Further tags

Η νέας κοπής έκφραση, η οποία χρησιμοποιείται πια παρα πολύ, το γιατί τόσο πολύ δε με ξεπερνάει, βλ. παρακάτω. Όταν κάτι "με ξεπερνάει" σημαίνει ότι δεν ξέρω για ποιο λόγο γίνεται κάτι, ότι μου είναι ακατανόητο, και κατ' επέκταση (αλλά τι επέκταση! βλ. παρακατώ) ότι το θεωρώ πολύ αντιφατικό, παράλογο, εξωφρενικό και ακραίο (γιατί ακριβώς ακραίο θεωρούμε αυτό το οποίο δε βγάζει για μας νόημα). Ο υπαρξισμός ή υπαρξυσμός των φτωχών, θα έλεγα. Συνήθως θεωρείται, βεβαίως, in this country παράλογο αυτό το οποίο κάνει κανείς αν και αντιβαίνει στα στενά ατομικά και υπολογιστικά του συμφέροντα με την ευρεία έννοια. Είναι μεταφραστικό δάνειο (απορία: έτσι λέγεται αυτό ακόμα κι όταν το κάνουν μη μεταφραστές;) από τα αγγλικά, γιατί εισήχθη προκειμένου να αποδόσει το αμερκάνκο is beyond me, βλ. το λήμμα στο urban: beyond me. Στο ευρύ φάσμα των ςτφ, τι στον πούτσο;, τι λες τώρα! κ.λπ. και άλλων που δηλώνουν έκπληξη-αποδοκιμασία. Επίσης στο ευρύ φάσμα των φράσεων, όπως των περιφράσεων με το βγάζω, οι οποίες δηλώνουν την ερμηνεία μας (ή την αδυναμία μας για ερμηνεία) ενώπιον στάσεων και συμπεριφορών στο κοινωνικό πεδίο.

Η φράση μου βγάζει μια χιπστερ-ίλα και είναι όντως σύμπτωμα χιπυστερικόν και απ' αυτό που ονομάτισε πολιτικά μη ορθά κάποιος εδώ στο σλανγκ πουστρομανιέρα (ένα είδος gay διαλέκτου της σοούμπιζ που διαχέεται προς τα κάτω λόγω προβολής και επιρροής).

Εδώ είναι το παρακάτω: Με τη γενίκευση της χρήσης της, έγινε φανερό ότι ανακλά μια συντηρητική, κομφορμιστική, κλειστή και εγωιστική στάση απέναντι στον άλλο. Όταν διαρκώς μας ξεπερνάει κάτι που κάνει ή είναι ο άλλος, αυτό δε σημαίνει πια ότι δεν το κατανοούμε, όπως ήταν αρχικά το νόημα της φράσης, αλλά ότι παραιτούμαστε από το να το κατανοήσουμε, και ο λόγος είναι ότι ό άλλος δε μας ενδιαφέρει πια, δε δίνουμε δεκάρα τσακιστή, όταν παρεκκλίνει από την κοινωνική νόρμα και κανονι(στι)κότητα των καθημερινών ηθικών, πολιτικών, αισθητικών κλπ. επιλογών.

Λέγοντας ότι μας ξεπερνάει κάποιος για κάτι που κάνει, κατά κάποιο τρόπο τον σφάζουμε με το μπαμπάκι, γιατί η έκφραση εκ πρώτης φαίνεται να εκθειάζει/"δοξάζει" τον άλλο για την διαφορά του και να έχει μια "αυτοταπεινωτική" διάθεση (με ξεπερνάει = υπερβαίνει τις δικές μου φτωχές ικανότητες κατανόησης και τον υπαρξιακό/φαινομενολογικό μου ορίζοντα). Στην πραγματικότητα, όμως, μια πραγματικότητα που περίπου ο καθένας νιώθει σαν ένας μικρός οpinion leader...

(αρχή μεγαλούτσικης παρένθεσης -> opinion leader: αυτός ο όρος φαίνεται να σημαίνει αυτόν ο οποίος στα κουτσομπολίστικα πάνελ εκφράζει όχι τη γνώμη του, αλλά μερίδα της κοινής - υποτίθεται - γνώμης, με άλλα λόγια επιβεβαιώνει, επιστρέφει και επιρρώνει στη συντριπτική πλειοψηφία το κοινό περί νόρμας αίσθημα ή τις φαντασιακές μας κοινότητες, δηλαδή, συνήθως ότι ποταποτερότατον - βλ. και σχολιάκι μου εδώ για τις "γνωματζίδικες γνώμες" και τη θέση τους στο σλανγκ.τζιαρ. Το opinion leader ακούγεται μάλλον πιο δημοκρατικό από τον προκάτοχό του, το opinion maker - τέλος μεγαλούτσικης παρένθεσης)

...όταν λέμε ότι κάποιος/κάτι μας ξεπερνάει, τον διαολοστέλνουμε συνοπτικώς και άτεγκτα (βλ. και το άλλο αμερκάνκο: I have no time for this shit). Δηλαδή, γίνεται διαρκώς αυτή η αντιστροφή: κάτι με ξεπερνάει επειδή είναι ακραίο - > κάτι είναι ακραίο επειδή με ξεπερνάει. Έτσι, όμως, ομορφόπαιδα, πετσοκόβεται σιγά σιγά μέσα από τους κοινωνιογλωσσικούς αυτοματισμούς το humanum, η κοινή μας ανθρωπινότητα, η οποία μας επιτρέπει σε κάθε περίπτωση να λέμε ότι "Homo sum, humani nihil με ξεπερνάει" (= άνθρωπος είμαι, τίποτα το ανθρώπινο δε με ξεπερνάει). Τώρα ας μην αρχίσουμε τη συζήτηση για το Άουσβιτς ή και γιατί όχι;

Σε κάθε περίπτωση, σήμερα υπάρχει μια πίεση συνέχεια να λέμε ότι με ξεπερνάει εκείνο, με ξεπερνάει τ'άλλο, γιατί προφ όλα όσα κάνω εγώ είναι τόσο κατανοητά και τέλεια και αμιγή αντιφάσεων! Τόσο στιλβωμένα και ραφιναρισμένα/επεξεργασμένα!

προΤελευταία παρατήρηση: αν η φράση όπως υπεννόησα χρησιμοποιείται κατά κόρον και διαχέεται από σελέμπριτις και σεμπρίλιτις, αυτό έχει να κάνει με αυτό που λέμε υπερανάπληρωση αν και δεν είναι απαραίτητα ασυνείδητο όλο αυτό: πάντως, νιώθοντας ενοχικά για πράγματα που αναγκάζονται/επιλέγουν να κρύβουν τα οποία ξεπερνάνε (;) τον μέσο άνθρωπο (τον ποιον;) που τους ακούει και τους τρέφει και τους αγαπάει, δε χάνουν ευκαιρία να δηλώσουν ότι συμφωνούν με τον κοσμάκη σε ένα σωρό άλλα πράγματα που ξεπερνάνε τους ίδιους (π.χ.

"το γιατί ο άλλος θα κατέβει σε μια πορεία να διαμαρτυρηθεί και θα πετάξει μολότοφ, προσωπικά με ξεπερνάει"

κ.τ.ο.).

Τελευταία παρατήρηση: καμιά φορά το "με ξεπερνάει" απευθύνεται εις εαυτόν, όταν αναρωτιόμαστε γιατί κάνουμε εκείνο ή το άλλο σε στυλ αυτοψυχοψαξίματος.

Παραδείγματα από το νέτι:

«Με ξεπερνάει να με βρίζουν συμπατριώτες μου Παναθηναϊκοί»! Ξέσπασε ο Γιώργος Μανούσος στο facebook για τα όσα άκουσε από την κερκίδα των οπαδών του Παναθηναϊκού.

Νίκος Χατζηνικολάου: «Αυτό με ξεπερνάει! Τι λαός είμαστε;»Εμφανώς ενοχλημένος ήταν ο Νίκος Χατζηνικολάου σήμερα το πρωί, με αφορμή την κατάσταση που επικρατεί στους δρόμους της Αθήνας, λόγω της χιονόπτωσης.

Αυτό που οι κουτσουλιές είναι άσπρες στα μαύρα αυτοκίνητα και μαύρες στα λευκά με ξεπερνάει

Μόλις γύρισα από Τουρκία που ήμουν σε αποστολή της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για το κουρδικό και μπορώ να πω απερίφραστα ότι ο ευρωπαϊκός κυνισμός με ξεπερνάει. Ξεπερνάει ακόμη και την τουρκική αγοραία βουλιμία, ξεπερνάει ακόμη και την ελληνική διοικητική ματαίωση των καιρών μας» (από δώ).

Γενικά, με ξεπερνάει το γεγονός ότι είναι τόσο αξιοπερίεργη η γυναικεία φιλία. Μας μειώνει. Ναι, οι γυναίκες μπορούμε να γίνουμε σκύλες μεταξύ μας, αλλά οι λίγες καλές φίλες που έχω μου αποδεικνύουν ότι μπορούμε να είμαστε και τα μεγαλύτερα στηρίγματα η μία για την άλλη.

Η υστερία από μόνη της είναι ένα θέμα προς έλεγχο, διότι από τη μία σημαίνει ότι έχω πράγματα απωθημένα και καταπιεσμένα που πρέπει να τα βγάλω στην επιφάνεια, να τα δουλέψω, να τα εκλογικεύσω και να τα ξεπεράσω. Από την άλλη όμως δείχνει ότι χάνω τον έλεγχό μου, δεν έχω ικανότητα να ελέγξω τον εαυτό μου σε κάποιες στιγμές, με ξεπερνάει ο εαυτός μου κι οδηγείται σε αυτές τις ακραίες καταστάσεις που έχουμε μάθει να ονομάζουμε υστερικές. από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ελκυστική εκείνη γυναικα που είναι (οριακά) ακόμη στη καλύτερη αναπαραγωγική ηλικια (30-35 χρονών) αλλά δεν έχει γίνει ακόμη μαμά. Είναι λίγο μικρότερη σε ηλικία απο μιλφ.

(προ+μιλφ, ελληνική απόδοση του αγγλικού pre milf).

- Πω ρε φίλε, η Τζένη... Τί προμίλφ είν'τούτο!!!
- Χώσου ρε, τι κάθεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαπόρι, ή παπόρι < ιταλ, vapore (ατμός και ατμόπλοιο) είναι το ατμόπλοιο, γενικά το μηχανοκίνητο πλοίο, (όχι το ιστιοφόρο που είναι καράβι).

Αλουές (άγνωστου -για μένα- ετύμου . Εικασία: αγγλ. alley = δρομίσκος) ο διάδρομος του πλοίου μέσα στο κομοδέσιο αλλά και στα ξύλινα ο περιφερειακός του καταστρώματος.

Λαγουμάνος παραφθαρμένος τύπος του λαβομάνο (ιταλ. lavamano < lavare - πλένω + mano - χέρι )= νιπτήρας.

Κουραδόρος (Tween deck) ή Υπόφραγμα (από το corridor = διάδρομος;;) Είναι ένα «ενδιάμεσο κατάστρωμα» το οποίο μπορεί να είναι μόνιμο (ακίνητο) ή μετακινούμενο, σε κάποια συγκεκριμένη όμως θέση. Κουραδόροι υπάρχουν μέσα στα αμπάρια αρκετών φορτηγών πλοίων και είναι ένα δεύτερο (ενδιάμεσο) κατάστρωμα κάτω από το «κύριο» κατάστρωμα, χωρίζοντας έτσι το αμπάρι σε χωριστά τμήματα, κατά ύψος. Ο χώρος κάτω από το υπόφραγμα λέγεται κατάμπαρο (Lower Hold) και ο χώρος πάνω από το υπόφραγμα λέγεται απλά κουραδόρος (Tween deck). Είδος κουραδόρου βλέπομε στο γκαράζ των επιβατηγών όπου μια ράμπα κατεβαίνει για να φορτώσει ΙΧ αυτοκίνητα στον «πάνω όροφο».

λεζάντα εικόνας

Κουβούσι είναι το πλαίσιο γύρω από το άνοιγμα του αμπαριού, το οποίο είναι υπερυψωμένο για την αποφυγή εισροής υδάτων.

Όκια (άγνωστου -για μένα- ετύμου) είναι οι τρύπες στην δεξιά & αριστερή μάσκα της πλώρης, απ' όπου περνάνε οι καδένες από τις άγκυρες, επίσης όκια βρίσκονται και σε άλλα σημεία του πλοίου απ' όπου περνάνε οι κάβοι.

-Τονε βλέπεις το χοντρό με το μουσάκι; Είναι ένας κουραδόρος περιωπής…

- Κουραδόρος;; Άσχετε! Άναυτε!

- Μα τι είπα πάλι και φωνάζεις;

Ο θερμαστής - 1934

Στίχοι - Μουσική: Γιώργος Μπάτης

Μηχανικός στη μηχανή / και ναύτης στο τιμόνι / κι ο θερμαστής στο στόκολο / μ’ έξι φωτιές μαλώνει.

Αγάντα θερμαστάκι μου, / και ρίχνε τις φτυαριές σου / μέσα στο καζανάκι σου / να φτιάξουν οι φωτιές σου.

Να προσθέσω μια στροφή που έβαζαν ανάμεσα στην δεύτερη και την τρίτη και δεν υπάρχει στην ηχογράφηση.

Τι να σου κάνω πρώτε μου / δεν είναι από τα μένα / που 'ναι τα κάρβουνα ψιλά / τα τούμπα βουλωμένα.

Κάργα ρασκέτα, ωχ, και λοστό / το Μπέι να περάσω / και μες του Κάρντιφ τα νερά / εκεί να πάω ν’ αράξω.

Μα η φωτιά είναι φωτιά, / μα η φωτιά είναι λαύρα / κι η θάλασσα μου τα 'κανε / τα σωθικά μου μαύρα.

Ο Θερμαστής ανήκει στο κατώτερο ‘’πλήρωμα μηχανής’’ του πλοίου. Είναι ο επιφορτισμένος με το άναμμα του ατμολέβητα και τη παρακολούθησή του. Γενικά με τον αυτό όρο φέρονται και οι επιφορτισμένοι αντίστοιχα σε εργοστασιακούς χώρους, σιδηροδρόμους (παλαιότερα) κ.α.

Στόκολο (στα αγγλικά stokehold, ή fire-room, ή boiler-room) Λεβητοστάσιο πλοίου, είναι το ιδιαίτερο διαμέρισμα του πλοίου (τώρα τμήμα του μηχανοστάσιου) μέσα στο οποίο εγκαθίσταται ο ατμολέβητας με τα αναγκαία για τη λειτουργία του μηχανήματα και συσκευές. Στα πλοία με κινητήρες εξωτερικής καύσης (κάρβουνο), στόκολο είναι το διαμέρισμα του πλοίου με τα καζάνια και τους φούρνους.

Οι φωτιές είναι έξη, όσα και τα καζάνια των ατμόπλοιων. (κι όχι «με τσι φωτιές»)

Τα ψιλά κάρβουνα έπαιρναν αμέσως αλλά έβγαζαν κάπνα και σκόνη (άκαφτος άνθρακας και ιπτάμενες τέφρες) που έφραζαν τα τούμπα και δεν είχαν διάρκεια.

Τούμπο (το) (αγγλ. Tube) είναι ο σωλήνας μεταφοράς (αερίων, υγρών, τροφίμων κλπ).

Ρασκέτα, λοστός και φτυάρι είναι εργαλεία των θερμαστών.

Ρασκέτα (ισπαν. rasqueta, ιταλ raschietto= ξέστρο, εργαλείο ξυσίματος raschiettare = αποξέω) είναι η ξύστρα σαν τσουγκράνα που οι θερμαστές έξυναν και καθάριζαν τις σκάρες που τροφοδοτούσαν με κάρβουνο τα καζάνια στα ατμοκίνητα πλοία.

Το Μπέι - ο Μπέης (αγγ. bay = κόλπος) είναι ο Βισκαϊκός Κόλπος (bay of Biscay), που ορίζεται δυτικά από τον Ατλαντικό Ωκεανό, νότια από Πορτογαλία και Ισπανία και ανατολικά και βόρεια από τη Γαλλία. Βγαίνοντας από τη Μεσόγειο από το Γιβραλτάρ και κατευθυνόμενος προς το Κάρντιφ της Ουαλλίας, περνάει το Βισκαϊκό Κόλπο (δεξιά του) ο οποίος έχει συχνά τρικυμία (από την πάντα) και χρειάζεται οι μηχανές να είναι στο φουλ.

Το ατμόπλοιο "Ιωνία" με το οποίο ταξίδευε ο Νίκος Καββαδίας στις αρχές της δεκαετίας του '50.

Πατά ένα φτέρνισμα-έκρηξη και ξεκολλά μια χλέπα πάνω στο χέρι του να κρέμεται πράσινη, πηχτή και απειλητική. Κι ενώ όλοι αποστρέφονταν με αηδία, αυτος με δακρυσμένη ικανοποίηση: « Εξεφράξανε τα τούμπα ». Φαντάσου να μην προλάβαινε να βάλει και το χέρι του…

Φιλική συμμετοχή Donmhtsos

Δεν συμμετέχει ο Γιώργος Νταλάρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

βατσιμάνης / ντεϊμάνης / ντοκουμάνης / ταλλυμάνης / μπόμαν

Πέντε βαπορίσιες λέξεις με κοινή την αγγλική καταγωγή και το β΄συνθ. -man που εξελληνίστηκε σε -μάνης (εκτός από τον μπόμαν)

Βατσιμάνης (από το αγγλ. watchman) είναι ο ναυτικός που παραμένει φύλακας σ' ένα πλοίο (στο λιμάνι, δεμένο ή παροπλισμένο). Στο πλοίο που είναι στο λιμάνι είναι ναύτης που κάνει νυχτερινή βάρδια, ελέγχει τους κάβους, τη σκάλα (τον γκάγκουε = gangway), την φορτοεκφόρτωση σαν βοηθός του ανθυποπλοίαρχου, ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει. Η βάρδια του συνήθως είναι εβδομαδιαία εκτός αν το πλοίο δεν πιάνει συχνά λιμάνι οπότε μπορεί να αλλάζει κάθε μέρα, κάθε δύο μέρες (για να γράψουν όλοι υπερωρίες). Στα παροπλισμένα είναι γενικά φύλακας - security.

Ντεϊμάνης (από το αγγλ. day-man) είναι φύλακας με καθήκοντα όπως του βατσιμάνη αλλά η βάρδια του είναι ημερήσια.

Στην Αμβέρσα που φορτώναμε, το βατσιμανιλίκι ήτανε παράδεισος. Κλειστά τ΄αμπάρια τη νύχτα, μαρέα(1) δεν είχε, δημόσιος υπάλληλος. Μιά ματιά στο γκάγκουε κι έγραφες ώρες. Τις υπόλοιπες μέρες τις έκανα στην ξεφόρτωση, στο Κενάι στην Αλάσκα. Με 28 ποδ(άρ)ια μαρέα μέχρι ντεϊμάνηδες βάλαμε να γρασάρουν τους κάβους.

(1) μαρέα. Η άνοδος και η πτώση της στάθμης της θάλασσας σε 12ωρο κύκλο άμπωτης και πλημμυρίδας.

Ντοκουμάνης (από το αγγλ. Donkey man). Στα ατμόπλοια ήταν ο αρχιθερμαστής (από το steam donkey ή donkey engine πού ήταν το βίντζι με ατμό -με δική του ατμομηχανή ή όχι- το ιππάριο) και όταν ο ατμός απεβίωσε, ο λοστρόμος της μηχανής όπου χρειαζόταν και τέτοιος.

Ταλιμάνης και Ταλλυμάνης (από το αγγλ. tally man). Είναι ο καταμετρητής όταν το φορτίο δεν είναι χύμα αλλά σε τεμάχια (σακιά, κιβώτια). Μπορεί να είναι μέλος ή όχι του πληρώματος και μετρά πόσα κομμάτια μπήκαν ή βγήκαν ανά αμπάρι στη βάρδια του. Tally marks είναι οι χαρακιές, γραμμούλες, τετραγωνάκια κλπ που χρησιμοποιούνται στην καταμέτρηση.

Τέλος ο Μπόμαν (από το αγγλικό pump man που τη γλίτωσε και δεν έγινε -μάνης -αν και κάπου είδα το πομάνης) είναι ο αντλιωρός και τον βρίσκεις στα δεξαμενόπλοια όπου υπάρχει και αντλιοστάσιο (pump room) να ανοιγοκλείνει βάρδουλες.

Φιλική συμμετοχή Donmhtsos.

Δεν συμμετέχει ο Γιώργος Νταλάρας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν πηγαίνεις κάπου και δεν το ξέρει κανείς, (αφού κανείς δεν ασχολείται μαζί σου), φροντίζεις να το μάθουν όλοι (μήπως και ασχοληθεί κάποιος).

Στον κόσμο των εξυπνόφωνων τα check-ins έγιναν καθημερινή συνήθεια. Ανακοινώνουμε στον ψηφιακό μας περίγυρο πού πάμε για καφέ, πού τρώμε, πού πίνουμε, πού χορεύουμε, πού διασκεδάζουμε, πού κοιμόμαστε.

Αλλά επειδή ο χρόνος είναι χρήμα και εμείς τεμπέλικα όντα, θελήσαμε να γίνονται όλα αυτόματα. Και φτάσαμε να μη μας ρωτάει κανείς αν θέλουμε να διαλαλήσουμε την παρουσία μας σε ένα δημόσιο (ή μη) μέρος, με αποτέλεσμα πολλές... παρεξηγήσεις και άβολες καταστάσεις. Γιατί ποιος δεν έχει πέσει ποτέ θύμα ενός check-in;

Είναι αλήθεια, σχεδόν κανείς δεν έχει γλιτώσει. Και αν είστε από τους τυχερούς, δεν αργεί η στιγμή που θα την πατήσετε, χωρίς να λάβετε τα κατάλληλα μέτρα. Κάποιο check-in θα σας βρει στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή και κάποιο συγκεκριμένο ζευγάρι μάτια που δε θέλετε να το δει, θα το δει. Και τότε θα είναι αργά. Δε χρειάζεται να επεκταθούμε με συγκεκριμένα παραδείγματα, νομίζω όλοι καταλάβατε πως η τεχνολογία μπορεί να μας «κάψει» σε τέτοιες περιπτώσεις.

1. «Ας κάνουμε ένα ομαδικό τσεκιν οτι βλέπουμε Παπαφλέσσα. Παλιοακατέδεκτοι» (τουίτ για την Πρώτη φορά Αριστερή παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2015)

2.
- Έλα ρε που είσαι - Για ποτακι - Γιαυτό σε πήρα μια χάρη φιλαράκι θα με κάνεις ένα τσεκιν να μη βγαίνω βραδιατικα;

  1. Σημερα στο φμπ εχει περισσότερα «καλημέρα και καλή βδομαδαααα» κ απο τσεκιν στο Βέρτη τη κυριακη

  2. Ελεος ρε μαλακα η αλλη εκανε τσεκιν στο νεκροταφειο!!ψόφος κωλοζωα

  3. Πήγαμε για καφέ με την @milediiiiiii σε μια εκπληκτική καφετέρια ξεχάσαμε να κάνουμε τσεκίν και τώρα ντύνομαι πάω να την πάρω να ξαναπάμε

  4. Βλεπω τσεκιν σας με φωτο στο φβ και σκεφτομαι κι' εγώ ετσι για τον πουτσο φαίνομαι οταν κανω τα ίδια;

  5. Η αλλη και σε βόθρο να κανει τσεκιν ο πρωην μου λαικ θα της κανει

8.
ό λ α
ε ί ν α ι
δ ρ ό μ ο ς
αλλά κυρίως τσεκίν

(από Khan, 26/03/15)Το "τσεκίν σε νεκροταφείο" που λέει κι η Σούλτω... (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψαγμένη, ως προς την προφορά, απόδοση του αγγλικού psycho: ο ψυχασθενής με παράξενη ή και βίαια συμπεριφορά.

Παράλληλα και με τα δυο παίζει (περισσότερο προφορικά αυτό) και το ψάικο ενίοτε και σαν πσάικο. Και βεβαίως – βεβαίως όλα προέρχονται από το ψυχή είναι άκλιτα και εμφανίζονται σαν ουσιαστικά, επίθετα κι επιρρήματα.

Οι στατιστικές τοποθετούν τους Έλληνες ως προς την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων στις πρώτες θέσεις της αντίστοιχης ευρωπαϊκής λίστας. Άρα τι; Βρήκαμε επιτέλους τι παράγουμε σαν χώρα; -μια και αφού πουλάμε τρέλα θα ήταν περίεργο να μην την παράγουμε, νο; Ή έχουμε να κάνουμε μ’ ένα είδος που αναπαράγεται με τρομερή επιτυχία βασικά, δια της μολυσματικής δράσης του; Ά! Ναι! Και ποιος κρίνει (αν μη τί άλλο, ως προς τα όρια) ποιος είναι ποιος και τι είναι τι;

Θα ήταν παράλειψη η μη αναφορά στις ταινίες «Ψυχώ» (“Psycho” -1960-) του Alfred Hitchcock με σενάριο από νουβέλα του Robert Bloch (-1959- βασισμένη σε πραγματικά περιστατικά) και “American Psycho” (2000) της Mary Harron με σενάριο από νουβέλα του Bret Easton Ellis (1991) που έχουν γράψει μια κάποια ιστορία.

1. Παιδιά αυτός ο Μ… δεν είναι φυσιολογικός διευθυντής. Είναι ..σάικο! Λέει σε συνέντευξη του ότι: i) Έχει σπάσει τζαμαρίες στο control όταν έχασε θέμα. ii) Του πήγαν άθραυστα τζάμια και τα χτυπούσε επί δέκα λεπτά με καρέκλες μέχρι που τα έσπασε. iii) (…) μια φορά έπιασε να πνίξει έναν τεχνικό επειδή έχασε ένα link. iv) Έσπασε μια πόρτα του σταθμού και μαζί τα δάχτυλα του. Μας συγχωρείτε αλλά αυτός δεν είναι άνθρωπος ούτε χιονάνθρωπος. Μάλλον έχει κάποιο πρόβλημα και πρέπει να το δει.

2. Δεν κατάλαβα τίποτα. Σε μένα μιλάς; Σε ξέρω; Με ξέρεις; Τι Σαββόπουλο τσαμπουνάς; Μπας και βλέπεις παντού φαντάσματα των πρώην σου; Μπας και είσαι λίγο σάικο;

3. Ο βλαχού έχει πάντα έναν και μόνο έναν κολλητό συμβλαχού με τον οποίο κάνουν αστεία για πούτσες και γαμήσια ή απλά γελάνε επαναλαμβάνοντας την ίδια ατάκα, πχ «ατσάαα» και «ίσι μουρφή!» Εκατό φορές τη μέρα. Κατά τ' άλλα είναι λιγομίλητος τύπος. Αν επιχειρήσεις οποιαδήποτε κοινωνική επαφή πάνω από μούγκρισμα, θα σου ρίξει ένα psycho βλέμμα που θα φρίκαρε και τον πληκτρά των Rammstein.

4. Θες να μας πεις ότι θα κόψεις το τσιγάρο, έμμεσα; Καλό ήταν, αλλά μου φάνηκε κάποια στιγμή λίγο psycho να κάθεσαι και να μιλάς με το character και να σαι no life!

5. Πωωωω ρε φίλε psycho-φάτσα δες!!! Μαζεύτε τον ρεεεεεεε....

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός, επιθετικός προσδιορισμός της πολύ αδύνατης και μικροκαμωμένης νεαράς κοπέλας.

Είναι σλανγκ που διαδόθηκε ευρύτατα κάπου στα λήγοντα 60αζ - αρχίζοντα 70αζ, όταν η διάσημη νεαρά ηθοποιός και σταρλετίτσα της εποχής, Twiggy, έκανε πάμπολλες εμφανίσεις στον κινηματογράφο, αποτελώντας ένα από τα νέα, ολόφρεσκα πρότυπα του χθες για την εξάπλωση ακόμα και της σύγχρονης ανορεξικής ομορφιάς, δίνοντας τέλος στην πρωτοκαθεδρία των στρουμπουλών, ζουμερών σεξ σύμπολς, όπως η Bebe.

Έτσι, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, Twiggy - Bebe, σημειώσατε άσο.

Ρομαντικός πρώην χίπης μπαμπάς:
- Καλά, το κορίτσι του Βαγγέλη είναι πολύ αδύνατο, βρε αγόρι μου! Σκέτη τουίγκι!
Κάγκουρας γιος με παπί: - Ναι ρε πατέρα, αυτήν κάποια μέρα θα τη γαμήσει και θα ψοφήσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κυνήγι του δράκου είναι μέθοδος καπνίσματος του οπίου, ναρκωτικού πανάρχαιου, που καλλιεργείται σε τεράστιες εκτάσεις σε όλη την Ασία και αποτελεί την πρώτη ύλη για την παραγωγή μορφίνης, ηρωίνης κ.α. ισχυρών οπιούχων. Στις κουλτούρες της Άπω Ανατολής, το όπιο είναι γνωστό ως δράκος. Από εκεί η έκφραση πέρασε στα αγγλικά (chase the dragon), διεθνοποιήθηκε και έφθασε και εις τα ημέτερα.

Βέβαια, το κάπνισμα του οπίου είναι ολίγον τι παλιομοδίτικη συνήθεια, έτσι η έκφραση έχει καταλήξει να αναφέρεται κατά κανόνα στο κάπνισμα της ηρωίνης, της πρέζας, αλλά και του φοβερού κρακ.

Το κάπνισμα αποτελεί εναλλακτική λύση σε περιπτώσεις όπου η ενδοφλέβια ένεση («σουτάρισμα», «βάρεμα») είναι αδύνατη, είτε επειδή όλες οι φλέβες έχουν καεί, είτε γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν σέα (σύριγγες).

Περιγραφή. Η άσπρη σκόνη (που, παρεμπίπταμπλυ, απ' τις νοθεύσεις μόνο άσπρη δεν είναι), θερμαίνεται πάνω σε κάποιο είδος μετάλλου, συνήθως φύλλο από αλουμινόχαρτο. Απ' τη ζέστα λιώνει, και μετατρέπεται σε ρευστή καραμέλα, που κυλάει σαν μικρό ποτάμι ανάμεσα από τις «ρυτίδες» του αλουμινόχαρτου. Από την αχνιστή καραμέλα αναδύεται μια φίνα γραμμή καπνού, η οποία και πρέπει να κυνηγηθεί από το χρήστη, να γίνει δλδ εισπνοή της. Το κυνήγι γίνεται με τη βοήθεια μικρού σωλήνα/φυσούνας (συνήθως καλαμάκι, βλ. εικόνα 1). Οι σπείρες που σχηματίζει ο καπνός θυμίζουν ακριβώς τους φαντεζί κινέζικους δράκους με τις εντυπωσιακές ουρές (βλ. εικόνες 2-4).

Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί μια ενδιαφέρουσα σημασιολογική διεύρυνση του όρου κυνήγι του δράκου, ο οποίος καλύπτει πλέον και την πρακτική του σνιφαρίσματος γραμμών κόκας με το κλάσικ τυλιγμένο χαρτονόμισμα ή με κάποιο άλλου είδους γιούφι (καλαμάκι). Το χρησιμοποιούν οι γνωστοί νεοπλουτιζέ χαΐστες, που αφενός κράζουν τους πρεζάκηδες για το χάλι και για τη φτώχεια τους, αφεδύο γουστάρουν να ξεσηκώνουν τα συνθηματικά τους. Έτσι είν' αυτοί οι χλιδάμπουρες, τα θέλουν μονά ζυγά δικά τους, και την αλητεία και το πλατινένιο ρουθούνι.

  1. - Καρντάσι ξεμείναμε από σέα, ούτε για δείγμα σε λέω.
    - Νομίζω έχει ο γέρος μου στο συρτάρι του κάτι σύριγγες της ινσουλίνης, για να πα να δω..
    - Άστο, γάμα το. Ετοιμάσου να κυνηγήσουμε το δράκο.

  2. - Ρε φίλε εσύ το 'ξερες ότι σε πολλές χώρες στην Ασία, κάποιοι φουμάρουν όπιο κι έτσι κάθε μέρα;
    - Καλά ρε μαλάκα που ζεις, μάθε λίγο ιστορία, άνοιξε κάνα βιβλίο να ξεστραβωθείς.. Νομίζεις ότι θα 'χαν γίνει ποτέ όλα αυτά τα Σινικά Τείχη και τα παλάτια και οι σιδερόδρομοι και δε συμμαζεύεται, αν ο κινεζάκος ο εργάτης δεν είχε τη μαστούρα του, να ξεφεύγει λίγο απ' τη μαυρίλα της δουλειάς; Πολιτισμός και κυνήγι του δράκου πάνε πακέτο αγόρι μου, μην ακούς τι λένε οι γραβατάκηδες..

(από johnblack, 15/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει το έθιμο την Μεγάλη Παρασκευή να γυρίζουν οι πιστοί από εκκλησία σε εκκλησία, για να προσκυνούν όσους περισσότερους Επιταφίους μπορούν. Και να κάνουν και τα σχετικά καλλιστεία ποιος είναι ο ομορφότερος, όχι χωρίς τοπικιστική υπερηφάνεια («ο δικός μας είναι έτσι» κ.τ.λ.).

Στην εποχή του clubbing, το παραδοσιακό αυτό έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής, που συνεχίζουν να το εξασκούν χριστιανόφατσες τε και χριστιανόφουστες, μετονομάστηκε σε churching (κατά το clubbing) ή Επιτάφιινγκ. Επειδή και στο clubbing (κατά μία έννοια) πας από το ένα κλαμπάκι στο άλλο, χωρίς να μένεις πολλή ώρα σε κανένα.

- Κάναμε ένα Επιτάφιινγκ την Μεγάλη Παρασκευή το μεσημέρι, και νομίζω ότι τον καλύτερο Επιτάφιο τον έχει ο Άι Γιάννης ο Τρέντης στα Κάτω Σλανγκέικα.

- Θα διαφωνήσω! Το δικό μου churching μου λέει ότι ο καλύτερος βρίσκεται στην Αγία Καραμέλα στο Άνω Σλανγκοχώρι.

(από Khan, 10/06/14)King Crimson, Epitaph, μυδασίστ Πάτσης (από Khan, 11/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Αλτσχάιμερ στην ιδιόλεκτο των ειδικών - των ίδιων των πασχόντων...

- Φχαριστώ παιδί μου, ξέχασα και πώς σε λένε, μη με παραξηγείς...
- Μανώλης...
- Ναι, γιε μου, έχω και λιγάκι Αϊζενάουερ, μου το 'πε ο γιατρός, και δε θυμούμαι, ναι, ναι...

dr Alzheimer (από xalikoutis, 15/04/09)General Eisenhower (από xalikoutis, 15/04/09)

βλ. και Έμενταλ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified