Further tags

Παρεμπιπτόντως με την αγγλική επιρρηματική κατάληξη -ly, χρησιμοποιούμενο σ' ένα αν πασάν αφ' ενός μεν για να δείξουμε τον άριστο χειρισμό της αγγλικής και αφ' ετέρου για να δούμε αν ο συνομιλητής μας προσέχει ή τον πήρε για κανά τεταρτάκι.

- Α, και παρεμπίπταμπλυ, πού είναι εκείνα τα 300 ευρώπουλα που μου χρωστάς και θα μου έδινες πέρσι τα Χριστούγεννα;
- Παρεμπ... τι; Πώς το είπες αυτό το αγγλικό ρε γίγαντα; Μ' έστειλες μεγάλε. Τι γλωσσομάθεια! Τι εύρος γνώσεων! Τι-
- Ναι, ΟΚ, πέφτε τα 300 τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό cocooning, όπου cocoon = το κουκούλι του μεταξοσκώληκα, της κάμπιας κλπ.

Κάνω κοκούνινγκ σημαίνει αποκηρύσσω για ένα διάστημα φίλους, παρέες, μπαράκια κλπ και κλείνομαι μέσα στο προστατευτικό περίβλημα του σπιτιού μου όπου έχω προηγουμένως αποθηκεύσει:

  1. ποσότητα έτοιμων φαγητών, παγωτού και σοκολάτας ικανή να αντιμετωπίσει την επαύριο πυρηνικού ολοκαυτώματος.
  2. ένα καπνοχώραφο τσιγάρα, ή/και μια φυτεία - αναλόγως
  3. τα 'Φιλαράκια' - την πλήρη σειρά DVD 1994-2004, δηλ. 238 επεισόδια (πιστέψτε με, το έχω ψάξει).

Για το διάστημα που διαρκεί το κοκούνινγκ απλώς σέρνομαι από το κρεβάτι στο ψυγείο και από το ψυγείο στον καναπέ μπροστά στην τηλεόραση και τούμπαλιν. Δεν απαντώ στο τηλέφωνο και φυσικά δεν βγαίνω έξω - δεν έχω λόγο να πάω καν στο περίπτερο ή στην Έβγα διότι αυτά τα έχω προβλέψει.

Όταν κοκούνινγκ κάνει ένας άντρας μόνος του, κάπου στο μείγμα μπαίνει και PC ή παιχνιδομηχανή π.χ. τρεις σαιζόν Championship Manager απνευστί. Όταν κοκούνινγκ κάνει μια γυναίκα μόνη της, γίνονται απαραίτητα διάφορα χουχουλιάρικααντικείμενα, μάσκες προσώπου κλπ. Κοκούνινγκ μπορεί να κάνει κι ένα ζευγάρι, αλλά η ισορροπία είναι ασταθής και δεν διαρκεί πολύ. Μετά το αναπόφευκτο σεξ του πρώτου 24ωρου, η γυναίκα θέλει να χουχουλιάσει, ο άντρας θελει να πάει στο κομπιούτερ, καβγαδίζουν και τελικά λένε 'δεν πάμε και μια βόλτα να δούμε και κάναν άνθρωπο'. Κοκούνινγκ με πάνω από δυο άτομα π.χ. ένα ζευγάρι κι ένας φίλος/-η ή δυο ζευγάρια, καταγράφεται μεν, αλλά συνήθως μετεξελίσσεται σε πάρτι με ούζα.

Ιδανική διάρκεια για κοκούνινγκ είναι ένα Παρασκευο-σαββατο-κύριακο. Μπορεί να τραβήξει μέχρι τετραήμερο, άντε πενθήμερο, αν βολέψουν οι αργίες. Ο,τιδήποτε πάνω από πενθήμερο είναι ανησυχητικό και ελέγχεται ως σύμπτωμα κατατονικής κατάθλιψης.

Κοινωνικά, το κοκούνινγκ ανθεί σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας καθώς είναι ένας καλός τρόπος περιορισμού των εξόδων. Είναι επίσης εύσχημος τρόπος αποφυγής της ταλαιπωρίας που συνδέεται με τις εξόδους του Πάσχα, του Δεκαπενταύγουστου κλπ.

- Λέμε να πάμε Σέλι το Σαββατοκύριακο, είσαι;
- Μπα, για κοκούνινγκ με βλέπω ... οι καιροί γαρ χαλεποί ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν ξέρει γρι Αγγλικά, αλλά προσπαθεί να κολλήσει σε οποιαδήποτε κουβέντα πετώντας κουφές λέξεις/φράσεις greeklish καταφέρνοντας μόνο να γίνει ο περίγελος της παρέας.

Η φράση προέρχεται από πραγματικό περιστατικό που ακούστηκε πρόσφατα σε συζήτηση σχετικά με την δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Prison Break». Ο τύπος που κατοχύρωσε τα δικαιώματα του όρου, πετάχτηκε σαν σφηνόπουτσα στην κουβέντα λέγοντας: «Παιδιά, βλέπετε κι εσείς πρίζο μπρέι;;». Έκτοτε έχει γίνει επίσημα slang όρος.

- Χάι μωρό. Μάι νέϊμ ιζ Μήτσος εντ άι σπικ ίνγκλαντ βέρυ μπεστ! Κεράσει ποτό;
- Πώπω ρε φίλε! Τι πρίζο μπρέι είσαι συ;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτεταμένη χρήση στα εικονογραφημένα κόμιξ για να δείξει ότι ένας συγκεκριμένος χαρακτήρας σκέφτεται. Κατ' άλλους είναι μετάφραση του αγγλικού mumble mumble, που δείχνει ότι ο χαρακτήρας λέει κάτι ακατάληπτο μέσ' απ' τα δόντια του. Δεδομένου ότι όταν σκεφτόμαστε πολλές φορές ψιλομουρμουρίζουμε κιόλας, μπορεί και οι δύο εκδοχές να είναι σωστές.

- Τελικά τι θα κάνουμε το βράδυ; Πάμε κανα κλαμπάκι ή μήπως θες να πάμε σινεμά και μετά να τσιμπήσουμε τίποτε;
- Χμ... μούμπλε μούμπλε... Να δούμε τι παίζει στο Village;

(από acg, 13/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

after + ελληνική κατάληξη επιρρήματος. Πιο μετά, υστερότερα.

Άσ' το αυτό τώρα! Θα το κάνουμε αφτερότερα που θα είναι πιο ήσυχα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε σχετικά ελεύθερη μετάφραση: άντε τράβα πίσω στο χωριό σου ρε. Αλλιώς: σήκω φύγε, άντε στα κομμάτια.

Την έκφραση εκστόμισε για πρώτη φορά αγανακτισμένος οπαδός του ΠΑΟΚ με αποδέκτη τον προπονητή της ομάδας Φερνάντο Σάντος. Ο εν λόγω οπαδός -ο οποίος, προφανώς, σπικ ινγκλαντ βέρυ μπεστ- μετά την εντός έδρας συντριβή 0-4 του ΠΑΟΚ από την ΑΕΚ στις 13 Απριλίου 2008, μπήκε στην αίθουσα όπου ο Σάντος έδινε συνέντευξη τύπου και τον διέκοψε φωνάζοντας:

«Go home, go village ... Go village, ρε... Ουστ...»

Πέραν του Παοκτσήδικου φολκλόρ, η έκφραση βρίσκει επίσης γενικότερες εφαρμογές σε φάσεις όπου κάποιος απίθανος μας τα έχει ζαλίσει και πρέπει επειγόντως ή να σταματήσει να λέει μαλακίες ή, καλύτερα, να μας αδειάσει τη γωνιά.

  1. (Από Παοκτσήδικο blog)
    ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΣΤΗ ΛΑΡΙΣΑ ΡΕ ΝΙΚΟ;; ΕΙΠΕ Ο ΣΑΝΤΟΣ ΘΕΛΕΙ Ν ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΟ DNA ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΚΑΙ ΜΑΣ ΑΛΛΑΞΕ ΤΟΝ ΑΔΟΞΑΣΤΟ

GO HOME
GO VILLAGE ΡEEEEEEEEE

  1. - Τι είναι ρε αυτά τα φαλακρά που μας λες... Δε γίνονται ρε, αυτά τα πράματα... Πίσω γορίλα ... Go village, ρε... Ουστ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σε γυναίκες που το παίζουν ωραίες προκαλώντας με δηλώσεις και ενδυματολογικές επιλογές, αλλά ουσιαστικά είναι πολύ άσχημες και πολύ μεγάλες σε πλάτος. Προέρχεται από το όνομα της Πάμελας Άντερσον (που συνήθως αύτο είναι το είδωλο των συγκεκριμένων γυναικών).

- Ξέρεις τη Σταυρούλα; Μου έχουν πει ότι είναι πόλυ hot και sexy.
- Τι λες ρε; Φάλαινα Άντερσον είναι! Να την έβλεπες πώς ντυνόταν στο σχολείο... Σκέτη φρίκη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η απαραίτητη συνθήκη για την ομαλή πορεία της σεξουαλικής πορείας μιας γυναίκας. Κάθε γυναίκα, κυρίως οι μεγαλύτερες αλλά και οι μικρές, πρέπει να έχει εξασφαλισμένο το σέρβις της, ειδικά στις εποχές των ισχνών αγελάδων. Σέρβις είναι είτε ο αρσενικός που προσφέρει τις θεραπευτικές του υπηρεσίες, ή ίδια η υπηρεσία per se. Για να διευκρινίσουμε τα πράγματα, οι άντρες αυτοί δεν πληρώνονται. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί, όταν λέμε σέρβις. Είναι είτε φίλοι ή άγνωστοι τυχαίοι μιας χρήσεως. Ευτυχώς για τις γυναίκες, είναι πολλοί και διατίθενται με μεγάλη δική τους ευχαρίστηση, είναι αλήθεια. Είναι δε πάντα εν γνώσει του ότι έχουν αυτόν τον ρόλο. Βολεύονται κι αυτοί και γλιτώνουν έτσι τα χειρότερα. Κοινώς, μαζί με τον βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα, μιας κι έχουμε πιάσει τις παροιμίες εδώ μέσα. (βλ. παράδειγμα 1)

Σέρβις όμως λέγεται και η ανακαίνιση της εξωτερικής εμφάνισης της γυναίκας, δηλαδή κανα χημικό πήλιγκ, κανα λιφτάκι, κανα μποτοξάκι, καμιά θηκούλα στα δόντια, κλπκλπ, ή ακόμα και η απλή επίσκεψη στο κομμωτήριο για μαλλί, νύχι και τα συναφή (παράδειγμα 2). Η λέξη είναι συνώνυμη της λέξης ρεκτιφιέ.

Τέλος, καμιά φορά λέμε σέρβις και τα διάφορα ετήσια τσεκάπ, δηλ. τις αναλύσεις αίματος-ούρων, τον οδοντίατρο, τα παπ για τις γυναίκες, κλπ. (παράδειγμα 3)

  1. - Πού είχες πάει χθες, σε ψάχναμε...
    - Είχα πεταχτεί στον Τάκη για ένα σέρβις...
    - Άντε πάλι!
    - Τι, μωρή ζηλιάρα; Βρες και συ ένα σέρβις και θα μου πεις μετά, που μου περιμένεις τον γαμπρό μέρα νύχτα κι έχεις σταφιδιάσει...

  2. - Ρε συ, είδα χθες μετά από καιρό την Τούλα και λάμπει, τι παίχτηκε;
    - Ε, τι να παίχτηκε... Κανα σέρβις θά 'κανε, μη νομίζεις.
    - Τι σέρβις, τον Τάκη εννοείς;
    - Ποιον Τάκη μωρέ και συ, έτσι εύκολα λάμπεις στην ηλικία της με Τάκη; Κανα μποτόξ θα χτύπησε, τι άλλο.

  3. - Πάμε για κανα βρώμικο απόψε;
    - Μπαα, δεν θα φάω απόψε, έχω σέρβις αύριο.
    - Τι, την Τούλα;
    - Ποια Τούλα ρε μαλάκα, αίμα θα δώσω, για χοληστερίνη κλπ.

πάπανικολαου (από jesus, 29/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων βύσμα συνδεδεμένο στην κονσόλα της κυβερνητικής παράταξης. Με άλλα λόγια, όταν έχεις δόντι στο νυν κυβερνητικό κόμμα.

- Έχω του κόσμου τα πτυχία, αλλά δεν μπορώ να διοριστώ.
- Ναι αλλά ουκ εν τω πολλώ το ευ φίλε μου. Έχεις παρωχημένη τεχνολογία φίλε μου. Σου λείπει το μπλου τουθ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωλοβαράμε , ψωλαρμενίζουμε , την παίζουμε. Γενικώς μαλακιζόμαστε.
Προέρχεται από τη λέξη πούτσα, η οποία στο γερούνδιο της ενεργητικής φωνής προσλαμβάνει την κατάληξη -ing (όπως λέμε κλάμπινγκ, όχι όμως κάμπινγκ) και δηλώνει την αποκλειστική ενασχόληση με αυτήν (ναι ρε την πούτσα εννοώ). Προσοχή, δεν έχει καμία σχέση με τον Ρώσο άρχοντα Πούτιν, αλλά μάλλον με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπους που έχει αναγάγει το πούτσινγκ σε επιστήμη.

- Πού έχεις χαθεί ρε μαλάκα σήμερα όλη μέρα; Πάλι για πούτσινγκ είχατε πάει με την κωλοπαρέα σου; Πότε ρε θα διαβάσεις για την εξεταστική;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified