Further tags

Το κουκλί, η θεάρα. Χαριτωμενίστικη φιλοφρόνηση θηλέων νέας κοπής που αποδομεί και ανατρέπει τον συμβατικό ορισμό του μπάζο. Φοριέται πολύ στα γυμνάσια / λύκεια καθώς και στα κοινωνικά δίκτυα.

'Ολα τα παρακάτω παραδείγματα από το ασκεφέμ.

1.
μπάζο μου ♥‎

2.
Οτι ωρα θελει το μπαζο μου :* χαχαχαχαχα :*‎ Κική Χ. <33333

3.
μπαζακι μπαζακι μπαζακι μπαζακι μπαζακι! Τι γλυκος ....

4.
φωτογραφια οπως εισαι τωρα μπαζακι<3
(σ.ς. επακολουθεί pic ευειδέστατου πιπινιού)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μικραί κατηγορίαι ψωλινών:

  • Το φέρον ακόρεστον λιβιδινικόν πάθος νεαρό ψωλοκόριτσο.
  • Το έλασσον τσουτσούνιον, ουχί απαραιτήτως το παιδικόν τοιαύτον.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

1.
« Να σας πω εγώ τό γιατί;... Γιατί καυλώνετε πάρα πολύ και θέλετε, νοµίζω, να παίξετε πάλι µαζύ µου... Τό βλέπω, ξέρετε, από πολλή ώρα και απ' τό βουνό που σχηµατίζει η φουσκωµένη πούτσα σας στο παντελόνι σας, µπροστά, και απ' τό γλυκοπασπάτεµα που τής κάνετε κάθε τόσο » είπε µε χαριτωµένην φυσικότητα η αγγελική κορασίς, διακόπτουσα τόν Αιµίλιον. « Ωωωχ!... Ωχ, ναι!... Ακριβώς... Και θα δής, Ψωλίνα µου, τι όµορφα που θα σε κάνω να χαρής, και πόσο θα χαρώ και εγώ µαζύ σου! » ανεφώνησε ο καυλωµένος καλλιτέχνης

2.
«Ἄαα!.. Ἄαααα!… Ἄααααχ!…» ἔκαμε πάλιν μὲ ἄκραν ἡδυπάθειαν τὸ ἀγόρι, ενῶ ἡ ψωλή του ἔχουσα πλέον φουσκώσει καὶ επιμηκυνθεῖ πολύ καθώς τῆς ὡμιλοῦσε ό γαργαλῶν αὐτὴν μουσικός, χωρὶς νὰ εἶναι τεράστια ἢ τοῦ τύπου ἐκείνου πού συνήθως ὀνομάζεται «ψωλάρα», εἰς τὸν βαθμόν τῆς εξογκώσεως ποὺ εἶχε φτάσει, δὲν ἦτο πλέον δυνατόν, ἔξω ἀπὸ τὴν χαϊδευτικήν ἔννοια αὐτῶν τῶν λέξεων, νὰ ὀνομάζεται «ψωλίτσα», «ψωλίνα», ἢ «ψωλέττα», ἀλλὰ ψωλή, τοὐτέστιν πούτσα διαστάσεων σεβαστῶν, ἀφοῦ, χωρὶς νὰ ἔχει εἰσέτι διαστάσεις πούτσου ἀνδρὸς πλήρως ἀνεπτυγμένου (καὶ μάλιστα καυλωμένου), εἶχε ἐν τούτοις φτάσει, ὡς πρὸς τὸ μῆκος, τὰς διαστάσεις αλλᾶντος τῆς Φραγκφούρτης κανονικοῦ μεγέθους, ὑπερβαίνουσα ὅμως κατὰ τὸ πάχος αἰσθητῶς, τὸ σύνηθες χόνδρος τῶν λουκανίκων αυτοῦ τοῦ εἴδους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον σλανγιώτατον ποιητήν Ανδρέαν τον Εμπειρίκον, το ψωλοκόριτσο ορίζεται αστασιάστως ως «ἡ κοπέλα ποὺ αγαπάει πάνω ἀπ' ὅλα τὴν ψωλὴν», ήτοι η ψωλοζητιάνα, η ψωλοδιψάζουσα ζητιάνα της πούτσας, η ψωλού. Στο νέτι το βρίσκω και με πιο queer σημασίες ως κορίτσια που έχουν/ είχαν ψωλή (τραβέλια ή τρανσφόρμερ) ή παντός είδους ψωλίδας.

  1. -Ἄν είμαι λοιπὸν γκουνιώτα, πρέπει να είμαι τόσο λίγο ποὺ αὐτὸ δὲν σημαίνει ἀληθινὰ γκουνιώτα... Τόσο λίγο ὅσο ἐγώ, εἶσαι καὶ σὺ Μιμί μου, δὲν τὸ παραδέχεσαι;
    - Τὸ παραδέχομαι απολύτως... Τόσο ὅσο λὲς είμαι καὶ ἐγώ... Κι ὅποια κοπέλλα εἶναι τόσο λίγο, δὲν εἶναι γκουνιώτα, μὰ ψωλοκόριτσο- δηλαδή κοπέλα ποὺ αγαπάει πάνω ἀπ' ὅλα τὴν ψωλή!... Ἡ μόνη μας διαφορὰ εἶναι, θαρρῶ, ὅτι τρελλαίνομαι ὄχι μόνο γιὰ ψωλὴ μὰ καὶ γιὰ σπέρμα... Μπορῶ νὰ καταπιῶ 5-6 ἀνδρῶν ψωλόχυμα, συνέχεια, τοῦ ἑνὸς μετὰ τοῦ ἄλλου...
    - Καὶ τὸ μουνόχυμα; Ἄν χύσηι μιὰ κοπέλλα μὲς στὸ στόμα σου δὲν σοῦ ἀρέσει;
    - Μοῦ ἀρέσει πολὺ καὶ πάντα τὸ καταπίνω... Θεωρῶ ὅμως τὸ σπέρμα ὡς κάτι ἀνώτερο, πολὺ άνώτερο, ὅσο εἶναι ἡ σαμπάνια ἀπὸ τὸ κοινὸ κρασί... ποὺ δὲν ἀρνοῦμαι ὅμως ὅτι ἔχει καὶ αὐτὸ τὴν άξίαν του. Μ'ἐννόησες, ἀγαπητή μου Estelle; (Μέγας Ανατολικός, Τόμος 3, σ. 302).

  2. Συνέχισε ψωλοκόριτσο. Ποιείς ωραίαν μαλακίαν. Στας διαταγάς σας κυρία. (Από σάιτ).

  3. ανωμαλο τρανσ ψωλοκοριτσο 25 χρονων ψαχνει παρέα για τρελα παιχνίδια. (Από σάιτ γνωριμιών)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δεξιοτέχνις της χειραντλήσεως ψωλογάλακτος, η φραπεδιάρα, η χαρίεσσα ἀνασεισίφαλλος.

Φραπέλημμα του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

Η συμπαθής ψωλοτρομπάρισσα έχει βγάλει από τον στηθόδεσμόν της και την μπλούζαν της τους μεγάλους και σφικτούς μαστούς της, και το αγόρι, με το στόμα ανοικτόν ωσάν να φωνάζη από την γλύκαν του, και με τα μάτια του λιγωμένα, ψαύει και ζουλά με πάθος τα ωραία βυζιά, των οποίων αι εκτοξευόμεναι ζωηρώς και από την καύλαν ρώγες, ομοιάζουν πολύ με εν πλήρει στύσει μικράς ψωλάς.
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκδοχή της κοινής πουτάνας.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου εκ του λάτιν putidus (σάπιο, ρυπαρό και δύσοσμο).

Βλ. και πουτί.

Τότε, και ενώ η Υβόννη εψιθύριζε: « Καλά να πάθης, πούτα... », η Έθελ, µη δυναµένη να αναµείνη ούτε ένα λεπτόν, έθεσε τήν δεξιάν της χείρα εις τό αιδοίον της και, στηριζοµένη µόνον µε τήν αριστεράν επί τού πάγκου, ήρχισε να τό τρίβη γρήγορα, εις τήν θέσιν που ευρίσκετο, ώστε να προκαλέση τουλάχιστον µόνη της, διά τού αυνανισµού, τόν οργασµόν.
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή η μετοχή καθυστερημένος είναι υπερβολικά περίπλοκη, μακροσκελής και κυριλέ για να βρίσουμε κάποιον, επεμβαίνει η γαμοσλανγκοτέτοια με μια σλανγκική αποκοπή και αλλαγή γραμματικού γένους, οπότε έχουμε το καθυστέρι.

Κατ' αρχήν, πρόκειται για κοινωνικώς ρατσιστικό χαρακτηρισμό για τα άτομα με ειδικές δεξιότητες. Κατ' επέκταση, χαρακτηρίζει οποιοδήποτε άτομο προβαίνει σε παντοειδείς γιωτομπαλιές, είναι ούγκανος,μαλάκας ή γιωτάς, χρυσαύγουλο, ή πιο ακροκεντρώα ανήκει σε δασπόφιλες/ δασπόβιες/ ΣΥΡΙΖΟΚ ομάδες που κυριολεκτικά καθυστερούν να αντιληφθούν τι συμβαίνει γύρω τους, φωνακλάδες ανορθογραφιστές ψεκασμένους των κοινωνικών μέσων δικτύωσης και ταλιμπάν.

1. Είναι καθυστέρια οι ακροδεξιοί; Η μήπως τα καθυστέρια είναι ακροδεξιοί; Ιδού η απορία.

2. «Ποιος λεει οτι αυτοι του βιντεο ειναι φιλευρωπαιοι; Λαικοπασοκοι ειναι που οι πιο πολλοι τωρα ψηφιζουνε ΣΥΡΙΖΑ που ειναι κατα του μνημονιου και της ΕΕ..»
ΠΑΣΟΚ ψήφιζαν, άρα φιλοΕΕ. Το αυτό ισχύει και για τα αντίστοιχα καθυστέρια της ΝΔ, που μαζί με τους πασόκους όλα αυτά τα χρόνια ψήφιζαν τους φιλοευρωπαίους απατεώνες, λαμόγια, άχρηστους για την διακυβέρνηση της χώρας. Η κατάσταση στην οποία είναι αυτή τη στιγμή η χώρα είναι έργο παρατάξεων και πολιτικών που συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλο για το ποιός είναι πιο φιλοευρωπαίος, καθώς και πολιτών που ψήφιζαν φιλοευρωπαϊκά. Face it.

3. Μάνθεεεε, σταμάτα να γράφεις κι εσύ και οι άλλοι σαν καθυστέρια, θα πάει η μυωπία μου τριακόσια.

Got a better definition? Add it!

Published

Το θεόμουνο το ευλογημένο και το κατανυκτικό, αυτό που μας κάνει να αναρωτιόμαστε ποιος το γαμεί να του φιλήσουμε τον πούτσο. Τρελή σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

Σ.ς.: ακόμα και αυτό κάποιος έχει βαρεθεί να την πηδάει, μη τρελλλαθούμε κιόλας.

1.
Ας πούμε: οι ψωλέττες, οι μουνέτες, οι μαμούνες, οι μουνίτσες, οι αγγελοπούτες, οι μουνάγγελοι, οι κρεμοταΐστρες, οι σπερμοπιτσίλες, το μουνόγαλα, το εξογκωμένο μουνίδιον, τα μιμιά, οι καυλοπυρέσσοντες, τα παλουκοψώλια, τα γαμώ σε, γαμώ σε, τα χύνω, χύνω, χύνω, τα ώωωωωωω, τα άαααααα, όλα αυτά που δεν τελειώνουν.

2.
Γιατί να μη μπορεί κανείς να προσεύχεται χρησιμοποιώντας τα γενετικά του όργανα. Δηλαδή ο Εμπειρίκος όταν μιλάει για μουνάγγελους, τι είναι αυτό;

3.
Μπορεί να κάνει πολύ extreme πράγματα αυτός ο μουνάγγελος.. Τέλος πάντων η κοπέλα αξίζει για μια δοκιμή.

(από σφυρίζων, 18/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τη slang των δημοσκόπων.

Ηχητική απόδοση της λεζάντας ΔΞ-ΔΑ της τελευταίας συνήθως στήλης, ή του τελευταίου κομματιού της πίτας γραφημάτων που συνοψίζουν τα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων και σημαίνει «Δεν Ξέρω-Δεν Απαντώ».

Αν και ουδεπώποτε θα το παραδεχτούν οι υπερδιαπλεκόμενοι υπεύθυνοι για το σερβίρισμα των αποτελεσμάτων, η βρώμα που διαρρέει από τους διεξάγοντες τις δημοσκοπήσεις και δη τις τηλεφωνικές, διαβεβαιώνει πως το ζηλευτό σε κόμματα που συγκυβέρνησαν ποσοστό που συγκεντρώνει η κατηγορία, οφείλεται εξολοκλήρου στο «δουξου-».

Το «-δουα», στο οποίο έπρεπε να συγκαταλέγονται τα εκτοξευόμενα περί της 4ης απογευματινής, ευρηματικότατα γαμοσταυρίδια έξαλλων πολιτών προς τους τηλεφωνούντες συχνά πολλαπλά πτυχιούχους, πλην κακοπληρωμένους υπαλλήλους (στους οποίους το σάιτ θα πρέπει να κάνει επίσημη έκκληση να μοιραστούν το καθημερινό τους αποθησαύρισμα σλανγκο-όρων) δεν παριστάνεται, προκειμένου να μη φαντάζουν μπροστά του σαν γιαπωνέζικες πούτσες, οι μπάρες των άλλων απαντήσεων.

Σαν χαρακτηρισμός επί προσώπων, ο όρος δηλώνει μια πλειάδα συμπεριφορών – στάσεων προς το κοινωνικό γίγνεσθαι.

Από αυτήν του σταρχιδιστή έως του μουλωχτού διαπλεκόμενου κι από αυτήν του αποφασισμένου να δει προς τα πού θα γείρει η πλάστιγγα, μέχρι αυτού που ξέρει πώς να μην κόβει για μαλακίες τις σχέσεις του με κανέναν.

  1. Δουξουδουα, ρε φίλε
    Σε μεγάλη δημοσκόπηση που διεξήγαγε για λογαριασμό της A.V. η εταιρεία «Σουβλάκια Mινώταυρος Kατασκευαστική», η διαφορά της N.Δ. από το ΠAΣOK έχει σταθεροποιηθεί στις 2,39 ποσοστιαίες μονάδες με φυσιολογικό όριο τις 2,30, οπότε συνιστάται δίαιτα, σωματική άσκηση και ιαματικά λουτρά.

  2. -Πολιτικά, που στέκεστε;
    -Στους γάμους του εξαποδώ δουξουδουα

  3. Πριν τον ανακυρήξουμε μοντερειοτοροτέτοιο, οφείλουμε να τον περάσουμε από ιερά εξέταση. Ακούω γνώμες, βλέπω ψήφους. Η ψηφοφορία είναι αντικειμενική και λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους που μας έδειξε ο καμήλος αυτόν τον καιρό.
    Δεν υπάρχει εμπάθεια, δεν υπάρχει εμπάθεια, δεν υπάρχει εμπάθεια. Υπάρχει μόνο η βιπ που θα μας πει πάλι ότι λείπει το Δουξουδουα.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Σοκ: Εξαρθρώθηκε σπείρα που απαντούσε ΔΞ/ΔΑ στις δημοσκοπήσεις. (από Khan, 18/12/14)Όταν το Δουξουδουά είναι η μόνη ορθολογική απάντηση... (από Khan, 19/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουνόμορφος, μουνοπρόπσωπος.

Τριτόκλιτο κατά το Αιθίωψ, πρεσβύωψ, κλπ.

- Τι τρέχει μ' αυτό το μαλάκα κι' έχει μια φάτσα σαν μουνί κλαμένο;
- Μπα τίποτα, είναι από φυσικού του αιδοίωψ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης της λούγκρας που κρύβει κάποιος μέσα του. Αυξημένη πουστόζη δείχνει άτομο ασυνειδητοποίητο ως προς τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Δίχως το γνώθι σαυτόν, ως μικροτσούτσουνος, αναζητά φαλλικά υποκατάστατα με σκοπό να καταφέρει τη διείσδυση στο νιμού.
Πρωτακούσθηκε από τον σλάνγκαρχο Τζιπάκο.

- Σήμερα ήρθα στη δουλειά με την τζιπάρα μου. Λόγω αυξημένης πουστόζης ήταν ο μόνος τρόπος να σινιάρω τη γραμματέα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified