Further tags

Αυτός που το κουράζει υπερβολικά. Αυτός που πρέπει να σκεφτεί πάρα μα πάρα πολύ για να κάνει κάτι.

Από το γνωστό πρωταθλητή του σκάκι. Ο όρος χρησιμοποιείται και στην πόκα όταν κάποιος αργεί πάρα πολύ να παίξει.

- Άντε ρε Κασπάρωφ Θοδωρή, κέντα-χρώμα είναι το παιχνίδι τι το σκέφτεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ακολουθεί μοντέλα σχέσεων που αποκλίνουν ριζικά από το παραδοσιακό μοντέλο του παντρεμένου ζευγαριού, στο ότι αναιρούν την αποκλειστικότητα στη συναισθηματική και σεξουαλική δέσμευση απέναντι στο άλλο μισό –ο γνήσιος ελευθεροσχεσίτης φυσικά, δεν θα έλεγε ποτέ άλλο μισό, αλλά άλλο νιοστό, χωρίς μάλιστα να συγκεκριμενοποιεί το νί, ασαφές καθώς είναι από τη φύση του.

Τύπος ανθρώπου που κατά περίεργο τρόπο ακόμη παλεύει να εδραιωθεί ηθικά στην εποχή μας (πόσα «συνώνυμα» για το ελευθεροσχεσίτισσα μπορείτε να σκεφτείτε;), αποτελεί συνήθως ευσεβή πόθο νεανίων και αντικείμενο απευχής νεανίδων, ώσπου οι μεν να καταλήξουν είτε «ελευθεροσχεσίτες» στα αζήτητα ή παντρεμένοι ελευθεροσχεσίτες, και οι δε παντρεμένες είτε με παντρεμένους ελευθεροσχεσίτες ή, στην καλύτερη περίπτωση, με απολειφάδια άλλων εποχών.

Η μόνη μορφή ουσιαστικής επικοινωνίας που απομένει και στους δύο, η ίδια: γκρίνια και μιζέριασμα σε φίλους και σε φίλες. Ας μην απορούμε που η φιλία θεωρείται η σταθερότερη σχέση όλων. Είναι άλλωστε η πιο ελεύθερη που υπάρχει, ή όχι;...

Δείτε και συγκρίνετε: καβάντζα, γαμιολάκι, πηδύλλιο, ερωφίλη, εθελοντής πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι και άλλα που θα μου ξέφυγαν ή δέν γράφτηκαν ακόμα.

— Ελεύθερη σχέση σημαίνει σχέση άνευ οποιασδήποτε δέσμευσης δηλωμένης ή αδήλωτης, επισήμως ή ανεπισήμως, όπου τα δύο (ή και περισσότερα εδώ που τα λέμε) μέλη συνευρίσκονται κυρίως για σεξ αλλά και για οτιδήποτε άλλο ΤΥΧΟΝ επιθυμούν όπως για να ανταλλάξουν γραμματόσημα, να πιουν καφέ, να συζητήσουν μεταξύ τυρού και αχλαδιού, ενίοτε και σεξακίου, όποτε, αν και εφόσον επιθυμούν και τους βολεύει, χωρίς σε αυτήν να παρεμβάλλουν ερωτικές / συναισθηματικές προσδοκίες, ελπίδες, ή βλέψεις για κοινό μέλλον και κυρίως χωρίς να αλληλοπρήζονται με καθημερινά και συνεχή τηλεφωνήματα και sms, και πάντοτε χωρίς να δίνουν αναφορά ο ένας στον άλλον για το που πάνε ή με ποιους, πότε, ή αν συνευρίσκονται σεξουαλικά και με άλλα άτομα. (Ελπίζω να σας διαφώτισα επαρκώς.)
[...]
— Δεν θα μπορούσες καλύτερα! Και για να το κλείσουμε το θέμα (από την πλευρά μου τουλάχιστον) μια τελευταία ερώτηση. Γίνονται τέτοιες σχέσεις; Πολύ απελευθέρωση έχει πέσει βλέπω... Ρε τι γίνεται στον κόσμο! Και εγώ ο συντηρητικούρας αγχώνομαι μέχρι και για το τι λουλούδια να αγοράσω στην καλή μου. Καλά έχω μείνει πολύ πίσω. Πολύ χαλβάς είμαι ρε παιδί μου. Το sxeseis μου έχει ανοίξει τα μάτια τελικά. Ελεύθερη σχέση λοιπόν. Η τελευταία λέξη της μόδας. Κάτι τέτοια διαβάζω και νομίζω ότι όλοι γαμ...νε σε αυτή τη χώρα εκτός από μένα! Δε με στεναχωρεί όμως. Καλά να περνάνε οι ελευθεροσχεσίτες. Εγώ τώρα θα σκάσω ένα μπάφο και θα παίξω λίγο pro γιατί καλές οι σχέσεις και οι... υπο-σχέσεις αλλά δε γίνεται συνέχεια να ασχολούμαστε με αυτά τα τετριμμένα. Άντε γεια μας.

(από φόρουμ που λέγεται Σχέσεις τζι άρ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γνωστό οίκο μόδας του παγκοσμίου φήμης σχεδιαστή Αριστοτέλη Μπιτσιάνη. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι τα ενδύματα που φοράει είτε ο λέγων είτε κάποιος άλλος είναι εξαιρετικής ποιότητας.

- Κοίτα ρε μαλάκα το λιμοκοντόρο τον Πάνο με τι κουστουμιά έσκασε.
- Μπιτσιάνι...

(από notheitis, 27/11/08)

Βλέπε και κουστουμιά ο ανάπηρος!.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπαστήρ –εκ του Συνδρόμου Π**ολλαπλής **Αυτομπαγαποντοδοτικής Στήριξης (Σ.Π.Α.Στηρ.)– αποκαλείται η νεοδιαγνωσθείσα μετάλλαξη του κλασσικού μπαγαποντοδοτισμού, με έντονα όμως στοιχεία σπασαρχιδισμού και σπαμαρχιδισμού.

Οι σπαστήρες συνήθως χαρακτηρίζονται από τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:

1. Εγγράφονται με δύο ή περισσότερους κωδικούς,

2. Οι πολλαπλές τους περσόνες πρωτοεμφανίζονται την ίδια μέρα και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα,

3. Ανταλλάσουν σπέκια, φιλοφρονήσεις και μπαγαποντοδοτούν υπέρ αλλήλων,

4. Συχνά αποκαλύπτονται, μέσα στον ενθουσιασμό τους, καθώς ταυτόχρονα βάζουν το ίδιο λήμμα με πανομοιότυπο σχεδόν ορισμό.

Η βιβλιογραφία αναφέρεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες σπαστήρων:

1. Οι Ψυχοσπαστήρες:
Αυτοί πάσχουν από παραλλαγή του συνδρόμου MPD (Multiple Pagapontic Disorder). Zούνε σ’ ένα όνειρο που τρίζει, είναι παντελώς για δέσιμο, αλλά συνήθως δεν είναι επικίνδυνοι παρά μόνο για τον εαυτό τους. Με την πάροδο του χρόνου συνήθως εκφυλίζονται σε τρολ και ωσεκτουτού αποχωρούν από το σάιτ μόλις νοιώσουν την παρατεταμένη περιφρόνηση των θαμώνων.

2. Οι Ξενεροσπαστήρες:
Οι σπαστήρες αυτοί δεν είναι ψυχασθενείς. Ενδέχεται μάλιστα να είναι γνωστοί, ακόμα και διακεκριμένοι λημματοδότες , οι οποίοι για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν υιοθετούν δύο περσόνες και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα τα οποία πολλές φορές είναι καλά έως και ευφυέστατα. Τα κίνητρα τους είναι λιγότερο αυτονόητα από εκείνα των ψυχοσπαστήρων. Μερικοί έχουν οι ίδιοι πέσει θύματα τραυματικής μπαγαπονοτοδοσίας στα παιδικά τους χρόνια, και βάζουν στοίχημα ότι φορώντας την μάσκα του εκδικητή μπορούν να ανέλθουν στο τοπ 10 της βαθμολογίας σε χρόνο dt, παραδίδοντας μάλιστα και μάθημα σε μερικούς μερικούς. Άλλοι πάλι απλούστατα το κάνουν για πλάκα. Στη τελευταία ανάλυση οι ξενεροσπαστήρες καταφέρνουν να ξενερώνουν τόσο τους ενάρετους θαμώνες του σάιτ, όσο και τον εαυτό τους.

Οι γνώμες των ειδικών διίστανται για την ταξινομία των κρουσμάτων που πρόσφατα (24/11/2008) εκδηλώθηκαν στο σλάνγκ ντοτ τζιάρ. Ωστόσο, όλες οι αποχρώσες ενδείξεις συνηγορούν ότι πρόκειται για ξενεροσπαστήρες.

Είπαν για τους σπαστήρες:

«...μια εν δυνάμει βόμβα στα θεμέλια του σάιτ. Ίσως, ίσως μια βόμβα στα ίδια τα θεμέλια του πολιτισμού μας όπως τον ξέρουμε. Τι απέγινε άραγε η Τιμή, η Ειλικρίνεια, τι απέγινε η Αγνότητα, τι απέγινε το πτώμα του Jimmy Hoffa;...»

«....πιστεύω πως (...) πίσω από δαύτους είναι ένας δικός μας...»

«μπορεί νά 'ναι κολλητάρια που παίζουνε μαζί στο σλάνγκ. Μπορεί... Άς το ψάξει ο ρουμάνος

«...τέτοιοι λογαριασμοί αργά ή γρήγορα έστω και ανεπίσημα, γίνονται αντιληπτοί! (...) Πάντως μου έβαλες ψύλλους στ' αφτιά!»

«...αυτός ο πραγματικά προικισμένος νέος θα ασυδοτεί δίχως αντίδραση από μένα τουλάχιστον, λόγω του ότι είναι προικισμένος λημματοδότης... αν όμως αποδειχθεί βραχύβια αυτή του η εποχή της ακμής και συνεχίσει τη λοβιτούρα, θα πέσει πέλεκυς!»

αποκαλύπτουμε! (από xalikoutis, 27/11/08)(από Vrastaman, 30/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλάζω ομάδα, πηγαίνω με τους άλλους, αρχίζω να το ζεσταίνω το σαμοβάρι.

- Τά 'μαθες; Ο Παναής το γύρισε...
- Έλα μουνί στον τόπο σου...

εύκολο όσο το πάτημα ενός κουμπιού! (από xalikoutis, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση ρεζερβέ για γκόμενες τύπου Λίλιαν. Για γκόμενες που αν τις γαμήσεις θα έχεις να το λες στα εγγόνια σου, που αν άνοιγαν τα πόδια τους για σένα θα ήταν τέτοια η χαρά που ακόμα και αν βρώμαγε το μουνί τους θα το τιμούσες δεόντως. Αυτό που λέμε και η κλανιά της βάλσαμο. Για τις απόλυτες θεές εναλλακτικά λέμε «την έγλειφα και με περίοδο».

(Φαντάροι παρακολούθουν το διαγωνισμό Eurovision 2005)

- Τι μουνάρα είναι η Παπαρίζου ρε μαλάκα!
- Την έγλειφα και άπλυτη!
- Ε όχι και άπλυτη.
- Ναι ρε καραγκιόζη, εσένα άμα σου καθόταν θα της έλεγες «Έλενα, καλή είσαι αλλά κάνε και κανα μπάνιο» ε;
- Δίκιο έχεις, και άπλυτη την έγλειφα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που δεν έχει ιδέα από προσωπική υγιεινή, δεν πλένεται και πολύ συχνά και δεν κατέχει τι είναι αποσμητικό. Αποπνέει ενοχλητική έως αποπνικτική μπόχα η οποία κυμαίνεται ανάλογα με την εξωτερική θερμοκρασία και μπορεί να προέρχεται από: ιδρωτίλα, μουνίλα / πουτσίλα (ανάλογα το φύλο), λιγδίλα - κουζινίλα ή και συνδυασμός των παραπάνω. Για τους λίγους που κατέχουν από αποσμητικά και επιδίδονται σε γαλλικό ντους, τότε οι παραπάνω μπόχες δεν καλύπτονται, αλλά συνδυάζονται και με το άρωμα του αποσμητικού.

- Ρε μαλάκα, η Γιωτούλα μυρίζει έτσι;
- Ναι τη βρωμιάρα, έχει τσακωθεί με τα σαπούνια.
- Άντε να σου ανοίξει αυτή πόδια και να θέλει γλυφομούνι.
- Σταμάτα ρε μαλάκα θα ξεράσω, ούτε με ξένο πούτσο δεν τη γαμούσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, το αφεντικό.

Ο όρος προκύπτει εκ του γεγονότος ότι στα Ρουμάνικα, boss (boş) σημαίνει αρχίδι.

- Είσαι για κάνα καφεδάκι το Σαββάτο;
- Άσε ρε φίλε ο ρουμάνος και πάλι με μπιφτέκωσε. Όλο το σουκού θα το βγάλω στο γραφείο...
- Τι να κάνουμε, he is the boss!

(από Vrastaman, 16/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που διαδίδει φήμες. Χρησιμοποιείται στο ΧΑΑ.

- Φίλε αγόρασε ΚΛΩΝΑΤΕΞ, θα πας ταμείο.
- Πάλι κανένα παπαγαλάκι σου το 'πε; Σαν την άλλη φορά που πήραμε ΚΟΥΒΑΔΕΞ και βάρεσε κανόνι;

Όλοι γνωρίζουμε τι είδους πουλιά είναι οι παπαγάλοι... (από Hank, 03/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οικιακό σκεύος της υψηλής κοινωνίας του περασμένου αιώνα, σε σχήμα χωνιού (όπως το χωνί στα παλιά γραμμόφωνα), το οποίο χρησίμευε στο να διοχετεύει τη βρώμα μιας κλανιάς που έπεφτε κάτω από τα σκεπάσματα, μακρυά από το κρεβάτι. Στις μέρες μας ο όρος χρησιμοποιείται υποτιμητικά για γυναίκες που πέφτουν στις παρακάτω κατηγορίες: μπάζο, σαύρα, μπουρούχα, γενικά γυναίκες που είναι για κλάσιμο μόνο και τίποτε άλλο.

(Σε δημοπρασία στο Sotheby's του Λονδίνου)

Το επόμενο αντικείμενο της συλλογής Γλύξμπουργκ, νούμερο 324 στους καταλόγους σας, η χειροποίητη ασημένια κλανιόλα του Βασιλέως Γεωργίου του Β', κατασκευασμένη από τον οίκο Bochler (μπόχλερ) του Αμβούργου το 1894. Τιμή εκκίνησης 75000 στερλίνες. Ακούω 75000;

βλ. και κλανοπότηρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified