Further tags

Ο μεγάλον έχων το πέος ως οιονεί τρίτον πόδα. Και μεταφορικώς αυτός που είναι πολύ καλός σε κάτι που γαμάει και σπέρνει ή που έχει πολύ τσαμπουκά. Χρησιμοποιείται πολύ για τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ από οπαδούς του.

  1. Ο τριπόδαρος αυτοκράτορας Τραμπ, ολοκληρωνει την απολυτα επιτυχημενη επισκεψη του στην Σαουδικη Αραβια οπου επεβαλλε Ειρηνη. (ΦΒ).
  2. Τριπόδαρος Τράμπαρος ανοίγει τον φάκελο των Κένεντι.
  3. ΕΦΤΑΣΕ Ο ΤΡΙΠΟΔΑΡΟΣ ΤΡΑΜΠ ΣΤΗΝ ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ: ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΥΠΟΔΟΧΗ ΜΕ ΠΥΡΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ, ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΚΩΜΟΣΙΑ – ΚΛΑΜΑ ΣΤΙΣ ΔΥΤΙΚΕΣ ΕΛΙΤ, ΣΤΙΣ ΜΚΟ, ΣΤΟΥΣ ΘΙΑΣΩΤΕΣ ΤΗΣ WOKE ΠΑΡΑΦΡΟΣΥΝΗΣ, ΣΤΟΥΣ ΛΑΘΡΟΛΑΓΝΟΥΣ – ΑΠΟ ΤΡΙΤΗ ΠΙΑΝΕΙ ΔΟΥΛΕΙΑ ΚΑΙ ΞΗΛΩΝΕΙ ΤΗ ΣΑΠΙΛΑ. (Μακελειό).

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποδοσφαιροσλάνγκ είναι ο μικρόσωμος και γρήγορος παίκτης που τρυπώνει με επιδεξιότητα στην αντίπαλη περιοχή.

Τι σαμιαμίδι αυτός ο Μέσσι! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πολλά βαρύς άνδρας δηλαδή ο μέσος δεξιός.

Και οι «πουστοκτόνοι», (ανευλαβής νεολογισμός), κομπάζουν για τον ανδρισμό τους και την κανονικότητά (κυνικότητά) τους, ενώ, κρυφίως, «εν οίκω μη εν Δήμω» ασκούν επιμελώς την σώφρονα πεοχειράντλησιν

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που έχει μικρό πέος, ο μικροτσούτσουνος.

- Γιατί χωρίσατε με τον Γιάννη;
- Με είχε πρήξει! Άσε που ήταν και μαριδοψώλης, για κατούρημα πήγαινε και τον έψαχνε στο σώβρακο.

Got a better definition? Add it!

Published

Από την τουρκική λέξη koz, σημαίνει στην κρητική ποικιλία αυτόν που έχει κύρος και αξία. Στην εποχή του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει μετατοπιστεί η σημασία προς κάτι πιο συγκεκριμένο.

Οι σχέσεις πατρωνίας στην Κρήτη έχουν κάποια σταθερά χαρακτηριστικά, αλλά πολλά έχουν αλλάξει: «Διακρίνω τρεις ιστορικές φάσεις στις πελατειακές σχέσεις. Αρχικά υπήρχε ο κοζαλής, έτσι λέγεται ο άνδρας που είχε κύρος και δίκτυα σχέσεων. Υστερα με την ΕΟΚ ήρθαν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί που φτιάχτηκαν μαζί με τις επιδοτήσεις και έγιναν και συλλογικοί κομματικοί μηχανισμοί. Το ενδιαφέρον είναι πως με την κατάργηση των τελευταίων δημιουργήθηκαν εταιρείες αγροτικών συμβούλων που ήρθαν να πατάξουν τη διαφθορά, αλλά δεν έγινε αυτό. Πολλοί νόμιζαν ότι το ιδιωτικό θα φέρει τη διαφάνεια. Το ίδιο έγινε και με την ψηφιοποίηση. Ατελείωτα κλικ χωρίς διασταύρωση στοιχείων στις ψηφιακές αιτήσεις. Μέσα σε αυτούς τους μετασχηματισμούς οι σχέσεις συγγένειας και πατρωνίας, όπως και το πανωγράψιμο, συνεχίζουν να υπάρχουν», εξηγεί ο κ. Παπαγεωργίου, που μιλάει και για τους πραγματικούς χαμένους της υπόθεσης. Είναι βοσκοί και αγρότες που βλέπουν να εμπορευματοποιείται το αντικείμενο της εργασίας τους και να νέμονται πόρους κάποιοι που δεν έχουν καμιά σχέση με τη γη και τον μόχθο. Είναι οι άνθρωποι που βλέπουν τα παιδιά τους να μην πηγαίνουν σχολείο, για να δηλωθούν από μικροί βοσκοί και να βγάζουν χρήματα χωρίς να μαθαίνουν γράμματα επειδή θα παίρνουν επιδοτήσεις. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

'Ετσι χαρακτηρίζονται οι ρομαντικοί που παίζουν για τη φανέλα, χωρίς κρυφή ατζέντα, οικονομικά και πρoσωπικά οφέλη. Δεν λέγεται στον ενικό, πχ “ο Μήτσος είναι φανελάκης ρε, στηρίζει τη φάση χρόνια τώρα”. Aλλά θα πούμε, "Είναι από τους φανελάκιδες ο Μητσάρας ρε". Δεν είναι το ίδιο με το "την ιδρώνει τη φανέλα" που μπορεί να είναι δείγμα καλού επαγγελματία ή υπονοούμενο για ομοφυλόφιλες καταστάσεις (πουστοαστείο).

Ο Μητσάρας στηρίζει τη φάση χρόνια τώρα ρε, έχει βοηθήσει πολύ κόσμο, είναι από τους φανελάκιδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τοξικομανής μυτάκιας.

Το έχει κάψει τελείως από την κόκα ο αλευρομύτης.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τοξικοεξαρτημένος μυτάκιας. (Δες).

Στο μεταξύ οι ασπρομύτηδες της Δύσης παραμιλάνε μέσα στις παραισθήσεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Σλανγιωτατισμός για τον τοξικομανή που παίρνει ουσίες.

Ασχολείται με τα ουσιώδη. (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τοξικοεξαρτημένος που είναι εθισμένος με τη δόση του. Κατά την περίοδο της πανδημίας Covid-19 χρησιμοποιήθηκε από αντιεμβολιαστές για να σατιρίσουν όσους λάμβαναν πολλαπλές δόσεις εμβολίων κατά του κορονοϊού. Είχε προηγηθεί χρήση του για τους εξαρτημένους Έλληνες από την εκταμίευση των δόσεων που συνδέονταν με τα μνημόνια. Βλ. και DOSάκιας / ντοσάκιας.

  1. Δοσάκιας 10φολιασμένος. Η ξαφνικούα θιρίζ τα γιδια που βλέπουν και πιστεύουν την τηλεκόλαση ή αλλιώς τελιόραση όπως το λένε οι χωριάταροι.Αφού μίλησαν οι τηλε-ειδικοί του κώλου,έτσι πρέπει να κάνουν τα γίδια,πρεζόνια καταντήσατε,δοσάκηδες. (Μακελειό).
    1. 1.Κατάλαβες πως η μάσκα είναι για τον πούτσο; 2.Έτσι το περνάνε όλοι οι ανεμβολίαστοι (οι ορίτζιναλ, όχι οι ληγμένοι δοσάκηδες) 3.Σε προστατεύει ακόμη η τρίτη δόση από το 2022. Γιατί δεν έχεις κάνει 4η και 5η από τότε ρε εμβολιάκια; (Χ).
    2. Δοσάκηδες και δωσίλογοι κυβερνούν διαχρονικά την Ελλάδα. (ΦΒ).
    3. Δεν μπορώ να το πιστέψω πως κατάληξα εγώ εδώ. Δεν μπορώ να το αντέξω νιώθω πως θα τρελαθώ.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Μηχανή ήμουν τόσα χρόνια μου χαλάσατε όμως το σασμάν. Μη μου δίνετε κανόνια θα σας γίνω ταλιμπάν.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Τι μου δίνετε αλήθεια τρώω μάλλον κάποιο ψεκασμό. Μου πουλάτε παραμύθια που θολώνουν το μυαλό.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Got a better definition? Add it!

Published