.

Χαρακτήρας : η νεοκατίνα είναι ένας άνθρωπος που'χει «κληρονομήσει» όλες τις υπόγειες μεθόδους ελέγχου ενός άνδρα. Μπορεί να είναι από εύθραυστη και ευγενική έως -επιφανειακά- δυναμική και ναζιάρα, το χαρακτηριστικό της, όμως, είναι ότι πάντα πράττει με βάσει ένα σχέδιο που βασίζεται στη λογική «καρότο και μαστίγιο». Όταν, λοιπόν, κάνει τις κατινιές φροντίζει να είναι πάντα κεκαλυμμένες υπό τον μανδύα του «ειλικρινούς προβληματισμού», της στεναχώριας ή της δήθεν αδιαφορίας. Είναι σταθερή και πεισματάρα στα θέλω της αλλά πάντα βρίσκει έναν έμμεσο τρόπο να τα εκφράσει. Σε οποιονδήποτε τσακωμό με άντρα η νεοκατίνα θα βγει νικήτρια. Έχει το μαγικό ραβδάκι και τον φέρνει με τα νερά της, τις περισσότερες φορές, δε, καταφέρνει να τον κάνει να πιστεύει ότι φταίει αυτός (για το οτιδήποτε, ακόμη και για πράγματα άσχετα με την κουβέντα) ξέρει πως να του δημιουργεί απίστευτες ενοχές όπως η σεναριογκόμενα. Προσοχή, η νεοκατίνα δεν θα το τραβήξει ποτέ τόσο ώστε να γυρίσει κάποια στιγμή ο άντρας να της πει «είσαι τρελή». Αποφευγει να συναναστρέφεται άλλες γυναίκες πλην των κολλητών της. Αποφεύγει επίσης τον καυγά με άλλες γυναίκες. Αν, όμως, δε μπορέσει να το αποφύγει τότε φαίνεται το πραγματικό της πρόσωπο. Δεν θέλει ο άνδρας της να έχει γυναίκες φίλες, δεν θα του το εκφράσει ποτέ όμως ανοιχτά, αντιθέτως θα δουλεύει αργά και σταθερά προς αυτή την κατεύθυνση (μέσα στα πλαίσια αυτού του σχεδίου, αρχικά θα δηλώνει απερίφραστα ότι τις συμπαθεί και θα επιχειρεί κολλητηλίκια, πάντα βέβαια στη λογική «έχε τους φίλους σου κοντά και τους εχθρούς σου κοντύτερα»).

Εμφανισιακά : η νεοκατίνα δίνει την εντύπωση ούτε όμορφης ούτε άσχημης γυναίκας/κοπέλας, είναι αυτό που λέμε προσεγμένη. Σχεδόν πάντα μικροκαμωμένη (όχι απαραιτήτως κοντούλα αλλά με σώμα που έχει την παιδική ουδετερότητα, όχι ιδιαίτερες καμπύλες κλπ). Έχει ένα hint αυστηρότητας στο πρόσωπο που δε μπορεί να αποδοθεί σε συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, γιατί οφείλεται στο ιδιαίτερο χαμόγελο και βλέμμα όπου αποτυπώνεται το γεγονός ότι για κάθε τι που λέει, υπάρχει από πίσω μία δεύτερη σκέψη ή ένα σχέδιο. Όταν μπει σε ένα δωμάτιο με αγνώστους δεν προσελκύει τα βλέμματα (πλην των αντρών που είναι επιρρεπείς στην κρυφή γοητεία της νεοκατίνας, νούμερο ένα θύμα της ο παντοφλάκιας) και αρχικά δίνει σχεδόν πάντα την αίσθηση ατόμου χαμηλών τόνων. Για τις υπόλοιπες γυναίκες οταν την πρωτοσυναντάνε τους δίνει την αντιφατική αίσθηση από τη μία ενός ατόμου άχρωμου και άοσμου (χωρίς προσωπικότητα) και από την άλλη του μεγαλύτερού τους ανταγωνιστή. Ο υπόλοιπος γυναικείος πληθυσμός συνήθως την χαρακτηρίζει ξινή, «γυναικούλα» ή «δεύτερη γκόμενα».

Καταγωγή: οι γονείς της νεοκατίνας συνήθως έχουν στερεοτυπικούς ρόλους. Ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου ή εργασιακής κατάστασης, ο πατέρας θα είναι το αρσενικό που θα φροντίζει την επαγγελματική του ολοκλήρωση ενώ η μητέρα θα ασχολείται κυρίως με το σπίτι και τα παιδιά (ενδεχομένως να μη δουλεύει κιόλας).

Μορφωτικό επίπεδο: η νεοκατίνα είναι μία γυναίκα του καιρού της και διατρέχει όλα τα κοινωνικά στρώματα, συνήθως, όμως, πια έχει γνώσεις Πανεπιστημιακού επιπέδου.

Ενδιαφέροντα: καφές με φίλες κι ενδεχομένως κάποιο τρέντυ είδος γυμναστικής ή χορού (πχ pilates ή swing). Για τις λίγο πιο παραδοσιακές ίσως μαγειρική και δουλειές του σπιτιού.

Πως να τις αναγνωρίζετε: μεγάλες κατηγορίες αντρών είναι τυφλοί στο φαινόμενο της νεοκατίνας. Οι γυναίκες τις αναγνωρίζουν από το χαρακτηριστικό ρίγος που διατρέχει το σώμα στη σκέψη της νεοκατίνας. Τέλος, αν έχει κατοικίδιο είστε τυχεροί, διότι αυτό θα έχει αποβάλλει κάθε νεωτερικότητα και θα έχει καθαρά κατινίστικο χαρακτήρα (κοιτάξτε για μόνιμη γκρίνια σε βαθμό μίρλας, υπεροψία και καμιά φορά ανεξήγητη επιθετικότητα).

- Ρε συ χτες νομίζω τσακώθηκα με τη Μαρία αλλά δεν είμαι σίγουρος. Ξεκίνησε να μου λέει έναν προβληματισμό της για την γκόμενα του Κώστα και δεν ξέρω πως, αλλά καταλήξαμε ότι δεν τη νοιάζομαι αρκετά, ότι δεν περνάω αρκετό χρόνο μαζί της για να την καταλαβαίνω και άλλα τέτοια. Δεν έχω καταλάβει τι έχω κάνει λάθος αλλά νιώθω σκατά. Και μέσα σ' όλ' αυτά πρέπει να βρω το κουράγιο να μιλήσω και στον Κώστα για τη γκόμενά του... Σ'αυτό είχε δίκιο η Μαρία, τα είχα αναγνωρίσει από μόνος μου τα σημάδια από την αρχή, αλλά δεν ήθελα να το παραδεχτώ.
- Μαλάκα ξεκόλλα! Η τύπισσα είναι νεοκατίνα, σε κάνει ό,τι θέλει, σε κάνει να πιστεύεις ό,τι θέλει και πάντα φταις στο τέλος. Σταμάτα να είσαι παντοφλάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για φυλές φίλων τση χιπχόπ, άκα χιπχοπάκια.

Η αποδελτίωση των φυλώνε είναι πέρα από τους σκοπούς του ορισμού αυτούνου, ωσεκτουτού περιοριζόμεθα στα απολύτως βασικά: οι χιπχοπάδες είναι συμπαθείς κατά τα λοιπά μαδαφάκες που όταν δεν ακούν ή / και χώνουν ρίμες, κάνουν γκράφιτι και μπρέικντανς. Η ενδυματολογικές τους επιλογές ξεκινάνε από διακριτικό γκαντζ και καταλήγουν στο λουκ του Ali G και τα αγαπημένα τους επιφώνημα είναι γιο! και ρησπέκτ!

Disclaimer: στην Ελλάδα υπάρχουν πάμπολλες φυλές χιπχοπάδων, γουαναμπήδων και μη. Χάριν οικονομίας, θα αρκεστώ στο τσουβάλιασμα δυο μεγάλων σκηνών, οι οποίες σιχαίνονται αλλήλους:

  • Οι Διονυσιακοί: ραπερόνια ελαφρών βαρών που δεν παίρνουν τον εαυτό τους και πολύ στα σοβαρά με αποτέλεσμα να κατηγορούνται από άλλες φυλές για μεϊνστριμίλα. Πιονέροι της σκηνής τα χαβαλεδιάρικα ΗΜΙΖ, που εξακολουθούν να πραγματεύονται και τα πιο «σοβαρά» θέματα λολαδερώ τω τρόπω. Έτεροι εταίροι οι Goin' Through, οι Stavento, ο Υποχθόνιος.
  • Οι Απολλώνιοι: οργισμένοι βαρυψώληδες σταυροφόροι κατά πάσης κοινωνικής αδικίας που παίρνουν τον εαυτό πάρα πολύ στα σοβαρά. Στέκι τους το www.hiphop.gr. Μια σημαντική συνομοταξία αποκηρύσσει την χιπχόπ μετά βδελυγμίας δίκην εναλλακτικίλας και αυτοπροσδιορίζεται λοουμπαπάδες. Προεξέχων ο B.D. Foxmoor των Active Burger. Βλ. επίσης Totem, Βαβυλώνα, Non Grata, Βrigade αλλά και την πα μαλ, πα μαλ Sadahzinia.

Η μόνη αφορμή που προκάλεσε σχεδόν όλες οι φυλές των χιπχοπάδων να συνευρεθούν ειρηνικάήταν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ίσως απειδή ο ακομπλεξάριστος Killah P υποδήλωνε στοιχεία κι από τα δύο ρεύματα (συγκρίνατε την Κρίση και το Ρούμι Τεκίλα με τα Εκτός Ελέγχου και [Σιγά μη Κλάψω](Σιγά μην κλάψω)).

Τέλος, λίγα λόγια για την ετυμολογία του όρου. Ο χιπχοπάς, όπως και τα συναφή χιπστεράς, χίπης, χιπ, καθώς και η ζητωκραυγή χιπ, χιπ, ουρά! (και ταλιμπάν) είναι εκ του «hep», παμπάλαιας σλανγκιάς για ψαγμένα άτομα (βλ. εδώ). Πρώιμο παράγωγο από τον χώρο τση τζαζ: hepcat.

Οι θεωρίες διίστανται για την πρωθύστερη προέλευση του hep:

Διαλέγετε και παίρνετε.

1.
- Στα Δυτικά οι Χιπχοπάδες Συζητούν για τον Σεξισμό Μέσα μας. Μια ανοιχτή συζήτηση με αφορμή το στίχο που δίχασε τον κόσμο στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ.

2.
-Συνέντευξη τύπου Χιπχοπάδων για τον δολοφονηθέντα Killah P (Βίντεο) - #KillahP

3.
- Η συντριπτική πλειονότητα των χιπχοπάδων έχει i.q. μικρότερο του μέσου.
1)Αδυνατούν να διαβάσουν ένα κείμενο πάνω από 5 γραμμές
2)Αδυνατούν να συνθέσουν ένα κείμενο πάνω από 2 γραμμές.
3)Το λεξιλόγιό τους περιορίζεται σε 100 λέξεις.
4)Μιλάνε για πράγματα που δεν ξέρουν και έχουν και φανατική άποψη κιόλας

4.
- Λοιπον, οπως εχω ηδη πει, πιστευω οτι ενα σοβαρο πληγμα για την ελληνικη χιπ χοπ σκηνη ηταν (και δυστυχως ειναι) ο διχασμος του κοινου σε «χιπχοπαδες» και «λοουμπαπαδες». Προσωπικα δεν βαζω ταμπελες στην μουσικη, δηλαδη ακουω οτι μ αρεσει, αλλα προτυμω ο καλλιτεχνης που ακουω να ειναι παραδειγμα προς μιμηση σε μενα.

(από Khan, 10/07/14)Μεταξύ των διονυσιακών στιγμών μπορεί να συγκαταλεγεί και η πανούσειος στροφή του πρώην λοουμπαπά Νικήτα Κλιντ. (από Khan, 15/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος, συνήθως σαν βρισιά, σπανιότερα και χωρίς υβριστική διάθεση. Συχνά δηλώνει νεαρό ομοφυλόφιλο με ένα κεχαριτωμένο ζενεσεκουά, αλλά γενικά διατηρεί τον μειωτικό του χαρακτήρα.

Στα κομμέ λέγεται στράκι και στα ποδανά στρακιπού. Συνώνυμα: πουστάκι, στάκι, στακιπού, πουστρίδι και ο πουστρίγκος.

  1. Ήμουνα γύρω στα 17 και μόλις είχα πρωτοξεκινήσει στη Συγγρού. Τρελοτραβεστούλα με όλο το θράσος της ηλικίας μου, όλα τα προβλήματα μου φαίνονταν ασήμαντα. Ο κόσμος των τρανς ήτανε πολύ μικρός τότε, πιάτσα, αστυνομία και τσόλια, ούτε η λέξη τραβεστί δεν ήτανε γνωστή, «φούστα-μπλούζα» λέγαμε ή «ντύθηκε». Έμενα σε ένα στενάκι κοντά στο Φιξ, πω πω αγόρια που πέρασαν από το σπίτι! Εκεί κοντά λοιπόν σε μια γραφική ταβέρνα «ο Γέρος του Μοριά», έβλεπα την Σαπφώ, έτρωγε συνήθως μόνη της, καθότανε λίγο και μετά έφευγε. Οι τρανς περνούσαμε και την χαιρετούσαμε «τι κάνετε κυρία Νοταρά μας, πως είσαστε;» κι εκείνη πάντα χαμογελούσε. [...] Μετά από χρόνια είχα ένα φίλο τον Αντωνάκη, χαριτωμένο κουλτουριάρικο πουστράκι, είχαμε γνωριστεί στο ΑΚΟΕ, εκεί στην οδό Ζαλόγγου στα Εξάρχεια. Δίπλα από το ΑΚΟΕ ήταν ένα καφενεδάκι, εκεί μια μέρα τον συνάντησα μαζί με την Σαπφώ, που ήτανε φίλοι και με προσκάλεσαν να καθίσω μαζί τους «έλα να πιούμε ένα τσαγάκι». Ο Αντωνάκης έφυγε ξαφνικά, πολύ μικρός, απ΄τη ζωή. (Από το Trans-late Paola- Συναντήσεις με την Σαπφώ Νοταρά).

  2. - Πώς καψούρευες τα αγόρια Πάολα; - Ξέρεις τι πιστεύω; Δεν νομίζω πως τελικά γουστάρανε το σεξουαλικό μου φύλο αλλά το κοινωνικό μου. Τον μύθο της τρανς Πάολας. Είχα κάτι άλλο ρε παιδί μου εγώ από μικρή. Είχα έναν τσαμπουκά και μια ανεξαρτησία που τους άρεσε. Επίσης εγώ δεν ήμουν και δεν ξεκίνησα σαν πουστράκι αλλά σαν κορίτσι, σαν γυναίκα. Δεν ήμουν μίζερη και στη μέση. Ήμουν από την αρχή ξεκάθαρη και ντόμπρα. Βγήκα και είπα αυτό είμαι. Δεν το έπαιξα και έτσι και αλλιώς. Τότε υπήρχαν αυτές που θα τις βαράγανε και αυτές που θα τις γαμάγανε. Εγώ ήθελα και ήμουν από την αρχή στις δεύτερες. (Η Πάολα περί έρωτος).

  3. «Ψιτ! Ψιτ! Πουστράκι! Πουστράκι, τελειώνετε κατάλαβες; Τελειώνουν τα πουστράκια» (Από το σεξιστικό παραλήρημα του βουλευτή της Χρυσής Αυγής Ηλία Παναγιώταρου έξω από το θέατρο Χυτήριο τον Οκτώβριο του 2012).

Προσφιλές στην ιδιόλεκτο του ραπερά Alitiz. (από Khan, 10/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική σλανγκιά για παίκτες ή ομάδες που βρίσκονται σε φόρμα.

Για να μην ταυτολογώ, σπάω και τα ξαναρίχνω: οι φορμαρισμένοι παίκτες και οι φορμαρισμένες ομάδες παίζουν σρο μάξιμουμ των επιδόσεων τους. Αυτό τεκμηριώνεται και στατιστικά, ανατρέχοντας στους αριθμούς τους. Αφορμάριστοι αντίστοιχα είναι όσοι παίζουν πολύ κάτω από τις μέσες επιδόσεις τους (βλ. Γ.Τ.Π.).

Αγγλικανιστί: in form.

1.
Ξεκάθαρα, ο Γκάρεθ Μπέιλ είναι ο πιο φορμαρισμένος παίκτης στον κόσμο. Γιατί βάζει γκολάρες, γιατί χαρίζει νίκες, γιατί ευρωπαϊκοί σύλλογοι «σφάζονται» στα πόδια του και γιατί το λένε οι αριθμοί!

2.
Ο Έλληνας grinder είναι ίσως ο πιο φορμαρισμένος παίκτης αυτή τη στιγμή στη χώρα και τα αποτελέσματα του το αποδεικνύουν.

3.
Ως την πιο φορμαρισμένη ομάδα αυτή την περίοδο χαρακτήρισε τον ΠΑΟΚ ο Ανδρέας Παντζιαράς μιλώντας στην κάμερα του novasports.

4.
Φλεβαράκης: «Μεγάλη και φορμαρισμένη ομάδα ο Άρης»

Μεταφορά στην εξωποδοσφαιρική ζωή. (από Khan, 07/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες τσάκα-τσούκας:

  • Τα ξηροκαρπίδια: ονοματοποιία κυρίως του πασατέμπου και του ηλιόσπορου, λόγω του κριτς-κριτς που παράγεται όταν δαγκώνουμε τα τσόφλια,
  • Διάφοροι εκνευριστικοί θόρυβοι: πιχί ανθρώπινη φασαρία ή μπλιμπλικώδεις ήχοι που μας προειδοποιούν ότι σωμ θυρών,
  • Παρατσούκλια γραφικών χαρακτήρωνε: του θρυλικού πλανόδιου πωλητή πασατέμπο (R.I.P.) που όργωνε την Ομόνοια και τα Εξάρχεια, και του τιτανοτεράστιου Βλάση Τσάκα.

1.
Τσιπς, κωκ, σάμαλι και τσάκα - τσούκα

2.
Λίγο ησυχία ρε παιδιά. Τσάκα, τσούκα, τσάκα, τσούκα

3.
Αν σου κάνει τσάκα τσούκα λόγω βυσμάτων, σκέψου να οδηγήσεις τον ένα ενισχυτή απευθείας από το άλλο σετ RCA του μίκτη, αυτό που είναι για την ηχογράφηση.....

4.
Vrastaman:
- Άλλη θρυλική φιγούρα της Αθήνας, ο Τσάκα-Τσούκας που πουλούσε ξηρούς καρποί στην Ομόνοια.
betatzis:
- Νομίζω είχε ταμπέλα ο βασανιάρης τσάκα τσούκας

5.
Θυμάμαι επί πάρα πολλά χρόνια, και μέχρι σχετικά πρόσφατα, έναν όλο και πιο ηλικιωμένο κύριο (θα πρέπει να πέθανε δουλεύοντας) να παίρνει σβάρνα όλα τα καφενεία και τα μπαράκια στα Εξάρχεια πουλώντας ξηρούς καρπούς, μ' ένα τρίκυκλο όπου έγραφε «Ο Τσακατσούκας - Πάω αργά γιατί βιάζομαι».

6.
Η ιστορία του «τσάκα τσούκα» μόνο γέλιο μπορεί να μας προκαλέσει. Ένας δήθεν εκπρόσωπος που ούτε το όνομα αυτού που εκπροσωπεί δεν ξέρει καλά καλά, ένας άνθρωπος που κοροϊδεύει τον κόσμο του Παναθηναϊκού, λέγοντας ότι ο «πρίγκιψ» είναι δήθεν οπαδός της ομάδας και μάλιστα ανησυχεί και για τους τραυματίες από τα επεισόδια και φυσικά δεν χρειάζεται να αναφέρουμε και στις πολλές αντιφάσεις στις οποίες έχει πέσει ο δήθεν εκπρόσωπος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα πρόσωπο του οποίου η παρουσία το μόνο που φέρνει είναι γκίνια. Το πρόσωπο αυτό αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη καχυποψία από τον περίγυρο του ιδίως από θαμώνες των προπατζίδικων, του ιπποδρόμου και άλλων ναών της τύχης. Η εξωτερική εμφάνιση αυτού του ατόμου χαρακτηρίζεται από κακομοιριά και μιζέρια.

Συνώνυμα: γρουσούζης, γκαντέμης

-Παίζω Νάπολι-Γιουβέντους άσσο και νικάμε 3-1 και με παίρνει τηλέφωνο ο Χρήστος η μαύρη κάλτσα και τρώμε δίγκολο και πάει 3-3! Αν τον κάνω ένα με το τοίχο φταίω εγώ μετά;
-Δε φταις εσύ Σταύρο μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψυχάκιας, ψυχάκι. Το αψυχολόγητο άτομο το οποίο θα επιτελέσει την αψυχολόγητη πράξη σε ανύποπτη στιγμή. Γενικότερα ο ασταθής ψυχολογικά άνθρωπος που βρίσκεται στα όρια της τρέλας.

-Πω μαλάκα η Βάσω το χει χάσει τελείως!
-Τι έγινε;
- Είπε ότι έχει πλαστό λογαριασμό στο facebook και κάθεται και βρίζει τις γκόμενες στις φωτογραφίες από τα club.
-Στο πα ότι είναι ψυχαντήρι η μαστόρισα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι κολλητός με μία γκόμενα, δεν είναι γκέι και προφανώς επιδιώκει να καρπωθεί σεξουαλικώς την όλη σχέση, αλλά ανεπιτυχώς. Φυσικά, η γκόμενα έχει τον κύριο λόγο για το τί θα κάνει το «παρεάκι» και καταλήγει να της κάνει όλα τα χατίρια, να συμμετέχει σε γκομενοσυζητήσεις, ενίοτε να την βοηθά στα αισθηματικά της προβλήματα και επομένως να ζει σαν γκόμενα, με μια μικρή, βεβαίως, βιολογική διαφορά.

-Μεγάλε, ωραίο το γκομενάκι απέναντι, αλλά είναι με ένα τυπά.
-Όχι ρε μη μασάς, τον ξέρω αυτόν, φιλενάδα με πούτσο είναι. Χώσου εσύ.

(από Khan, 10/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τελευταίος, ειδικότερα με την έννοια του τελειωμένου. Χρησιμοποιείται αποδοκιμαστικά για άτομα τα οποία παρουσιάζουν δυσθυμία ή απροθυμία να πράξουν οτιδήποτε αξιόλογο λόγω εξάντλησης των ορίων στην εκάστοτε περίπτωση.

Λέγεται ότι η συγκεκριμένη λέξη ανήκει παραδοσιακά στην Πειραιώτικη διάλεκτο.

- Που είναι ο Μιχάλης;
- Δεν ήρθε, σάπισε σπίτι πίνοντας όλη μέρα και χαζεύοντας στο ίντερνετ.
- Πω ρε, τον τελέπα!

(από nikos_dee, 19/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified